Γιώργος Θεοτοκάς – Albert Camus : Συμφωνίες και ασυμφωνίες για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα( της Ξένης Μπαλωτή)

1
1915

Ξένη Δ. Μπαλωτή   [1]

Ο  Γ.Θεοτοκάς όπως και ο A.Camus, όσο και εάν ακουστεί περίεργο, θα μπορούσαν κάλλιστα να αποκληθούν πατέρες του ευρωπαϊκού ομοσπονδιακού οικοδομήματος, όποτε και εάν αυτό προκύψει γιατί οι θέσεις τους επί του θέματος είναι σχεδόν ταυτόσημες.

Γεννημένοι, με 7 χρόνια διαφορά, στις αρχές του 20ο αι., έχοντας ως συνδετικό κρίκο τους την Μεσόγειο και τη γαλλική παιδεία, κατάφεραν, μέσα από τα έργα τους ακόμα και τα πλέον πρώιμα, όπως είναι το «Ελεύθερο Πνεύμα» για τον Θεοτοκά (Ιούλιος 19290 ή η επιλογή, η σκηνοθεσία και η ερμηνεία από τον ίδιο τον A.Camus του έργου του Α.Malraux Χρόνια καταφρόνιας, να προτείνουν δρόμους για να βγει ο «άνθρωπος από την μοναξιά του, να του προσφέρουν αλληλεγγύη και να τον παροτρύνουν να συμμετάσχει σε μία συλλογική περιπέτεια που έμελε να οικοδομηθεί γύρω από την «κοινή παιδεία και τα κοινά ιδανικά», στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Αυτή η επιλογή τους, ως λόγος και ως θέαμα, δεν προέκυψε στην τύχη: και οι δύο είχαν βιώσει, από διαφορετική σκοπιά, τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις συνέπειες του, κυρίως ο Γ.Θεοτοκάς με την Καταστροφή του 1922, και η ουτοπική,  όπως αποκλήθηκε στην εποχή της, πρόταση για την δημιουργία της «Πανευρώπης» (1923) του R.Coudenhove-Kalergi (1894-1972) είχε αρχίσει να κάνει τον δρόμο της.

Το πόσο «ουτοπική» ήταν εκείνη η πρόταση φάνηκε από την αντοχή που είχε μέσα στο χρόνο, από τους ανθρώπους που την υπερασπίστηκαν, όπως π.χ. ο Th.Mann και εν τέλει από τη δημιουργία της ΕΟΚ, το 1957.

Όταν ο Γ.Θεοτοκάς έγραψε το «Περίπατος στην Ευρώπη», το 1ο κεφ. από το «Ελεύθερο Πνεύμα», η ήπειρός μας βρισκόταν στα πρόθυρα μίας νέας καταστροφής που ακόμη δεν υποψιαζόταν: την «Μαύρη Πέμπτη» της κατάρρευσης του Αμερικανικού Χρηματιστηρίου (24 Οκτ.1929), η οποία με τις αλυσιδωτές της συνέπειες προκάλεσε την «Πανούκλα» (1947), όπως πολύ εύστοχα την χαρακτήρισε με το έργο του ο A.Camus.

Την περίοδο του Μεσοπολέμου, 3 «τολμηροί σκαπανείς» προσπάθησαν με τις εμπειρίες του παρελθόντος, να οικοδομήσουν μία νέα αντίληψη για την σωτηρία του ευρωπαϊκού πολιτισμού, μόνο που δεν είχαν όλοι τις ίδιες καλές προθέσεις!

Για τον Γ.Θεοτοκά που έβλεπε την «Ευρώπη σαν ένα κήπο που συγκεντρώνει τα πιο διαφορετικά λουλούδια, ένα σύμπλεγμα από άπειρες αντιθέσεις, πάνω από τις τοπικές διαφορές των λαών της Ευρώπης», η σωτηρία βρισκόταν στην κοινή ευρωπαϊκή παιδεία, την οποία οι νεοέλληνες είχαν κάθε λόγο να υπερασπιστούν αφού αποτελούσε την πατρική κληρονομιά τους.

Σύμφωνα με τον Γ.Θεοτοκά, εάν οι «δυνάμεις της ελληνικής πνευματικής ζωής  απλωθούν ελεύθερα και πλατιά στους κόσμους των ιδεών», τότε μπορούν και το κενό της ανυπαρξίας τους στην Ευρώπη να καλύψουν και να μεγαλουργήσουν μέσα από σύγχρονες αντιλήψεις, υπερασπιζόμενοι την ελληνικότητα τους.

Για τον A.Camus του Μεσοπολέμου, ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός ταυτιζόταν με «τις δυνάμεις του θανάτου, της αρρώστιας, του χειμώνα και της νύχτας». Για να σωθεί, έπρεπε να ανοικοδομηθεί με δικαιοσύνη και αλληλεγγύη των λαών. Γι’αυτό άρχισε να αρθρογραφεί, το 1939, προάγοντας αυτές τις αξίες «ως ανάχωμα στην πιθανότητα ενός νέου πολέμου».

Ο τρίτος του Μεσοπολέμου, ο απρόβλεπτος Martin Heidegger (1889-1976) έβλεπε την σωτηρία του Ευρωπαϊκού πολιτισμού στην επιστροφή του «στις μεγαλειώδεις ελληνικές καταβολές του από τις οποίες είχε απομακρυνθεί», αλλά με λάθος τρόπο: με την κήρυξη μίας «πολιτικής πολιτιστικής επανάστασης που θα συνδύαζε «Technik und Kultur», δυστυχώς υπό τον ναζισμό!

Όταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ξέσπασε (1939), οι Γ.Θεοτοκάς και A.Camus βρέθηκαν ενώπιον της ήττας τους, ενώ ο M.Heidegger θέρισε ότι είχε σπείρει αφού «είναι γεγονός ότι είχε συμβάλει με τις ιδέες του για το ζήτημα της τεχνολογίας, του πεπρωμένου του γερμανικού έθνους και της πνευματικής αποστολής του στη δημιουργία ενός κλίματος που κατέληξε στην άνοδο του εθνικοσοσιαλισμού».

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του Β’ Π.Π., οι Γ.Θεοτοκάς και A.Camus όχι μόνο δεν έπαψαν να πιστεύουν στην αξία της ευρωπαϊκής ιδέας, αλλά την υπερασπίστηκαν σθεναρά. Τα κείμενα τους το αποδεικνύουν.

Ο Γ.Θεοτοκάς π.χ. του Δεκεμβρίου 1944 λες και συνεχίζει αυτόν του 1939.

Τον Σεπτ. του 1939 γράφει: «…Αγαπώ την Ευρώπη…σαν μία μεγάλη πατρίδα, ενιαία, αχώριστη και ξεσκισμένη ως τα σπλάχνα. Πιστεύω στην Ευρώπη,….στις απέραντες δυνατότητές της ανανέωσης και αναγέννησης που η ενότητά της περικλείει.» Και το 1944, σε άλλο κείμενο του διαβάζουμε: «…Για την καινούργια, την καλύτερη Ευρώπη, που πασχίζει να γεννηθεί από τους γάμους τούτους του ουρανού και της κόλασης, συγκεντρώνονται κιόλας, από διάφορες μεριές, πολλών ειδών ουσίες. Μία μεγαλόπνευστη σύνθεση από ετερόκλητα υλικά προσμένει η αρχαία και αείποτε ανανεούμενη πολύδοξη ήπειρος.»

Όσο για τον A.Camus, θα αρκούσε και μόνο να αναφερθεί μόνο ο τίτλος του έργου που έγραψε μέσα στο πόλεμο: «Γράμματα σ’ένα φίλο Γερμανό».

Εκεί, ο A.Camus αντιπροτείνει στην εποχή της βαρβαρότητας και των «αδελφοκτόνων ιδεολογιών», τη δημιουργία της «Ευρώπης της γνώσης, της διανόησης και του Διαφωτισμού», ώστε «να οικοδομηθεί η δημοκρατική Ευρώπη». Με τα «Γράμματα σ’ένα φίλο Γερμανό», ο A.Camus πήγε ένα βήμα μπροστά την ευρωπαϊκή του προσήλωση και προσχώρησε στην ιδέα της Ομοσπονδιακής Ευρώπης.

Όσο για τον M.Heidegger, αυτός προσπάθησε να ξεχαστεί. Η δύναμη της τεχνολογίας που είχε υπερασπιστεί έως το 1935, είχε δείξει την πλέον κτηνώδη εκδοχή της στα ναζιστικά Στρατόπεδα Εξόντωσης.

Η στήριξη των Γ.Θεοτοκά και A.Camus στην Ευρώπη ήταν μεν σταθερή, αλλά όχι άκριτη. Ήξεραν και οι δύο να διακρίνουν τη διαφορά ανάμεσα στο συναίσθημα του συγγραφέα και τον ρεαλισμό που απαιτεί η πολιτική.

Το διαπιστώνουμε για τον A.Camus στον «Επαναστατημένο άνθρωπο» (1951)  όπου κατήγγειλε την «ευρωπαϊκή αλαζονεία που οδηγεί στην καταστροφή, στις αυταρχικές κοινωνίες και στο γενικευμένο θάνατο» και στο «Δοκίμιο για την Αμερική» του Γ.Θεοτοκά, όπου ξεκαθάριζε ότι «οι ΗΠΑ είναι το Μέλλον της Ανθρωπότητας», ωθώντας τον αναγνώστη να το υιοθετήσει πρωτίστως ως ένα εγχειρίδιο για παθιασμένους οπαδούς του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος!

Βεβαίως, οι ΗΠΑ ήταν και τότε το μοντέλο του ομοσπονδιακού δημιουργήματος. Άλλωστε, τόσο ο A.Camus, όσο και ο Γ. Θεοτοκάς τις είχαν επισκεφτεί με 7 χρόνια διαφορά: το 1946 ο πρώτος, το 1953 ο δεύτερος. Ο πρώτος μας άφησε τις «Ημερολογιακές καταγραφές» του, ο δεύτερος το «Δοκίμιο» του.

Ο A.Camus είδε τις ΗΠΑ του Ψυχρού Πολέμου ως μία χώρα που «βαυκαλίζεται από την ενέργεια που εκπέμπει η νεολαία της» και δεν διδάσκεται από την ανησυχία που αισθάνεται η Ευρώπη λόγω της αντιπαράθεσή της με την ΕΣΣΔ, ενώ για τον Γ.Θεοτοκά, ήταν αντικείμενο μελέτης με « θέμα πώς έγινε η Αμερική αυτό που είναι και τι προαναγγέλλει για τους άλλους λαούς». Μέσα από τη διαφορετική ματιά τους για τις ΗΠΑ, σίγουρο είναι πως και οι δύο κατέληξαν ότι «…στην καρδιά της ευρωπαϊκής νύκτας, η ηλιακή σκέψη, ο πολιτισμός με το διπλό πρόσωπο περιμένει την αυγή του, φωτίζει κιόλας τους δρόμους της αληθινής κυριαρχίας» (A.C.), έτσι ώστε η Ευρώπη να μπορέσει να σταθεί «με ίσους όρους, δίπλα στους νέους πρωταγωνιστές της ιστορίας….» (Γ.Θ.)

Τη νέα Ευρώπη, οι Γ.Θεοτοκάς και A.Camus δεν την κτίζουν με αποκλεισμούς, γιατί «η Ευρώπη πρέπει να δώσει προτεραιότητα στους ανθρώπους» γράφει ο A.Camus, αναγνωρίζουν την στρατηγική αξία που έχουν οι κοινοί κανόνες μεταξύ εχθρών και φίλων, «ανεξάρτητα από τις αναμνήσεις μας, γράφει ο A.C. ήδη από τον Μάιο του 1947, ξέρουμε καλά πως η παγκόσμια ειρήνη χρειάζεται μία ειρηνική Γερμανία και δεν κάνεις μία χώρα ειρηνική αποκλείοντάς της για πάντα από την παγκόσμια τάξη», διαπιστώνουν ότι τα Κράτη-Έθνη είναι ξεπερασμένα και πως η νέα τάξη πραγμάτων στην ήπειρό μας πρέπει να οικοδομηθεί γύρω από την ιδέα της Ομοσπονδιακής Ευρώπης.

Ίσως έχετε παρατηρήσει, από τις έως τώρα αναφορές, πως υπάρχει ένας παράλληλος δρόμος, λόγου και έργων, ανάμεσα στους 2 διανοούμενους μας. Με διαφορά 6-7 χρόνων, όσο η διαφορά της ηλικίας τους και από σύμπτωση και του θανάτου τους, έχουν ταυτόσημες εμπειρίες και ιδέες.

Η ταύτιση αυτή, σε μία εποχή που ούτε η πληροφορία κυκλοφορούσε με ταχύτητα, ούτε οι πολιτιστικές ανταλλαγές ήταν εύκολες, ούτε η ψυχοσύνθεση των 2 αντρών είχε κοινά σημεία, είναι κατά την άποψή μας η καλλίτερη απόδειξη του διανοητικού τους μεγαλείου: ο Γ.Θεοτοκάς διέθετε το χάρισμα της ευθυκρισίας και πρότεινε δρόμους σκέψης και πολιτικής που ταίριαζαν με «την αρμονία του ευρωπαϊκού συνόλου», ο δε A.Camus ήξερε να μετατρέπει το ιδεολογικό του θεωρητικό υπόβαθρο σε πρακτικές καθημερινότητας και να προτείνει λύσεις συμβατές με τον ανθρωπισμό και τα δεδομένα της εποχής του.

Μετά από την παράλληλη και συμπτωματική πορεία τους, το μόνο που απέμενε στους Γ.Θεοτοκά και A.Camus ήταν να ανταλλάξουν απόψεις και από κοντά! Αυτό συνέβη το 1955, όταν στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών συζητήθηκε «Το μέλλον το ευρωπαϊκού πολιτισμού».

Το θέμα δεν ήταν ακαδημαϊκό. Ήταν ουσιαστικό. Η Ευρώπη, την επομένη του Β’ Παγκοσμίου είχε αντικαταστήσει την κλαγγή των όπλων με ιδεολογικά «αντιμαχόμενα στρατόπεδα» που είχαν διαιρέσει την Γηραιά Ήπειρο με κίνδυνο έκρηξης νέου πολέμου, τον Απρ.1951 είχε δημιουργηθεί η ΕΚΑΧ, τον Αυγ.1954 είχε αποτύχει να δημιουργηθεί η Ευρωπαϊκή Κοινότητα της Άμυνας και επιπλέον από το 1953 είχε επανακάμψει ο M.Heidegger με τις διαλέξεις του για «το ζήτημα της τεχνικής» όπου είχε αναγάγει την τεχνολογική πρόοδο σε μέγιστο κίνδυνο για το ευρωπαϊκό πολιτισμό.

Ωστόσο, η τεχνολογική πρόοδος δεν ανησυχούσε τον Γ.Θεοτοκά. Από το 1945,  στο κείμενο του για τις «Μηχανές και το πνεύμα» είχε γράψει ρεαλιστικά: «…Ο μηχανικός πολιτισμός αξιώνει επιτακτικά την οργάνωση της ανθρωπότητας σ’ένα παγκόσμιο κράτος …<αλλά> η ανθρωπότητα δεν είναι ώριμη για το παγκόσμιο κράτος…. Θα ζήσουμε, λοιπόν, θέλοντας και μη, με «μέσες λύσεις», δηλ. με ακατάπαυστη ανησυχία, με μακρινά ή κοντινά σύννεφα, που θα διασχίζουν ολοένα τον ουρανό μας.»

Το 1955, στο Γαλλικό Ινστιτούτο, όταν ο A.Camus ρωτήθηκε εάν φοβάται για το μέλλον του δυτικού πολιτισμού που «θεμελιώνεται πάνω στη θετική επιστήμη και την τεχνολογία» δεν δυσκολεύτηκε καθόλου να απαντήσει αρνητικά προσεγγίζοντας το θέμα λιγότερο ρεαλιστικά από τον Γ.Θεοτοκά.

Ο A.Camus απάντησε: «…Το τεχνολογικό σύμπαν, αυτό καθεαυτό δεν είναι κάτι κακό,… η λογική όμως της τεχνολογίας, τοποθετημένης στο κέντρο του σύμπαντος, θεωρούμενη ως ο πιο σπουδαίος μηχανικός φορέας ενός πολιτισμού, προκαλεί τελικά ένα είδος εκφυλισμού της νόησης και συνάμα των ηθών….», ενώ ο Γ.Θεοτοκάς προσέθεσε άλλη μία οπτική στην οποία προσχώρησε ο A.Camus: αυτή της σύνδεσης της τεχνολογίας με την ανθρωπιστική έννοια του «μέτρου».

Ο Γ.Θεοτοκάς. είπε:  «η τεχνολογία είναι κάτι το αναπόφευκτο, θα έλεγα μάλιστα ευκταίο από ηθική άποψη…. Για τους σημερινούς ανθρώπους, το ζήτημα είναι να δεχτούν τούτη την πραγματικότητα, τούτη την αλήθεια του βιομηχανικού κόσμου, του κόσμου της τεχνολογίας στον οποίο ζούμε και να φροντίσουν να δαμάσουν αυτές τις δυνάμεις της σύγχρονης ζωής, να τις εξισορροπήσουν, να τις εναρμονίσουν μεταξύ τους όπως και με την ανθρώπινη φύση. Και εδώ ο νους μας στρέφεται προς αυτή την μεγάλη ουμανιστική παράδοση, αυτό το πνεύμα του μέτρου,…δηλ. <την> καινούργια ισορροπία, <την> καινούργια σύνθεση ανάμεσα στην παλιά ουμανιστική παράδοση της Ευρώπης και τις νέες δυνάμεις, δημιουργούς ζωής..»

Όταν ιδρύθηκε η ΕΟΚ, το 1957, ο A.Camus δεν έκανε καμία δήλωση και δεν είναι περίεργο. Η οικονομία δεν τον ενδιέφερε, ακόμη και εάν από το 1944 (Δεκ.) είχε αναγνωρίσει πως έπρεπε να «συμφιλιωθεί το ιδανικό με το συμφέρον, αφού όλες οι χώρες της Ευρώπης συνδέονται στενά μεταξύ τους τόσο από την παραγωγή τους όσο και από την κατανάλωσή τους», όμως για το μότο της ΕΟΚ «Ενωμένη στη διαφορετικότητα» δήλωσε : «….Η Ευρώπη έζησε με τις αντιφάσεις της και εμπλουτίστηκε από τις διαφορές της και, από το συνεχές τους ξεπέρασμα δημιούργησε έναν πολιτισμό από τον οποίο εξαρτάται όλος ο κόσμος ακόμη και όταν τον απορρίπτει…»

Για τον Γ.Θεοτοκά, η στήριξη του νέου ευρωπαϊκού εγχειρήματος ήταν λογική συνέπεια των αντιλήψεών του: «Όλες οι ενδείξεις, γράφει ο Θεοτοκάς, μας πείθουν ότι, πέρα από ένα ορισμένο σημείο, δεν θα είναι δυνατή στο μέλλον καμία ουσιαστική πρόοδος των κοινωνιών έξω από τις μεγάλες ομοσπονδιακές ενότητες. Τα κράτη παλαιού τύπου, που θα μείνουν κλεισμένα στον εαυτό τους, όση προσπάθεια κι’αν καταβάλουν για να παρακολουθήσαν την εξέλιξη του κόσμου, θα είναι καταδικασμένα, αργά ή γρήγορα, στην πτώχευση, στην ανίατη πενία, στο μαρασμό και στον άγονο ρόλο του στρατηγικού δορυφόρου.»

Προσέξτε τη διαπίστωση: «..άγονο ρόλο του στρατηγικού δορυφόρου» και αυτό τον ρόλο για την Ευρώπη δεν τον ήθελε ούτε ο A.Camus ούτε ο Γ.Θεοτοκάς.

Αυτό που ήθελαν ήταν η ενωμένη, ομοσπονδιακή, Ευρώπη να «αποτελέσει έναν τρίτο γίγαντα», ακόμη, και όπως διαπίστωνε με ρεαλισμό ο Γ.Θεοτοκάς: «Τα εμπόδια που θα συναντούσε ένα τέτοιο σχέδιο, δε θα ήταν εύκολο να υπερνικηθούν». «Ίσως, συνεχίζει ο Γ.Θεοτοκάς, το μεγαλύτερο πολιτικό εμπόδιο που βρήκε στο δρόμο της η κίνηση για την ένωση της ηπείρου να ήταν η ανομολόγητη, αλλά πεισματάρικη αντίδραση της Αγγλίας…» (Φεβρ.1958)

Από την συνάντηση των Αθηνών έχουν περάσει 66 χρόνια, αρκετά απ’αυτά δύσκολα για τους λαούς της Ευρώπης, αλλά τουλάχιστον ειρηνικά, γιατί είχε σωστά διαπιστώσει ο A.Camus (1947) πως «διαιρεμένη, η Ευρώπη μπορεί να προκαλέσει πόλεμο, ενώ ενωμένη, βρίσκεται στη βάση της ειρήνης».

Η κρίση του 2008 που ξέσπασε στις ΗΠΑ, μόλις πρόσφατα, το 2016, σταμάτησε να ταλανίζει την Ευρώπη. Η Φιλανδία το 2017, σύμφωνα μ’ένα άρθρο της εφημερίδας Le Monde, ενημέρωσε την Ευρώπη για διεθνείς προσπάθειες αποσταθεροποίησής της. Στην εφημερίδα die Zeit, τον προηγούμενο μήνα, ένα άρθρο-μελέτη με τον τίτλο «Ιντερνέτ-εκτός ελέγχου», καταλήγει ως εξής: «το πιο εντυπωσιακό είναι πως παρά τα όσα γνωρίζουμε για τις επικίνδυνες πτυχές του ιντερνέτ, εν τέλει δεν γνωρίζουμε τίποτα γιατί ο χρήστης του έχει πάψει εδώ και πολύ καιρό να ελέγχει το δημιούργημά του!». Στη Γαλλία, μία μεγάλη χώρα από πολλές απόψεις επιπλέον της πολιτισμικής, οι θέσεις του A.Camus για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θεωρήθηκαν ουτοπικές και γι’αυτό, έως και σήμερα, αυτή η πτυχή της δραστηριότητάς του παραμένει σχεδόν άγνωστη.

Στην Ελλάδα, μία μικρή χώρα από πολλές απόψεις εκτός της πολιτισμικής, ο Γ.Θεοτοκάς αποκλείστηκε από την πολιτική και οι θέσεις του για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα παραμένουν σχεδόν ξεχασμένες, ενώ στην Ευρώπη, το πνεύμα του M.Heidegger ουρλιάζει ήδη.

Ο Γιώργος Θεοτοκάς, σχεδόν ένα αιώνα μετά, συνεχίζει να μας μιλάει. Θα συνεχίσουμε να μην τον ακούμε;

 

[1] Διαβάστηκε στο 6ο Μαθητικό Συνέδριο που οργανώθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Μάρτιο του 2018 βλέπε σχετικά  εδώ

Προηγούμενο άρθρο«Η Μανία με την Άνοιξη» και οι εκλεκτικές συγγένειες (του Νικόλα Καλόγηρου)
Επόμενο άρθροΟι πόλεις ως πεδία μαχών (του Γιώργου Μ. Χατζηστεργίου)

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Θα περίμενε κανείς σε ένα τέτοιο κείμενο να υπάρχει και μια αναφορά στο όνομα του Άγγελου Κατακουζηνού που εκείνος κάλεσε τον Albert Camus και είχε την ιδέα να τον βάλει να συνομιλήσει με τον Θεοτοκά και όχι μόνο πάνω στο συγκεκριμένο θέμα.Ευχαριστώ

Γράψτε απάντηση στο Σοφία Ε. Πελοποννησίου Ακύρωση απάντησης

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ