Της Όλγας Σελλά.
«Η γειτονιά των αγγέλων», η πρώτη μεγάλη φετινή παραγωγή του Εθνικού, στη σκηνή ΡΕΧ-Κοτοπούλη, μιμήθηκε άσχημα μια εποχή. Τη δεκαετία το ’60 το στόρι του έρωτα του πλούσιου (ή της πλούσιας) με τη φτωχή (ή τον φτωχό αντίστοιχα) έσπαγε ταμεία στον ασπρόμαυρο (και αργότερα έγχρωμο) ελληνικό κινηματογράφο. Εκείνες οι ταινίες ήταν λαϊκή διασκέδαση, λαϊκή φαντασίωση και ένας από τους τρόπους να θιγούν οι κοινωνικές τάξεις και όσα τους χώριζαν στη μετεμφυλιακή Ελλάδα της αντιπαροχής. Παρότι ξεπερασμένες έχουν μερικές έξοχες ερμηνείες, πολλές από αυτές έχουν ακόμη πιο έξοχα τραγούδια και σίγουρα τις κουβαλάμε όλοι με τρυφερότητα, μόνο και μόνο για την αθωότητα της εποχής στην οποία παραπέμπουν. Κάπως έτσι ήταν και το θεατρικό που έγραψε, έπειτα από παραγγελία της Τζένης Καρέζη, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης. «Η γειτονιά των αγγέλων» ανέβηκε στη σκηνή του ΡΕΧ-Κοτοπούλη το 1963 με πρωταγωνιστές την Τζένη Καρέζη (την πλούσια που βρίσκεται κατά λάθος κάπου στην Καστέλα, λέει το πρωτότυπο κείμενο) και τον Νίκο Κούρκουλο (το φτωχό εργατόπαιδο που την ερωτεύεται και συγκρούεται με τον κόσμο του). Η θεατρική παράσταση, παρότι είχε μερικά σπουδαία τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη και εξαιρετικό καστ κατέβηκε το 1963 σε ένα μήνα.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1969, το ίδιο στόρι μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο με τον τίτλο «Γυμνοί στο δρόμο», σε σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη με τον Νίκο Κούρκουλο και τη ΖωήΛάσκαρη στο ρόλο της πλούσιας. Η μουσική αυτή τη φορά ήταν του Σταύρου Ξαρχάκου (επίσης εξαιρετική), μιας και ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν απαγορευμένος από τη δικτατορία. Οσοι γνωρίζουν καλά το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη λένε ότι είναι από τα πιο αδύναμα έργα του. Πάντως, προσπάθησε να βάλει τη δική του πινελιά, τη δική του ποίηση -προσπερνώντας τη λογοκρισία τηςεποχής- στο ρόλο του τρελού, που στην αρχική παράσταση είχε ερμηνεύσει ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ενώ στην ταινία τον ίδιο ρόλο ερμήνευσε, επίσης εξαιρετικά, ο Χρόνης Εξαρχάκος.
Φέτος, το 2013, ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, ο Σωτήρης Χατζάκης σκέφτηκε ν’ ανοίξει τη σεζόν μ’ αυτό το έργο, σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου, θέλοντας -όπως είπε σε δήλωσή του στο Mega- να σηματοδοτήσει ότι στο πρόσωπό του συνεχίζεται η εποχή του Νίκου Κούρκουλου στο Εθνικό. Προσπέρασε μια θητεία, του Γιάννη Χουβαρδά, αλλά αυτό είναι το λιγότερο…
Την Παρασκευή 25 Οκτωβρίου έγινε η επίσημη πρεμιέρα. Με το Νίκο Ψαρρά στο ρόλο του εργατόπαιδου και τη Μαρίνα Ασλάνογλου στο ρόλο της πλούσιας που τον ερωτεύεται. Στο ρόλο του τρελού, του Δωδεκάλογου, ο Ταξιάρχης Χάνος, από τις πλέον στιβαρές παρουσίες της τωρινής παράστασης. Η μουσική ήταν του Μίκη Θεοδωράκη, από το έργο του οποίου αντλήθηκαν και άλλες επιτυχίες, από άλλα έργα, αλλά ούτε κι αυτό έχει σημασία. Τι είδαμε σ’ αυτή την παράσταση; Δυστυχώς είδαμε την αισθητική του σήμερα στον κόσμο της εργατικών συνοικιών του Πειραιά. Είδαμε τις φτωχές προσφυγοπούλες ν’ αλλάζουν κομψά (προς το λαϊκό πάντα) συνολάκια σε κάθε σκηνή, είδαμε μια κακόγουστη προσομοίωση των γυμνών λόφων της Δραπετσώνας (μας εξέπληξε δυσάρεστα ο Αγγελος Μέντης). Είδαμε στην αρχική σκηνή της κηδείας ενός νέου από τη φτωχογειτονιά να έχει ο νεκρός το όνομα Παύλος, ενώ στο αρχικό κείμενο το όνομα του νεκρού νέου είναι Μήτσος. Δεν χρειαζόταν ο εκβιασμός συνειρμών (Κερατσίνι, Δραπετσώνα, Παύλος) για να συνδέσουμε την τότε εποχή με τη σημερινή. Ερχόταν αβίαστα…
Και δεν είδαμε σχεδόν καθόλου την αρχοντιά του λαϊκού κόσμου εκείνης της εποχής, παρά μόνο μέσω μιας τηλεοπτικού τύπου ελαφρότητας. Εψαξα στο Youtube σκηνές από την κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου, εκείνην του Γιάννη Δαλιανίδη. Φοβάμαι ότι ο αξιαγάπητος Κώστας Τσιάνος (που είχε παίξει ως ηθοποιός στην ταινία του Δαλιανίδη) επιχείρησε να μεταφέρει αρκετά στοιχεία από εκείνη την προσέγγιση. Μόνο που σήμερα έμοιαζε σαν ξένο ρούχο, σαν κακόγουστο φολκόρ, γιατί στην φετινή παράσταση του ΡΕΧ δεν υπήρχε ούτε στιγμή συναίσθημα, ούτε καν σ’ εκείνο το εμβληματικό τραγούδι («Από το παράθυρό σου/ πέρασε το καλοκαίρι/ πέρασε κι η συννεφιά…») που ακόμα συγκινεί όταν το ακούμε από τις φωνές του Νίκου Κούρκουλου και της Τζένης Καρέζη. Και για να το αλαφρύνει ακόμα περισσότερο, ανατρέπει το τέλος του Καμπανέλλη (που είναι ο θάνατος των πρωταγωνιστών) και στην παράσταση παντρεύονται, η πλούσια γίνεται δεκτή στον κόσμο των δύσπιστων φτωχών και όλοι μαζί πηγαίνουν στην ακροθαλασσιά… Τι κρίμα!
ΥΓ. Η μόνη πραγματική συγκινητική στιγμή της βραδιάς ήταν όχι επάνω στο χώρο της σκηνής ΡΕΧ-Κοτοπούλη, ούτε καν στο φουαγιέ του θεάτρου. Ηταν μετά το τέλος της παράστασης, στο πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου. Είχε μόλις γίνει γνωστό ότι ο κριτικός θεάτρου Κώστας Γεωργουσόπουλος είχε την ίδια μέρα κηδέψει την αγαπημένη σύντροφο της ζωής του, την Ναυσικά, σπουδαία γυναίκα και εξαιρετική φιλόλογο. Σπεύσαμε να τον συλληπηθούμε. «Ξέρετε, θεώρησα ότι αυτό έπρεπε να κάνω απόψε. Να έρθω στο θέατρο. Ηταν κάτι που κάναμε χρόνια μαζί», μας είπε πριν μας καληνυχτίσει.