του Ελευθέριου Μακεδόνα
Idiocracy (2006) του Mike Judge
[Ταινία η οποία προβλήθηκε στο πλαίσιο του τμήματος Carte Blanche – μία επιλογή ταινιών από τη Sara Driver, την Αμερικανίδα σκηνοθέτη, της οποίας η ταινία Boom for Real: The Late Teenage Years of Jean–Michel Basquiat συμμετείχε επίσης στο φετινό Φεστιβάλ]
Ο επίλογος της ταινίας Mur, Murs (1981) της Agnès Varda, στην οποία αναφερθήκαμε πρόσφατα, είναι grosso modo το σημείο αφετηρίας τής ταινίας τού Mike Judge: Ένα δυστοπικό μέλλον, για τις Η.Π.Α. και τον κόσμο, στο οποίο αίφνης βρισκόμαστε χωρίς καλά καλά να καταλαβαίνουμε τι έχει συμβεί και χωρίς να μπορούμε να δεχθούμε, ότι αυτό που εκτείνεται μπροστά στα έκπληκτα και τρομοκρατημένα μάτια μας είναι η πραγματικότητα κι όχι κάποιος εφιάλτης μας ενώ κοιμόμαστε.
Ο ‘Μέσος Όρος Τζο’, εργάζεται – τρόπος του λέγειν – ως βιβλιοθηκονόμος για το στρατό των Η.Π.Α. Το προσωνύμιό του ‘Μέσος Όρος’ τον περιγράφει άριστα: είναι ένας άνθρωπος-μετριότητα, ο οποίος δεν φημίζεται καθόλου για το υψηλό I.Q. του. Ακριβώς λόγω αυτής της μετριότητάς του, το στράτευμα τον έχει παροπλίσει, τοποθετώντας τον σε μία θέση μηδενικής σπουδαιότητας για το στρατό. Κάποια στιγμή, ωστόσο, οι ανώτεροί του τον ενημερώνουν, ότι έχει αποφασισθεί να συμμετάσχει σε ένα πείραμα υψίστης σημασίας για το στρατό και τη χώρα. Στο ίδιο πείραμα έχει αποφασιστεί να συμμετάσχει και η Ρίτα, μία πόρνη, για τη συμμετοχή τής οποίας ο στρατός χρειάστηκε να δωροδοκήσει τον νταβατζή της, τον επονομαζόμενο ‘Upgrayedd’[1]. Το πείραμα βασίζεται στην – ιδιαίτερα ευφυή – ιδέα, ότι οι καλύτεροι στρατιώτες τής Πατρίδας θα πρέπει να είναι διαθέσιμοι στο διηνεκές, ώστε να την υπηρετήσουν όποτε αυτή τους χρειαστεί. Ο Τζο κι η Ρίτα μπαίνουν λοιπόν σε κάποιους ειδικούς σωλήνες, όπου τους χορηγείται η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή και στη συνέχεια καταψύχονται, ώστε να πέσουν σε ένα είδος ‘χειμερίας νάρκης’. Υποτίθεται, ότι οι επιστήμονες θα είναι σε θέση να τους επαναφέρουν μετά από πολύ καιρό, όποτε αυτό κριθεί απαραίτητο.
Το πείραμα, ωστόσο, διακόπτεται κακήν κακώς, όταν γίνεται γνωστό, ότι ο βασικός του υπεύθυνος είχε δημιουργήσει το δικό του κύκλωμα εμπορίας λευκής σαρκός και μάλιστα, υπό την καθοδήγηση του νταβατζή τής Ρίτα ‘Upgrayedd’!
Πεντακόσια χρόνια μετά, οι σωλήνες τού Τζο και της Ρίτα ξεθάβονται από τη γη, μετά την κατάρρευση ενός γιγαντιαίου σωρού σκουπιδιών, ο οποίος είχε προσλάβει διαστάσεις βουνού. Πρώτος ξυπνά και καταφέρνει να βγει από το σωλήνα του, μισοκοιμισμένος ακόμη, ο Τζο. Αντικρίζει ένα εντελώς ξένο τοπίο γύρω του, το οποίο τον προβληματίζει και τον τρομοκρατεί. Αρχικά νομίζει ότι κοιμάται ή ότι έχει παραισθήσεις. Ο σωλήνας του έχει ‘αναδυθεί’ δίπλα ακριβώς από το διαμέρισμα του Φρίτο Πεντέχο.[2] Ο Φρίτο αδιαφορεί παντελώς για την είσοδο ενός ξένου στο σπίτι του. Είναι βυθισμένος στον καναπέ του και παρακολουθεί την αγαπημένη του τηλεοπτική εκπομπή, το “Ow my balls!”, στην οποία ο ‘πρωταγωνιστής’ χτυπά με εκατομμύρια διαφορετικούς, ιδιαίτερα βίαιους τρόπους, στο … πιο ευαίσθητο σημείο του σώματός του, όπως το υποδηλώνει κι ο τίτλος της εκπομπής. Το πρόγραμμα παρεμπιπτόντως χαίρει της μεγαλύτερης θεαματικότητας στη χώρα, ενώ ο ‘πρωταγωνιστής’ της είναι κυριολεκτικά celebrity, σχεδόν εθνικός ήρωας. Υπερβολή; Καθόλου: όπως σωστά υποστηρίζεται στο ευφυέστατο κείμενο “10 Things ‘Idiocracy’ Predicted Would Happen, and Sadly Already Have” που βρίσκουμε στο διαδίκτυο (το υπογράφει ο Cory Dudak)[3], σήμερα στις Η.Π.Α., – άρα και σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο, που τις μιμείται ευλαβικά – προβάλλονται ήδη αρκετές τηλεοπτικές εκπομπές, που δεν διαφέρουν σε τίποτε από το “Ow my balls!” τού Idiocracy, όπως επί παραδείγματι η “America’s Funniest Home Videos” κι η “Wipeout” κι οι οποίες βασίζονται στην ίδια ακριβώς σαδιστική ευχαρίστηση που αντλεί γενικά ο άνθρωπος από τον πόνο των υπόλοιπων ανθρώπων.
Ο Φρίτο χαχανίζει, ενώ μασουλάει κάποιο είδος junk food σε συσκευασία υπέρ-γίγας, που μοιάζει με ποπ-κορν συσκευασίας σινεμά. Ο Τζο προσπαθεί να του μιλήσει. Θέλει να τον ρωτήσει πού βρίσκεται, τι του έχει συμβεί, αλλά ο Φρίτο, μετά από αρκετή ώρα πλήρους απάθειας, κάποια στιγμή εξοργίζεται που τον διακόπτουν από την αγαπημένη του διασκέδαση και το αγαπημένο του φαγητό, σηκώνεται εξαγριωμένος και διώχνει κακήν κακώς τον Τζο από το σπίτι του ουρλιάζοντας. Στο Idiocracy το junk food δεν έχει απλά επεκταθεί στις διατροφικές συνήθειες ακόμη μεγαλύτερων τμημάτων τού πληθυσμού (σε σχέση με το τι συμβαίνει σήμερα), αλλά έχει κυριαρχήσει απόλυτα, μέσα από μία μακράς διαρκείας, απόλυτα συντονισμένη – μεταξύ των εταιριών-κολοσσών και του κράτους – και εκπληκτικά συνεπή μαρκετίστικη προπαγάνδα, με την οποία έχουν βομβαρδιστεί οι μάζες, σε βαθμό που πλέον κανείς να μην θυμάται ότι κάποτε υπήρξαν και φυσικές τροφές, κατάλληλες για την υγεία και τις ανάγκες τού ανθρώπινου οργανισμού. Παντού στην ταινία βλέπουμε παχύσαρκους, πλαδαρούς ανθρώπους, να κινούνται μόλις και μετά βίας, βαριεστημένοι και δύσθυμοι. Ακριβής περιγραφή και αυτή, του τι περίπου συμβαίνει εδώ και πολύ καιρό στις Η.Π.Α., αλλά και στην Ελλάδα εσχάτως, με την ολοένα και μεγαλύτερη εξάπλωση του junk food ως καθολικού διατροφικού κανόνα για τις μάζες.
Η πλύση εγκεφάλου στο διατροφικό τομέα έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε κανείς πια δεν πίνει ούτε νερό! Το νερό έχει απαξιωθεί τόσο πολύ στην ανθρώπινη συνείδηση, που θεωρείται εντελώς άχρηστο και χρησιμοποιείται υποχρεωτικά μόνο … στις τουαλέτες. Οι άνθρωποι πίνουν πια μόνο ‘Brawndo’ – έτσι έχει ονομαστεί μετά από πεντακόσια χρόνια στις Η.Π.Α. το Gatorade! Η συλλογική παράνοια έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο, που οι καλλιέργειες, παντού στη χώρα, ποτίζονται επίσης με το πρασινόχρωμο αυτό υπερ-ποτό, με αποτέλεσμα να έχει επέλθει πλήρης ερημοποίηση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων κι οι λιμοί να είναι ιδιαίτερα συνηθισμένο φαινόμενο. Αργότερα, όταν ο Τζο – από την αναβαθμισμένη θέση στην οποία θα βρεθεί λόγω πολλών πραγματικά ηλίθιων καταστάσεων – επιχειρήσει να πείσει τους πνευματικά ανάπηρους μελλοντικούς συμπολίτες του, ότι ο λόγος για τον οποίο η χώρα τους έχει μετατραπεί σε έρημο οφείλεται στο ότι ποτίζουν τα χωράφια τους με Brawndo και όχι με απλό νερό, σύσσωμη η χώρα θα στραφεί εξαγριωμένη εναντίον του.
Κάποια στιγμή ο Τζο εντοπίζει ένα ‘νοσοκομείο’, στο οποίο σκοπεύει να κάνει ένα γενικό έλεγχο για την κατάσταση της υγείας του, λίγο αφότου έχει εκδιωχθεί κλοτσηδόν από το σπίτι τού Φρίτο. Δεν μπορεί να συνεννοηθεί όμως με κανέναν από τους παρευρισκόμενους, ασθενείς, γιατρούς και υπαλλήλους. Μιλάνε μία γλώσσα, η οποία μοιάζει μεν με τα Αγγλικά, αλλά σίγουρα όχι αυτά που γνωρίζει ο ίδιος. Χρησιμοποιούν πολλές λέξεις που παραπέμπουν στη slang των μαύρων gangstas[4] και pimps[5] και των διαφόρων εθνικών μειονοτήτων των Η.Π.Α. που αυτός γνώρισε, αλλά και πάλι δεν τους πολυκαταλαβαίνει. Ούτε κι αυτοί φαίνεται να καταλαβαίνουν τα ερωτήματα που τους θέτει. Μάλιστα, πολλοί γελάνε στα μούτρα του, λόγω κάποιων εκφράσεων που αυτός χρησιμοποιεί, εκφράσεις που μάλλον τούς ακούγονται ιδιαίτερα αναχρονιστικές, ‘σοφιστικέ’ ή ‘θηλυπρεπείς’. Σύντομα του κολλάνε μάλιστα και το παρατσούκλι της ‘αδερφής’. Ένα ακόμη στοιχείο – από τα δέκα που είχε προβλέψει το Idiocracy και έχουν επιβεβαιωθεί στην πορεία σύμφωνα με τον Dudak, – το οποίο μάλιστα δεν ανήκει καθόλου στη σφαίρα τής επιστημονικής φαντασίας ή της μελλοντολογίας. Ήδη, εδώ και πολύ καιρό, στις Η.Π.Α., η καθομιλουμένη γλώσσα έχει συρρικνωθεί σε αρκετές διαφορετικές παραλλαγές τοπικών ή ακόμη και συνοικιακών slang ιδιολέκτων, οι οποίες δομούνται γύρω από έναν πολύ περιορισμένο αριθμό υπεραπλουστευμένων και συντετμημένων λέξεων, πρωτίστως αισχρού και πορνογραφικού περιεχομένου. Μήπως και στην Ελλάδα, το ίδιο αμερικανικής καταγωγής γλωσσολογικό φαινόμενο υπεραπλούστευσης, εκπόρνευσης και τελικά ‘ηλιθιοποίησης’ της γλώσσας δεν βρίσκεται εν εξελίξει εδώ και αρκετές δεκαετίες;
Εκφυλισμένη, πορνογραφικού χαρακτήρα γλώσσα – φορέας αποκλειστικά και μόνο εκχυδαϊσμένων μηνυμάτων – μεταξύ απόλυτα εκχυδαϊσμένων και αποβλακωμένων ανθρώπων, μεταλλαγμένων από την κατανάλωση τεράστιων ποσοτήτων κάθε λογής junk food και συνθετικών υπερ-ποτών, είναι ακόμη δύο σημεία, τα οποία πολύ σωστά περιλαμβάνει ο Cory Dudak στη λίστα του με τα δέκα συνολικά σημεία, στα οποία η ‘προβλεπτική ικανότητα’ του Judge και του Idiocracy για το μέλλον των Η.Π.Α. και της ανθρωπότητας – ή καλύτερα, η ικανότητά τους περιγραφής τού παρόντος – αποδεικνύονται ιδιαίτερα ακριβείς: γλώσσα αποψιλωμένη και υποβαθμισμένη σε ένα σύνολο πρωτόγονης λογικής συνθηματικών, – είτε αυτά αποτελούνται από χαρακτήρες, είτε από emoticons, λίγη σημασία έχει, – έτσι όπως τη διαβάζει και τη γράφει η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων (κυρίως των νέων) ανά τον πλανήτη στα κάθε λογής ‘social media’ και χρησιμοποίηση της ίδιας αυτής γλώσσας ως μέσου προώθησης τεχνητών, επιβλαβών για την ανθρώπινη υγεία ‘διατροφικών’ προϊόντων, είναι πραγματικότητες, τις οποίες ήδη εδώ και καιρό ζούμε, σημειώνει σωστά ο Dudak. Και για του λόγου το αληθές, ο Dudak παρατηρεί, ότι εάν στο Idiocracy οι παχύσαρκοι Αμερικανοί παραγγέλνουν τηγανητές πατάτες σε μέγεθος ‘Big Ass’, οι εξίσου παχύσαρκοι σημερινοί καταναλωτές junk food των Η.Π.Α. έχουν τη δυνατότητα να αγοράσουν συσκευασίες burgers και μεταλλαγμένων κοτόπουλων από βενζινάδικα και παρόμοια σημεία πώλησης, με την περιγραφή ‘Big Az’, η οποία δεν αφήνει πολλές αμφιβολίες για τη συγγένειά της ή και την απευθείας αντιγραφή της από το Idiocracy.
Στην εφιαλτική κοινωνία τού Idiocracy η καπιταλιστική πραγματικότητα της ολοκληρωτικής καταβρόχθισης του ανθρώπου από τον καταναλωτισμό, του βομβαρδισμού του με τόνους άχρηστων κι επιβλαβών προϊόντων, της καταιγιστικής και πανταχού παρούσας προπαγάνδας τού marketing – την οποία ζούμε βέβαια ήδη, αλλά ελπίζουμε ίσως ότι μπορούμε ακόμη να ανακόψουμε ή έστω να μετριάσουμε – έχει επιβληθεί πλέον ολοκληρωτικά στον άνθρωπο και τον έχει μετατρέψει σε ένα εντελώς ανάπηρο, πνευματικά και σωματικά, άβουλο ον. Ορθά λοιπόν ο Dudak συμπεριλαμβάνει και το βομβαρδισμό μας με διαφημιστικά μηνύματα[6] – τα οποία επιπλέον χαρακτηρίζονται από το ίδιο πορνογραφικού χαρακτήρα λεξιλόγιο κι από την ίδια επιθετική και άσεμνη στάση κατά του ίδιου τού εν δυνάμει καταναλωτή – στα δέκα σημεία, στα οποία ο Judge προέβλεψε σωστά την πορεία των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών προς το μέλλον.
Κι ως επιστέγασμα στην ολοκληρωτική αυτή υποδούλωση κι εκμηδενισμό τού ανθρώπου από μία κοινωνία που τον αντιμετωπίζει μόνο ως μία καταναλωτική (αριθμητική) μονάδα, στο Idiocracy έχουν επικρατήσει και τα πιο εφιαλτικά σενάρια επιστημονικής φαντασίας, όπως τα γνωρίζουμε από τον Zamyatin και τους επιγόνους του, Huxley και Orwell: απαραιτήτως, κάθε άνθρωπος πρέπει να φέρει ένα ειδικό tattoo, το οποίο λειτουργεί ως ταυτότητά του κι ως μέσο εντοπισμού του ανά πάσα στιγμή, από την αστυνομία και το κράτος. Όταν κάποιος υπάλληλος στο νοσοκομείο διαπιστώνει ότι ο Τζο δεν είναι ‘μαρκαρισμένος’ παθαίνει υστερία και τον καταδίδει στις Αρχές. Το tattoo όμως δεν είναι ο μόνος τρόπος ηλεκτρονικής παρακολούθησης των ανθρώπων από το κράτος. Υπάρχει επίσης η δυνατότητα για εξ αποστάσεως διακοπή τής λειτουργίας των αυτοκινήτων των πολιτών κι αυτό ακριβώς κάνει η αστυνομία, όταν αργότερα, ο Τζο κι η Ρίτα προσπαθούν να διαφύγουν με τη βοήθεια του Φρίτο και του αυτοκινήτου του. Πολύ μελλοντικό κι απίθανο; Διόλου: ο Dudak και πάλι, μας υπενθυμίζει, ότι ενώ η τεχνολογία με την οποία ο ιδιοκτήτης ενός αυτοκινήτου θα μπορούσε να το βάλει μπροστά εξ αποστάσεως προϋπήρχε του Idiocracy, αμέσως μετά την κυκλοφορία τής ταινίας άρχισαν να αναπτύσσονται και αντίστοιχες τεχνολογίες για ‘remote shutdown’, που θα έδιδαν και την αντίστροφη δυνατότητα στην αστυνομία ή ακόμη και σε πιστωτικούς οργανισμούς, να σταματούν εξ αποστάσεως τα αυτοκίνητα εγκληματικών στοιχείων ή οφειλετών, ώστε να αποδειχτεί για πολλοστή φορά το πόσο οκνηροί και αποβλακωμένοι είμαστε γενικά απέναντι στα όσα συμβαίνουν γύρω μας και εναντίον μας, όπως καταλήγει ο Dudak!
Όταν λοιπόν η αστυνομία εντοπίζει με αυτόν τον τρόπο το αυτοκίνητο του Φρίτο, στο σημείο καταφθάνει πολύ γρήγορα μία πολυπληθής ομάδα πάνοπλων ανδρών και κυριολεκτικά κονιορτοποιούν το αυτοκίνητο. Από τον καταιγισμό των πυρών, καταρρίπτεται ένα αεροπλάνο, που τυχαίνει να πετά κοντά εκείνη τη στιγμή! Οι οπλισμένοι σαν αστακοί άντρες πυροβολούν μανιασμένα επί πολλή ώρα ένα αυτοκίνητο, το οποίο είναι φανερό εξ αρχής πως είναι άδειο! Το σχόλιο του Judge για τις αντίστοιχες σύγχρονες χολιγουντιανές πολεμικές ταινίες, για τους πραγματικούς αμερικανικούς πολέμους στο Ιράκ, το Αφγανιστάν και αλλού, για τους μισθοφόρους κομάντος τής Blackwater, τους εξίσου οπλισμένους σαν αστακούς πεζοναύτες και τον υπερβάλλοντα ζήλο όλων αυτών των σύγχρονων Αμερικανών Rambo και Terminators στο να αδειάζουν τους γεμιστήρες των φουτουριστικής κατασκευής και γιγαντιαίων διαστάσεων πολυβόλων τους κατά υποτίθεται άκρως επικίνδυνων για την ασφάλεια του Έθνους στόχων, όταν συστηματικά αποδεικνύεται πως οι στόχοι αυτοί είναι μόνο άμαχα γυναικόπαιδα, είναι ξεκάθαρο και απολαυστικό ταυτόχρονα.
Ο όχλος έχει μαζευτεί γύρω και παρακολουθεί το θέαμα, χοροπηδώντας και πανηγυρίζοντας εκστατικά, θυμίζοντας τελετή πρωτόγονων, ανθρωποφάγων ιθαγενών: ο σύγχρονος μιλιταρισμός των Η.Π.Α., η διαρκής στρατιωτικοποίηση δεν έχουν επικρατήσει λόγω ενός απρόσωπου, κυνικού στρατιωτικού κατεστημένου, κάπου εκεί μακριά. Είναι το απτό αποτέλεσμα της οικειοθελούς και μετά μεγάλης χαράς προσχώρησης της συντριπτικής πλειοψηφίας τού αμερικανικού λαού στην κουλτούρα της οπλοκατοχής, τού πολέμου, του αίματος και της βίας, μας λέει ο Judge και συμφωνούμε απόλυτα μαζί του.
Το στοιχείο αυτό της βίας ως πραγματικής λαϊκής και εθνικής κουλτούρας των Η.Π.Α. δεν αναφέρεται ως τέτοιο από τον Dudak στη λίστα των δέκα σημείων του, αλλά είναι ένα στοιχείο ιδιαίτερα εμφανές στο Idiocracy και πρέπει οπωσδήποτε να αναφερθεί. Η βία γέννησε το ‘έθνος’ που σήμερα ονομάζουμε Η.Π.Α. και μέσω της βίας το ‘έθνος’ αυτό αναδείχθηκε ως η πρώτη στρατιωτική δύναμη του πλανήτη. Η βία – και όχι η ‘Ελευθερία’ τής επίσημης εκδοχής – είναι η πραγματική καταστατική αρχή τής κοινωνίας των Η.Π.Α., είτε πρόκειται για τη βία κατά των αυτόχθονων Ινδιάνων, είτε για τη βία κατά των μαύρων, είτε για τη βία των μαφιόζων κατά την εποχή τής ποτοαπαγόρευσης, είτε για τη βία κατά του Ελ Σαλβαδόρ και της Νικαράγουα στη δεκαετία τού ’80, είτε για τη βία στο Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Συρία κλπ. κατά τα τελευταία είκοσι περίπου εφιαλτικά χρόνια. Είτε απλά και για τη βία των μεμονωμένων, πλήρως απομονωμένων και, – όπως μας δείχνει ο Judge, – παντελώς αποβλακωμένων ατομικοτήτων μεταξύ τους. Η εχθρότητα και η βία τού ενός εναντίον του άλλου είναι τελικά η πεμπτουσία της αμερικανικής κοινωνίας και κουλτούρας, φαίνεται να μας λέει ο Judge κι αυτός είναι από μόνος του ένας παράγοντας ολικής αποβλάκωσης και διανοητικού-ψυχολογικού μαρασμού, που οδηγεί στον πλήρη εκφυλισμό ανθρώπων και κοινωνίας, μακροπρόθεσμα. Όπως ακριβώς συμβαίνει ήδη στις Η.Π.Α. τού σήμερα δηλαδή.
Η κουλτούρα τού body-building, με όλη την ηλιθιότητα του ψευτο-ανδροπρεπούς ναρκισσισμού των ‘φουσκωτών’, είναι πανταχού παρούσα στην ταινία. Έντρομος ο Τζο διαπιστώνει, ότι Πρόεδρος της χώρας είναι ο Dwayne Elizondo Mountain Dew Herbert Camacho (!), μαύρος, με Μεξικανικές ρίζες όπως προδίδει το όνομά του και με τα πρόσθετα, καθ’ όλα Προεδρικά προσόντα τού body-builder, του πρωταθλητή της πάλης catch και … του porn-star! Ψευδής ανδροπρέπεια, body-building, πορνοβιομηχανία, βία, αναλφαβητισμός, γλώσσα τού υποκόσμου, είναι λίγα μόνο από τα χαρακτηριστικά που συγκεντρώνει ο Πρόεδρος των Η.Π.Α. στο πρόσωπό του, στο Idiocracy. Συν τοις άλλοις, δεν χάνει κι αυτός ευκαιρία, να ρίξει στον αέρα μία ριπή με κάποιο από τα πολλά όπλα του. Το χορό τής οπλολαγνείας στις Η.Π.Α. το σέρνει πρώτος ο εκάστοτε Πρόεδρος. Θα δυσκολευόμασταν πολύ να βρούμε κάποια εξαίρεση στη μακρά λίστα των Προέδρων τής χώρας. Ένα ακόμη – από τα αρκετά – σημεία που δεν περιλαμβάνει στη λίστα του ο Dudak, αλλά που προέβλεψε επιτυχώς η ταινία κι ως εκ τούτου, πρέπει να συμπεριληφθεί. Την εποχή που γυρίστηκε το Idiocracy, Πρόεδρος των Η.Π.Α. ήταν ο George Bush. Σήμερα, μία μόλις δεκαετία μετά, χρέη Προέδρου τελεί ο Donald Trump. Είναι προφανές, ότι η ‘ηλιθιοποίηση’ της αμερικανικής κοινωνίας προχωρά με ρυθμούς ίσως ακόμη πιο γρήγορους κι απ’ αυτούς που είχε προβλέψει ο Judge. Πού θα έχει φτάσει μετά από πεντακόσια χρόνια (όσα και τα χρόνια της χειμερίας νάρκης τού Τζο στην ταινία); Δεν θέλουμε καν να το σκεφτούμε.
Γυρνώντας πίσω στη ρεσεψιόν τού νοσοκομείου, όπου μπαίνει ο Τζο για το check-up του στην αρχή τής ταινίας, η υπάλληλος δεν του μιλά καν. Τον ρωτάει μόνο ξερά τι έχει κι όταν αυτός ξεκινάει να της εξηγήσει, αυτή πιέζει βαριεστημένα κάποια ηλεκτρονικά κουμπιά, μίας μάλλον χονδροειδούς τεχνολογίας, τα οποία υπακούουν σε μία πολύ στοιχειώδη – έως naïve – λογική αυτόματου τηλεφωνητή. Ο Τζο δείχνει ήδη απελπισμένος. Όταν με τα πολλά έρχεται η σειρά του για το check-up, διαπιστώνει ότι κι αυτό είναι εντελώς ηλεκτρονικοποιημένο, μηχανιστικό, δομημένο και πάλι σε μία εντελώς naïve βάση διαδοχικών βημάτων ενός υποτυπώδους και λανθασμένα δομημένου flow chart. Ο Judge ορθά προβλέπει και πάλι, ότι στο μέλλον, η πλήρης επικράτηση των απόλυτα μηχανιστικών, γραφειοκρατικών διαδικασιών, η αναγωγή τους σε δόγμα κι η απαρέγκλιτη, σχεδόν θρησκευτική τήρησή τους, θα καταστήσει μακροπρόθεσμα τον άνθρωπο ένα μηχανιστικό ον, ανίκανο να κατανοήσει την ίδια την πολυπλοκότητα και τη μη προβλεψιμότητα της οντότητας ‘άνθρωπος’, αλλά και του ευρύτερου φαινομένου τής ζωής συνολικά. Και τελικά θα τον αποβλακώσει και θα τον αποκτηνώσει πλήρως. Ούτε αυτή η διαπίστωση περιλαμβάνεται στα δέκα σημεία τού Dudak. Την προσθέτουμε κι αυτήν εμείς, κυρίως λόγω των σοβαρότατων κινδύνων που υποφώσκουν σε μία τέτοιου είδους μαζική, μηχανιστική αποκτήνωση του ανθρώπου. Κίνδυνοι που περιγράφονται σε πολλά σημεία τού βιβλίου τού μεγάλου κοινωνιολόγου Zygmunt Bauman, Modernity and the Holocaust, όπως αυτό: “Υπάρχει κάτι πολύ περισσότερο από μία απλώς τυχαία σύνδεση μεταξύ τής εφαρμοσμένης τεχνολογίας τής γραμμής μαζικής παραγωγής, με το όραμά της για παγκόσμια υλική αφθονία και της εφαρμοσμένης τεχνολογίας τού στρατοπέδου συγκέντρωσης, με το όραμά του για αφθονία θανάτου. Μπορεί να θέλουμε να αρνηθούμε τη σύνδεση αυτή, αλλά το Μπούχενβαλντ ανήκει στη δική μας Δύση, όσο ακριβώς ανήκει και το River Rouge[7] τού Ντιτρόιτ – δεν μπορούμε να αρνηθούμε το Μπούχενβαλντ, ως μία δήθεν τυχαία εκτροπή από έναν κατά τα άλλα υγιή Δυτικό κόσμο”.[8]
To Idiocracy μπορεί να είναι μία κωμωδία – και μάλιστα με ιδιαίτερα ευφυές χιούμορ – έχει όμως και μία απόλυτα σοβαρή διάσταση: μας περιγράφει πώς μέσω της ολικής αδιαφορίας μας, της απάθειάς μας προς τα τεκταινόμενα γύρω μας, μέσω της διαρκούς οικειοθελούς απονέκρωσης των αισθήσεων και της σκέψης μας, μέσω της άνευ όρων παράδοσής μας στις τάσεις της εποχής, στις επιταγές τής κοινωνίας και στις ορέξεις των πιο εγκληματικών στοιχείων που νέμονται την εξουσία ερήμην μας, σταδιακά αποκτηνωνόμαστε, γινόμαστε ακόμη πιο βίαιοι και πιο αναίσθητοι και τελικά περιερχόμαστε σε μία υπ-άνθρωπη κατάσταση που δεν έχει γυρισμό.
Αυτό το μήνυμα πρέπει να φοβήθηκαν τα διάφορα κατεστημένα των Η.Π.Α. και επέτρεψαν την προβολή τής ταινίας στη χώρα της Ελευθερίας μόνο σε πολύ περιορισμένο αριθμό αιθουσών, με μία σχεδόν απούσα καμπάνια μάρκετινγκ και καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να έλθει σε επαφή με την ταινία ένα όσο το δυνατόν πιο ολιγάριθμο κοινό.
[1] Ο ‘Αναβαθμισμένος’. Σε αρκετά σημεία τού κειμένου χρησιμοποιούμε εσκεμμένα αγγλικές ή ισπανικές λέξεις και ονόματα, διότι αντιστοιχούν στο όλο πνεύμα της ίδιας της ταινίας και της κριτικής που ασκεί κατά της παγκόσμιας διαδικασίας ‘αμερικανοποίησης’, την οποία ζούμε εδώ και δεκαετίες, παντού στον πλανήτη.
[2] Η λέξη ‘pendejo’ είναι Ισπανική. Για την ακρίβεια είναι κάτι σαν ‘εθνική’ λέξη στο Μεξικό και αντιστοιχεί περίπου στη δική μας ‘μαλάκας’, αν και είναι ακόμη πιο βαριά. Αυτό δεν εμποδίζει τους Μεξικάνους να τη χρησιμοποιούν σχεδόν σε κάθε φράση τους.
[3] Διαθέσιμο στο: http://www.craveonline.com/mandatory/1045965-10-things-idiocracy-predicted-would-happen-and-sadly-already.
[4] ‘Gangsters’ στην αργκό των μαύρων rappers.
[5] Νταβατζής, στην αργκό των μαύρων τού υποκόσμου και των rappers.
[6] Αυτήν τη σαρωτική επιβολή των μεγάλων εταιριών στην κοινωνία μέσω της διαφήμισης, επισημαίνει βεβαίως κι ο γνωστός συγγραφέας-ακτιβιστής Michael Moore, στο βιβλίο του Ηλίθιοι Λευκοί. Αναφέρει το παράδειγμα της αποβολής τού μαθητή Mike Cameron από το σχολείο Greenbrier High School της Georgia, διότι είχε τολμήσει να επιδείξει το t-shirt του με το λογότυπο Pepsi, τη στιγμή ακριβώς που επρόκειτο να φωτογραφηθούν οι μαθητές του σχολείου καθώς θα φώναζαν όλοι μαζί τη λέξη ‘Coke’. Έτυχε να είναι η μέρα κατά την οποία το σχολείο συμμετείχε σε έναν εθνικό διαγωνισμό με τον τίτλο “Team Up With Coca-Cola”, με έπαθλο το ποσό των $ 10.000, για το σχολείο που θα έκανε την καλύτερη προώθηση εκπτωτικών κουπονιών τής Coca-Cola στους μαθητές του (Michael Moore, Stupid White Men, New York (U.S.A.), HarperCollins Publishers Inc., 2001. Διαθέσιμο στο:
http://www.jrbooksonline.com/PDF_Books/stupidwhitemen.pdf
[7] Βιομηχανική συνοικία τού Ντιτρόιτ.
[8] Απόσπασμα από το Edmund Stillman & William Pfaff, The Politics of Hysteria, New York, Harper & Row, 1964, pp. 30-31, όπως αναφέρεται στο: Zygmunt Bauman, Modernity and the Holocaust, Cambridge (UK), Polity Press, 2011, p. 9.