10+1 Φθινοπωρινά διαβάσματα non fiction (του Γιάννη Μπασκόζου)

0
1170

 

του Γιάννη Μπασκόζου

 

Το ότι τα συνοψίζω ως “φθινοπωρινά” δεν σημαίνει ότι το καλοκαίρι διαβάζουμε ευχάριστες μυθοπλασίες και το φθινόπωρο/χειμώνα σοβαρά δοκίμια. Απλώς έτυχε να διαβαστούν από μένα αυτή την εποχή ανεξαρτήτως του χρόνου έκδοσής τους. Η  ποικιλία τους είναι μεγάλη από τους Βαρβάρους στους Ιησουίτες (βρίσκω και κάποιες εκλεκτικές συγγένειες), από τα τεκμηριωτικά μυθιστορήματα στα ελευθεριακά δοκίμια του Όργουελ (τι όμορφη σύγκριση) και από τον Θουκυδίδη στην Ιστορία της Ρωσίας (δημοκρατία και ολοκληρωτισμός, ευκαιρία για συγκρίσεις)  η θεματική βεντάλια είναι μεγάλη και ενδιαφέρουσα. Φυσικά παρατίθενται χωρίς αξιολογική σειρά. Σα να μπήκαν σε κληρωτίδα, τυχαία. Καλή ανάγνωση!

 

 

Κώστας Καβανόζης, Μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας, Πατάκης

Τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν τα non fiction μυθιστορήματα και αυτά που ονομάζουμε τεκμηριωτική λογοτεχνία. Τα ερωτήματα πολλά και ο Καβανόζης τα βάζει σε μια σειρά και με αυτή την μελέτη διερευνά τη σχέση της λογοτεχνίας με την πραγματικότητα ειδικά όταν η τελευταία είναι πολύ ισχυρή και δίνει τον τόνο στο όλο εγχείρημα. Όπως σωστά κατά τη γνώμη μου τονίζει ο συγγραφέας «το λογοτεχνικών προθέσεων έργο κινδυνεύει να μη χαρακτηριστεί ως λογοτεχνικό αν δεν υπερβεί τον ρεαλισμό που η πραγματικότητα εγκαθιστά εντός του, εάν δεν κατορθώσει να υποτάξει πλήρως στις προθέσεις του όλα τα εξωμυθιστορηματικά στοιχεία που χρησιμοποιεί, να μετασχηματίσει εντέλει την εξωκειμενική πραγματικότητα και τον απορρέοντα εξ αυτής ρεαλισμό σε πρόφαση για να εισχωρήσει με τις λέξεις του σε πιο κρυπτικά βάθη, τα οποία και θα του προσδώσουν λογοτεχνική δύναμη και αξία». Ακόμα και όταν το ΄λογοτεχνικό έργο αποτελείται από «ατόφια» ντοκουμέντα, όπως π.χ. στην περίπτωση της Σβετλάνας Αλεξέγεβιτς (Τσέρνομπιλ) η λογοτεχνική ματιά μπορεί να φανερώσει  «μέσα από εκείνο που λέγεται εκείνο που δεν λέγεται». Ο Καβανόζης στα επί μέρους κεφάλαια του βιβλίου ασχολείται με τα ασαφή όρια μυθοπλασίας και καταγεγραμμένης πραγματικότητας διερευνώντας διάφορες λογοτεχνικές περιπτώσεις και παραθέτοντας πολλές και διαφορετικές απόψεις για το πως ορίζονται αυτά. Σε ειδικό κεφάλαιο ασχολείται με την απαρχή της τεκμηριωτικής λογοτεχνίας στην χώρα μας από την Πάπισσα Ιωάννα και τον Λουκή Λάρα έως το Ζ και τον Βαλτινό.  Ενδιαφέρον ανάγνωσμα, κυρίως για τους  καλούς αναγνώστες που αναζητούν το λογοτεχνικό θαύμα πίσω από τις λέξεις.

 

Edward James, Οι Βάρβαροι της Ευρώπης, 200-600μ.Χ., μτφρ. Ειρήνη Μητούση, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

Να μια περίοδος που συνήθως αγνοούμε αν και στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχει πλήθος μελετών. Θέμα του βιβλίου τι συνεισέφεραν οι βάρβαροι στην ευρωπαϊκή ιστορία και ο χώρος στον οποίον επεκτάθηκαν από την Ιρλανδία και τη Σκανδιναβία έως την Νότιο Μεσόγειο. Οι ποικίλες φυλές που κατέκλυσαν τον μέχρι τότε γνωστό χώρο, διαλύοντας τη δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ήταν ποικίλες: Γότθοι, Φράγκοι, Πίκτοι και άλλοι άγνωστοι όπως οι Ερουλοί , οι Σαρμάτες, οι Οτ γκάγκα και οι Νοξ γκάκα. Επειδή οι βάρβαροι , τουλάχιστον οι περισσότεροι, δεν άφησαν γραπτά ντοκουμέντα, η ιστορία τους μελετήθηκε «απ΄έξω», από μελετητές και ιστορικούς με αρκτές  προκαταλήψεις εναντίον τους. Εξ αυτού του γεγονότος ο συγγραφέας στέκεται ιδιαίτερα στις πηγές και στη σημασία τους, χωρίς να παραγνωρίζει τους «αρνητές». Ο συγγραφέας σε αντίθεση με ότι πιστεύεται θεωρεί ότι οι «βάρβαροι» είχαν έναν άλλον πολιτισμό, όχι υποχρεωτικά υποδεέστερο από τον ρωμαϊκό και ας τους θεωρούσαν οι Ρωμαίοι «κατώτερους λαούς».  Η έννοια του «βάρβαρου» έχει επιβαρυνθεί με τόσες πολλές πολιτισμικές σημασίες ώστε να μη γνωρίζουμε ποια είναι η αλήθεια. Στο κείμενό του ο James προσπαθεί να «αποκαθάρει» κάποιες δεδομένες ιδεοληψίες σχετικά με τους βαρβάρους και να προσεγγίσει τις φυλές αυτές με πραγματολογικά δεδομένα, τα οποία προσφέρει σήμερα η αρχαιολογία. Στα θετικά του βιβλίου του James ότι δεν καταλήγει σε μια δική του θέση αλλά παρουσιάζει τον κυκεώνα τον απόψεων γύρω από την εξεταζόμενη περίοδο, διαπιστώνει ότι ο σύγχρονος εθνικισμός μελετάει τους «βαρβάρους» για να  διατρανώσει την δική του ανωτερότητα και εξακολουθεί να συσκοτίζει ένα σημαντικό κομμάτι της ευρωπαϊκής ιστορίας. Από τα πιο ενδιαφέροντα βιβλία της πρόσφατης παραγωγής.

 

W.Robert Connor, Θουκυδίδης, μτφρ. Παναγιώτα Δαούτη, Gutenberg

O Θουκυδίδης παραμένει επίκαιρος και συγκεντρώνει ακόμα το ενδιαφέρον των μελετητών, κυρίως γιατί πολλά γεγονότα των ημερών μας επιδέχονται ερμηνείες στη βάση κριτηρίων που έθεσε πρώτος ο Θουκυδίδης, όσο βεβαίως και ο Ηρόδοτος.  Ο Θουκυδίδης ήταν καταχωρημένος ως αδέκαστος, «αντικειμενικός», ψυχρός αφηγητής γεγονότων, σε αντίθεση με τον σχολιαστικό Ηρόδοτο. Κατά τον Connor αυτή είναι μια αντίληψη του τέλους του 19 και αρχές του 20ου αιώνα, σήμερα μπορεί κάποιος να διαβάσει τον Θουκυδίδη διαφορετικά, καθώς στην εξίσωση έχει μπει και ο αναγνώστης οπότε δημιουργείται μια νέα μορφή σχέσεων και ερμηνευτικών δυνατοτήτων.  Ο Connor από τον πρόλογό του επισημαίνει ότι η ιστορία (η αφήγηση πολεμικών κατορθωμάτων) καταλήγει να είναι ένα είδος ανατομίας ή μαθηματικών σχέσεων ή ένας αλγόριθμος της λειτουργίας της ανθρώπινης φύσης. Υποστηρίζει ότι η πολιτική δύναμη και ισχύς για κυριαρχία  είναι απλώς ένας ανθρώπινος καμβάς πάνω στον οποίο τα αρχέγονα πάθη, ατομικά και συλλογικά και τα ένστικτα της ανθρώπινης φύσης γράφουν ιστορία. Και ότι στη διάρκεια του πολέμου και γενικότερα σε περιόδους κρίσης αναδεικνύονται οι πιο σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης φύσης αλλά και ενός έθνους ή κράτους. Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι όσο πιο πολύ εμπλέκεται ο αναγνώστης στην αφηγούμενη ιστορία τόσο πιο ευκρινώς θα ανακαλύπτει σχόλια και κρίσεις του Θουκυδίδη που σε πρώτη ανάγνωση παραμένουν αφανείς. Για παράδειγμα ο Connor θα παρατηρήσει ότι ενώ στις Ιστορίες του ο Θουκυδίδης υμνεί την δημοκρατία του 5ου π.Χ. αιώνα εντούτοις επισημαίνει ότι η αθηναϊκή δημοκρατία ήταν ίσως κατ΄όνομα δημοκρατία αφού τελούσε υπό την απόλυτη ηγεσία του Περικλή, του πρώτου πολίτη. Διεισδυτικές είναι και οι σκιαγραφήσεις των πορτρέτων των προσώπων που έπαιζαν σημαντικό ρόλο τη συγκεκριμένη εποχή όπως του Νικία, του Υπέρβολου, του Κλέωνα κ.ά. Εν ολίγοις μια μελέτη που θέτει τον αναγνώστη μπροστά  σε παλαιά διλήμματα νεότερης κοπής.

 

Ντίνα Βάιου, Γεωργία Πετράκη, Μαρία Στρατηγάκη, (επιμ.) Έμφυλη βία-βία κατά των γυναικών, Αλεξάνδρεια

Τα κρούσματα γυναικοκτονιών στη χώρα μας σοκάρισαν την κοινή γνώμη με τη συχνότητα που συμβαίνουν αλλά αυτό είναι μόνον η κορυφή του παγόβουνου καθώς εδώ και χρόνια υπάρχουν στη χώρα κρούσματα έμφυλης βίας απλώς δεν καταγράφονταν ή  αποσιωπούνταν. Η έμφυλη βία σύμφωνα με τις ερευνήτριες της συλλογικής αυτής έκδοσης είναι ένα διαταξικό φαινόμενο. Δεν έχει να κάνει με ψυχολογικές αιτίες που βασίζονταν στον χαρακτήρα βίαιων ανδρών ούτε και με μαρξιστικές θεωρήσεις που απέδιδαν την έμφυλη βία στην οικονομική εκμετάλλευση εκ μέρους των ανδρών. Η έμφυλη βία διαπερνά όλες τις τάξεις και τα στρώματα και είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο που χαρακτηρίζει τις πατριαρχικά δομημένες κοινωνίες. Μόνον στην Ε.Ε. μία στις 20 γυναίκες έχει πέσει θύμα βιασμού από την ηλικία των 15 ετών και άνω.

Στη συλλογική αυτή εργασία εξετάζονται ορατές και αόρατες πλευρές της έμφυλης βίας. Ορισμένα άρθρα εξετάζουν το ποινικό δίκαιο για τα φαινόμενα βίας : τον ελληνικό ποινικό κώδικα, την ενδοοικογενειακή βία, τη βιομηχανία του σεξ ως παραβίαση των δικαιωμάτων των γυναικών, τη σεξουαλική παρενόχληση στους τόπους εργασίας παραθέτοντας και συγκριτικά στοιχεία σε σχέση με τις χώρες της Ε.Ε.  Μια δεύτερη κατηγορία άρθρων εξετάζει τις γυναίκες σε διαφορετικά πεδία εξουσίας όπου στην κεντρική κατηγορία φύλο προστίθενται οι κατηγορίες τάξη, φυλή, έθνος, θρησκεία. Ενδιαφέρον είναι ένα άρθρο που συγκρίνει το μοντέλο της Ιταλίας (χώρας με υψηλό δείκτη γυναικοκτονιών) με αυτό της χώρας μας.  Τέλος μια ενότητα άρθρων που έχει σπουδαίο ενδιαφέρον είναι αυτή που εξετάζει τις αναπαραστάσεις και το λόγο για τη βία μέσα από τα ΜΜΕ, τις διάφορες μορφές τέχνης, και γενικότερα σε δημόσια κοινωνικά πεδία, όπως στα κοινωνικά δίκτυα. Ένας τόμος που βάζει τον αναγνώστη σε πολλαπλά πεδία με ένα κεντρικό θέμα: την έμφυλη βία, δίνοντας του διαφορετικές πλευρές και οπτικές που φανερώνουν το μέγεθος του σημερινού προβλήματος.

 

Rodric Braithwaite, Μια σύντομη ιστορία της Ρωσίας, μτφρ. Δημήτρης Δουλγερίδης, Ψυχογιός

Ο συγγραφέας, βρετανός διπλωμάτης που υπηρέτησε πρέσβης του Ηνωμένου Βασιλείου στη Μόσχα την περίοδο της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, ξετυλίγει σε αυτό το ευσύνοπτο βιβλιαράκι της ιστορία της Ρωσίας από τη γέννησή της μέχρι τις ημέρες του Πούτιν. Η καταγραφή της ιστορίας της μεγάλης αυτής χώρας δεν είναι εύκολη. Ο συγγραφέας επιλέγει ως μότο το «Η Ρωσία είναι μια χώρα με απρόβλεπτο παρελθόν» χαμένο στους μύθους και τις διαφορετικές ερμηνείες. Τα ερωτήματα αν η Ρωσία ανήκει στην Ασία ή πόσο Ευρωπαϊκό έθνος είναι, το ζήτημα της θρησκείας (τα 2/3 των ενηλίκων του πληθυσμού το 2008 δήλωνε χριστιανός ορθόδοξος), τα θέματα κουλτούρας και παραδόσεων μπλέκονται αξεδιάλυτα με τις ιστορικές καμπές αυτής της χώρας. Ο συγγραφέας ξεκινάει από το Βυζάντιο, τη μεταφορά της πρωτεύουσας από το Κίεβο στη Μόσχα, τα επιτεύγματα των μεγάλων αυτοκρατόρων και την ίδρυση της Αυτοκρατορίας το 1721, τις μεταρρυθμίσεις της Μεγάλης Αικατερίνης και του Αλέξανδρου, τις κατά εποχές εξεγέρσεις για να φτάσει έως την σταλινική δικτατορία, τα σοβιετικά επιτεύγματα και την παρακμή και πτώση της Σοβιετικής Ένωση και των δορυφόρων της. Οι μετά τον Γκορμπατσόφ αποκαλύψεις έδειξαν ότι η Ρωσία ήταν ένα πεδίο μεγάλων επιτευγμάτων και τρομερών καταστροφών και εγκλημάτων. Ο λαός της είχε χάσει την εμπιστοσύνη του στις ίδιες δυνάμεις. Δεν ήταν τυχαίο ότι  ο Πούτιν σε μια προσπάθεια να ομογενοποιήσει και να κρατήσει ενωμένο τον ρωσικό λαό συνέστησε επιτροπή (με τη συμμετοχή των Υπηρεσιών Ασφαλείας) που ξαναέγραψε τη ρωσική ιστορία. Ο συγγραφέας κλείνει αισιόδοξα το μελέτημά του λέγοντας ότι η ιστορία μπορεί να αλλάξει και η Ρωσία να επανέλθει στην ομαλότητα.

 

Τζορτζ Όργουελ, Ό,τι μου κάνει κέφι, δοκίμια για τη λογοτεχνία και την πολιτική, μτφρ. Οδ. Πάππος, Μεταίχμιο

Ίσως τα δοκίμιά του Όργουελ να είναι (σύμφωνα με μελετητές του) ισοδύναμα με το πεζογραφικό του έργο. Στον τόμο αυτό με τον παράξενο τίτλο «Ό,τι μου κάνει κέφι» (As I please) – που δεν είναι τυχαία επιλεγμένος από τον ίδιο τον συγγραφέα  –  περιλαμβάνεται ένα σύνολο δοκιμίων από τα πολλά που έγραφε ο Όργουελ στην ομώνυμη στήλη του στην εφημερίδα Tribune, εκφραστή της αριστερής τάσης των Εργατικών. Το δοκίμιο για τον Όργουελ είναι μια προσωπική υπόθεση, δεν έχει προκαθορισμένο θέμα (πολλές φορές στο ίδιο άρθρο ενυπήρχαν περισσότερα του ενός θέματα) και μπορεί να εκφράζει ελεύθερα χωρίς κανένα (αυτό)περιορισμό τις απόψεις του. Το δοκίμιο, όπως σημειώνει και ο Σταύρος Ζουμπουλάκης στο επίμετρο της συλλογής) δεν υπακούει σε κανόνες, μπορεί να κινείται με άνεση από την αφήγηση στο αυστηρώς λογοτεχνικό επιχείρημα αλλά κυρίως ξεχωρίζει για το ύφος του. Το ύφος του Όργουελ είναι λιτό, καθαρό, στακάτο αυτό που θα ονομάζαμε plain style. Διακρίνεται για την μεστή απλή γλώσσα του και κυρίως γιατί όσα γράφονται σε αυτό λέγονται άφοβα- κάτι αντίθετο με την πολιτική ορθοδοξία.

Τα τέσσερα πρώτα κείμενα («Το πτωχοκομείο», «Ένας απαγχονισμός», «Η στενή» και «Πυροβολώντας έναν ελέφαντα» έχουν τον χαρακτήρα διηγήματος με έντονη όμως την κοινωνική καταγγελία. Άλλα δοκίμια του αφορμώνται από συγκεκριμένους συγγραφείς όπως το πολύ γνωστό «Τολστόι και Σαίξπηρ»,  όπως και τα κείμενα για τους Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς, Μαρκ Τουέιν, Άρθρουρ Κέστλερ, Κάρολος Ντίκενς. Σε άλλα κείμενα του όπως σε αυτό για τον Κίπλινγκ, για τον Πάουντ, για τον Τζόναθαν Σουίφτ αλλά και στο γενικότερο θέμα «πολιτική και λογοτεχνία» θα τον απασχολήσει το ερώτημα αν μπορούμε να διαχωρίσουμε το καλό έργο από τον εθνικιστή, αντιδραστικό συγγραφέα.  Μαθήματα δοκιμιογραφίας!

 

RoquesTesson, Μικρά Αθηναϊκά Χρονικά, Καθημερινές ιστορίες στην Αρχαία Αθήνα, μτφρ. Μαρία Παπαδήμα, Μαρίνα Λεοντάρη, Αιώρα

H συγγραφέας έχει κλασικές σπουδές και ήταν καθηγήτρια στο Γαλλικό Ινστιτούτο ενώ παράλληλα μετέφραζε δοκίμια, σενάρια, μυθιστορήματα.  Κάποια στιγμή σκέφτηκε να γνωρίσει τους αρχαίους αθηναίους μέσα από την καθημερινότητα τους.  Σταχυολόγησε από τους αρχαίους συγγραφείς πολλά ανέκδοτα καθημερινότητας, κάποια πολύ κοντά σε σημερινές συνήθειες άλλα ίδια μόνον της τότε εποχής. Μαθαίνουμε ότι ο Περικλής αν και σπάταλος για τα έργα που λάμπρυναν την πόλη ήταν πολύ τσιγγούνης με την οικογένειά του. Η σύγκρουσή του με τον γιο του Ξάνθιππο θα έχει ως αποτέλεσμα ο τελευταίος να τον διαβάλλει πως έχει σχέσεις με την γυναίκα του, δηλαδή τη νύφη του.   Οι αθηναίοι αντιμετώπιζαν την φαλάκρα ως ένδειξη λαγνείας και ακολασίας. Αιτιολογία: στη διάρκεια του σεξ εκκρίνεται πολύ φλέμα που καίει τις ρίζες των τριχών της κεφαλής. Ποιοι ήταν οι χειρότεροι έμποροι στην αγορά; Μα, οι ψαράδες. Έκαναν το παν για να σου πουλήσουν ψόφιο λαυράκι. Ένας έξυπνος υποδηματοπώλης για να αυξήσει το αφορολόγητο κέρδος του πουλάει σε διακεκριμένες πελάτισσες δερμάτινους κομψούς φαλλούς. Πώς αυτοκτονεί κανείς στην αρχαία Αθήνα; Σαν τον Διογένη σφίγγοντας τα χείλη ανάμεσα στα δόντια ώστε να κόψει την αναπνοή ή σαν τον Δημόνακτα που επέλεξε τον θάνατο από πείνα; Πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για σεξ, πριν ή μετά το δείπνο; Ο Επίκουρος το θέτει ως θέμα συζήτησης σε ένα φιλοσοφικό συμπόσιο μέσα από πολλές αντιδράσεις.  Καταγράφονται διάφορες συνήθειες όπως ότι οι φουρνάρισσες βρίζουν πολύ (το αναφέρουν Ευριπίδης και Αισχύλος) ενώ οι κουρείς είναι παρλαπίπες, εξ ου και το ανέκδοτο: «Πώς να τα κόψουμε τα μαλλιά; Απάντηση: Σιωπηλά». Ευχάριστο.

 

Μαίρη Μικέ, Ανθεκτική εκκρεμότητα, Ο μύθος της Πασιφάης σε νεοελληνικά λογοτεχνικά κείμενα του 20ου αιώνα, Gutenberg

Αν οι μύθοι είναι ένας είδος ιστορίας ή ερμηνείας του κόσμου ή αρχέτυπα του συλλογικού ασυνείδητου ή ακόμα και η «επιστήμη» των πρωτόγονων κοινωνιών παραμένουν εν ισχύει στο διάβα των χρόνων. Η λογοτεχνία θα βρει πολλές φορές σε αυτούς τα σύμβολα, τις μεταφορές και τους «μίτους» ανίχνευσης και διερεύνησης των θεμάτων της. Η Μαίρη Μικέ διερευνά έναν όχι τόσο γνωστό μύθο, αυτό της γυναίκας του Μίνωα, Πασιφάης, που διέπραξε μια ανόσια πράξη να συνευρεθεί με έναν ταύρο και να γεννήσει ένα τέρας, τον Μινώταυρο, και πως αυτός πέρασε στην ελληνική λογοτεχνία, ποιες ήταν οι διάφορες αντιδράσεις σύγχρονων ποιητών και πεζογράφων απέναντι στον μύθο.  Τα κείμενα που επιλέγει απλώνονται σε διαφορετικούς χρόνους και εποχές από τον Παλαμά και τον Σικελιανό στον Καζαντζάκη, από τον Εγγονόπουλο έως την Άντεια Φραντζή και την Αθηνά Παπαδάκη. Ο Σικελιανός, ο Εμπειρίκος, ο Καζαντζάκης, η Φραντζή και η Παπαδάκη με πολλές διαφορές ο καθένας και η κάθε μία αναπαριστούν την ερωτική, λάγνα αδικαίωτη Πασιφάη και τις μεταμορφώσεις της. Ο Παλαμάς, ο Εγγονόπουλος, ο Σαχτούρης, ο Ρίτσος κινούν τον μύθο στην ιστορική συγκυρία. Δεν είναι πια η ερωτική επιθυμία αλλά η δραματική συνδήλωση μιας τραγικής ιστορικής εποχής. Ένα δράμα αντιμέτωπο με πολλούς λαβυρίνθους. Στους μεταπολιτευτικούς χρόνους  ο μύθος της Πασιφάης, κυρίως στην ποίηση, θα κινηθεί σε υπαρξιακό/φιλοσοφικό πεδίο και στους άξονες ζωή/θάνατος, σκοτάδι /φως, πάθος ανθρώπινο/ζωώδες, ιερό/βλάσφημο. Η συγγραφέας θα καταλήξει ότι η Πασιφάη γίνεται ένα σύμβολο δίπλα στην Ιοκάστη, την Περσεφόνη, την Φαίδρα, γυναίκες που ξεπερνούν το μέτρο κινούμενες στο βάθος της ανθρώπινης αβύσσου.

 

Άρις Γεωργίου, εντός εκτός και επί τα αυτά, Φωτοπαρακείμενα. Η συνέχεια, Βιβλιοπωλείον της Εστίας

Ο Άρις Γεωργίου αρχιτέκτονας-πολεοδόμος, φωτογράφος και τζαζόφιλος παραδίδει στη δημοσιότητα ακόμα ένα βιβλίο με φωτογραφίες και σχετικά κείμενα σημειώσεων. ΟΙ φωτογραφίες είναι του ίδιου και διακρίνονται από μια στυλιστική χάρη , έναν μικρό «ρεαλιστικό σουρεαλισμό» και την προσωπική ματιά του φωτογράφου. Κάθε φωτογραφία – πολλές από διάφορες χώρες- συνοδεύεται από κείμενο εν είδει χρονογραφήματος στο οποίο σχολιάζεται το φωτογραφικό θέμα ή άλλοτε με αφορμή την παρακείμενη φωτό σχολιάζονται γενικότερα θέματα.  Τα περισσότερα στόρι της κάθε φωτογραφίας ανήκουν στο πεδίο της αισθητικής. Μια άσχημη γωνία της πόλης (πόλη = Θεσσαλονίκη), μια δημαρχιακή πολιτική που θα επιδεινώσει τη ζωή των κατοίκων της. Κάποια αφορούν πόλεις της Δυτικής Ευρώπης που τον συνδέουν με πολλές αναμνήσεις π.χ. η γερμανίδα δασκάλα, τα αντιπαθητικά γερμανικά αλλά η όμορφη ακτινοβολία των γερμανικών πόλεων. Στην ενότητα των τόπων υπάρχουν ακόμα τα ταξίδια σε ΗΠΑ (όταν φαντασιωνόταν ως Holy Architect), η Ινδία, η Κίνα, η Μόσχα. Η Θεσσαλονίκη καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος των ζωντανών αναμνήσεων και των οδυνηρών σχολίων.  Εξάλλου η ίδια πόλη πρωταγωνιστεί και στην ενότητα με τίτλο «του Θυμικού και της Ανάμνησης» όπου παρελαύνουν πρόσωπα αγαπημένα (Νίκος Παπάζογλου, Δημήτρης Φατούρος, Αλέκα Φλόκα, Αλ. Χαΐτογλου κ.ά) και ανασύρονται αναμνήσεις ποικίλης μορφής. Ανάμεσα τους τα φετίχ- αυτοκίνητα , ένα Rambler Classic ή  ένα ντε-σε-βω.  Το βιβλίο των αναμνήσεων και των υποσημειώσεων κλείνει με μερικά αναστοχαστικά κείμενα για τον χρόνο, για τη συνείδηση, τις αλλαγές της αισθητικής, τις προτεραιότητες κοινωνικές και πολιτικές. Αυτός είναι ο Άρις Γεωργίου, ρηξικέλευθος και μοναδικός.

 

Jean Lacouture, Ιησουίτες, (Οι κατακτητές 1540-1773), μτφρ. Στέφανος Καβαλλιεράκης, Πόλις

Πρώτος τόμος (και ογκώδης) μιας τεράστιας αφήγησης γύρω από τους Ιησουίτες, ένα τάγμα μοναχών που βρέθηκε στον αφρό του 16ου-17ου αιώνα, έγινε πρότυπο για τη διάδοση του καθολικισμού, σύμβουλος των Παπών,  για να απαγορευτεί τελικά από τον Πάπα Κλήμη Δ΄το 1773. Στόχος του κινήματος των Ιησουιτών η ίδρυση σχολείων, ο προσηλυτισμός στον καθολικισμό και η μάχη ενάντια στον προτεσταντισμό. Στις γενικές ιστορίες ο ιησουιτισμός θεωρείται κίνημα αντιδραστικό και ένας από τους βασικούς αντιπάλους των διαφωτιστών. Ντιντερό, Ντ΄Αλαμπέρ και άλλοι ήταν σφοδροί πολέμιοι του. Ο συγγραφέας, μαθητής των Ιησουιτών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, πολυγραφότατος δημοσιογράφος, κοινωνικός μαχητής με το πόνημά του αυτό δίνει μια διαφορετική όψη του κινήματος «Συντροφία του Ιησού» που ίδρυσε ο μοναχός Λογιόλα και έξι σύντροφοί του στη Μονμάρτη στις 15 Αυγούστου του 1534 για να αναγνωριστούν ως επίσημο θρησκευτικό τάγμα το 1540 από τον Πάπα Παύλο Γ΄ και να τον υπηρετήσουν για πολλά χρόνια.  Αν και στη Γαλλία εκείνη την εποχή εκρήγνυται η γαλλική Αναγέννηση που προτρέπει τη χριστιανική Ευρώπη να ανακαλύψει τους προχριστιανικούς πολιτισμούς ο συγγραφέας σημειώνει ότι το θρησκευτικό κίνημα του Λογιόλα ήταν, άθελά του ίσως, πρόδρομος των μοντέρνων καιρών. Ήταν μια περίπλοκη εποχή αν συνυπολογίσουμε ότι στα ίδια χρόνια θα ζούσαν  οι επόμενοι διαμορφωτές του κόσμου όπως ο Κοπέρνικος, ο Έρασμος, ο Μακιαβέλι. O Λογιόλα θα απωθήσει ότι τον δένει με τον Μεσαίωνα και σταδιακά, σύμφωνα με τον συγγραφέα, «θα αναζητήσει τη γνώση , τη συνείδηση της ελευθερίας,  και τέλος-όχι χωρίς παλινωδίες και αναδιπλώσεις- τον παγκόσμιο ουμανισμό». Το κίνημα των Ιησουιτών θα σβήσει (και με κάποιες αναλαμπές) με την επέλαση  των εθνικών κρατών. Μια μελέτη για ένα θέμα για το οποίο, τουλάχιστον στην χώρα μας κυκλοφορούν ελάχιστα βιβλία και οπωσδήποτε η αναθεωρητική ματιά του συγγραφέα προκαλεί τον αναγνώστη να ανατρέξει  σε χρόνια δύσκολα γεμάτα αντιφάσεις, ίντριγκες, εγκλήματα και καταστροφές. Χρόνια όμως που αποτελούν την πρόδρομη ιστορία της Ευρώπης.

 

Έφη Κατσουρού, Λευτέρης Ξανθόπουλος, Γκοβόστης

Η μονογραφία του ποιητή, σκηνοθέτη και διανοούμενου Λευτέρη Ξναθόπουλου εντάσσεται στις μονογραφίες που εκδίδουν οι εκδόσεις Γκοβόστη για τη γενιά του ΄70, αν και το παράπονο του Λευτέρη ήταν ότι οι συνάδελφοι του σπάνια τον περιλάμβαναν σε αυτή τη γενιά. Κάτι βεβαίως που ουδόλως τον ενοχλούσε. Η Έφη Κατσουρού στο δοκίμιο της αυτό ασχολείται κυρίως με την ποιητική του παραγωγή. Η  απουσία του Λ.Ξ. για χρόνια στο εξωτερικό χαρακτήρισε την ιδιοσυγκρασία της ποίησης του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αισθανόταν τους ίδιους κοινωνικο-πολιτικούς και υπαρξιακούς κλυδωνισμούς, ότι δεν συντονιζόταν υποσυνείδητα με τον κυματισμό της γενιάς του. Όπως σημειώνει η συγγραφέας η δική του «αμφισβήτηση» και η «άρνηση» (όροι που δόθηκαν ως χαρακτηριστικό στη γενιά ΄70) γινόταν με έναν τρόπο ιδιωτικό, συνεχούς αναζήτησης μέσα στο ευρύτερο κλίμα αποκαθήλωσης των αξιακών βεβαιοτήτων της μεταπολιτευτικής αποχής. Η Ε.Κατσουρού σημειώνει ότι η ποιητική του  Ξανθόπουλου αν και με ευρωπαϊκή πολιτιστική σκευή έχει τις ρίζες της στο δημοτικό τραγούδι –  είναι εκείνη η περιοχή που ζωογονεί την ποίησή του. Το πόσο αγαπούσε ο Λ.Ξ. το λαϊκό πολιτισμό είναι έκδηλο και στα μελετήματα του για τον Καραγκιόζη όπως και σε αρκετές ταινίες του. Ο Λευτέρης Ξανθόπουλος έφυγε απρόσμενα τον Μάιο του 2020 αλλά η ποιητική του παρακαταθήκη παραμένει, ευδιάκριτη και ζωντανή. Ας είναι αυτό το μικρό βιβλιαράκι μια σπονδή μνήμης στους φίλους που τον αγάπησαν και όσους άλλους συμπορεύτηκαν μαζί του. Για τους υπόλοιπους αναγνώστες είναι μια γνωριμία με μια ποιητική τροχιά που λάμπει ακόμα.

 

 

Προηγούμενο άρθρο  Σερμίν: Ποιήματα για όλα τα παιδιά (της Μαρίζας Ντεκάστρο) 
Επόμενο άρθροLaurent Bazin: Τα Video Games και η λογοτεχνία του φανταστικού

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ