του Σπύρου Κακουριώτη
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου υπήρξε το ιδρυτικό γεγονός της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, της μακράς περιόδου αδιατάρακτου δημοκρατικού βίου που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε «Μεταπολίτευση».
Η συμπλήρωση 50 χρόνων από εκείνο τον Νοέμβρη θα περίμενε κανείς να συνοδευτεί από πληθώρα εκδηλώσεων, στην κατεύθυνση της μελέτης και του αναστοχασμού πάνω στον ιστορικό ρόλο της εξέγερσης, αλλά και από μια αντίστοιχη προς τη «στρογγυλή» επέτειο εκδοτική παραγωγή.
Δυστυχώς, τίποτε από αυτά δεν συνέβη και η ιστοριογραφική σιωπή συνέχισε να τυλίγει μια επέτειο που, κατά τα άλλα, έχει να επιδείξει εντυπωσιακή ανθεκτικότητα –συνεχίζουμε να πορευόμαστε στην αμερικάνικη πρεσβεία, άλλοτε λιγότεροι κι άλλοτε περισσότεροι, εδώ και πενήντα χρόνια– προσαρμοστικότητα και ευελιξία.
Από την πλευρά της εκδοτικής παραγωγής, λοιπόν, κινδυνέψαμε να πιστέψουμε ότι το μόνο «καινούργιο» βιβλίο θα ήταν αυτό που είχε κυκλοφορήσει πρώτο, το μακρινό… 1977. Δηλαδή η συμβολή του Σταύρου Λυγερού, με τίτλο Η εξέγερση του Πολυτεχνείου: Μια ξεχασμένη κατάθεση (Πατάκης, 2023), που αποτελεί «μεταγραφή» του βιβλίου του Φοιτητικό κίνημα και ταξική πάλη στην Ελλάδα. Από τις προσφυγές στα πρωτοδικεία στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, το οποίο είχε κυκλοφορήσει το 1977. Το βιβλίο αυτό αποτελούσε την πρώτη μαρτυρία μέλους της Συντονιστικής Επιτροπής της κατάληψης του Πολυτεχνείου και, πέρα από την ανασύσταση των –πρόσφατων, τότε– γεγονότων, επεδίωκε κυρίως το «ξεκαθάρισμα» των λογαριασμών ανάμεσα στη ριζοσπαστική πτέρυγα του κινήματος και τις φοιτητικές δυνάμεις που επηρεάζονταν από την παραδοσιακή αριστερά, σχετικά με τον ρόλο της κάθε πλευράς στην εξέγερση. Σήμερα, «αποκαθαρμένη» από την ξύλινη γλώσσα της εποχής και συντομευμένη, η αφήγηση του Λυγερού προσφέρει στον αναγνώστη της μια συνεκτική εικόνα για τις διεργασίες που προηγήθηκαν μέσα στο αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα και οδήγησαν στην τριήμερη εξέγερση.
Την ιστοριογραφική αφωνία ήρθε να σπάσει ο ιστορικός Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, με τη μελέτη του Το Πολυτεχνείο έξω από το Πολυτεχνείο: Οι αφανείς πρωταγωνιστές της εξέγερσης του 1973 (Θεμέλιο, 2023). Ο ιστορικός, στον οποίο χρωστάμε την ταυτοποίηση των νεκρών της εξέγερσης, χάρη στη δουλειά που πραγματοποίησε παλαιότερα στο πλαίσιο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, εξετάζει εδώ όσα συνέβησαν έξω από το Πολυτεχνείο τις μέρες της κατάληψης και λίγο μετά τη συντριβή της. Πρόκειται για μια υποδειγματική έρευνα, που έχει συντεθεί ψηφίδα την ψηφίδα, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ακολουθεί πιστά σε κάθε του μελέτη ο Καλλιβρετάκης, φέρνοντας μπροστά στα μάτια του αναγνώστη του όλους εκείνους τους άνδρες κι όλες εκείνες τις γυναίκες που χάθηκαν ή σημαδεύτηκαν για πάντα προκειμένου να συμπαρασταθούν στους έγκλειστους φοιτητές και φοιτήτριες. Όπως σημειώνει κι ο ίδιος ο συγγραφέας, αυτό που έκανε το Πολυτεχνείο να γίνει το «Πολυτεχνείο» (κι όχι μια ακόμα Νομική) είναι όσα συνέβησαν έξω από αυτό… Μετά από πενήντα χρόνια, έχουμε, για πρώτη φορά, μια συγκροτημένη και συνεκτική εικόνα γι’ αυτά τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους, εργάτες και εργαζόμενους, για τις διαδηλώσεις και τις συγκρούσεις στο κέντρο της πόλης, την κατάληψη της Νομαρχίας Αττικής, την πολιορκία του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, την αιματηρή καταστολή, τα θύματα και τους θύτες, μέσα από ένα συγκλονιστικό βιβλίο, που δίνει μια άλλη διάσταση, κατά πολύ ευρύτερη, στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Στο ίδιο, θεματολογικά, κλίμα κινείται και το βιβλίο του Ιερώνυμου Λύκαρη, Πολυτεχνείο 1973: Το αίμα το αδικαίωτο ποτέ δεν ησυχάζει (Καστανιώτης, 2023), καθώς και αυτό εστιάζει στους νεκρούς και τους τραυματίες της εξέγερσης, χρησιμοποιώντας πρωτογενές υλικό, όπως είναι τα πρακτικά της δίκης των υπαίτιων της αιματηρής καταστολής, καθώς και της επανεκδίκασής τους το 1977, αλλά και ο «Φάκελος 650» του Γραφείου Εθνικής Ασφαλείας της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών, στον οποίο καταχωρίζονται τα ονόματα 514 τραυματιών. Στόχος του συγγραφέα, να δώσει φωνή σε αυτούς που μίλησαν ελάχιστα, μέσα από μια σύντομη κατάθεση στο δικαστήριο, ή και καθόλου και, μέσα από τη δική τους φωνή, να προχωρήσει σε μια συνεκτική αφήγηση της εξέγερσης, η οποία συνοδεύεται από τη δημοσίευση πληθώρας αρχειακού υλικού (πίνακες, κατάλογοι ονομάτων κ.λπ.) Το πρίσμα μέσα από το οποίο αντιμετωπίζει το υλικό του ο συγγραφέας είναι αυτό του «αδικαίωτου αίματος» του τίτλου. Θέτοντας ένα ερώτημα πολιτικό και όχι ιστορικό, θυμίζει τον «διάλογο» που, μέσω της ανταλλαγής συνθημάτων, κυριαρχούσε στους εορτασμούς του Πολυτεχνείου κατά τη δεκαετία του 1980, για το αν «ο αγώνας τώρα δικαιώνεται» ή αν, αντιθέτως, «συνεχίζεται». Σήμερα, 50 χρόνια μετά, ένα ερώτημα σαν κι αυτό μάλλον δεν έχει οποιαδήποτε χρησιμότητα. Αντίθετα, αποτελεί εμπόδιο, πάνω στο οποίο σκοντάφτουν, συνήθως, όλες οι προσπάθειες ιστορικοποίησης της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Οι μαρτυρίες και οι χρόνοι τους
Η «κατάθεση» μαρτυριών, κυρίως με τη μορφή «χρονικών», που επιδιώκουν να δικαιώσουν την α ή τη β θέση των συντακτών τους, ξεκίνησε ήδη από το 1974 και την πτώση της δικτατορίας και συνεχίστηκε έκτοτε, με ποικίλους ρυθμούς και πυκνώσεις γύρω από τις «στρογγυλές» επετείους κάθε δεκαετία.
Μία από τις πρώτες μαρτυρίες αυτού του είδους, που επανακυκλοφόρησε το 2021, είναι η Μαρτυρία από το ματωμένο φοιτητικό κίνημα 1967-1974 (Ιωλκός), του Λουκά Αποστολίδη, φοιτητή της Νομικής τότε. Εκτός από τον Σταύρο Λυγερό, που προαναφέραμε, κι άλλα μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής κατέθεσαν τη μαρτυρία τους, συχνά με αναστοχαστική διάθεση, όπως ο Δημήτρης Χατζησωκράτης (Πολυτεχνείο ’73: Αναστοχασμός μιας πραγματικότητας, Πόλις, 2004). Το ίδιο έκαναν και άλλοι πρωταγωνιστές, όπως ο Νίκος Μπίστης (Προχωρώντας και αναθεωρώντας, Πόλις, 2010) ή ο εκ των ιδρυτών της Ελληνοευρωπαϊκής Κίνησης Νέων (ΕΚΙΝ) Γιώργος Βερνίκος (Όταν θέλαμε να αλλάξουμε την Ελλάδα. Η ΕΚΙΝ και οι καταλήψεις της Νομικής, Καστανιώτης, 2003), ενώ ο φοιτητής, τότε, της Νομικής Γιάννης Σεργόπουλος κατέθεσε τη μαρτυρία του από τα βασανιστήρια και την κράτησή του Στο ΕΑΤ-ΕΣΑ. Μια μαρτυρία για τα χρόνια της δικτατορίας (Πόλις, 2019).
Από τη μεριά του, ο Μίμης Ανδρουλάκης επέλεξε να αναφερθεί στα γεγονότα του Πολυτεχνείου και στον ρόλο του σε αυτά στο πλαίσιο της μυθιστορηματικής αυτοβιογραφίας του με τίτλο Πριν σβήσουν τα φώτα (Πατάκης, 2022). Το ίδιο και ο εκφωνητής του ραδιοσταθμού του Πολυτεχνείου, ο Δημήτρης Παπαχρήστος, επέλεξε τη φόρμα της πεζογραφίας προκειμένου να διαπραγματευθεί τα γεγονότα που τον σημάδεψαν πριν από πενήντα χρόνια, στο μυθιστόρημα Δεν αδειάζουμε να πεθάνουμε (Τόπος, 2023).
Τέλος, ένας ακόμη πρωταγωνιστής, ο Σωφρόνης Παπαδόπουλος, πρόεδρος της Εργατικής Συνέλευσης που συνεδρίαζε στον χώρο του Πολυτεχνείου καθ’ όλη τη διάρκεια της κατάληψης, συσπειρώνοντας, κυρίως, εργάτες και εργαζόμενους από τον χώρο της άκρας αριστεράς, με τη μελέτη του Η εξέγερση του Πολυτεχνείου (Εργατική Πάλη, 2020) καταθέτει τη δική του ανάλυση για τα γεγονότα και τις αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες τάσεις του φοιτητικού κινήματος, δυστυχώς παραθέτοντας λίγα στοιχεία για την εμπειρία της Εργατικής Συνέλευσης.
Τη χρονικογράφηση των γεγονότων ανέλαβαν, ήδη από πολύ νωρίς, δημοσιογράφοι που παρακολουθούσαν από πολύ κοντά όσα συνέβαιναν στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, όπως ήταν ο Μηνάς Παπάζογλου, που κατέγραψε όσα στοιχεία είχε συγκεντρώσει στον τόμο Φοιτητικό κίνημα στη δικτατορία (Επικαιρότητα, 1977) ή ο Γιώργος Γάτος, που συνέθεσε το δίτομο Πολυτεχνείο ’73: Ρεπορτάζ με την ιστορία (Φιλιππότης, 2004).
Στα «άλλα» Πολυτεχνεία, στα περιφερειακά πανεπιστήμια, αναφέρονται δύο σημαντικές συμβολές: του δημοσιογράφου Χρίστου Ζαφείρη, που με τίτλο «Αντεθνικώς δρώντες…» 1971-1974 (Επίκεντρο, 2011) αποτυπώνει εξαιρετικά στις σελίδες του τη Θεσσαλονίκη στα χρόνια της χούντας, το φοιτητικό κίνημα στην πόλη και την εξέγερση του Πολυτεχνείου της, και του Κώστα Βογιατζή, φοιτητή τότε στην Πάτρα, που καταγράφει τη μαρτυρία του από την κατάληψη του πανεπιστημίου, αλλά και τη σύλληψή του από την Ασφάλεια, στο βιβλίο Νοέμβρης ’73… Πάτρα (Το Δόντι, 2023). Τα ίδια γεγονότα μελετά, μέσα από μια κάπως περισσότερο μακροσκοπική σκοπιά, η Μαρία Κατσιγιάννη, στο βιβλίο της Λες να ρίξουμε τη χούντα; Η εκπαιδευτική πολιτική στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (1967-1974) και το Αντιδικτατορικό Φοιτητικό Κίνημα της Πάτρας (Το Δόντι, 2021). Ακόμη, από τις Εκδόσεις του Πανεπιστημίου Πατρών (2023) επανεκδόθηκε αναθεωρημένη, επικαιροποιημένη και εμπλουτισμένη με νεότερα στοιχεία, είκοσι χρόνια μετά την πρώτη της έκδοση, η ογκώδης μελέτη του Δημήτρη Θ. Κοσμόπουλου Δικτατορία και Αντίσταση στην Πάτρα (1967-1974), η πρώτη συστηματική προσπάθεια για την καταγραφή των γεγονότων που αφορούν την επταετία και την αντιδικτατορική δράση στην περιοχή της Αχαΐας, με ιδιαίτερη έμφαση στο αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα στο Πανεπιστήμιο Πατρών.
Τέλος, δύο σημαντικές συλλογές προφορικών μαρτυριών συμπληρώνουν την συνοπτική αυτή βιβλιογράφηση του Πολυτεχνείου: Ο Στέλιος Κούλογλου, αξιοποιώντας το υλικό της τηλεοπτικής του εκπομπής Ρεπορτάζ χωρίς σύνορα, συγκεντρώνει στον τόμο Μαρτυρίες από τη δικτατορία και την αντίσταση (Εστία, 2017) τις μαρτυρίες είκοσι επωνύμων που έδρασαν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, φωτίζοντας πτυχές της αντίστασης, αλλά και της υποταγής σε αυτήν. Ακόμη, ο Ιάσονας Χανδρινός, στον τόμο Όλη νύχτα εδώ (Καστανιώτης, 2020) συγκεντρώνει τις προφορικές μαρτυρίες 84 αφηγητών, επιχειρώντας να συγκροτήσει Μια προφορική ιστορία της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, όπως επισημαίνεται στον υπότιτλο. Εντυπωσιακή σε όγκο δουλειά, χαρακτηρίζεται από τη ζωντάνια του προφορικού λόγου, τη δραματικότητά του, αλλά και την ανάγκη της αναστοχαστικής αντιμετώπισης του υλικού.
Από τη μαρτυρία στην ιστοριογραφία
Μολονότι ο Ολύμπιος Δαφέρμος ήταν ένα από τα μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής του Πολυτεχνείου, επέλεξε να αναμετρηθεί με το παρελθόν, το δικό του και της γενιάς του, με τα εργαλεία της ιστοριογραφίας, μετατρέποντας, χάρη σε αυτά, τη μνήμη σε ιστορία. Η μελέτη του Φοιτητές και δικτατορία. Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα, 1972-1973, που κυκλοφορεί πλέον σε 6η έκδοση από την Εταιρεία Σύγχρονης Ιστορίας (2021), αποτέλεσε την πρώτη απόπειρα ιστορικής μελέτης της εξέγερσης, είκοσι μόλις χρόνια μετά τα γεγονότα.
Την ίδια περίπου περίοδο, η Άννα Μαντόγλου, επιχειρεί να αναμετρηθεί με αυτό το παρελθόν με τα εργαλεία της κοινωνικής ψυχολογίας για να μελετήσει τις συνθήκες της εξέγερσης, να αναλύσει τους παράγοντες που καθόρισαν τη γέννησή της και να εντοπίσει τους μηχανισμούς που ενεργοποιήθηκαν πριν και μετά από αυτήν, στο έργο της Η εξέγερση του Πολυτεχνείου: Μια κοινωνιοψυχολογική προσέγγιση (Πεδίο, 2011).
Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και η μελέτη του Γιώργου Ν. Οικονόμου, Πολυτεχνείο 1973: Η απαρχή του αυτόνομου κινήματος (Νησίδες, 2023), που εκδόθηκε το 2013 και επανακυκλοφορεί, γραμμένη από έναν άνθρωπο που συμμετείχε στα γεγονότα –και μάλιστα τραυματίστηκε– στην οποία επιδιώκει να αναδείξει την αυτοοργάνωση και την αυτονομία που χαρακτήριζαν το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα, αλλά και τις διαδικασίες μέσα από τις οποίες η εξέγερση συγκρότησε το κοινωνικό πλήθος σε πολιτικό υποκείμενο.
Οι ιστοριογραφικές συμβολές που ακολούθησαν δεν αναμετρούνταν απευθείας με την εξέγερση του Πολυτεχνείου, την πλαισίωναν όμως με μερικές εξαιρετικές μελέτες για τη νεολαία, την αντίστασή της στη δικτατορία, αλλά και για τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς θεσμούς. Μια σημαντική τομή στις σχετικές έρευνες αποτελεί η έκδοση στα ελληνικά του έργου του Κωστή Κορνέτη, Τα παιδιά της δικτατορίας. Φοιτητική αντίσταση, πολιτισμικές πολιτικές και η μακρά δεκαετία του ’60 στην Ελλάδα (Πόλις, 2015), που έθεσε το πλαίσιο για την παραπέρα μελέτη της φοιτητικής αμφισβήτησης και αντίστασης στο ευρύτερο πλαίσιο της «μακράς δεκαετίας του ’60». Σε ανάλογο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Κώστας Κατσάπης, στη μελέτη του Το «πρόβλημα νεολαία». Μοντέρνοι νέοι, παράδοση και αμφισβήτηση στη μεταπολεμική Ελλάδα, 1964-1974 (Εκδόσεις Απρόβλεπτες, 2013).
Δύο από τις θεσμικές κρυσταλλώσεις που προσέφεραν στη φοιτητική νεολαία ένα μίνιμουμ ελεύθερης νόμιμης δράσης κατά τη διάρκεια της δικτατορίας εξετάζονται αφενός, από την Δήμητρα Σαμίου, Η Εταιρεία Μελέτης Ελληνικών Προβλημάτων (ΕΜΕΠ) και η ιδιαίτερη συμβολή της στον αντιδικτατορικό αγώνα, 1970-1972 (Ασίνη, 2017), η οποία αναφέρεται στην «ομογάλακτη αδελφή» της ΕΚΙΝ και στην ιστορία της, αφετέρου, από τον Τάσο Σακελλαρόπουλο, που επιμελείται τις συμβολές οι οποίες περιλαμβάνονται στον συλλογικό τόμο Φοιτητική Ένωση Κρητών και εθνικοτοπικοί φοιτητικοί σύλλογοι την περίοδο της δικτατορίας, προϊόν ομότιτλου συνεδρίου, που εξέδωσε το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία (2022).
Τέλος, ο Πολυμέρης Βόγλης, στη μελέτη του Δυναμική αντίσταση. Υποκειμενικότητα, πολιτική βία και αντιδικτατορικός αγώνας 1967-1974 (Αλεξάνδρεια, 2022) εξετάζει την αποσιωπημένη, εν πολλοίς, δράση των οργανώσεων που είχαν επιλέξει ως μέσο πάλης τις δυναμικές ενέργειες κατά του δικτατορικού καθεστώτος. Ταυτόχρονα, την αντίσταση στον χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων, με την «ανταρσία» του Βέλους, εξετάζει ο νέος ιστορικός Κωνσταντίνος Στράτος, στη μελέτη του Το κίνημα του Ναυτικού: Τα γεγονότα, οι άνθρωποι, η μνήμη, που πρόκειται να κυκλοφορήσει τις αμέσως επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Θεμέλιο.
Ολοκληρώνοντας αυτή τη σύντομη βιβλιογραφική περιήγηση, δύο μελέτες αναφέρονται στο διεθνές και εγχώριο πολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο διαδραματίστηκαν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Ο Γιάννης Τζώρτζης, στο έργο του Η ελληνική δημοκρατία και η χούντα. Η κρίση του καθεστώτος και η αποτυχημένη μετάβαση του 1973 (Πεδίο, 2023) εξετάζει με καταφανή αναθεωρητική διάθεση το «πείραμα Μαρκεζίνη», δηλαδή την προσπάθεια του δικτάτορα Παπαδόπουλου να προχωρήσει σε μια ελεγχόμενη (από τον ίδιο) «πολιτικοποίηση» του καθεστώτος του. Ο συγγραφέας, διδάσκων στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, αποδίδει στην αποτυχημένη «μετάβαση» Μαρκεζίνη αυτοδύναμη αξία, διαφωνώντας με την «κυρίαρχη τάση των περισσότερων μελετητών και δημοσιογράφων που έχουν γράψει για τη δικτατορία να [τη] θεωρούν οργανικό κομμάτι του καθεστώτος που περιγράφεται συνοπτικά ως “χούντα”».
Μια ευρύτερη ματιά στην επταετία, μέσα από τον φακό του Κυπριακού και, ιδιαίτερα, του ρόλου του «αόρατου δικτάτορα» Δημήτριου Ιωαννίδη, μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο βιβλίο του Αλέξη Παπαχελά, Ένα σκοτεινό δωμάτιο, 1967-1974 (Μεταίχμιο, 2021). Μελέτη πολιτικής ιστορίας προικισμένη με τις αρετές της ερευνητικής δημοσιογραφίας, το βιβλίο του Παπαχελά, εκτός όλων των άλλων, αποδεικνύει με τεκμήρια τη σαθρότητα του «επιχειρήματος» που διατυπώνεται, ενίοτε, εκ μέρους διαφόρων δημοσιολογούντων στο δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος, ότι, δηλαδή, το «τίμημα» της εξέγερσης του Πολυτεχνείου υπήρξε το πραξικόπημα και η εισβολή στην Κύπρο, λόγω του ότι η φοιτητική νεολαία ανέτρεψε το «πείραμα» Μαρκεζίνη, ανοίγοντας τον δρόμο για μια χειρότερη δικτατορία. Όπως δείχνει πολύ καλά η έρευνα του Παπαχελά, ο Ιωαννίδης είχε προ πολλού αποφασίσει να ανατρέψει τον Παπαδόπουλο και ήδη από τις αρχές Σεπτεμβρίου του 1973 είχε βάλει μπροστά τις μηχανές για το δικό του πραξικόπημα. Γι’ αυτόν, το Πολυτεχνείο δεν ήταν παρά το πρόσχημα…