Ο συγγραφέας Anthony Quinn συζητά με τον Θανάση Μήνα για το αστυνομικό μυθιστόρημα, για τον κινηματογράφο, για τους Clash, και για τη ζωή (και το ποδόσφαιρο) στο Λονδίνο και στο Λίβερπουλ.
Η Βίκι Τρες είναι μια νεαρή, ανερχόμενη αστυνομικός που εμπλέκεται σε ένα σκάνδαλο διαφθοράς στους κόλπους της Αστυνομίας. Η Χάνα Στροντ είναι μια φιλόδοξη, νεαρή ρεπόρτερ που ειδικεύεται στη στηλίτευση των πλούσιων και ισχυρών. Ο Κάλουμ Κόνλαν είναι ένας Ιρλανδός ακαδημαϊκός που κάνει παρέα με τους λάθος ανθρώπους. Κι ο Φρέντι Σελβς είναι ένας επιτυχημένος διευθυντής θεάτρου, βαθιά χωμένος σε ένα προσωπικό και πολιτικό τέλμα. Αυτοί οι τέσσερις άγνωστοι συναντιούνται και ο καθένας τους επηρεάζει βαθιά τη ζωή του άλλου.
Η πλοκή ακολουθεί απρόβλεπτη τροχιά, μέσα σε μια πόλη που πνίγεται από τις απεργίες και τρομοκρατείται από βομβιστικές επιθέσεις. Αντηχεί τον φόβο και τις διαμαρτυρίες, τις αστυνομικές σειρήνες, την πανκ ροκ μουσική, τις διαδηλώσεις στους δρόμους, τα σπασμένα τζάμια και τις ραγισμένες καρδιές σε βρόμικες παμπ. Καθώς πλησιάζει η ώρα των βουλευτικών εκλογών, οι παλιές συμμαχίες παραπαίουν και η καινοφανής σκούπα του καπιταλισμού απειλεί να σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά της.
Το “Λονδίνο στις φλόγες” (London Burning) είναι ένα μυθιστόρημα για το τέλος της δεκαετίας του 1970 και το τέλος μιας εποχής. Μιλάει για μια χώρα διχασμένη, μια κυβέρνηση στα πρόθυρα της κατάρρευσης, μια πόλη που τρέμει για το μέλλον της και μια κοινωνία όπου βασιλεύει η καχυποψία.
Ο Anthony Quinn γεννήθηκε στο Λίβερπουλ το 1964 και από το 1998 έως το 2013 εργάστηκε ως κριτικός κινηματογράφου στον Independent. Έχει γράψει έξι μυθιστορήματα: “The Rescue Man”, για το οποίο του απονεμήθηκε το 2009 το βραβείο Authors’ Club Best First Novel, “Half of the Human Race”, “The Streets”, που συμπεριλήφθηκε το 2013 στη λίστα των βραβείων Walter Scott, “Curtain Call”, που επιλέχθηκε από τις λέσχες βιβλίων Waterstones και Mail on Sunday, “Freya”, που επιλέχθηκε από τη λέσχη Radio 2 Book Club, και “Eureka”.
Θ.Μ. :Το “Λονδίνο στις Φλόγες” (London Burning) εστιάζει σε τέσσερις χαρακτήρες και τις μεταξύ τους διασυνδέσεις: Η Βίκυ Τρες, μια αστυνομικός που βρίσκεται αναμεμειγμένη σε ένα σκάνδαλο διαφθοράς, η Χάνα Στρόουντ, ρεπόρτερ της Ensign, μιας εφημερίδας που προσιδιάζει στην Independent, ο Φρέντι Σελβς, διάσημος θεατρικός σκηνοθέτης, και ο Κάλουμ Κόνλαν, ένας Βορειοϊρλανδός ακαδημαϊκός που αντιμετωπίζεται με καχυποψία λόγω της προφοράς και της καταγωγής του. Γιατί επιλέξατε αυτούς τους χαρακτήρες;
Anthony Quinn: Οι χαρακτήρες απλώς παίρνουν μορφή καθώς σκέφτεσαι για το βιβλίο που θα γράψεις. Ήθελα να πλέξω συνδέσεις μεταξύ της αστυνομίας και των μέσων ενημέρωσης και την τρομερή αντι-ιρλανδική προκατάληψη που αναδυόταν εμφατικά κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970. Αρχικά είχα σκοπό να κάνω τον Φρέντι Σελβς κεντρικό χαρακτήρα – βασίζεται στον Πίτερ Χολ, σκηνοθέτη του Εθνικού Θεάτρου – αλλά συνειδητοποίησα ότι η ιστορία περισσότερο αρμόζει σε ένα κουαρτέτο. Το βιβλίο που σχεδιάζεις δεν είναι πάντα το βιβλίο που καταλήγεις να γράφεις.
Θ.Μ. :Ας ρίξουμε μια ματιά στο κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο του μυθιστορήματος. στα τέλη του 1970, στην εποχή της διακυβέρνησης των Εργατικών του Κάλαχαν, πριν από την εκλογή της Μάργκαρετ Θάτσερ, με τη σύγκρουση με τον IRA στο ζενίθ…Ο τίτλος, συνιστά αναφορά στους Clash;
A.Q: Ο τίτλος είναι προφανής και συνδέεται με την πλοκή.
Θ.Μ. :Ταυτόχρονα, είναι επίσης μια αναφορά στο “London’s Burning” των The Clash; Υποθέτω ότι είστε λάτρης της μουσικής τους. Αναφέρετε επίσης το “Janis Jones”, το “Police & Thieves”, το “Gie ‘Em Enough Rope”. Υπάρχουν ακόμα αναφορές στον Lou Reed, στους Roxy Music, στους Siouxsie & the Banshees, στους Mott the Hopple. Μεγαλώσατε με το punk μουσική και τι είδους μουσική προτιμάτε, γενικά; Είχατε την ευκαιρία να συναντηθείτε με τον Joe Strummer;
A.Q: Ο μεγαλύτερος αδερφός μου έφερε στο σπίτι τον πρώτο δίσκο των Clash LP όταν εγώ ήμoυν 13 ή 14, και με εξέπληξε. Τα τραγούδια εξέπεμπαν οργή και αγανάκτηση, κάτι απαραίτητο για μένα, για το συναίσθημα που ένιωθα τότε. Δεν είχα ξανακούσει τέτοιο θυμό σε δίσκο! Οι άλλες αναφορές στη μουσική της δεκαετίας του ’70 προέκυψαν οργανικά…Ήμουν μεγάλος θαυμαστής του Marc Bolan, του David Bowie και φυσικά των Mott the Hoople. Η μουσική ήταν για χρόνια το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή μου, και κατά κάποιο τρόπο είναι ακόμα – αν μπορούσα να επιλέξω μόνο μια μορφή τέχνης για να επιβιώσω, θα είναι η μουσική. Φυσικά οι προτιμήσεις μου έχουν αλλάξει από τότε που ήμουν παιδί, αν και είμαι ακόμα γειωμένος στη δεκαετία του 1970 – όχι τόσο punk σήμερα, όσο σε μεγάλους Αμερικανούς τραγουδοποιούς όπως η Laura Nyro, ο Dylan, ο Todd Rundgren. Και δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς τους Steely Dan. Δεν συνάντησα ποτέ τον Strummer ή κάποιους από τους Clash… αλλά συνάντησα μια φορά τον Nick Cave όταν ήταν τραγουδιστής στους Birthday Party, στο Λίβερπουλ, το 1981. Του ζήτησα αυτόγραφο (ήμουν 17) και εκείνος μου σχεδίασε ένα μικρό πορτρέτο του εαυτού του με μολύβι. Ακόμα το έχω.
Θ.Μ. :Εκτός από το punk και τους Clash, ας μιλήσουμε για την Joni Mitchell. Η Χάνα στο μυθιστόρημα λατρεύει τη μουσική της – το “Blue”, το “Ladies of the Canyon”, το “Heijira” κλπ. Συμφωνώ κυρίως ότι η Joni Mitchell είναι ιδιοφυΐα, αλλά γιατί επιλέξατε τη μουσική της ιδιαίτερα ως «ηρωίδα» σας;
A.Q: Μου άρεσε η Joni Mitchell όταν ήμουν στο κολέγιο τη δεκαετία του 1980. Ένας φίλος μου με σύστησε στο “Court and Spark”, και από εκείνο το σημείο είχα κολλήσει. Ακούω ακόμα πολύ συχνά το “Hissing of Summer Lawns” και το “Hejira” πολύ. Το τραγούδι που αγαπά η Χάνα είναι το “Paprika Plain”, άλλη μια καθυστερημένη ανακάλυψη για μένα∙, σαν μια μίνι-συμφωνία με ένα από τα καλύτερα σχήματα όλων των εποχών, ο Jaco Pastorius στο μπάσο, ο Wayne Shorter στο σαξόφωνο, ξ Joni στο πιάνο. Γιατί η Χάνα την αγαπά τόσο πολύ? Υποθέτω γιατί διαθέτει εξαιρετική μουσική αίσθηση.
Θ.Μ. :Θεωρείτε τον εαυτό σας ως συγγραφέα αστυνομικής λογοτεχνίας ή συγγραφέα που χρησιμοποιεί τη φόρμα του αστυνομικού προκειμένου να εξερευνήσει κοινωνικά θέματα;
A.Q: Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ως συγγραφέα του εγκλήματος, ούτε τον θεωρώ «πολιτικό συγγραφέα» Το “Λονδίνο στις Φλόγες” είναι μια ιστορία που αναφέρεται σε διάφορα είδη εγκλήματος, αστυνομική διαφθορά, τρομοκρατία, εμπόριο ναρκωτικών, που διαδραματίζεται σε μια ιδιαίτερα κοινωνικά ασταθή εποχή της Βρετανίας. Τελικά η ιστορία αφορά την ατομική ευθύνη σε μια διεφθαρμένη και άθλια εποχή.
Θ.Μ. :Οι Clash κάποτε τραγούδησαν το “Safe European Home”. Ποια είναι η άποψή σας για την ΕΕ και για το Brexit;
A.Q: Αυτό το τραγούδι είναι ένα από τα αγαπημένα μου από τους Clash – αυτά το φοβερά ντραμς που το εισάγουν, και ο τρόπος που ξεκινά η μελωδία στις κιθάρες και επιστρέφει στο τέλος. Δεν είμαι σίγουρος για τους στίχους πια: «I went to the place where every white face/Is an invitation to robbery/And sitting here in my safe European home/Don’t want to go back there again». Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται ο κόσμος είναι μια άλλη γνώμη για το Brexit, αν και όποιος διαβάζει τα βιβλία μου θα πρέπει να μπορεί να διακρίνει τη θέση μου για το ζήτημα.
Θ.Μ. :Έχετε μακρά θητεία ως κριτικός κινηματογράφου. Πώς αυτό επηρεάζει το στυλ γραφής σας και την αφήγησή σας; Αναφέρετε τον χαρακτήρα του Marlon Brando στο «Λιμάνι της Αγωνίας» (The Waterfront), τον χαρακτήρα του Robert Redford στο «Κεντρί» (The Sting), τον Jason Robarts στο «Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου» (All The President’s Men), τον Robert De Niro στον «Ελαφοκυνηγό» (The Deer Hunter).…
A.Q: Η θητεία μου ως κριτικός κινηματογράφου για είκοσι χρόνια ήταν πολύτιμη εκπαίδευση στο πώς να γράφω μυθοπλασία (αν και δεν το ήξερα). Το πιο σημαντικό πράγμα που έμαθα από τον κινηματογράφο είναι το μοντάζ- πώς να αφηγηθείς συνοπτικά μια ιστορία, πότε να κόψεις μια σκηνή, πώς το «λιγότερο είναι περισσότερο». Έχω επίσης κλέψει σκηνές και χαρακτήρες, μερικές φορές χωρίς καν να το καταλάβω. Ο κινηματογράφος με συνεπήρε από μικρή ηλικία. Η μητέρα μου λάτρης των παλιών και συχνά ξενυχτούσαμε για να παρακολουθήσουμε ταινίες όπως το On The Waterfront, το The Killing του Stanley Kubrick, και οτιδήποτε με τον Humphrey Bogart.
Θ.Μ. :Στο μυθιστόρημα αναφέρεστε επίσης σε μεγάλους λογοτέχνες. John Bucan, Thomas Hardy, Henry James, EM Forster, Philip Larkin, Vladimir Nabokov… Είναι κατά κάποιο τρόπο ένας φόρος τιμής από την πλευρά σας;
A.Q: Με εκπλήσσει που αναφέρετε αυτούς τους συγγραφείς – συχνά ξεχνάω πόσα ονόματα τοποθετώ στα βιβλία μου. Υποθέτω ότι είναι μια στάση απέναντι στα βιβλία και στη λογοτεχνία. Οι συγγραφείς είναι οι συντεταγμένες με τις οποίες χαρτογραφούμε τον κόσμο.
Θ.Μ. :Θα θέλατε να μιλήσουμε για κάποιους από τους αγαπημένους σας συγγραφείς αστυνομικής/νουάρ λογοτεχνίας;
A.Q: Μια από τις πρώτες μου αδυναμίες στο διάβασμα ήταν ο Raymond Chandler. Είναι συγγραφέας αστυνομικών ή στην πραγματικότητα απλώς σπουδαίος μυθιστοριογράφος της ζωής των απόκληρων στο Λος Άντζελες; Τα «Επιλεγμένα του Γράμματα» είναι επίσης καταπληκτικά. Μετά από αυτόν διάβασα τον Ross Macdonald, έναν άλλος μεγάλος χρονικογράφος της Δυτικής Ακτής. Αργότερα διάβασα πολύ Elmore Leonard και Carl Hiaasen. Διάβασα πρόσφατα ένα υπέροχο μυθιστόρημα από την Emma Flint, βασισμένο σε μια πραγματική υπόθεση δολοφονίας από κατά τη δεκαετία του 1920.
Θ.Μ. :Μεγαλώσατε στο Λίβερπουλ. Κατά ποιον τρόπο συνδιαμόρφωσε τη λογοτεχνίας σας η κοινωνική και πολιτική ατμόσφαιρα της πόλης; Πού εντοπίζονται οι διαφορές (ή ομοιότητες) μεταξύ του Λονδίνου και Λίβερπουλ όταν πρόκειται για έγκλημα;
A.Q: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Λίβερπουλ και με διαμόρφωσε βαθιά, στα πρώτα μου δεκαοκτώ χρόνια. Έχω ζήσει στο Λονδίνο τα περισσότερα χρόνια της ενήλικης ζωής μου, και όμως αυτή η αίσθηση της βόρειας ταυτότητας έχει μείνει μαζί μου. Για χρόνια ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα αλλά δεν μπορούσα να βρω το κατάλληλο θέμα…και τελικά το αναγνώρισα: αυτό που εμε κοιτούσε κατάματα ήταν το Λίβερπουλ. Η πόλη έγινε η ιστορία του πρώτου μου μυθιστορήματος “The Rescue Man
, το 2009.
Θ.Μ. :Είστε οπαδός της Liverpool FC (προσωπικά είμαι); Εάν ναι, θα θέλατε να αναφέρετε τους πέντε αγαπημένους σας παίκτες στην ιστορία του συλλόγου;
A.Q: Χαίρομαι που ακούω ότι είστε λάτρης του LFC. Υποστήριξα τον σύλλογο στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Μπορώ να συστήσω τη βιογραφία του Jurgen Klopp; Πέντε αγαπημένοι παίκτες, χωρίς συγκεκριμένη σειρά: Κέβιν Κίγκαν, Κένι Νταλγκλίς, Ντίντι Χάμαν, Τσάμπι Αλόνσο, Ρομπέρτο Φιρμίνο
Θ.Μ. :Έχετε εκδώσει ένα μυθιστόρημα βασισμένο στην βικτωριανή εποχή (“The Streets”). Σκοπεύετε να γράψετε άλλο «ιστορικό» μυθιστόρημα;
A.Q: Έχοντας ορκιστεί να μην γράψω ξανά για το Λίβερπουλ, μόλις ολοκλήρωσα ένα νέο μυθιστόρημα για την υπόθεση δολοφονίας της Julia Wallace. Συνέβη στο Άνφιλντ, το 1931, και πήρε μεγάλη δημοσιότητα στην εποχή του. Θρίλερ, με μια λύση έκπληξη για τον άλυτο ακόμη φόνο.
Anthony Quιnn, Λονδίνο στις φλόγες ,μτφρ. Όλγα Γκαρτζονίκα, Εκδόσεις Κλειδάριθμος, 2023