10 χρόνια “Α” : 1984 – Σκόρπιες εικόνες (του Πολυχρόνη Κουτσάκη)

0
250

του Πολυχρόνη Κουτσάκη

 

Στέκομαι πάνω από το τηλέφωνο στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς μου στα Χανιά και περιμένω νέα από το νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» στην Αθήνα. Περιμένω να μάθω αν ο πατέρας μου θα ζήσει.

Λίγες μέρες νωρίτερα, ο πατέρας μου που δούλευε στην Αγροτική Τράπεζα στην Σαντορίνη είχε κρυώσει πολύ άσχημα, το κρύωμα εξελίχθηκε σε βαριά πνευμονία και ο αγροτικός γιατρός (μοναδικός γιατρός στο νησί τον χειμώνα του 1984) που τον εξέτασε δεν καταλάβαινε τι είχε και του έδωσε φάρμακα για την καρδιά. Τελικά ο πατέρας μου μεταφέρθηκε με έκτακτη αεροδιακομιδή στον Ευαγγελισμό, όπου οι γιατροί τον έσωσαν στο παρά πέντε.

————————

Αν και είμαι Ολυμπιακός, παρακολουθώ τον Παναθηναϊκό να παίζει στο Κύπελλο Πρωταθλητριών στο ποδόσφαιρο και είμαι φανατικά υπέρ του, πανηγυρίζω τις προκρίσεις του επειδή απλώς είναι ελληνική ομάδα. Η οπαδική τοξικότητα δεν φτάνει εύκολα, το 1984, σε δεκάχρονα στην ελληνική επαρχία.

————————-

Βλέπω την ταινία «Καράτε Κιντ» και δοκιμάζω να κάνω την εναέρια κλωτσιά του τέλους της ταινίας δεκαοχτώ χιλιάδες εξακόσιες ενενήντα δύο φορές. Βλέπω και το “The Natural” με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και ερωτεύομαι για πάντα την έννοια του καταραμένου ήρωα (και η Κιμ Μπάσιντζερ καλή ήταν).

—————————

Παρακολουθώ τον Καρλ Λιούις να κερδίζει το χρυσό στο μήκος στους Ολυμπιακούς Αγώνες (και άλλα 3 χρυσά σε άλλα αθλήματα) και τους συμπατριώτες του να τον γιουχάρουν επειδή ο Λιούις έχοντας τεράστια διαφορά από τους υπόλοιπους άλτες σταμάτησε να κάνει άλματα για να κρατήσει δυνάμεις για τα σπριντ κι έτσι δεν κυνήγησε το παγκόσμιο ρεκόρ στο μήκος.

Μου περνάει για πρώτη φορά από το μυαλό πως ότι κι αν κάνεις, όσο μεγάλο κι αν είναι, θα υπάρχει κόσμος που δεν θα είναι ευχαριστημένος μαζί σου.

—————————

Παίζω με τη μάνα μου ρακέτες στην παραλία «Καλαμάκι» στα Χανιά. Λίγα βήματα παραπέρα, ένα κορίτσι δυο χρόνια μικρότερό μου μαζεύει κοχύλια στο κουβαδάκι της και ψάχνει για καβουράκια. Δεν της δίνω σημασία, ούτε εκείνη σε μένα. Θα περάσουν δεκαοχτώ χρόνια για να ξανασυναντηθούμε. Φέτος κλείνουμε είκοσι χρόνια μαζί.

Προηγούμενο άρθροΗ Κάντυ ευωδίαζε σαν δέντρα:  Ο Φώκνερ και η χαμένη κόρη (της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη)
Επόμενο άρθροΙφιγένεια και Ηλέκτρα με φάλτσα (της Όλγας Σελλά)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ