15 διάφορα αλλά ..όχι αδιάφορα (του Γιάννη Ν.Μπασκόζου)

0
1569

του Γιάννη Ν.Μπασκόζου

 

 

 

 

Fernando Pessoa,  Η ώρα του διαβόλου, μτφρ: Μαρία Παπαδήμα, Gutenberg

Κάθε βιβλίο το Πεσσόα μας εκπλήσσει. Με τα διηγήματα αυτά ερχόμαστε σε επαφή με μια άλλη πλευρά του πολυσχιδούς έργου του πορτογάλου συγγραφέα, που τόσο πολύ αγαπιέται πια και στη χώρα μας. Τα περισσότερα από αυτά έχουν τον χαρακτήρα του μονολόγου και ήρωα τον διάβολο, σε διαφορετικές εκφάνσεις. Το πληρέστερο, ίσως, της συλλογής με τον τίτλο  « Η ώρα του διαβόλου» μια γυναίκα, η Μαρία – σημαδιακό όνομα-  επιστρέφει από μια χοροεσπερίδα στο σπίτι της. Λίγο πριν διαβεί το κατώφλι  του ο διάβολος με την μορφή αγγέλου την μυεί στα μυστικά του κόσμου και αναγγέλλει την γέννηση του παιδιού της, του ποιητή. Ο ίδιος δηλώνει ως διάβολος συμπληρωματικό, αναντικατάστατο,  στοιχείο του θεού. Στο δεύτερο διήγημα με τίτλο « Ο ερημίτης του Μαύρου Βουνού» ο κεντρικός ήρωας στον μονόλογό του αναφέρεται σε καίρια ανθρώπινα ζητήματα, την ευτυχία, τη δικαιοσύνη, την αλήθεια, το κακό. Τέλος στο τρίτο διήγημα «Η διαστροφή του Μακρινού», ένας παράξενος ναυτικός και τυχοδιώκτης συνομιλεί με τον αφηγητή είναι ένας δάσκαλος που προβληματίζει και τελικά τρέπει σε φυγή τον  αφηγητή.  Η παραδοξολογία, η αντιστροφή των δεδομένων, η διδαχή από μεριάς του διαβόλου δίνουν ένα «μαύρο» χρώμα σε αυτές τις ατμοσφαιρικές ιστορίες.

 

Jacqueline Woodson, Ένα άλλο Μπρούκλιν, μτφρ: Άννα Μαραγκάκη, Πόλις

Τόσο σύντομο, τόσο γλυκό, τόσο όμορφο. Ένα μυθιστόρημα που μέσα σε 152 σελίδες παρουσιάζει με λιτό τρόπο, με μικρές παραγράφους, με γυμνές αφρόντιστες λέξεις, ιστορίες για την σκληρή ενηλικίωση στις φτωχογειτονιές του Μπρούκλιν. Η Τζάκλιν Γούντσον δημιουργεί λογοτεχνία σαν ποίηση. Τέσσερα κορίτσια , η Όγκοστ που είναι και η αφηγήτρια, η Σύλβια – η μόνη λευκή, η Άντζελα με τα βαθιά μυστικά και η Τζίτζι που θέλει να γίνει χορεύτρια ζουν την παιδική τους ηλικία ως πατρίδα – όπως λέμε συχνά. Η Όγκοστ μεγάλη πια καταγράφει τις αναμνήσεις που δένονταν γύρω από την φιλία της παρέας. Τα παιδικά ανολοκλήρωτα όνειρα, οι απορίες, τα πρώτα σκιρτήματα, οι μικροί έρωτες και οι προδοσίες. Έχουν ορκιστεί να μείνουν για πάντα μαζί. Αλλά – όπως όλοι ξέρουμε – η ενηλικίωση ωριμάζει πάνω στα θραύσματα και τις αυταπάτες της παιδικής ηλικίας. Η μοίρα των φτωχών παιδιών του Μπρούκλιν που ζουν λίγο πιο πάνω από τα όρια της μοίρας των σκελετωμένων παιδιών της Μπιάφρα είναι δυσοίωνη. Κάποια κορίτσια θα χαθούν, λίγα θα επιβιώσουν. Ο χώρος , το Μπρούκλιν, είναι απάνθρωπος, εκμαυλίζει και αυτούς  με τις καλύτερες προθέσεις, η αντίσταση της παρέας θα κρατήσει όσο παραμένουν παιδιά. Μόλις θα μπουν στην εφηβεία οι δρόμοι τους θα αρχίσουν να χωρίζουν, οι πρώτοι πόνοι είναι και οι πιο δυνατοί. Τραυματισμένες ψυχές, συνήθως με την απουσία της μητέρας, με τον πατέρα έρμαιο στις θρησκευτικές ουτοπίες του Ισλάμ, με τον περίγυρο ασφυκτικά πιεστικό θα κληθούν να πάρουν δύσκολες αποφάσεις. Η αφηγήτρια , μεγάλη πια, νιώθει ότι σε κείνες τις φτωχογειτονιές, σε αυτά τα κορίτσια που δεν θέλει και δεν θα ξαναδεί, πέρασε τα πιο ωραία της χρόνια κι ας είχαν με σφοδρότητα τσακιστεί πάνω στο τέλος της παιδικής ηλικίας.

 

 Διονύσης Χαριτόπουλος, Έρωτες στη Μεταπολίτευση, Τόπος

‘Ένα αυτοβιογραφικό ερωτογράφημα που λαμβάνει χώρα στην μεταπολίτευση. Ο συγγραφέας (και αφηγητής) εστιάζει στις κοινωνικές αλλαγές που μετά το 1974 διαμόρφωσαν ένα νέο τοπίο στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Η φιλελευθεροποίηση έφερε την οικονομική ευστάθεια, τις κοινωνικές απολαβές και διεύρυνε τις τάξεις που μπορούσαν να απολαύσουν τις μικρές χαρές της ζωής, ένα weekend (εφόσον καθιερώθηκε το πενθήμερο εργασίας), ένα καλό αμάξι , έστω και μεταχειρισμένο (αφού οι τράπεζες άνοιξαν τα ταμεία τους), ένα βραδινό ξεσάλωμα στα μπαράκια που αποτέλεσαν το trend της νέας εποχής.   Παρακολουθούμε ταυτόχρονα τις αλλαγές στις κοινωνικές συνήθειες που έφερε η τηλεοπτική έκρηξη, η διαφημιστική ευωχία, τα καλά μαγαζιά, η κοινωνική χαλαρότητα και η σιγουριά που φέρνει η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Από την άλλη μεριά παρουσιάζεται η νέα ανερχόμενη τάξη επιχειρηματιών, υπεροπτική, κομπάζουσα, ημι- μορφωμένη (θα πρέπει να έρθει η κρίση για να γνωρίσουν και αυτοί την πίσω πλευρά του νομίσματος). Ανάμεσα σε όλα αυτά τρέχουν οι έρωτες: κλασικοί, απρόσμενοι, τυχαίοι, πληρωμένοι, βιαστικοί, ανάποδοι και παράταιροι. Οι Έλληνες ερωτεύονται και το χαίρονται. Και ο Δ.Χαριτόπουλος σκιαγραφεί με ηδονή αυτό το ξέφωτο χαράς που έμελλε γρήγορα να σκιαχτεί.

 

Τασούλα Επτακοίλη, Κέρμα στον αέρα, Καστανιώτης

Η Τασούλα Επτακοίλη γράφει πάντα με ένα βαθύ συναίσθημα, που είναι και η κινητήρια μηχανή της για να στρωθεί στο γράψιμο. Το Κέρμα στον αέρα είναι η τύχη των ανθρώπων, άλλοτε θα κάτσει από την καλή μεριά αν και συνήθως πέφτει από την σκοτεινή πίσω του πλευρά. Τα πρόσωπα της ιστορίας της διατρέχουν τα τελευταία ογδόντα χρόνια σε διάφορα μέρη της χώρας μας. Οι μικρές ιστορίες τους διαπλέκονται ή αποτελούν συνέχεια η μία της άλλης. Ο Γιάννης, η Στάσα, ο Πέτρος, η Λένα, ο Στάθης, η Νατάσα, ο Παύλος, η Μαρίκα, ο Πάνος και η Γωγώ που δίνουν το όνομα τους σε κάθε κεφάλαιο ζουν όπως χιλιάδες άνθρωποι δίπλα μας, και σίγουρα στα πρόσωπά τους θα αναγνωρίσουμε κάποιον δικό μας, την μητέρα ή τον πατέρα μας, θείους, ξαδέλφια, γείτονες, συγγενείς. Αυτό το αέναο κομποσκοίνι της ζωής σέρνει οικεία αλλά και ακατανόητα,  προσδιορίσιμα αλλά και αναπάντεχα γεγονότα που σφραγίζουν ζωές.  Οι ήρωες της Τ.Ε. είτε φεύγουν μετανάστες στα ξένα ή ζουν στην μετεμφυλιακή Ελλάδα, είτε θα εγκατασταθούν στην Ευρώπη για να ξεγελάσουν την νέα οικονομική κρίση κουβαλάνε τα ανθρώπινα: πολύπαθους έρωτες, μίση για κληρονομιές, επώδυνους χωρισμούς, επάρατες ασθένειες…αλλά κάποτε και τις μικρές ευτυχίες. Εξάλλου η ευτυχία είναι στιγμές, ποτέ δεν κρατάει πολύ.  «Όλοι έχουμε την ίδια αφετηρία: από το κλάμα ερχόμαστε. Το αφόρητο μάς γεννάει, μάς πλάθει». Μια γραφή που θύει στην ανθρώπινη δύναμη, που είναι ικανή να ξεπεράσει τον πόνο στηριγμένη στους λίγους ανθρώπους που πορεύονται μαζί.

 

Ιγνάτης Χουβαρδάς, Καλοκαιρινός χάρτης της πόλης, Εκδόσεις Οδός Πανός

Ο Ιγνάτης Χουβαρδάς είναι ένας εξέχων ερωτικός ποιητής που αποδρά τα τελευταία χρόνια από τον σφικτό ερωτικό λόγο στις πλατιές λεωφόρους του μυθιστορήματος. Ο καλοκαιρινός χάρτης της πόλης, είναι ο ερωτικός χάρτης του ήρωα του, Τριαντάφυλλου Μαβή. Ένας ήρωας όπως και αυτοί των προηγούμενων μυθιστορημάτων του: απόλυτα μοναχικός ανάμεσα σε τόσους έρωτες. Περιπλανάται καλοκαίρι στην πόλη, ερωτεύεται και χωρίζει για να ερωτευτεί μια άλλη γυναίκα και να χωρίσει και πάλι.  Περιγράφει τις άσκοπες τηλεφωνικές συζητήσεις, τα αδιάφορα δωμάτια παραλιακών ξενοδοχείων, τα κρυφά μέρη που πηγαίνει εναλλάξ με τις γυναίκες που ερωτεύεται.  Ο ήρωας ανακαλύπτει στα τετράδια ενός θείου του δικηγόρου που αυτοκτόνησε πόσο πολύ μοιάζει σε εκείνον και τις ερωτικές εμμονές του. Το ύφος του Ι.Χουβαρδά παραμένει στα μυθιστορήματά του πλήρως αναγνωρίσιμο: λιτό σε βαθμό που έχουν πει ότι του λείπει το ύφος, ψιλοκοσκίνισμα των μικρών γεγονότων της καθημερινότητας, αποσπασματικές εικόνες που εστιάζουν σε αόρατες πτυχές των ανθρωπίνων σχέσεων. Η ανθρώπινη κωμωδία σε ερωτικό σεμέν.

 

 

Sara Μesa, Πίσω από τους θάμνους, μτφρ: Μαρία Παλαιολόγου, Ίκαρος

Ένα δύσκολο θέμα πραγματεύεται με λεπτότητα και ευαισθησία η ισπανίδα Sara Mesa, αυτό της σχέσης μιας νεαρής έφηβης 14 χρονών και ενός γέρου. Οι δύο τους συναντώνται τυχαία σε ένα πάρκο. Στην αρχή ανταλλάσσουν ελάχιστες λέξεις, η επικοινωνίας αναπτύσσεται σταδιακά. Η Κάσι έχει προβληματικές σχέσεις με το σχολείο της, έχει πρόβλημα με την εμφάνισή της και δύσκολες σχέσεις  με τα άλλα παιδιά. Στους γονείς της λέει ψέματα  και το σκάει καθημερινά στο πάρκο. Από την άλλη μεριά ο γέρος με σκοτεινό παρελθόν, είναι λιγόλογος, αγαπάει τα πουλιά, στα οποία μυεί και την Κάσι, και λατρεύει τα τραγούδια της Νίνα Σιμόν. Έχουν επίγνωση και οι δύο πόσο παρεξηγήσιμη είναι η σχέση τους γι αυτό και προτιμούν να συναντώνται  σε ένα παγκάκι όπου  πυκνοί θάμνοι τούς κρύβουν από τους περαστικούς και τους εργάτες καθαριότητας. Κινούμενη στα όρια των συναισθημάτων των δύο ηρώων της η συγγραφέας μεταδίδει μια απροσδιόριστη ευαισθησία που κρατά ζωντανό το νόημα της ζωής δύο ανθρώπων που έχουν χάσει το νήμα που τους συνδέει με τον κοινωνικό τους περίγυρο.

 

Barry Miles, H Βιογραφία του Τσαρλς Μπουκόβσκι, Πρόλογος- μτφρ- επίμετρο: Γιάννης Λειβαδάς, Νήματα – Εξάντας

Ακόμα κι αν δεν σ΄αρέσει ο Μπουκόβσκι θα σ΄αρέσει σίγουρα η βιογραφία του. Ο Μάιλς δεν υποκύπτει στην μυθολογία και την περσόνα που και ο ίδιος ο Μπουκόβσκι καλλιέργησε:  μπύρες και ατελείωτο σεξ. Αντίθετα προσπαθεί να πλησιάσει τον βαθύτερο άνθρωπο που έκρυβε μέσα του αυτός ο περίεργος και περιθωριακός συγγραφέας που κατάφερε να γίνει ένα ιδιόμορφο κατεστημένο. ¨’Οπως γράφει ο μεταφραστής του στον πρόλογο «Ο Μπουκόβσκι κρίθηκε με βάση τη ζωή του, η ζωή του όμως δεν κρίθηκε με βάση το έργο του». Το ποιητικό έργο του Μπουκόβσκι διακρίνεται για την ευαισθησία του ενώ στο πεζογραφικό έργο του και τα έξι μυθιστορήματά του αυτή κρύβεται πίσω από έναν κυνισμό. Αν και στα έργα του μιλάει συχνά για τις γυναίκες με «απαξιωτικό» τρόπο, σύμφωνα με τις φεμινίστριες, στην ουσία χωρίς την αγάπη των γυναικών ο ίδιος δεν θα μπορούσε να υπάρξει ως δημιουργικός άνθρωπος. Ο Μάιλς παρακολουθεί τον συγγραφέα από την παιδική του ηλικία μέχρι τον θάνατό του, αποφεύγει τα κλισέ και αποδυναμώνει τους μύθους που κατασκευάστηκαν γύρω από την «φήμη» του Μπουκόβσκι ως περιθωριακού μποέμ δίνοντας έμφαση στο έργο του, στον τρόπο που δημιουργούσε βοηθώντας τον αναγνώστη να τον τοποθετήσει στο πλαίσιο της πλούσιας αμερικανικής λογοτεχνίας.

 

Αλέξανδρος Ψυχούλης, Τα τσίπουρα στον Βόλο, εκδ. νήσος

Βιβλιαράκι έκπληξη καθώς προέρχεται από έναν εικονοκλάστη εικαστικό και όχι από σεφ από αυτούς που τυραννούνε τις ζωές μας τα τελευταία χρόνια επιβάλλοντας μενού και γεύσεις που σπανίως πετυχαίνεις να τις αναπαράγεις μόνος σου. Πρόκειται, όπως φαίνεται, για το απόσταγμα μιας βιωματικής εμπειρίας του Αλ.Ψυχούλη.  Η προσέγγισή του θυμίζει κάποιον λαογράφο τύπου Ηλία Πετρόπουλου, όπου η σημασία δίνεται στην μικρή λεπτομέρεια, όπως αυτή έχει καταγραφεί μέσα στον χρόνο από  εκατοντάδες πότες τσίπουρου.  Το κείμενο αν και δηλώνεται ότι γράφεται «αποστασιοποιημένα» εντούτοις  ο συγγραφέας προδίδεται από τις μικρές συνήθειες που αν δεν είσαι μέλος τσιπουροπαρέας δύσκολα μεταλαμπαδεύονται σε τρίτους. Οι οδηγίες πολλές και λεπτομερείς όπως το είδος του μαγαζιού, ο αριθμός των μελών της παρέας,  η ελαφρότητα των συζητήσεων, η ώρα της κατάνυξης, τα πώς κάθεσαι στο τραπέζι, το είδος των μεζέδων και άλλα πολλά που συνιστούν όχι έναν οδηγό αλλά μία κατάβαση στον μυστικό κόσμο της απόλαυσης.

 

Γιάννης Πάσχος(επιμέλεια), Συνομιλίες με το πιο σιωπηλό πλάσμα του κόσμου, Athens voice books

Ένα από τα πιο παράξενα (θεματικά εννοώ) και γλυκά βιβλία που περιλαμβάνει 72 βιωματικές ιστορίες γραμμένες από ιχθυολόγους.  Οι αφηγούντες / ούμενες  δεν είναι οι περισσότεροι συγγραφείς αλλά εμπλεκόμενοι με τα ψάρια με διάφορους τρόπους: ως ιχθυολόγοι, βιολόγοι, εργαζόμενοι στις ιχθυόσκαλες, διοικητικοί εργαζόμενοι στις ιχθυοκαλλιέργειες,  καταδύτες, διατροφολόγοι, ερευνητές, τεχνικοί υδατοκαλλιεργειών κ.ά. Ο κάθε αρθρογράφος καταθέτει την προσωπική του εμπειρία είτε προέρχεται από ένα δύσκολο πλου στο πλαίσιο της δουλειάς τους, είτε από τις ακαδημαϊκές έρευνες, είτε από προσωπικά «ατυχήματα», περίεργα περιστατικά, γλυκές αναμνήσεις από το πρώτο ξεψάρισμα, τον πρώτο φόβο μέσα στο νερό, την πρώτη μαγεία από ένα ενυδρείο. Πρωταγωνιστεί φυσικά σε όλα η αγάπη για τα υδρόβια οποιασδήποτε κατηγορίας, ελεύθερα ή καλλιεργημένα. Οι ιχθυολόγοι αισθάνονται το μεγαλείο της σιωπής των ψαριών και παραμένουν οι ίδιοι  σιωπηλοί παρατηρητές ενός μεγαλείου που αγνοούμε. Αυτή την φορά λύνουν τη σιωπή τους και μεταφέρουν σε αυτόν τον συλλογικό τόμο κάτι από την μαγεία που τους κατακλύζει σε ένα επάγγελμα που αν δεν το αγαπάς δεν το διαλέγεις. Συγκινητικό το κομμάτι του Παν. Σ.Οικονομίδη που αναφέρεται στους παλιούς ιχθυολόγους, τις έρευνες, τις εμμονές, τα πιστεύω τους, όπως και τα κομμάτια που αφορούν στην εργασία στους χώρους της ιχθυοκαλλιέργειας. Στον  Γιάννη Πάσχο, που επιμελήθηκε τον τόμο,  ακούραστο εραστή των υδάτων,  οφείλουμε χάρη που μας έκανε κοινωνούς αυτού του μικρού σιωπηλού θαύματος.

 

Ευάγγελος Κορφιάτης Ο Βάγγος στον παράδεισο, έρευνα-καταγραφή-τεκμηρίωση- σημειώσεις: Λευτέρης Ξανθόπουλος, Γαβριηλίδης

Είναι περίεργο ότι από όλες τις παλιές τέχνες αυτή που εξακολουθεί να ξετρελαίνει τις μικρές ηλικίες ακόμα είναι το θέατρο σκιών του Καραγκιόζη. Καθημερινά ακούω για μικρά παιδιά φίλων που έχουν τον Καραγκιόζη απαραίτητο σώου στα δικά τους πάρτι. Ο σκηνοθέτης Λευτέρης Ξανθόπουλος ανακάλυψε τις κασέτες με τις εξομολογήσεις του περίφημου καραγκιοζοπαίχτη Βάγγου. Ο Πέτρος Μάρκαρης στον πρόλογό του συγκρίνει τον καραγκιόζη με το ρεμπέτικο, «τις δύο μεγάλες τέχνες του πολιτισμού της φτώχειας που επέζησαν ως σήμερα ισότιμες με την ποίηση, την πεζογραφία, την έντεχνη μουσική και το θέατρο». Σημειώνει μάλιστα δύο ξεχωριστά στοιχεία του καραγκιόζη που λείπουν από τις σημερινές τέχνες: τον αυτοσαρκασμό και την ντοπιολαλιά των διαλέκτων. Οι αναμνήσεις του Βάγγου καλύπτουν την νεανική του περίοδο 1922-1947. Το πώς ξεκίνησε και πώς κατάφερε να κάνει όνομα σε μια περίοδο που τα Θέατρα  Καραγκιόζη πλήθαιναν. Μόνον έξι είχε ο Πειραιάς. Η πορεία του Βάγγου ανακόπτεται από τον πόλεμο. Ωραίες όσο και τραγικές οι σελίδες όπου εξιστορεί μετά από βραδινό χορό σε ένα μπαρ αρχίζουν να πέφτουν βόμβες στον Πειραιά.  Ο αναγνώστης θα βρει στο τέλος του βιβλίου χρήσιμα στοιχεία που ολοκληρώνουν κατά κάποιον τρόπο τη γνωριμία με τον υπέροχο κόσμο του Θεάτρου Σκιών, τον Καραγκιόζη.

 

 

Νίκος Βεργέτης, Ιπποκράτους και Ασκληπιού γωνία, Κέλευθος

Τον συγγραφέα τον γνωρίσαμε με εκείνο το παραληρηματικό, εικονοκλαστικό και βαθιά ανθρώπινο «χόλι μάουντεν», που τον έκανε να ξεχωρίσει ανάμεσα στους πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς της περυσινής χρονιάς (Λίστες Αναγνώστη και Public). Φέτος επανέρχεται με μια σειρά διηγημάτων ασύμπτωτων, όπως και η  Ιπποκράτους, η οποία πουθενά δεν τέμνεται με την Ασκληπιού. Οι ιστορίες του κινούνται μεταξύ ρεαλισμού και παραλόγου αναδεικνύοντας την παρα-λογική πτυχή της καθημερινότητας. Οι ήρωες του είναι ποικίλοι. Νεαρά καταπιεσμένα παιδιά που βλέπουν τη ζωή ανάποδα, παιδιά μικρομέγαλα, ένας φανταστικός κίτρινος ντετέκτιβ που δεν ανακαλύπτει τίποτα, ζευγάρια που αγαπούν να μισούνται, καταστάσεις εξω- πραγματικές που διατηρούν όμως μια ιδιόμορφη ποιητική όπως το παραληρηματικό κείμενο με τίτλο «πολύπριζο», φανταστικές ιστορίες με τον Μπόρχες να πίνει ποτά στο μπαρ Ασκληπιού και Ιπποκράτους γωνία και άλλες αλλόκοτες ιστορίες. Ανάμεσα στις γραμμές ξεχωρίζει ένα ιδιότυπο χιούμορ, ένας σαρκασμός για τον στρεβλό τρόπο που αντικρύζουμε την ζωή, και ένα χαμόγελο :  ό,τι ίσως οι τρελοί αυτοί ήρωες ζουν καλύτερα από εμάς τους αναγνώστες.

 

 

Sabahattin Ali,  Η Μαντόνα με το γούνινο παλτό, μτφρ: E.I. Σακαλή, Ροές

Ένας νεαρός ανακαλύπτει το τετράδιο ενός γέρου, του Ραϊφ, στο οποίο  ο τελευταίος διηγείται την μεγάλη ερωτική ιστορία της ζωής του. Γόνος επιχειρηματία ο Ραϊφ αδυνατεί να σπουδάσει στην Κωνσταντινούπολη, ο κόσμος του περιστρέφεται γύρω από την τέχνη και τα σουλάτσα. Επόμενος σταθμός του το Βερολίνο. Επισκέπτεται συχνά διάφορες γκαλερί, όπου σε μία  έκθεση νεαρών ζωγράφων βλέπει το αυτό -πορτρέτο μιας νεαρής γυναίκας που φορά μια γούνα. Τη γυναίκα αυτή θα την γνωρίσει τυχαία και θα αναπτυχθεί ανάμεσα τους μια φιλία που θα καταλήξει σε φλογερό έρωτα. Και οι δυο εραστές νιώθουν ένα υπαρξιακό κενό, σαν να μην τους χωρά η γη. Εσωστρεφείς και οι δύο σκέφτονται και δρουν πιο πολύ μέσα τους. Ο Ραϊφ ειδικά «ζει μέσα στο κεφάλι του», μια άγνωστη ζωή στους ανθρώπους που τον περιβάλλουν. Το ζευγάρι θα χωρίσει και ο Ραϊφ θα ζήσει για δέκα χρόνια κρατώντας μέσα του τον μυστικό αυτό έρωτα, που κατά κάποιον τρόπο θα καταστρέψει την μετέπειτα ευτυχία του. Το επίμετρο και οι σημειώσεις μας γνωρίζουν τον Σαμπαχατίν Αλί που χάθηκε από το προσκήνιο και ανακαλύφθηκε ξανά μετά από χρόνια.

 

Κώστας Παππής, Τ΄αγκάθι του Χριστού, διηγήματα, Βασδέκης

Ο συγγραφέας αναπτύσσει σε δέκα διηγήματα μικρές και λίγο μεγαλύτερες ιστορίες, πολλές από αυτές βιωμένες από τον ίδιο.  Τα δύο πρώτα διηγήματα, πιο μεγάλα και πιο ολοκληρωμένα, είναι φανερό ότι προέρχονται από προσωπικές ιστορίες που διατηρούν όμως ανεξάρτητη ισχύ. Έχουν επιπλέον και τον χαρακτήρα μιας εξερεύνησης ανθρώπων και τοπίων που συγκίνησαν τον συγγραφέα. Και οι δύο έχουν ως πεδίο αναφοράς το νησί της Μήλου. Η πρώτη αφορά στην ιστορία ενός ψαρά που ζει στα «σύρματα» (καταφύγια  για τις ψαρόβαρκες τον χειμώνα), ενός λαϊκού, αυθεντικού ανθρώπου με μεγάλη αίσθηση της λιτής ευτυχίας. Η δεύτερη αφορά στην αναζήτηση της αυθεντικότητας ενός ζωγραφικού πίνακα που ο κεντρικός ήρωας υποπτεύεται ότι είναι της εποχής του Ελ Γκρέκο. Και στα δύο διηγήματα παρεμβάλλονται μικρές «σφήνες» της καθημερινότητας του νησιώτικου πολιτισμού με λιτές σκιαγραφήσεις ανθρώπων και συνηθειών. Ανάλογο είναι και το διήγημα από μια επίσκεψη στην Συκαμνιά της Λέσβου και το «μυστήριο» γύρω από έναν πίνακα του Θεόφιλου. Κάποια από τα υπόλοιπα διηγήματα είναι περισσότερο ή λιγότερο πεποιημένα (fiction) έχοντας την ξεχωριστή αύρα του συγγραφέα. Ο Κ.Παππής αφηγείται απλά σα να κουβεντιάζει ενσωματώνοντας  στα πρόσωπα και τα τοπία διαχρονικές αξίες μιας ήρεμης ζωής.

 

Patrick Hamilton, Πλατεία Χανγκόβερ, μτφρ: Κατερίνα Σχινά, επίμετρο: Νίκος Α. Μάντης, Στερέωμα

Ένας ήρωας κι ένας συγγραφέας που έρχονται από παλιά, από το μεσοπολεμικό Λονδίνο. Το προηγούμενο βιβλίο του Χάμιλτον «Οι σκλάβοι της μοναξιάς» δεν πέρασε απαρατήρητο στην ελληνική του μετάφραση. Με την «Πλατεία Χανγκόβερ» γνωρίζουμε καλύτερα τον κόσμο του συγγραφέα, ομιχλώδη, μελαγχολικό, με ήρωες απογοητευμένους, περιθωριακούς, αυτοκαταστροφικούς.  Ο Τζορτζ Χάρβει Μπόουν, ένας λίγο χαζούλης, αφελής και παράλληλα απελπισμένα ερωτευμένος με μια ελαφρά ηθών κοπέλα, την Νέτα, που τον περιφρονεί και τον εκμεταλλεύεται μαζί με τους φίλους της ξεδιάντροπα, βρίσκεται στο κέντρο της αφήγησης.  Γύρω του το πολιτικό φόντο της εποχής, 1939, τα σύννεφα του χιτλερισμού και κατ΄ επέκταση του πολέμου είναι ορατά ακόμα και για τον αλκοολικό Μπόουν.  Ο ήρωας του Χάμιλτον είναι σχιζοφρενής κάτι που δηλώνεται με έναν ιδιαίτερο τρόπο και που τον κάνει να χάνει την επαφή του με τον κόσμο αλλά ταυτόχρονα να τον ερμηνεύει με τον δικό του τρόπο. Ο απελπισμένος, ανολοκλήρωτος  και αδύνατος στην εκπλήρωσή του έρωτας τον καθιστά τραγικό ήρωα. Ζει έναν εφιάλτη που ταυτόχρονα είναι το κινούν στοιχείο στη μίζερη ζωή του αλλά κι αυτό που θα την αλλάξει τελεσίδικα. Σπουδαίο βιβλίο.

 

Kanellos Cob, O Zητιάνος, κόμικ, επιμέλεια Γιάννης Ράγκος- Γιώργος Γούσης, Polaris

Ο σεναριογράφος και εικονογράφος Kanellos Cob δραστηριοποιείται στο εξωτερικό ως κομίστας και εικονογράφος. Τον γνωρίσαμε από τις συνεργασίες του  στο περιοδικό «Μπλε κομήτης». Εδώ παρουσιάζει ολοκληρωμένη δουλειά πάνω στον Ζητιάνο, την πολύ γνωστή νουβέλα του Ανδρέα Καρκαβίτσα. Ο πρωταγωνιστής του έργου, ο Κώστας Τζιρίτης (ή Τζιριτόκωστας) υπήρξε η διάσημη λογοτεχνική φιγούρα της Ελλάδας, μέχρι την εμφάνιση του Αλέξη Ζορμπά. Το θέμα του έργου είναι η άφιξη του ζητιάνου από τα Κράβαρα (ορεινή Ναύπακτος) στο θεσσαλικό κάμπο και συγκεκριμένα στο χωριό Νυχτερέμι (σημερινός Παλιόπυργος Λάρισας) και οι καταστροφές που η άφιξή του θα φέρει στις ζωές των κατοίκων του χωριού. Ο Τζιριτόκωστας είναι μια εμβληματική, «μαύρη» προσωπικότητα που σύμφωνα με τον κριτικό Φώο Πολίτη « δεν είναι απλώς ένας κοινός τύπος Κραβαρίτη. Είναι ο Έλλην πολιτικός, ο Έλλην επιστήμων, ο Έλλην χρηματιστής ή έμπορος, ο ολέθριος “έξυπνος” Ρωμηός της εποχής μας». Ο Cob μεταφέρει στα σκίτσα του την σκληρή ελληνική υπαίθρια χώρα της εποχής, με  τα βαριά αγροτικά πρόσωπα μέσα από τις γεμάτες σκιές εικόνες του. Ακόμα ένα κόμικ εμπνευσμένο από την ελληνική λογοτεχνία, μια πρόσφατη ευπρόσδεκτη δημιουργική τάση.

 

 

 

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΦαλκιδευμένος Χριστιανόπουλος (του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου)
Επόμενο άρθροΤο μυστικό του ποπολάρου Ξενόπουλου (του Γιώργου Φράγκογλου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ