Ιστορίες από το χαμένο λιμάνι

0
700

Του Βασίλη Δανέλλη.

«Ιστορίες από το χαμένο λιμάνι – Τα ναυάγια του λιμένα του Θεοδοσίου»: Δεν πρόκειται για κάποιο βιβλίο μυστηρίου με φόντο την Κωνσταντινούπολη, αλλά για κάτι πολύ πιο συναρπαστικό, τις αληθινές ιστορίες που «διηγείται» το πρώτο βυζαντινό λιμάνι μέσα από την ομώνυμη έκθεση που άνοιξε πρόσφατα τις πύλες της στο αρχαιολογικό μουσείο της πόλης.

Μια έκθεση εξαιρετικά σημαντική τόσο για τη βυζαντινολογία, αλλά και για την ίδια την Κωνσταντινούπολη, καθώς τα αρχαιολογικά ευρήματα αλλάζουν την Ιστορία της, η οποία πλέον αρχίζει να χρονολογείται από το 8.000 πΧ.

Όλα ξεκίνησαν με τις εργασίες στην περιοχή του Yenikapi για τη διάνοιξη του πρώτου τούνελ που θα ενώσει υποθαλάσσια τις δύο ακτές του Βοσπόρου. Όπως εξηγεί ο Cem Kozar, αρχιτέκτονας και εμπνευστής της έκθεσης: «Πρόκειται για το πιο μεγάλο συγκοινωνιακό έργο στην Ιστορία της Τουρκίας. Είναι η πρώτη φορά που η ευρωπαϊκή και η ασιατική πλευρά της χώρας θα ενωθούν σιδηροδρομικά. Το Yenikapi λοιπόν προορίζεται να γίνει ένας μεγάλος συγκοινωνιακός κόμβος. Στη συγκεκριμένη τοποθεσία, όμως, βρέθηκε ένα από τα μεγαλύτερα βυζαντινά λιμάνια. Στην πραγματικότητα, ήταν γνωστό εξ’ αρχής ότι κάποτε υπήρχε λιμάνι εκεί, οπότε η αρχαιολογική υπηρεσία ήταν προετοιμασμένη να ανακαλύψει τα ερείπια του. Αυτό που δεν περίμενε κανείς ωστόσο ήταν ότι θα προέκυπταν τόσοι πολλοί και τόσο σημαντικοί αρχαιολογικοί θησαυροί».

Οι θησαυροί του χαμένου λιμανιού

Αναμφίβολα, ο πιο σημαντικός από αυτούς είναι τα 37 ναυάγια βυζαντινών πλοίων, τα οποία διατηρούνται ολόκληρα και σε καλή κατάσταση. Τα πλοία –τα περισσότερα εμπορικά, καθώς και κάποιες πολεμικές τριήρεις- βρέθηκαν βυθισμένα στην υγρή άμμο που κάποτε αποτελούσε τον πυθμένα του λιμανιού.

Το λιμάνι του Θεοδοσίου χτίστηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο αμέσως μετά την ίδρυση της πόλης, με τη χορηγία του ευγενούς Ελευθερίου, από τον οποίο πήρε και το πρώτο του όνομα, «Ελευθέριον». Αργότερα, ο Θεοδόσιος το επέκτεινε, μετατρέποντας το σε ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα λιμάνια της πόλης. Στους κάβους του έδεναν πλοία που μετέφεραν αγαθά από όλες τις κτήσεις της αυτοκρατορίας από την Ανατολή ως τη Δύση. Μια μεγάλη καταιγίδα, βύθισε τον 9ο αιώνα μΧ όλα τα πλοία που ήταν δεμένα στο λιμάνι, με αποτέλεσμα να παραμείνουν θαμμένα στον πυθμένα του για περισσότερα από 1000 χρόνια. Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως τα σκαριά τους, αλλά και μεγάλο μέρος των εμπορευμάτων τους, που μεταφέροντας σε μεγάλα πήλινα κιούπια.

Μια επίσης εντυπωσιακή ανακάλυψη όμως περίμενε τους αρχαιολόγους λίγα μέτρα πιο βαθιά. «Έξι μέτρα από την επιφάνεια, βρέθηκαν νεολιθικά ευρήματα», εξηγεί ο κ. Kozar. «Είναι η πρώτη φορά που βρέθηκαν νεολιθικά ευρήματα μέσα στα τείχη της πόλης, η οποία αποκτάει πλέον 8.000 χρόνια συνεχούς Ιστορίας».

Το νεολιθικό χωριό είχε χτιστεί περίπου τέσσερα χιλιόμετρα μακριά από τη θάλασσα του Μαρμαρά. Μόνο που τότε δεν ήταν θάλασσα, αλλά λίμνη κι ο Βόσπορος ήταν απλώς ποτάμι. Το 7.000 πΧ, όμως, το επίπεδο του νερού αυξήθηκε απότομα, το χωριό πλημμύρισε και παρέμεινε κάτω από το νερό χιλιάδες χρόνια.

«Αργότερα, η τοποθεσία του χωριού έγινε το Δέλτα του ποταμού Λύκου», σημειώνει ο κ. Kozar. «Ο Λύκος ήταν το ποτάμι της Κωνσταντινούπολης μέχρι την οθωμανική περίοδο όταν και στέρεψε. Το ποτάμι ήταν μεγάλη ευλογία για τις αρχαιολογικές ανασκαφές. Αφ’ ενός, το νερό του διατήρησε σε άριστη κατάσταση τα ερείπια του νεολιθικού χωριού. Μέχρι και ίχνη στο χώμα, 8.000 ετών, βρέθηκαν αναλλοίωτα και σήμερα αποτελούν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα εκθέματα μας. Αφ’ ετέρου, το ρεύμα του μετέφερε στο Δέλτα μια τεράστια ποσότητα πραγμάτων από διάφορες περιοχές της βυζαντινής Κωνσταντινούπολης. Στην πραγματικότητα λοιπόν, τα αρχαιολογικά ευρήματα δεν αφορούν μόνο την περιοχή του λιμανιού, αλλά ολόκληρη την πόλη».

Για να καταλάβουμε το μέγεθος των αρχαιολογικών ευρημάτων, αρκεί να σημειώσουμε ότι από το 2004 μέχρι σήμερα έχουν γεμίσει περισσότερα από 150.000 ειδικά κιβώτια, ενώ οι ανασκαφές συνεχίζονται ακόμα, απασχολώντας καθημερινά 600 εργάτες, 60 αρχαιολόγους, 7 αρχιτέκτονες, 6 συντηρητές, 6 ιστορικούς τέχνης και πολλούς ακόμα ανθρώπους. Ο κ. Kozar εξηγεί ότι «αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες ανασκαφές στον κόσμο, τόσο σε έκταση, όσο και σε αριθμό ανθρώπινου δυναμικού. Ως αποτέλεσμα, μέχρι στιγμής μόνο ένα μικρό μέρος των ευρημάτων έχει μελετηθεί, καθώς συνεχώς έρχονται στην επιφάνεια καινούρια».

Διαδραστική έκθεση

Το αρχαιολογικό μουσείο, λοιπόν, με την αρωγή του Ιδρύματος Koc, του χορηγού της έκθεσης, δίνουν για πρώτη φορά την ευκαιρία στο κοινό, αλλά και στους ερευνητές, τους πανεπιστημιακούς και κυρίως τους βυζαντινολόγους, να αποκτήσουν πρόσβαση σε ένα μέρος από τους θησαυρούς που έκρυβε στους βυθούς του το λιμάνι του Θεοδοσίου. Τον σχεδιασμό της έκθεσης ανέλαβε το αρχιτεκτονικό γραφείο Pattu των Cem Kozar και Isil Unal. «Δεν θέλαμε να σχεδιάσουμε μια βαρετή έκθεση, αλλά να δώσουμε την ευκαιρία στον επισκέπτη να διαδράσει με τα εκθέματα», εξηγεί ο κ. Kozar. «Ξεχωρίζουν τα τρία ολογράμματα, τα οποία προβάλλουν τρισδιάστατες εικόνες πάνω στα πραγματικά εκθέματα, αλλά και μια οθόνη προβολής στην οποία οι επισκέπτες μπορούν να επιλέξουν, πατώντας το αντίστοιχο κουμπί, να δουν το πώς κατασκευάζονταν τα πλοία, την αναπαράσταση της καταιγίδας που τα βύθισε, καθώς και το πώς εξελίχθηκε το λιμάνι από τη νεολοθική εποχή μέχρι την εποχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας όπου έπεσε σε αχρηστία και τελικά εξαφανίστηκε».

Ανάμεσα στα εκθέματα ξεχωρίζουν τα ίχνη των ανθρώπων της νεολιθικής περιόδου, ένα βυζαντινό χρυσό περιδέραιο με σμαράγδια και μαργαριτάρια, νομίσματα διαφορετικών αιώνων, κρανία μερικών από τα 57 διαφορετικά είδη ζώων που βρέθηκαν στην περιοχή, όπως καμήλες, ελέφαντες, αρκούδες κι άλογα που προορίζονταν για τον ιππόδρομο, και φυσικά ορισμένα κομμάτια από τα 37 πλοία σε ειδικές προθήκες γεμάτες νερό (η συντήρησή τους θα διαρκέσει τουλάχιστον 15 χρόνια, πριν είναι έτοιμα να εκτεθούν ολόκληρα).

Επίσης, ανάμεσα στα εκθέματα ξεχωρίζει και ένα γυναικείο κρανίο. Το κρανίο από μόνο του δεν είναι ιδιαίτερα σημαντική αρχαιολογική ανακάλυψη, καθώς βρέθηκαν αρκετοί ανθρώπινοι σκελετοί στο μικρό νεκροταφείο δίπλα σε ένα παρεκκλήσι που ήταν κτισμένο στην άκρη του λιμανιού. Αυτό που του δίνει ιδιαίτερη αξία ωστόσο είναι οι ανθρωπολογικές μελέτες που πραγματοποίησαν πάνω του εγκληματολόγοι, καταφέρνοντας να αναπαραστήσουν τη μορφή της βυζαντινής γυναίκας του 10ου αιώνα. Οι επισκέπτες της έκθεσης έχουν τη δυνατότητα να πατήσουν ένα κουμπί δίπλα στην προθήκη και να δουν να σχηματίζεται με ολόγραμμα το πρόσωπο της γυναίκας πάνω στο κρανίο. Όπως σημειώνει ο κ. Kozar: «Μας κοιτάζει μέσα από τους αιώνες».

Το βιβλίο

Η έκθεση συνοδεύεται από μια πολυτελή έκδοση του Ιδρύματος Koc. Η Isil Unal επιμελήθηκε το σχεδιασμό του βιβλίου. Όπως σημειώνει: «Στο βιβλίο βρίσκουμε πληροφορίες για την πορεία των ανασκαφών και τα αποτελέσματα που παρήγαγαν σε κάθε ένα από τα στάδια τους. Επίσης, περιλαμβάνονται άρθρα αρχαιολόγων και ερευνητών σχετικά με τη σημασία του αρχαιολογικού χώρου και των ευρημάτων τους. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου περιλαμβάνει έναν αναλυτικό κατάλογο των εκθεμάτων, στον οποίο μπορούμε να δούμε φωτογραφίες τους και να διαβάσουμε πληροφορίες σχετικά με την ιστορική και ερευνητική τους σημασία». Η έκδοση είναι εμπλουτισμένη με πολλές ενδιαφέρουσες φωτογραφίες, τόσο από τον χώρο των ανασκαφών όσο και από τα εκθέματα, πολλές από τις οποίες φανερώνουν λεπτομέρειες που δεν είναι ορατές με το ανθρώπινο μάτι. Το βιβλίο είναι διαθέσιμο στα μεγαλύτερα βιβλιοπωλεία της πόλης, τόσο στην τούρκικη γλώσσα όσο και στα αγγλικά.

Αρχαιολογικό Μουσείο

Τέλος, αξίζει να αφιερώσουμε λίγες λέξεις για το αρχαιολογικό μουσείο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο φιλοξενεί την έκθεση. Χτισμένο το 1851, ως αυτοκρατορικό μουσείο της Υψηλής Πύλης, από τον Λεβαντίνο αρχιτέκτονα Alexandre Vallaury (αρχιτέκτονα μεταξύ άλλων του φημισμένου ξενοδοχείου Pera Palace και του ιστορικού κινηματογράφου Emek), είναι το πιο παλιό μουσείο της χώρας. Παραδόξως όμως αποτελεί ένα από τα λιγότερο επισκέψιμα τουριστικά αξιοθέατα της πόλης. Δίπλα στο Τοπ Καπί που κατακλύζεται καθημερινά από χιλιάδες επισκέπτες, το αρχαιολογικό μουσείο συγκεντρώνει πλήθος σημαντικών αρχαιολογικών εκθεμάτων από ολόκληρη την επικράτεια της τότε οθωμανικής αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένων αρχαιοτήτων από το Ιράν, το Ιράκ, τη Συρία, την Ανατόλια και τη Βόρεια Ελλάδα και πολιτισμούς όπως του ελληνο-ρωμαϊκού, του περσικού κι εκείνων των Σουμερίων και των Χετταίων. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η βασιλική νεκρόπολη της Σιδώνας και η λεγόμενη «σαρκοφάγος του Μεγάλου Αλεξάνδρου», ενώ στην αυλή του δεσπόζουν τα απομεινάρια των πορφυρών σαρκοφάγων των βυζαντινών αυτοκρατόρων που κάποτε βρίσκονταν στο Ναό των Αγίων Αποστόλων (στη θέση του οποίου έχει χτιστεί το σημερινό Φατίχ Τζαμί). 

Προηγούμενο άρθροΠώς να μιλήσεις στα μικρά παιδιά για τον καρκίνο
Επόμενο άρθροΑνάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ