Η δυσκολία να γίνεις έφηβος

0
914

 

ψαρι 

Της Ελένης Χοντολίδου.

 

Το βιβλίο του Έρλινγκς είναι από τα καλύτερα εφηβικά μυθιστορήματα που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια. Η δοκιμασμένη συνταγή υπάρχει και εκτελείται με επιτυχία: Ένας έφηβος 13 χρονών, ο Τζος, ζει με την σκληρά εργαζόμενη μητέρα του στην πόλη (Ρέικιαβικ;), καθώς ο πατέρας έχει φύγει με τη φίλη του στην εξοχή όταν δεν ταξιδεύει στα καράβια. Ονειροπολήσεις και απόσυρση σε μυστικές κρυψώνες, απέχθεια για τα σπορ, αλλά επίδοση στην… ποίηση, άγρια εφηβεία, το πρώτο σκίρτημα, παρενόχληση στο σχολείο, σκέψεις για αυτοκτονία, οι πρώτοι χοροί, η απόλυτη φιλία με έναν συνομήλικο, τον Πήτερ, το πρώτο πορνοπεριοδικό και η μεγαλύτερη ξαδέλφη Τρούντυ που αναστατώνει τον ήρωά μας («Ένα τόσο μικρό παιδί, μα μέσα της, ήδη γυναίκα»), το καινούριο ετεροθαλές αδελφάκι που έρχεται, η νευρική ανορεξία της Άλις, της μεγάλης αδελφής του φίλου, η εκνευριστική θεία Κάρολ, το σκασιαρχείο από το σχολείο για να μη δουν οι άλλοι στα ντους ότι έχει αρχίσει να γίνεται έφηβος είναι ο καμβάς πάνω στον οποίον εξυφαίνεται το μυστήριο της εφηβείας (μυστήριο τόσο για τα παιδιά όσο και για τους ανυπεράσπιστους γονείς τους). Όλα αυτά στο πλαίσιο του ενδιαφέροντος των δύο αγοριών για την αναπαραγωγή των ψαριών (καμουφλάζ για το ενδιαφέρον της αναπαραγωγής του ανθρώπου), της Ζωολογίας-Βιολογίας με τα ονόματα των πτηνών και των ζώων και του National Geographic, το οποίο οι δύο νεαροί ήρωες προσπαθούν να μιμηθούν φτιάχνοντας ένα project δικού τους περιοδικού το οποίο… μένει στη μέση όταν ο ήρωας πάει να ζήσει με τον πατέρα του.

Η δυσκολία του να αφήνεις πίσω σου την παιδική ηλικία και να γίνεσαι έφηβος («Η παιδική ηλικία έσβησε σαν μία λαμπερή καλοκαιρινή μέρα με γέλια και παιχνίδια σ’ ένα ηλιόλουστο λιβάδι κάτω από τον γαλάζιο ουρανό»), η δυσκολία σου να προχωρήσεις («Όλοι με πιέζουν να προχωρήσω μπροστά, σε μία πορεία από την οποία δεν υπάρχει επιστροφή. Είμαι κενός μέσα μου, σαν να είμαι η κατσαρωμένη φλούδα ενός καθαρισμένου μήλου», ή, «Θέλω να γίνω και πάλι μικρός. Θέλω τη μαμά μου να με παρηγορήσει, να με φροντίσει, να μου σκουπίσει τα δάκρυα, να μου χαϊδέψει τα μαλλιά, να με βάλει για ύπνο και να με προστατέψει από αυτόν τον φρικτό κόσμο»), η δυσκολία σου να επικοινωνείς καθώς μεγαλώνεις με τον φίλο σου, η δυσκολία κατανόησης των κοριτσιών, η αίσθηση ότι είσαι απολύτως μόνος στον κόσμο και κανείς δεν κάνει τις σκέψεις που κάνεις εσύ, είναι μερικά από τα θέματα που πραγματεύεται με μαεστρία ο συγγραφέας.

Είναι πολύ επιτυχής η επινόηση του δεύτερου εαυτού, αυτού που αφήνει πίσω ο ήρωας και του πραγματικού, εκείνου πού γίνεται έφηβος («Αυτός είναι το αγόρι που έπεσε για ύπνο το βράδυ πριν από τα δέκατα τρίτα γενέθλιά μου, αλλά εγώ είμαι εκείνος που ξύπνησε την επόμενη μέρα»).

Ο ήρωας νοσταλγεί τον πατέρα του που δεν του τηλεφωνεί συχνά και ακόμη πιο σπάνια τον επισκέπτεται, και όταν το κάνει, το κάνει με φοβερή αμηχανία. Γονείς που δεν ξέρουν πώς να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, ειδικά η μητέρα που ομολογεί: «Πού να ξέρω εγώ τι περνάνε τα δεκατριάχρονα αγόρια;».

Κατά την άποψή μου, η κορυφαία στιγμή στο βιβλίο και η πιο «διδακτική» είναι όταν ο ήρωας καταλαβαίνει ότι: «Είμαι μοναδικός, δε μοιάζω με κανέναν άλλο, είμαι τέλειος όπως είμαι. Ό, τι και να σκέφτονται οι άλλοι δε με απασχολεί πια».

Το βιβλίο είναι κατάλληλο για αγόρια και κορίτσια στην εφηβική ηλικία καθώς απο-ενοχοποιεί τις δυσκολίες της ηλικίας και είναι καλή λογοτεχνία. Οι γονείς των εφήβων δεν θα έχαναν να το διαβάσουν καθώς αποτελεί έναν καλό σύντροφο στο επίπονο έργο τους, το οποίο, φευ, ό, τι και να κάνουν θα είναι γεμάτο «λάθη».

 

Και μία παρατήρηση για την κατά τα άλλα καλή μετάφραση: Η λέξη «στόβα» δεν υπάρχει στα ελληνικά, και δεν μεταφράζει με κατανοητό τρόπο σε καμία περίπτωση την αγγλική λέξη stove. Επίσης, λέξεις της ελληνικής όπως «αντιγυρίζει» στη θέση του «απαντά» που λειτουργούσαν οριακά σε παλιά κείμενα όπως λ.χ. η μετάφραση της Οδύσσειας των Καζαντζάκη-Κακριδή, δεν έχουν τη θέση τους σε παιδικά-εφηβικά σημερινά κείμενα.

 

INFO: Φρίντριχ Έρλινγκς (2012). Ψάρι στον ουρανό/μτφρ. Αργυρώ Πιπίνη. Αθήνα: εκδόσεις Πατάκη.

 



[1] σ. 232.

Προηγούμενο άρθροΕμείς καταστρέφουμε, εσείς να τα σώσετε;
Επόμενο άρθροΠαναγιώτης Ροιλός(*): Να μελετάμε τον Καβάφη

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ