Της Αγορίτσας Μπακοδήμου.
Το «ψυχαγωγικό» σινεμά είναι σπουδαία και δύσκολη υπόθεση. Οι συνταγές επιτυχίας είναι λίγο-πολύ γνωστές: πολύ χρήμα, γνωστός πρωταγωνιστής, εντυπωσιακά εφέ, βία και σεξ (δυστυχώς εδώ δεν έχει σεξ!) και μια επικάλυψη φιλοσοφίζουσας ανησυχίας. Ε, λοιπόν, το Snowpiercer τα έχει όλα αυτά και επιπλέον διαθέτει έναν Κορεάτη σκηνοθέτη, τον Μπονγκ Τζουν-χο, που νιώθει υποχρεωμένος να τιμήσει την κινηματογραφική παράδοση της χώρας του ρίχνοντας στη μέση και λίγο καλλιτεχνίζον σπλάτερ. Όλη η ταινία εξελίσσεται μέσα σ’ ένα τρένο που διασχίζει αενάως τον παγωμένο πλανήτη Γη μετά από μια ολοκληρωτική καταστροφή λόγω του φαινομένου του Θερμοκηπίου. Οι κοινωνικές τάξεις αναπαράγονται μέσα στο τρένο με τους εύπορους να καταλαμβάνουν το μπροστινό τμήμα και να ζουν στις ανέσεις, ενώ οι εξαθλιωμένοι πληβείοι ζουν στην ουρά. Η επανάσταση που έρχεται είναι αναμενόμενη και η ταινία έχει εξαντλήσει το λόγο ύπαρξης της πριν φτάσει καλά-καλά στη μέση. Μπορεί η ιστορία να προέρχεται από ένα γαλλικό κόμικ, αυτό όμως δε δικαιολογεί τους χάρτινους χαρακτήρες, τα κενά στην πλοκή και το αίσθημα ανίας που καταλαμβάνει τον θεατή. Όλα αναμενόμενα και γνωστά, ενώ το υπαρξιακό περιτύλιγμα της ταινίας είναι τόσο εξόφθαλμα απλοϊκό που φτάνει να σε ενοχλεί σαν επιπλέον ζαχαρωτό σε φορτωμένη, πλην άγευστη, τούρτα. Εν ολίγοις, έχουμε δει καλύτερα!
Ακόμα μία ταινία για το ζοφερό μας μέλλον. Ο Τέρυ Γκίλιαμ ολοκληρώνει την τριλογία που ξεκίνησε με το Brazil και τους 12 Πιθήκους. Το Θεώρημα του Μηδενός είναι η ιστορία ενός μοναχικού νευρωτικού άντρα σ’ ένα εχθρικό σύμπαν που επιμένει να αναζητά κάποια λύση. Η σκηνοθεσία είναι ενδιαφέρουσα, δράμα και εξέλιξη δεν υπάρχει, ο Ματ Ντέιμον έχει ελάχιστη παρουσία και το μόνο που μένει από την ταινία είναι μια κάποια ανεξήγητη δυσφορία. Οι φανατικοί του Γκίλιαμ θα τη δουν έτσι κι αλλιώς, εμείς οι υπόλοιποι θα περάσουμε καλύτερα νοικιάζοντας από το βιντεοκλάμπ της γειτονιάς μας τις δυο προηγούμενες ταινίες του. Άλλωστε, πόσο καιρό έχετε να μετατρέψετε το καθιστικό σας σε «σκοτεινή αίθουσα»;
Το Sacro Gra είναι το ντοκιμαντέρ που πήρε τον Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας του 2013 και το σκηνοθέτησε ο Τζιανφράνκο Ρόσι . Ένας μεγάλος αυτοκινητόδρομος ενώνει διαφορετικούς ανθρώπους και τις ζωές τους. Η κάμερα καταγράφει στιγμές από τη ζωή ξεπεσμένων αριστοκρατών, φτωχών μεταναστών, ψαράδων και καλλιτεχνών που όλοι μαζί συγκροτούν το ανομοιογενές τοπίο της σύγχρονης πόλης. Μια σημαντική δουλειά που χρειάστηκε δύο χρόνια για να ολοκληρωθεί και μας επιτρέπει να περιδιαβούμε για λίγο τη «ζωή των άλλων», προσφέροντας καινούρια μέτρα και σταθμά για τη δική μας ζωή.
Βαλέσα, η δύναμη της ελπίδας και ο 87χρονος Βάιντα φτιάχνει ένα φιλμ τόσο στιβαρό όσο και ο πρωταγωνιστής του. Η ταινία παρακολουθεί τη ζωή του ηγέτη της Αλληλεγγύης και σταματάει στο σημείο που γίνεται Πρόεδρος της Πολωνίας – τότε αρχίζουν οι μεγάλες αμφισβητήσεις … Η ταινία θυμίζει ντοκιμαντέρ αλλά δεν εικονογραφεί έναν ήρωα. Ο Βαλέσα του Βάιντα είναι ένας αφοσιωμένος οικογενειάρχης που φτιάχνει τη ρόδα από το καροτσάκι του μωρού πριν φύγει για τις διαδηλώσεις, ένας άντρας παλιάς κοπής που αφήνει στη γυναίκα του το ρολόι και τη βέρα του κάθε φορά που φοβάται πως μπορεί να μη γυρίσει πίσω, ένας γήινος επαναστάτης που ξέρει την πιάτσα και τα όρια των ανθρώπων αλλά είναι αποφασισμένος να παλέψει για τη μοίρα του, ένας επαναστάτης που πιστεύει στους συμβιβασμούς, ένα θρησκευόμενος κομουνιστής. Και αυτή είναι η μεγάλη επιτυχία της ταινίας: διηγείται τη γεμάτη πάθος ιστορία ενός αληθινού ανθρώπου που κατάφερε να γίνει ήρωας.
Και τώρα, επιτέλους, η ταινία που πρέπει όλοι να δούμε. Το φιλμ που αν το βλέπατε -όπως εγώ στις δημοσιογραφικές προβολές- μαζί με άλλα θα αναγνωρίζατε ακόμα περισσότερο πόσο αναζωογονητική είναι η αλήθεια και η εντιμότητά του. Οι Διασταυρούμενες Ζωές ξεκινάνε με τον Μάρκο, έναν Σέρβο στρατιώτη σε άδεια, που γίνεται μάρτυρας του άγριου και αναίτιου ξυλοδαρμού ενός μουσουλμάνου από τρεις συμπολεμιστές του. Αδυνατώντας να μείνει αμέτοχος, μπαίνει στη μέση και σώζει το θύμα, αλλά ο ίδιος ξυλοκοπείται μέχρι θανάτου από τους συναδέλφους του. Δώδεκα χρόνια μετά, η ταινία δείχνει τις επιπτώσεις αυτού του γεγονότος παρακολουθώντας τη ζωή του πατέρα του, της αρραβωνιαστικιάς του, του μουσουλμάνου που έσωσε, του κολλητού φίλου του. Η πραγματική ζωή παρουσιάζεται ανάγλυφη με όλες τις διακυμάνσεις και την τραγικότητά της, με τις ελπίδες και τα πάθη της. Λιτή και περιεκτική, η ταινία σε γεμίζει συναισθήματα και δεν είναι λίγες οι φορές που αναρωτιέσαι «τι θα έκανα εγώ;» Τα γυμνά τοπία της Σερβίας αντικατοπτρίζουν τις ψυχές των ανθρώπων που ξεγυμνώνονται με αξιοπρέπεια και δωρικότητα μπροστά στα μάτια μας. Οι ήρωες μιλάνε αληθινά και με την οικονομία ανθρώπων που ξέρουν ότι τα λόγια αποκτούν βάρος από εκείνα που κρύβουν.
Και μέσα σε όλα αυτά, αχνοφέγγει πάντα η ελπίδα, που δίνει ανάσα ακόμα και στις πιο σκληρές στιγμές της ταινίας, και της ζωής. Βαλκάνιοι κι εμείς, παρά τη ματαιοδοξία μας, μαθαίνουμε πως «Bal» σημαίνει μέλι και «Kan» σημαίνει αίμα. Οι Διασταυρούμενες ζωές μιλάνε μέσα στην ψυχή σου, και βγαίνοντας από την ταινία αισθάνεσαι πιο ζωντανός και κοιτάς τον ήλιο διαφορετικά – να ένας καλός τρόπος να ξεχωρίζουμε την τέχνη από τις πλαστικές απομιμήσεις της!
Και όσοι επιθυμούν κι άλλες εγγυήσεις, σας υπενθυμίζω ότι ο Σρένταν Γκολούμποβιτς είχε σκηνοθετήσει πριν από μερικά χρόνια και την υπέροχη «Παγίδα» (ακόμα μία ταινία που μπορείτε να βρείτε στο βιντεοκλάμπ).
Διασταυρούμενες Ζωές
- Σκηνοθεσία: Σρνταν Γκολούμποβιτς
- Σενάριο: Μελίνα Πότα Κόλιεβιτς, Σντιάν Κόλιεβιτς
- Φωτογραφία: Αλεξάνταρ Ιλιτς
- Μουσική: Μάριο Σνάιντερ
- Πρωταγωνιστούν: Αλεξαντάρ Μπερτσέκ, Λέον Λούσεβ, Νεμπόσα Γκλόγκοβατς, Νικόλα Ρακόσεβιτς
- Διάρκεια: 112′