του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου.
Ένα ταξίδι στον μυθικό αλλά και στον ιστορικό χρόνο: από την αιγυπτιακή μυθολογία και τις αρχαίες πόλεις των Αντικυθήρων, των Μυκηνών και της Λήμνου μέχρι τη δολοφονία του Καποδίστρια στο Ναύπλιο ή τη σαρωτική εισβολή της αστυνομίας στην εκκλησία Candelaria του Ρίο ντε Τζανέιρο το βράδυ της 23ης Ιουλίου του 1993. Σ’ ένα ταξίδι σαν κι αυτό θα δώσουν επίσης το παρών η Αρσινόη των ελληνικών και των αιγυπτιακών μύθων, η ομηρική Τροία, η ήττα των Γάλλων και των Βρετανών στην Καλλίπολη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Όλιβερ Τουίστ του Ντίκενς, ο Πήτερ Παν του J. M. Barrie ή η Μαίρη Πόπινς του P. L. Travers.
Με την καινούργια ποιητική του συλλογή, ο Δημήτρης Χουλιαράκης (Αναπολόγητος στις κούνιες ντάλα μεσημέρι. Είκοσι ένα συν ένα ποιήματα. Το Ροδακιό).θα ανατρέξει για άλλη μια φορά σε ονόματα τόπων και προσώπων που έχουν αντληθεί από τις πιο διαφορετικές μυθολογίες ή που έχουν αποσπαστεί από τις πλέον ετερόκλιτες ιστορικές και λογοτεχνικές περιόδους. Σκοπός του, όπως και παλαιότερα, να παραστήσει την ολοκληρωτική συντριβή της ύπαρξης απέναντι σε μια πραγματικότητα η οποία είναι ικανή να καταβροχθίσει στο πέρασμά της τα πάντα. Η ήττα αυτή, ωστόσο, δεν θα επέλθει με γόο και οιμωγή ούτε διαμέσου του οιουδήποτε θρήνου. Το πένθος και ο σπαραγμός δεν έχουν καμιά θέση στα ποιήματα του Χουλιαράκη. Η καταρράκωση (αν μιλάμε όντως για καταρράκωση) μπορεί να συντελεστεί εδώ μόνον εν θριάμβω: σαν ένας συνεχής, δαιμόνιος χορός, ο οποίος θα πυροδοτήσει την καταστροφή κάτω από άπλετο φως, σε μιαν εκκωφαντική έκρηξη της ζωής. Μια ζωή που χωρίς να καταλήξει επ’ ουδενί στον βιταλισμό, δεν θα πάψει μέχρι και την τελευταία στιγμή να σφύζει από ένα είδος εσωτερικού παραδαρμού, ενταγμένου σε μια σταθερά ανοδική λυρική κλίμακα, όπου εικόνες και ήχοι θα συμπλακούν σε ένα ποιητικό τοπίο υψηλής έντασης:
Σίμωσα τότε και σε είδα στον καθρέφτη
Μεθυστικό το είδωλό σου με κορμί εφηβικό
Απ’ τους αιώνες μέσα να προβαίνει
Ίδιο ποτάμι που με σέρνει στο χαμό.
Θα πρέπει να πω ότι μια τέτοια ένταση δεν θα μείνει εντέλει με μηδενική ανταπόκριση, όπως το έχουμε δει να συμβαίνει στις προηγούμενες συλλογές του Χουλιαράκη. Η δήωση και τα πολλαπλά χτυπήματα που θα δεχτεί η ύπαρξη θα αποτελέσουν τον ένα πόλο του βιβλίου του. Στον άλλο πόλο θα αναβλύσει ο έρωτας: ένας έρωτας που θα κηρύξει πάνδημο συναγερμό, με μια συναισθησία η οποία θα αναγάγει το σώμα σε ύστατο καταφύγιο. Το αίμα και οι απονεκρωμένες μορφές της Ιστορίας θα βρεθούν εδώ μπροστά σ’ έναν τιτάνιο αντίπαλο, που θα κατορθώσει ακόμα και με την προοπτική μιας παντελώς απατηλής υπόσχεσης να ανακαλύψει μια ζωτική διέξοδο για όλες τις απώλειες του βίου, πρακτικού και θεωρητικού.
Ο έρωτας και η ποίηση, βέβαια, δεν θα μεταμορφωθούν υπό αυτές τις συνθήκες σε πανηγύρι αισιοδοξίας. Δουλειά της ποίησης δεν είναι, άλλωστε, να επινοεί αντίδοτα και ελιξίρια για το οποιοδήποτε άλγος: μπορεί, όμως, σε κάθε περίπτωση (ο Χουλιαράκης το αποδεικνύει δίχως περιφράσεις), να λειτουργήσει ως ένα πεδίο ανάσχεσης του θανάτου – πολλώ δε μάλλον αν ο λόγος της έχει παίξει κατ’ επανάληψη με την παγωμένη ανάσα και τη μαύρη σκιά του.
INFO: Δημήτρης Χουλιαράκης: Αναπολόγητος στις κούνιες ντάλα μεσημέρι. Είκοσι ένα συν ένα ποιήματα. Το Ροδακιό. Σελ. 39.