Φυλετικές θεωρίες: Αναζητώντας τις ρίζες της «Χρυσής Αυγής» (του Σπύρου Κακουριώτη)

0
822

 

 

Του Σπύρου Κακουριώτη.

 

«Εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε ρατσιστές, είναι στο DNA μας»… Αυτή η μικρή φράση, που μπορεί κανείς να ακούσει σε δεκάδες καθημερινές συνομιλίες, συνήθως ως κατακλείδα κάποιου παθιασμένου μονόλογου που κατακεραυνώνει, κατά περίπτωση, τους Αλβανούς, τους μουσουλμάνους, τους εβραίους κ.ά., αποτελεί μια απάντηση στο γιατί, και κυρίως στο πώς, ένα ναζιστικό γκρουπούσκουλο κατόρθωσε, με σχετική ευκολία, να αναδειχθεί σε κοινοβουλευτικό κόμμα, αντιπροσωπεύοντας ένα διόλου ευκαταφρόνητο κομμάτι της κοινωνίας μας.

Η φυσικοποίηση της διαφοράς («είναι στο DNA μας…») αποτελεί μια από τις ιδέες που συνοδεύουν τη νεωτερικότητα ήδη από τα πρώτα της σκιρτήματά της. Μαζί με την ανάπτυξη των επιστημών, ιδιαίτερα της ιατρικής, διαδραμάτισε κυρίαρχο ρόλο στη συγκρότηση των αντιλήψεων των Ευρωπαίων για την ανωτερότητα της Δύσης, για τον «εκπολιτιστικό» ρόλο της αποικιοκρατίας, για την πατριαρχική κυριαρχία πάνω στις γυναίκες και τα παιδιά.

Η αντίληψη ότι οι άνθρωποι χωρίζονται σε φυλές με διακριτά εξωτερικά γνωρίσματα, ότι τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά προσδιορίζονται φυλετικά και κληρονομούνται, οι φυλετικές θεωρίες δηλαδή, μαζί με τον δαρβινικής προέλευσης πολιτισμικό εξελικτισμό, αλλά και την ευγονική, τις ποικίλες πρακτικές «βελτίωσης» ή διατήρησης της φυλετική «υγείας», κατά τον 19ο και το πρώτο ήμισυ του 20ού αιώνα αποίκισαν το φαντασιακό των Ευρωπαίων (αλλά συχνά και των αποικιοκρατούμενων) σε βαθμό που σήμερα μας φαίνεται αδιανόητος.

Μόνο η ακραία εφαρμογή των θεωριών αυτών μέσα από το πολιτικό πρόγραμμα του ναζισμού, με αποκορύφωμα την Τελική Λύση, δηλαδή την εβραϊκή γενοκτονία, και τον πόλεμο για την εγκαθίδρυση μιας φυλετικά ιεραρχημένης «νέας τάξης» στον κόσμο, μπόρεσε να απονομιμοποιήσει σε διεθνές επίπεδο τις ρατσιστικές ιδέες και πρακτικές. Όχι όμως ριζικά, όπως δείχνει η επιβίωση του απαρτχάιντ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ή η διαρκής παρουσία του αντισημιτισμού, ενδεδυμένου πλέον τη λεοντή του «αντισιωνισμού».

Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την εξάντληση της αντιφασιστικής συναίνεσης στη Δύση (αλλά και στην Ανατολή), οι ιδέες αυτές, με ποικίλες μορφές, λιγότερο επιστημονικοφανείς ίσως, σε συνδυασμό με τις εντάσεις που προκαλεί η παγκοσμιοποίηση και οι μεταναστευτικές ροές, τροφοδότησαν τον ακροδεξιό (και όχι μόνο) εξτρεμισμό και τη διείσδυσή του σε ευρύτερα ακροατήρια, αποδεικνύοντας το πόσο βαθιά ριζωμένες είναι οι φυλετικές θεωρίες στις κοινωνίες μας.

Αυτή η «επανανομιμοποίηση» του ρατσισμού σε ευρύτερα ακροατήρια υπήρξε το ερέθισμα για τους συντελεστές του ανά χείρας τόμου, προκειμένου να ανιχνεύσουν την πρόσληψη αυτών των ιδεών στην Ελλάδα, κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα, καθώς και τις χρήσεις τους στις επιστήμες, στην πολιτική, στη λογοτεχνία, την τέχνη. Προϊόν ενός μεγάλου συνεδρίου, που διεξήχθη το 2014 από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη και το περιοδικό Τα Ιστορικά, οι συμβολές που συγκεντρώνονται στις σελίδες του αποτελούν την πρώτη διεπιστημονική προσέγγιση των φυλετικών θεωριών και της πρόσληψής τους στην Ελλάδα, ιδιαίτερα από τα τέλη του 19ου αι. μέχρι τον Μεσοπόλεμο.

Αρχικά, μια σειρά μελετητών εξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο οι φυλετικές θεωρίες συμβάλλουν στη συγκρότηση του επιστημονικού λόγου, ιδίως στο ελληνικό πανεπιστήμιο, σε πεδία όπως η ανθρωπολογία, η ιατρική και η εγκληματολογία, αλλά και το πώς αντιμετωπίστηκαν τα προγράμματα ευγονικής.

Στη συνέχεια, παρουσιάζονται μελέτες που εξετάζουν τον ρόλο που έπαιξε ο φυλετισμός στην ανάπτυξη των πολιτικών ιδεών (όπως π.χ. η πρόσληψη μαρξισμού και δαρβινισμού από την ελληνική σοσιαλιστική σκέψη) και τη χρήση τους στις πολιτικές διαμάχες, τόσο κατά την περίοδο του Εθνικού Διχασμού όσο και αργότερα, όταν ο αντικομμουνισμός θα πάρει τις μορφές του αντισλαβισμού και του αντισημιτισμού.

Τέλος, στο τρίτο μέρος, εξετάζεται η παρουσία των φυλετικών ιδεών στη λογοτεχνία και την παραλογοτεχνία, ιδιαίτερα δε στο έργο του Μ. Καραγάτση, καθώς και στον λόγο περί τέχνης, ενώ ο τόμος ολοκληρώνεται εστιάζοντας την κριτική προσέγγιση στο σήμερα, με ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες συμβολές για τον φυλετισμό στο δίκαιο περί ελληνικής ιθαγένειας, για την αντιρατσιστική κριτική και τον δημόσιο διάλογο τη δεκαετία του 1990, τη διαχρονική παρουσία των Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών στις τάξεις του ελληνικού αντισημιτισμού (δυστυχώς, όχι μονάχα της δεξιάς…), καθώς και για την αδιάλειπτη σύμπλευση της ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδας με τον «λαϊκό» αντισημιτισμό.

 

info

Ε. Αβδελά, Δ. Αρβανιτάκης, Ε. Α. Δελβερούδη, Ε. Ματθιόπουλος, Σ. Πετμεζάς, Τ. Σακελλαρόπουλος (επιμ.)

Φυλετικές θεωρίες στην Ελλάδα

Προσλήψεις και χρήσεις στις επιστήμες, την πολιτική, τη λογοτεχνία και την ιστορία της τέχνης κατά τον 19ο και 20ό αι.

Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης – Εκδόσεις Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Κρήτης, 2017

σελ. 520

 

Προηγούμενο άρθροΚλάουντιο Μάγκρις: “Όλη η ανθρώπινη ιστορία είναι μια απόξεση της συνείδησης” (της Δήμητρας Ρουμπούλα)
Επόμενο άρθρο“Ο Λύκος δίπλα σου” (διαδραστική ιστορία μυστηρίου για παιδιά από τον Αναγνώστη στο Τρένο στο Ρουφ)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ