Ζωή Βερβεροπούλου.
Εκείνη την πρώτη πρώτη φορά, στο μακρινό 1987, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής ήταν η Ειρήνη Παπά, τιμώμενη δημιουργός η Ariane Mnouchkine για τις παραστάσεις της με το Θέατρο του Ήλιου, ενώ ειδική διάκριση είχε λάβει η Μελίνα Μερκούρη για τον τρόπο με τον οποίο συνδύαζε το πάθος για την πολιτική και την ευαισθησία σε ζητήματα πολιτισμού. Έκτοτε, ο θεσμός του Ευρωπαϊκού Βραβείου Θεάτρου (Europe Theatre Prize), o οποίος ξεκίνησε σαν πιλοτικό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με στόχο να απονέμεται σε προσωπικότητες και ομάδες που συμβάλλουν με τη δράση τους στη γνωριμία και την κατανόηση μεταξύ των λαών, δυνάμωσε και τίμησε εμβληματικές φιγούρες της διεθνούς σκηνής, όπως ο Peter Brook, ο Giorgio Strehler, ο Heiner Müller, ο Bob Wilson, ο Harold Pinter, ο Robert Lepage, ο Patrice Chéreau, ο Peter Stein κ. ά. Σταδιακά, απέκτησε σημαντικούς εταίρους, μεταξύ των οποίων η Ένωση Θεάτρων της Ευρώπης, η Διεθνής Ένωση Κριτικών Θεάτρου και το Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου της Unesco, ενώ από την τρίτη του διοργάνωση και μετά καθιέρωσε το παράλληλο βραβείο «Θεατρικές Πραγματικότητες» (Europe Prize Theatrical Realities), προκειμένου να ενθαρρύνει καινοτόμες και πειραματικές πρωτοβουλίες στον χώρο της σύγχρονης σκηνικής έκφρασης.
Υιοθετώντας χαρακτήρα νομαδικό, το Βραβείο φιλοξενήθηκε κατά καιρούς σε διάφορες πόλεις, μεταξύ των οποίων η Ταορμίνα, το Τορίνο, η Θεσσαλονίκη, το Wroclaw. Ωστόσο, μετά την τελευταία φορά στην Αγία Πετρούπολη το 2011, η διοργάνωση παρέμεινε για χρόνια μετέωρη – θύμα και αυτή της κρίσης -, καθώς στάθηκε εξαιρετικά δύσκολο να βρεθεί πόλη-ξενιστής για να αναλάβει το οικονομικό κόστος της υλοποίησής της.
Εντέλει, το 15ο Ευρωπαϊκό Βραβείο Θεάτρου υποδέχθηκε η, ιδιαίτερα δραστήρια εσχάτως, ρουμανική πόλη Κραϊόβα (23-27 Απριλίου 2016), με την προφανή βούληση να ενισχύσει περαιτέρω την υποψηφιότητά της ως πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2021. Βαλκανική πανεπιστημιούπολη γνωστή για την Ιατρική Σχολή της και με ωραία αρχιτεκτονικά δείγματα περασμένων εποχών, η Κραϊόβα καταλείπει μια μεταιχμιακή αίσθηση: από τη μια, η φθορά και η έλλειψη πόρων, από την άλλη, μια ορατή προσπάθεια για αναβάθμιση της πόλης και των δομών της.
Το πρόγραμμα της φετινής διοργάνωσης ήταν σαφώς πιο περιορισμένο από εκείνο προηγούμενων ετών. Ωστόσο, οι οικοδεσπότες μας έκαναν ολοφάνερα, με βάση τα μέσα που διέθεταν, ό,τι καλύτερο μπορούσαν για τη φιλοξενία των προσκεκλημένων (δημοσιογράφοι, κριτικοί, καλλιτέχνες, διευθυντές θεάτρων), επιβεβαιώνοντας τελικά τη σημασία και την αναγκαιότητα μιας τέτοιας πολυεθνικής συνεύρεσης-ζύμωσης, όπου η θεωρία και η κριτική συναντούν κατά πρόσωπο την πράξη του θεάτρου. Όσον αφορά τους τιμώμενους, το Μεγάλο Βραβείο απονεμήθηκε στον διεθνούς φήμης Σουηδό χορογράφο και σκηνοθέτη Mats Ek, ο οποίος ανανέωσε το κλασικό μπαλέτο, συνδυάζοντας τις παραδοσιακές τεχνικές με σύγχρονες χοροθεατρικές μορφές έκφρασης, ενώ ειδικό βραβείο για το έργο του έλαβε ο Ρουμάνος σκηνοθέτης Silviu Purcarete. Το 13ο Βραβείο «Θεατρικές Πραγματικότητες» που αποτελεί, πιστεύουμε, το δυναμικότερο τμήμα του θεσμού, καθώς καταγράφει εν τω γίγνεσθαι τις πιο ενδιαφέρουσες τάσεις στο σύγχρονο θέατρο, μοιράστηκαν το Εθνικό Θέατρο της Σκωτίας, ο Ούγγρος σκηνοθέτης Viktor Bodó (με παρουσία κυρίως στις γερμανόφωνες χώρες), ο αυτοδίδακτος Γερμανός σκηνοθέτης Andreas Kriegenburg και οι γνωστοί και στην Ελλάδα συγγραφείς Juan Mayorga (Ισπανία) και Joël Pommerat (Γαλλία).
Η έναρξη
Η πρώτη ενότητα της διοργάνωσης ήταν συγχρόνως ο επίλογος του 10ου Διεθνούς Φεστιβάλ Σέξπηρ και λειτούργησε ως γέφυρα ανάμεσα στα δυο αυτά σημαντικά events που υλοποίησε η πόλη – εξ ου και κάποιοι συμμετέχοντες πέρασαν χωρίς διακοπή από το ένα στο άλλο. Υπό τον τίτλο Returns, δυο διάσημοι βραβευμένοι προηγούμενων ετών παρουσίασαν πρόσφατες δουλειές τους. Πρώτος, στο φουαγιέ του Πανεπιστημίου και με τους θεατές καθισμένους στο πάτωμα, ο Romeo Castellucci (Socìetas Raffaello Sanzio) πρότεινε μια σύμπυκνη σπουδή στον σεξπηρικό Ιούλιο Καίσαρα, που πραγματώθηκε συγχρόνως ως σχόλιο για τις σωματικές πηγές του λόγου, αλλά και για την ισχύ της πολιτικής ρητορικής: μια ενδοσκοπική μικροκάμερα στη μύτη και στον λάρυγγα του ηθοποιού που μονολογεί, αποτυπώνει σε οθόνη, πίσω του, τις κινήσεις των φωνητικών χορδών, ο Ιούλιος Καίσαρας με κατακόκκινο κοστούμι-σάβανο εκφωνεί βουβό διάγγελμα που σηματοδοτείται από κοφτούς, απειλητικούς ήχους και μεγαλοπρεπείς κινήσεις των χεριών, ο Μάρκος Αντώνιος έχει αληθινή τραχειοτομή και στο φουαγιέ αντηχεί, προκαλώντας ρίγος, η λαρυγγική φωνή-ψίθυρος από το προσαρτημένο στο λαιμό του μικρόφωνο.
Αργότερα το ίδιο βράδυ, παρακολουθήσαμε μια στιβαρή, καίρια εκσυγχρονισμένη εκδοχή του Ριχάρδου του Γ’ από τη βερολινέζικη Schaubühne, σε σκηνοθεσία του Thomas Ostermeier: ζωντανή συνοδεία κρουστών, μοντέρνα στοιχεία και χρήση τεχνολογίας (όλα σοφά δοσομετρημένα, ώστε να μην επισκιάζεται ο σεξπηρικός πυρήνας), κομψές μαριονέτες στους παιδικούς ρόλους, έξοχα φωτισμένο σκηνικό και ένας δεξιοτέχνης πρωταγωνιστής (Lars Eidinger) στον ρόλο του δύσμορφου, αδίστακτου και ωστόσο παράξενα γοητευτικού Ριχάρδου. Η παράσταση πρόκειται να παρουσιαστεί στο φετινό Φεστιβάλ του Εδιμβούργου.
Το πρόγραμμα εργασιών
Οι συναντήσεις του Βραβείου και ορισμένες από τις παραστάσεις έλαβαν χώρα στο Εθνικό Θέατρο Κραϊόβας «Marin Sorescu», έναν σημαντικό για τη χώρα φορέα με μακρά ιστορία και διεθνή δραστηριότητα. Ο τόπος «μυρίζει» θέατρο: μπροστά, η πλατεία Σέξπηρ με μοντέρνα προτομή του μεγάλου δραματουργού, δεξιά το συμπαθητικό μπιστρό Scena, χάπενινγκς από ομάδες νεαρών ηθοποιών, παντού φοιτητές-εθελοντές που βοηθούν και, στην είσοδο του θεάτρου (γκρίζα αισθητική δεκαετίας 1970), πορτρέτα του Bob Wilson και του Ionesco (ο πρώτος σκηνοθέτησε εδώ τον Ρινόκερο του δεύτερου το 2014).
Όπως και τις προηγούμενες φορές, τα πρωινά της διοργάνωσης ήταν αφιερωμένα σε μίνι συμπόσια για την καλλιτεχνική φυσιογνωμία των τιμώμενων, με την παρουσία των ιδίων (εκτός από τον Pommerat που παραβρέθηκε μόνο στην απονομή), με πολυπρόσωπα πάνελ δημοσιογράφων, πανεπιστημιακών, κριτικών, μεταφραστών και ηθοποιών, με αναγνώσεις και προβολές, υπό την ευθύνη διαφορετικού κάθε φορά συντονιστή-επιμελητή. Ορισμένα από αυτά είχαν υπερβολικά πολλούς ομιλητές, αναμφισβήτητα ωστόσο υπήρξαν κατατοπιστικά. Ξεχωριστά ενδιαφέρον στάθηκε το στρογγυλό τραπέζι που οργάνωσε η Ένωση Θεάτρων της Ευρώπης, όπου συζητήθηκε ο παρεμβατικός ρόλος του θεάτρου και η ζέουσα σχέση του με την κοινωνική πραγματικότητα. Ανάμεσα στους συμμετέχοντες, οι παλαιότερα βραβευμένοι Pippo del Bono, ο οποίος έδωσε μια ομιλία-σόου και ο Armando Punzo, καλλιτεχνικός διευθυντής της Compagnia della Fortezza, επαγγελματικού θιάσου που απαρτίζεται αποκλειστικά από έγκλειστους των ιταλικών φυλακών.
Οι παραστάσεις
Το Εθνικό Θέατρο της Σκωτίας μετρά δέκα χρόνια ζωής και αυτοπροσδιορίζεται ως θέατρο εν κινήσει, «χωρίς τοίχους» και χωρίς καν δικό του κτίριο, ενώ συνηθίζει να εμφανίζεται σε μη συμβατικούς θεατρικούς χώρους. Η παράσταση Last Dream (on Earh) σε σύλληψη και σκηνοθεσία Kai Fisher, φιλοξενήθηκε στο Θέατρο Colibri όπου μετακινηθήκαμε μαζικά με λεωφορεία και, παρά τον διδακτισμό στη ληκτική σκηνή της, μας κέρδισε με την τρυφερότητα και κυρίως, με τον άψογο ηχητικό σχεδιασμό της. Πράγματι, η παρακολούθηση ήταν εφικτή μόνο με ακουστικά, παρέχοντας μια αισθητηριακή και εντελώς προσωπική εμπειρία πρόσληψης, με δυο παράλληλες ιστορίες υπέρβασης να εκτυλίσσονται ψιθυριστά στο αυτί μας: εκείνην της πρώτης διαστημικής πτήσης του Γκαγκάριν και μια δεύτερη, όπου νεαροί Αφρικανοί προσπαθούν να περάσουν κρυφά στην Ευρώπη, αναζητώντας ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης. Όμορφη παράσταση, ιδανική, πιστεύουμε, για νεανικά ακροατήρια και, παρόλο που η χρήση ακουστικών δεν αποτελεί πια σήμερα σκηνική πρωτοτυπία, η συγκεκριμένη εφαρμογή είχε ευαισθησία και χαρακτήρα δικό της: κάτι σαν ραδιοφωνικό θέατρο με φαντασιακές οπτικές αντιστοιχίες.
Στο ίδιο θέατρο, την τρίτη μέρα της διοργάνωσης, παρακολουθήσαμε το Reykjavík (κείμενο και σκηνοθεσία Juan Mayorga), με άξονα τη θρυλική αναμέτρηση των δυο κορυφαίων σκακιστών Bobby Fischer (ΗΠΑ) και Boris Spassky (Ρωσία) εν μέσω ψυχρού πολέμου (1972). Καλοδομημένο και ταχύρρυθμο κείμενο με δύναμη στη γλώσσα, χρήση της τεχνικής του θεάτρου εν θεάτρω, πλοκή και νόημα διαστρωματωμένα σε επίπεδα (τίποτε όμως μη αναμενόμενο), πολιτικό σχόλιο για τη σκακιέρα του κόσμου, αλλά και υπόρρητα οντολογικο-υπαρξιακά ζητήματα. Σκηνοθετικά και υποκριτικά πάντως, φιλότιμο μεν, μάλλον άχρωμο όμως και χωρίς ταυτοτικό στίγμα.
Το τρίωρο ιδεοδράμα Nathan der Weise (Νάθαν ο Σοφός) του Γερμανού συγγραφέα του Διαφωτισμού G. E. Lessing, ήταν προγραμματισμένο για την τελευταία μέρα του Βραβείου στο Students House της πόλης. Η παραγωγή του Deutsches Theater, σε σκηνοθεσία του Andreas Kriegenburg, οικοδόμησε ένα κουκλίστικο ανθρωποσύμπαν, με αξιολάτρευτα πλασματάκια σαν από πηλό, αθώα και κατεργάρικα ταυτόχρονα, που βούιζαν πέρα-δώθε με κλοουνίστικες κινήσεις και διαρκείς μικρο-μεταμφιέσεις για να αλλάξουν ρόλους. Στο φιλοσοφικό αυτό κείμενο, που μιλά για τη θρησκευτική και διαπολιτισμική ανοχή ανακαλώντας σύγχρονα φαινόμενα φονταμενταλισμού, ο Kriegenburg πρόσθεσε ανακουφιστικό χιούμορ και το δικό του σχόλιο για την ασημαντότητα των πραγμάτων που χωρίζουν τους θνητούς, ενώ παράλληλα γείωσε και επικαιροποίησε, με το νεοανθρωπιστικό, κριτικά παιγνιώδες βλέμμα του, το στοχαστικό βάρος του κλασικού. Ευρηματικά χρηστικό το τείχος-κιβωτός του Harald Thor, που αξιοποιήθηκε άλλοτε ως εσωτερικός χώρος, άλλοτε ως background. Στο τέλος της παράστασης, bonus στους θεατές οι αγκαλιές από τα όντα της σκηνής.
Το ίδιο βράδυ, παρακολουθήσαμε στο κατάμεστο θέατρο Marin Sorescu την απονομή των βραβείων, η οποία μεταδόθηκε απευθείας από τη ρουμανική τηλεόραση. Επίσημη, θερμή, αλλά και πολύ λιτή, χωρίς την αίσθηση υπερπαραγωγής που κρατήσαμε ως ανάμνηση από την αντίστοιχη βραδιά στην Αγία Πετρούπολη, η τελετή υιοθέτησε απλοποιημένο το τυπικό παρουσίασης των Όσκαρ, πράγμα που παρώδησε ο Viktor Bodó, ευχαριστώντας για το βραβείο του μια ατελείωτη σειρά προσώπων! Το μεγάλο Βραβείο επιδόθηκε τελευταίο στον Mats Ek, ωστόσο το προγραμματισμένο Romanian Memory όπου θα χόρευε ο ίδιος, αντικαταστάθηκε, για άγνωστο λόγο, από βιντεοσκοπημένη χορογραφία του, εκτελεσμένη από την έξοχη Sylvie Guillem. Η βραδιά ολοκληρώθηκε με το φίνο pas de deux Axe (Τσεκούρι) που χόρεψε επί σκηνής το μεσήλικο ζεύγος Ana Laguna (σύντροφος και φιγούρα-φετίχ του Ek) και ο γοητευτικός, αέρινος παρά την ηλικία Yvan Auzely: όχι μόνο το αγαπημένο θέμα του Ek -οι σχέσεις αρσενικού-θηλυκού-, αλλά και ένα μελαγχολικό δοξαστικό στους χορευτές που γερνούν…
Και για να συνοψίσουμε: τί κρατήσαμε από τη φετινή διοργάνωση, πέρα από τη δημιουργική επαφή με το ζωντανό θέατρο του καιρού μας και τους ανθρώπους του; Μια ρήση του Joël Pommerat, που ακούστηκε αποφθεγματική σε ντοκιμαντέρ των πρωινών συναντήσεων: «Τίποτε πιο πολιτικό από το στυλ».