Μαρία Τοπάλη
«Δεν βρήκανε την ψυχή μας» – Όψεις του πολιτικού στην καινούρια ελληνική ποίηση[1]
- Εισαγωγικές σκέψεις
Η Γερμανία και άλλες χώρες της Βόρειας Ευρώπης δε βίωσαν οικονομική κρίση, τουλάχιστον με τον τρόπο που αυτό συνέβη στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Μεγάλες ιστορικές στιγμές, όμως, δε λείπουν ποτέ και από πουθενά. Ας προσπαθήσουμε για ένα λεπτό να φανταστούμε γερμανόφωνους ποιητές που θα έκρουαν με συγκίνηση τη λύρα τους στα ερείπια του βερολινέζικου τείχους ή που θα συνόδευαν, αργότερα, τις διαδηλώσεις εναντίον της ξενοφοβικής ακροδεξιάς που σηκώνει κεφάλι σε όλη την Ευρώπη, στην Αυστρία και στη Γερμανία. Ή, τέλος, ποιητών που θα απάγγελλαν τα αλληλέγγυα ποιήματά τους στα σύνορα ή στους προσφυγικούς καταυλισμούς.
Νομίζω ότι οι ποιητές και οι αναγνώστες τους στον γερμανόφωνο χώρο θα ένιωθαν προσβεβλημένοι αν έπεφτε πάνω τους με τέτοιον τρόπο ο προβολέας της δημοσιότητας. Η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα και τα νέα ελληνικά, όσο κι αν τα φορτώσουμε με ρομαντικά ιδεολογήματα, είναι μια μικρή γλώσσα. Το ενδιαφέρον για τον πολιτισμό της σύγχρονης Ελλάδας είναι περιορισμένο. Οι Έλληνες νομπελίστες Σεφέρης και Ελύτης δεν έμειναν απλώς στη σκιά του τουριστικού προϊόντος υπό το άτυπο λογότυπο Zorba the Greek αλλά «διαβάστηκαν», όσο διαβάστηκαν, υπό το φίλτρο αυτής της σκιάς. Η ευθύνη για τη εθνοτουριστικά φιλτραρισμένη αυτή ανάγνωση δεν βαρύνει αποκλειστικά τους έξω. Αν, τώρα, αναζητούσαμε στην καινούρια ελληνική ποίηση αντίστοιχα εθνοτουριστικά παραδείγματα πολιτικότητας, θα δείχναμε, νομίζω, μια νεοαποικιακή περιφρόνηση με ύπουλα αντεστραμμένο τρόπο.
Προ-εισαγωγικά, θα συνόψιζα το βασικό μου επιχείρημα στους ακόλουθους, πρόσφατους στίχους της Δήμητρας Κωτούλα (δεν συμπεριλαμβάνονται στην Ανθολογία με τίτλο Ποίηση με πείσμα[2], στα περιεχόμενα της οποίας βασίζεται η ομιλία αυτή, γιατί η δημοσίευσή τους έπεται, καθώς έγινε στο περιοδικό Φάρμακο, τ. 11, Άνοιξη-καλοκαίρι 2018) [από ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΛΕΥΚΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ, XLV.]
Δείξε μου τον εχθρό-
Δεν υπάρχει.
Κανένας θορυβώδης άνεμος-πόλεμος.
[…]Δεν βρήκανε την ψυχή μας.
Υπάρχει μια λευκή σελίδα πάνω στο τραπέζι
(ο Διονύσιος Σολωμός κιόλας ένιωσε την υγρασία της).
Ούτε κι εμείς.
Εδώ λοιπόν, το θέμα τίθεται, νομίζω, ολοκάθαρα: η σοβαρή ποίηση δεν καταγίνεται με αναμετρήσεις επικαιρικές, ένας αγοραίος «εχθρός» για αυτήν δεν υπάρχει. Η ποίηση αυτή, και μπαίνω στην ουσία του θέματος, έχει δυο εχθρούς εξόχως πολιτικούς × τους έχει και τους δυο εντοπίσει και αντιμετωπίσει ήδη στο ξεκίνημά της. Ο πρώτος, είναι ο απειλούμενος θάνατος της ποίησης, η απόσυρση του εκδοτικού και αναγνωστικού ενδιαφέροντος από αυτήν γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 90, όταν χάθηκε πια και η σκιά των «μεγάλων», των «εθνικών» ποιητών. Ο δεύτερος, συναρτώμενος με τον πρώτο, είναι η κατάσταση της κοινωνίας και του πολιτισμού την ίδια περίπου εποχή, μια κατάσταση «φούσκας», όπως τη χαρακτηρίζουμε πλέον μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Οι ποιητές και οι ποιήτριες, όμως, το «ήξεραν» από πριν ότι επρόκειτο περί φούσκας- ήταν ανάγκη για αυτούς και για αυτές να την τρυπήσουν, να συγκροτήσουν εκ νέου τον χώρο της πρόσληψής τους, να αναζητήσουν πεισματικά τη θέση τους. Η πολιτισμική αυτή μάχη ξεκίνησε πολύ πριν την κρίση, και συνεχίζεται και μετά από αυτήν. Στον βαθμό που η κρίση οδήγησε ένα μέρος της κοινωνίας σε κριτικό αναστοχασμό, η προσπάθεια αυτή των ποιητριών και των ποιητών ευνοήθηκε. Ας κρατάμε, πάντως, πολύ μικρό καλάθι.
- Όψεις του Πολιτικού
Θα απαριθμήσω όψεις του πολιτικού όπως αυτές εμφανίζονται όχι μόνο στη γραφή αλλά και στις εκδοτικές πρακτικές καθώς και στην εν γένει παρουσίαση της ποίησης στον δημόσιο χώρο. Θα χωρίσω, αντίστοιχα, σε τρία μέρη την παρουσίαση αυτή, επιχειρώντας πολύ συνοπτικά να ανιχνεύσω τη συνάφεια ποίησης και πολιτικού με αναφορά 1. στο περιεχόμενο, 2. στη μορφή, 3. στις δημόσιες πρακτικές γύρω από την καινούρια ελληνική ποίηση.
- Πολιτικό και περιεχόμενο
- Οικογένεια: Η μέσω της ποίησης δημοσιοποίηση του ιδιωτικού είναι ήδη μια πράξη με πολιτική διάσταση. Εδώ είναι απαραγνώριστο το κεφάλαιο «οικογένεια». Αυτό, δεν μπορεί να μη φέρει στο νου μας πρώτα-πρώτα το νέο κύμα του ελληνικού κινηματογράφου, τον Λάνθιμο, τον Κούτρα. Στην ποίηση έχουμε, αντίστοιχα, πρωτίστως τον Αμανατίδη. Ο γεννημένος στην Έδεσσα ποιητής-περφόρμερ που ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη έβαλε την οικογένεια και τις πνιγηρές ενδοοικογενειακές σχέσεις από νωρίς στο επίκεντρο της ποιητικής του. Η θεατρικότητα της γραφής του ζωντανεύει θραύσματα διαλόγων μέσα στο οικείο ντεκόρ της μικροαστικής οικογενειακής στέγης που τρέπεται ευφυώς σε ανοίκειο.
Στους αντίποδες αλλά με άξονα πάντα την οικογένεια, βρίσκονται οι στίχοι του Νίκου Βουτυρόπουλου[3]:
Δεν ξέρω τι λένε οι άλλοι
για μένα ψυχή είναι η οικογένεια.
Δεν ξέρω τι λένε οι άλλοι
για μένα πολιτική είναι
να τρώω μαζί με γυναίκα και κόρη.
Ιστορία τι είναι;
Ν’ αναρωτιέμαι
για τα παραμύθια των άλλων.
Έχουμε εδώ την οχύρωση στο ιδιωτικό ως άμυνα απέναντι σε ένα δημόσιο που εκφυλίστηκε. Με αυτό τον τρόπο, ωστόσο, το ιδιωτικό δεν παύει, όπως είπαμε, να δημοσιοποιείται. Έχουμε, ακόμα, τα ποιήματα των Φοίβης Γιαννίση και Δήμητρας Κωτούλα που πραγματεύονται τη σχέση μητέρας-κόρης, σχέση που, από όσο γνωρίζω, δεν αποτελεί συχνά αντικείμενο της ποίησης όχι μόνον στην Ελλάδα αλλά και γενικώς.
Θα έλεγα μάλιστα ότι ο έμφυλος λόγος στη σύγχρονη ελληνική ποίηση πραγματεύεται δυναμικά δυο ταυτότητες: (α) εκείνη της ποιήτριας – ως προς αυτό παραπέμπω, αντί άλλων, στην ποίηση της Κατερίνας Ηλιοπούλου και ιδιαίτερα στο βιβλίο της Άσυλο και (β) την πολύ ασυνήθιστη, όπως είπα και πριν, για τα ποιητικά δεδομένα ταυτότητας της μητέρας, και μάλιστα της μητέρας-μιας-κόρης (Φοίβη Γιαννίση και Δήμητρα Κωτούλα). Αν πρέπει κάτι να σχολιάσω, ως πρώτη σκέψη, θα έλεγα ότι ο έμφυλος ποιητικός λόγος μετά την εκ μέρους του διεκδίκηση και κατάκτηση της σωματικότητας και της σεξουαλικότητας έρχεται να αναμετρηθεί με προβλήματα της σημερινής γυναίκας στον ανεπτυγμένο κόσμο (ναι, η Ελλάδα της νέας χιλιετίας ανήκει ασφαλώς στον ευρωπαϊκό, ανεπτυγμένο κόσμο και το έμφυλο ποιητικό υποκείμενο πραγματεύεται ταυτότητες οικείες σε οποιαδήποτε εργαζόμενη ευρωπαία μητέρα-μιας-κόρης: ) η γυναίκα-μητέρα που διακρίνουμε μέσα στους στίχους των νέων ποιητριών (θα συμπεριλάμβανα σε αυτές και την Άννα Γρίβα) είναι (α) θηλυκή, είναι (β) μητέρα θηλυκού, είναι (γ) ασυντρόφευτη στον μητρικό της ρόλο: είναι η μητέρα μιας γυναίκας και είναι, υπό αυτή της την ιδιότητα, απολαυστικά μόνη. Το πάθος που εκλύεται είναι σχεδόν ναρκισσιστικό (το πάθος του καθρέφτη) με ένα προανάκρουσμα δυναμισμού για τον θηλυκό φορέα του μέλλοντος. Ανάμεσα στη δύναμη και τη μοναξιά του το θηλυκό αναθρέφει και εξαπολύει στο μέλλον τη συνέχειά του. Θα πρόσθετα εδώ οπωσδήποτε και το παράδειγμα της Όλγας Παπακώστα, που πραγματεύεται την ίδια ταυτότητα υπό την οπτική της κόρης. Χαρακτηριστικό το ποίημά της
SNOW WHITE 2[4]
Μια μέρα που βαριόμουν στο παλάτι, άναψα ένα τσιγάρο κι είπα
Να ξαναπαίξω το αγαπημένο μου παιχνίδι.
«Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου», ρώτησα όλο χαρά, «ποια είναι η ομορφότερη του κόσμου;»
«Μα φυσικά η μητέρα σου», απάντησε ο καθρέφτης. «Μην ανησυχείς, όμως, γιατί όσο πας της μοιάζεις.»
- Μετανάστευση: Είτε ως μετανάστευση προς την Ελλάδα είτε ως νέα διασπορά (μετανάστευση από την Ελλάδα προς χώρες που προσφέρουν περισσότερες ευκαιρίες) η θεματική αυτή προσφέρει ίσως το πλέον συμπεριληπτικό πεδίο για να διερευνήσει κανείς και ζητήματα όπως ρατσισμός και κοινωνική τάξη. Αφήνω επιδεικτικά εκτός συζήτησης το ζήτημα των προσφύγων: η καλλιτεχνική πορνογραφία με τη βοήθεια των πνιγμένων παιδιών είναι πέρα από τα όρια του δικού μου κώδικα δεοντολογίας. Αν υπάρχει κάποια ποιητική εκδοχή του Ai Weiwei, θα προτιμήσω να την αγνοήσω.
Θα είχε ενδιαφέρον να ερευνήσει κανείς εδώ αφενός τους ποιητές με μεταναστευτικό υπόβαθρο που γράφουν στα ελληνικά, προπάντων τους Αλβανούς Ένο Αγγόλι (περιλαμβάνεται στην Ανθολογία) και Λουάν Τζούλις (δεν περιλαμβάνεται στην Ανθολογία) × αφετέρου θα έπρεπε να δούμε τους σύγχρονους Έλληνες που γίνονται μετανάστες, ιδίως ως φοιτητές αλλά και υψηλής εξειδίκευσης εργαζόμενοι στο εξωτερικό. Θα αναφέρω ενδεικτικά μόνο μερικούς, καθώς είναι πάρα πολλοί, αυτούς ιδίως που ασχολούνται στην ποίησή τους με αυτή τη διάσταση: Κάλλια Παπαδάκη, Παναγιώτης Ιωαννίδης, Χάρης Ψαρράς, Θοδωρής Ρακόπουλος, Ένο Αγγόλι. Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει στη Γιάνα Μπούκοβα, που συνδυάζει την ιδιότητα της κριτικού και της μεταφράστριας, έχοντας επιλέξει σταδιακά να δοκιμάσει την ελληνική γλώσσα ως πρωτότυπη γλώσσα της ποίησής της, χωρίς ταυτόχρονα να απαρνηθεί τη μητρική της, τα βουλγαρικά.
Πατρίδα, γλώσσα και παράδοση είναι μερικές ακόμα όψεις του πολιτικού με τις οποίες αρκετά συστηματικά και επαναλαμβανόμενα αναμετράται η καινούρια ποίηση, είτε με ρητές αναφορές είτε μετωνυμικά-αλληγορικά. Εδώ είναι φανερή η διάθεση για έρευνα, το πνεύμα της αναζήτησης. Δεν υπάρχουν έτοιμες λύσεις, δεν υπάρχουν ποιητικές προφητείες. Η καινούρια ελληνική ποίηση είναι κατεξοχήν κριτική. Και, ακόμη σημαντικότερο, είναι μια ποίηση με πρόσημο, πλέον, οικουμενικό μάλλον παρά εθνικό. Αυτή είναι μια σημαντική όψη της πολιτικότητάς της.
Πολιτικό και φόρμα
Η φόρμα της καινούριας ελληνικής ποίησης περιλαμβάνει σχεδόν τα πάντα. Είναι, από την άποψη αυτή, γνήσιο τέκνο της μεταμοντέρνας συνθήκης. Αν πρέπει να επισημανθεί κάποια πολιτική διάσταση ως προς τη φόρμα, τότε αυτή θα έπρεπε, νομίζω, να αναζητηθεί στο στοιχείο της επιτέλεσης, που συναρτάται και με την αμέσως επόμενη ενότητα. Αρκεί εδώ να επισημάνουμε τον διαλεκτικό αντίκτυπο που ο στόχος της επιτέλεσης έχει πάνω στην ποιητική φόρμα. Με άλλα λόγια, η ποίηση που γράφεται για να διαβαστεί/επιτελεστεί δημόσια με έναν ορισμένο τρόπο, φέρει ήδη στο σώμα της τα στοιχεία της επιτελεστικότητάς της. Πρόκειται, κυρίως, για στοιχεία μιας έντονης προφορικότητας του ύφους (σε βάρος, ας πούμε, της «αφηγηματικότητας»), μιας ευδιάκριτης θεατρικότητας, μιας ιδιαίτερης σωματικότητας. Άξιοι εκπρόσωποι αυτών των τάσεων είναι οι Αμανατίδης, Γιαννίση, Κολαϊτη, αλλά και η πολύ ιδιαίτερη ποιήτρια με έκδηλο το στοιχείο του φύλου στην ποίησή της Όλγα Παπακώστα.
- Πολιτικό και δημοσιότητα:
Είναι, τέλος, γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια τα ποιητικά ακροατήρια – οπωσδήποτε δε τα ακροατήρια της καινούριας ποίησης – πύκνωσαν. Αυτό συνδέεται, ενδεχομένως, με την εσωστρεφή-αναστοχαστική τάση μέρους της κοινωνίας όπως αναφέραμε στην αρχή, συνδέεται με τις νέες πρακτικές (performance) αλλά και με την εξωστρεφή εμφάνιση νέων σχημάτων και περιοδικών. Όλα αυτά συγκροτούν ένα νέο δημόσιο χώρο γύρω από την καινούρια ποίηση. Ο πυρήνας του χώρου είναι μικρός αλλά δυναμικός. Είναι νωρίς ακόμη για να πούμε ότι κάτι αλλάζει, αλλά είναι καιρός να επισημάνουμε ότι κάτι συμβαίνει, κάτι γίνεται. Ας το παρακολουθήσουμε με προσοχή.
[1] Εισήγηση στη συνεδρία με θέμα Race–Gender–Class (Νίνα Ράπη (GR), Γεράσιμος Μπέκας (D), Μαρία Τοπάλη (GR), Achim Wieland (CY) στο πλαίσιο του συμποσίου SYN_ENERGY BERLIN_ATHENS 17.-21. Οκτωβρίου 2018, Ελληνογερμανικό Συνέδριο Συγγραφέων με βραδινές εκδηλώσεις ανοικτές για το κοινό.(c) Lettrétage / Diablog Vision e. V., Essay written by Maria Topali for SYN_ENERGY BERLIN_ATHENS
[2] Τοπάλη, Μ. (ανθολόγηση) Ποίηση με πείσμα: ελληνική ποίηση του 21ου αιώνα. Κυκλοφορεί ήδη στα γερμανικά υπό τον τίτλο Dichtung mit Biss. Griechische Lyrik aus dem 21. Jahrhundert σε μετάφραση Τόρστεν Ίσραελ, edition Romiosini, Βερολίνο 2018. Υπό έκδοση στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αντίποδες.
[3] Βουτυρόπουλος, Ν., Το νησί των ονείρων, εκδόσεις s@mizdat 2014, σελ.21 και Ποίηση με πείσμα, βλ. υποσημείωση 2.
[4] Παπακώστα, Ο., Μεταμορφώ[θ]εις [ποιήματα], Πατάκης 2018.