Χρήστος Τσιάμης: Ποιήματα της εποχής

0
969

 

Το Πέναλτυ

 

Στέκεται μοναχός κάτω από τα δοκάρια.

Δεν αντικρύζει τον εκτελεστή ή τη μπάλα.

Απέναντί του είναι μια άβυσσος από μάτια.

 

Η σφυρίχτρα σκίζει στα δυο το στερέωμα, πέφτει νύχτα

στη μεριά του.  Αυτός στον αέρα με φτερά πληγωμένα.

Και η μεριά που πάλλεται από το τράνταγμα στα δίχτυα.

 

Μπράβο στον που έβαλε το γκολ, η Ιστορία θα τον τιμήσει.

Η μνήμη μας, όμως, θα κρατήσει το σώμα εκείνο σε πτήση,

ηρωικά δοσμένο στη στιγμή, ακόμα και με λάθος την κρίση.

 

 

Η ποίηση αναλύει την πολιτική

 

 

Ι

 

Αυτοί που λένε τα πολλά κι ασύνδετα.

Κι οι άλλοι με τα λογικά τους σχήματα

 

Από μπαλκόνια ψηλά

Οχυρωμένοι πίσω από έδρανα

Από κανάλια χωρίς νερά

 

Τι ξέρουν από τη ζωή μας;

 

Η ζωή μας είναι ο έρωτας

Είναι τα παιδιά μας

Είναι το έργο τής δουλειάς μας

 

Είναι μέσα μας η γαλήνη

στη γωνίτσα εκείνη

όπου συναντάμε αυτό

που μερικοί το λένε θεό

κι άλλοι το λένε τίποτα.

 

Τι ξέρουν από τη ζωή μας αυτοί;

Κι εμείς καθόμαστε και τους ακούμε

σαν  να κρεμόταν από μιά κλωστή.

 

 

ΙΙ

 

Λοιπόν, πώς φτάσαμε ως εδώ;

Να ταλαιπωρούνται πάλι οι πολλοί

κι οι λίγοι να συνεχίζουν το παιχνίδι.

 

Τους είχαμε δώσει δουλειά εμείς.

Να φροντίζουν του ψωμιού τη μοιρασιά

και να φυλάνε απ’ τ’ άγρια το σπίτι.

Κι αυτοί μάς βγήκαν από πάνω, αφεντικά!

 

 

 

 

 

 

ΙΙΙ

 

Είναι περίεργο

ότι όλα αυτά τα χρόνια

θαυμάζαμε τον κύριο

με τη χορτάτη υπόσταση

και το αχόρταγο

της κάθε του πράξης

ενώ το ξέρουμε καλά

ότι η πίτα είναι μια

για όλους εδώ εμάς

και κάθε του επιδρομή

στην κοινή μας τράπεζα

για ένα ακόμη κομμάτι

σημαίνει ότι ένας από μας

απόψε θα πεινάσει.

 

 

 

 

Η Ελλάδα σήμερα

 

χρειάζεται χρήμα

χρειάζεται ποίημα

χρειάζεται βήμα

 

ν’ ανέβει αυτός που θα μας πει

πόσο ακριβά κοστίζει η αλήθεια.

 

 

 

 

Η Αγάπη

 Ι

 

Ξυπόλητη σε πλησιάζει,

με βήματα βαριά,

από τα νώτα από το πουθενά.

Κι ενώ στης σκέψης το τοπίο

έχει αρχίσει να νυχτώνει,

εκείνη χώνει δάχτυλα στοργής

στ’ αλαφιασμένα σου μαλλιά.

Μέσα σου αρχίζει να ξημερώνει

ξανά και ξανά και ξανά και ξανά

 

 

ΙΙ

 

Η αγάπη δεν έχει φίλτρα.

Μπαίνει αδιάκριτα στα σπίτια.

Στα δικαστήρια του κόσμου

δεν λέει ποτέ την αλήθεια,

γιατί η δική τους η αλήθεια

είναι μέρος του διακόσμου.

Η αγάπη τα κάνει θάλασσα

γιατί χατήρι δεν της χάλασα.

Κυκλοφορεί χωρίς ιμάτια

και η μορφή της είναι αόρατη.

Θα την δεις μόνο στα μάτια.

 

 

 

 

Soyer Mysterieuses

(επιγραφή σε πίνακα του Paul Gauguin)

 

Όταν το τελευταίο

πέπλο θα έχει πέσει,

το κορμί σου θα δέσει

προσωρινά από ντροπή.

 

Κι όταν η ματιά σου

με τη ματιά μου

θα έχει μπλεχτεί,

εσύ θα φοράς τη γύμνια

που σου πάει πιο πολύ!

Προηγούμενο άρθροH Νέα Υόρκη του Πολ Όστερ
Επόμενο άρθροΙσορροπώντας ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ