Αγάπη μου, συρρίκνωσα το δημόσιο

4
373

Της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη.

Μετά τις απολύσεις τόσων δημοσίων υπαλλήλων ο αισιόδοξος θα περίμενε οι εναπομείναντες να δουλεύουν αποδοτικότερα και ο απαισιόδοξος να μην δουλεύουν Αγάπη μου, συρρίκνωσα το δημόσιοκαθόλου. Η αθάνατη ελληνική πραγματικότητα όμως άλλη μια φορά συνθλίβει τόσο τις πιο οπτιμιστικές όσο και τις πιο πεσιμιστικές απόψεις: οι δημόσιοι υπάλληλοι εργάζονται ακριβώς όπως και πριν. Το μόνο που έχει αλλάξει είναι το φόντο της εργασίας τους που πλέον θυμίζει μινιμαλιστικό σκηνικό από κουλτουριάρικο θεατρικό έργο- πολλά άδεια γραφεία και ακόμη περισσότερες άδειες καρέκλες.

Οι ίδιοι οι υπάλληλοι όμως είναι σαν τον παροιμιώδη λύκο που δεν άλλαξε ούτε τη γνώση ούτε την κεφαλή του, παρά μόνο το μαλλί του. Ίσως γι’ αυτό να το σκαν εν ώρα εργασίας απεγνωσμένα για το καθιερωμένο τους ραντεβού στο κομμωτήριο. Αντιμετωπίζουν τον πολίτη με την ίδια ανεμελιά (αγένεια), άνεση (αναποτελεσματικότητα) και διάφανη διαδικασία (τυπολατρική προσήλωση) που για χρόνια τώρα καλλιεργεί το φαινόμενο του πολίτη-ασανσέρ: για να πάρεις μια βεβαίωση από το ισόγειο πρέπει πρώτα να πάρεις μια υπογραφή από τον πέμπτο όροφο, ένα χαρτόσημο από τον δεύτερο και μια ταυτοπροσωπία από ένα αστυνομικό τμήμα ή έναν καλό πλαστογράφο.

Δεν ξέρεις τι θα πει απόγνωση αν δεν έχεις πάρε δώσε με την ελληνική γραφειοκρατία. Ούτε κακογουστιά. Σε διάφορα γκισέ έχω κατά καιρούς δει κολλημένες εκτός από τις δημοφιλέστατες εικόνες του Ιησού Χριστού, αφίσες του τους πάντες νικά και όλα τα κύπελλα σκορπά Ολυμπιακού, οδηγίες που σε μπερδεύουν χειρότερα (‘συμπληρώστε το τάδε έντυπο αν το βρείτε πουθενά’), φωτογραφίες συγγενών τους που δεν είμαι σίγουρη αν διακοσμούν το χώρο ή αγνοούνται και φυσικά τις πάντα κλασσικές διαφημιστικές καμπάνιες του ΕΟΤ συνήθως με φωτογραφίες των Δελφών ή της Επιδαύρου τόσο ξεθωριασμένες που θα ορκιζόταν κανείς ότι τραβήχτηκαν όταν τα οικοδομήματα που απεικονίζουν ήταν στα θεμέλια.

Όλοι έχουμε ζήσει στιγμές απείρου τρέλας σε κάποια δημόσια υπηρεσία, όμως αν θέλετε να γελάσετε μέχρι δακρύων, να χτυπηθείτε στους γκισέδες σαν τα χταπόδια, να συγκινηθείτε, να κλάψετε, να νιώσετε τι θα πει μέθεξη χωρίς να πληρώσετε εισιτήριο πεταχτείτε μέχρι το Ειδικό Ληξιαρχείο στη Μητροπόλεως. Πήγα να δηλώσω ένα θάνατο της μητέρας ενός φίλου μας που είχε την τύχη να γεννηθεί στην Ελλάδα και την ατυχία να πεθάνει στην Αγγλία. Ο υπάλληλος δεν άντεχε προφανώς τη μαυρίλα της θέσης του και απέφευγε να είναι ψυχή και σώματι παρών: μιλούσε ακατάπαυστα στο τηλέφωνο για τα 5 σοκολατάκια που είχε φάει για βραδινό (ήταν μπλε Παυλίδης που δεν παχαίνουν) και μασούσε τσίχλα με τόσο σθένος λες και μπορούσε να απομυζήσει από αυτήν το μυστικό της ζωής. Διάνθιζε δε τις συνομιλίες του με αγνό, πνευματώδες χιούμορ. Παραθέτω αποσπάσματα αυτούσια για να μην πάνε στράφι.

 

Εγώ: Καλημέρα σας, ήρθα να δηλώσω ένα θάνατο.

Υπάλληλος: (τσίχλα) Ταυτότητα (τσίχλα, συνεχίζει την κουβέντα του στο τηλέφωνο)

Εγώ: Δεν είναι δικός μου (ήθελα να πω ‘ ο συγγενής’ αλλά με έκοψε.)

Υπάλληλος: Το ξέρω κοπελιά ότι δεν είναι δικός σου ο θάνατος. Λες να είχα την απαίτηση να δηλώσεις η ίδια το θάνατο σου; (τσίχλα) Είσαι φάντασμα; (τσίχλα, συνεχίζει τηλεφώνημα)

Εγώ: Ορίστε. (του δίνω ταυτότητα)

Μου εκτυπώνει το πιστοποιητικό. (τσίχλα, τηλεφώνημα σταθερά)

Ακούγεται μια φωνή από το υπερπέραν γραφείο: Μου ανοίγεις ρε ένα αρχείο θανάτου;

Υπάλληλος: (τσίχλα) Μωρέ τι μας λες; Μήπως θες να σου ανοίξω και την κάσα;

(στο διπλανό γκισέ μια Ελληνίδα κάτοικος Καναδά κλαίει από απόγνωση με τη μακριά λίστα πραγμάτων που χρειάζεται για να βαφτίσει τον εγγονό της αν κατάλαβα καλά)

Εγώ: Ευχαριστώ. Είναι έτοιμα;

Υπάλληλος: (τσίχλα) Όχι. Θες υπογραφές από τον προϊστάμενο.

Εγώ: Ποιος είναι ο προϊστάμενος;

Υπάλληλος (τσίχλα, τηλέφωνο): Εδώ, αυτός που κάθεται μαζί μου.

Ο προϊστάμενος έχει τραβήξει μια καρέκλα και κάθεται κυριολεκτικά μαζί με τον δικό τσιχλοφιλο υπάλληλο. Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν του τα δίνει ο ίδιος αλλά πρέπει να τα δώσει σε εμένα και να πάω γύρω γύρω όλο τον όροφο ανάμεσα από τα γυάλινα χωρίσματα. Ο προϊστάμενος υπογράφει και μου δίνει τα χαρτιά.

Εγώ: Ευχαριστώ πολύ. Είναι έτοιμα τώρα;

Προϊστάμενος: Όχι

Εγώ: Τι άλλο χρειάζεται;

Προϊστάμενος: Σφραγίδα.

Εγώ: Από ποιον;

Προϊστάμενος: Από εμένα. Ξαναδώστα μου.

Ορκίζομαι πως όσα περιγράφω είναι αλήθεια. Μην το χάσετε. Να πάτε οπωσδήποτε. Έχει και μαγευτική θέα στην Πλάκα. Σκαρφιστείτε κάτι, ότι πχ θέλετε να δηλώσετε προκαταβολικά το δικό σας θάνατο, για έξτρα σασπένς. Αν όμως  πιστεύετε ακόμη έστω και λίγο πως η κατάσταση στην Ελλάδα μπορεί να βελτιωθεί ή έχετε χάσει δικό σας άνθρωπο πρόσφατα, προς θεού, μην περάσετε ούτε απέξω. Εκεί μέσα δεν έχουν ούτε ιερό, ούτε δημόσιο.

Προηγούμενο άρθροΈλληνες πεζογράφοι στα ξένα
Επόμενο άρθροΜια λαμπρή βραδιά

4 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Πολύ καλό!!!! Οσο διατηρούμε το χιούμορ μας και σε τέτοιες καταστάσεις υπάρχει ελπίδα.Νομίζω όμως ότι εμείς οι Ελληνες είμαστε πολύ ΑΝΕΚΤΙΚΟΙ ΣΤΑ ΠΆΝΤΑ και βέβαια σε τέτοιες συμπεριφορές.
    Μήπως θα έπρεπε με το κινητό σου να το βιντεοσκοπήσεις;

  2. Εξαιρετικό! Δεν υπάρχει κανείς που να μην έχει ζήσει τέτοιες σκηνές, μη εξαιρουμένων των δημοσίων υπαλλήλων των ίδιων.

Γράψτε απάντηση στο miranda Ακύρωση απάντησης

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ