Υπήρξε κάποτε μια άλλη Γαλλία (του Γιάννη Ν.Μπασκόζου)

0
756

 

Γιάννης Ν. Μπασκόζος

 

«Μπορείς να κάνεις φιλοσοφία ακόμα και μιλώντας για ένα κοκτέιλ βερύκοκο». Αυτή η ατάκα του νεαρού τότε Ρειμόν Αρόν προς τους φίλους του Ζαν Πωλ Σαρτρ και Σιμόν ντε Μπωβουάρ άλλαξε τον τρόπο σκέψης της Γαλλίας για τις επόμενες δεκαετίας, σκορπώντας την καταιγίδα του υπαρξισμού. Ήταν στα 1930 και οι τρεις φίλοι καθισμένοι στο καφέ Bec de Gaz της οδού Μονπαρνάς φιλοσοφούσαν όταν ο Ρειμόν Αρόν πρόφερε αυτή τη φράση για να τους εισάγει στην φιλοσοφία της φαινομενολογίας και να ανάψει τη σπίθα ενός νέου φαινομένου, του υπαρξισμού, που θα ανέτρεπε συμπεριφορές και οράματα.

Το βιβλίο της Sarah Bakewell « Στο καφέ των υπαρξιστών» με υπότιτλο «ελευθερία, ύπαρξη και κοτέιλ βερύκοκο» (μτφρ: Ανδρέας Παππάς, εκδόσεις Αλεξάνδρεια) μας μεταφέρει στον μεσοπόλεμο και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια στη Γαλλία. Μια εποχή όπου έπνεαν ανήσυχοι άνεμοι αναζήτησης και ελευθερίας. Μια φωτεινή Γαλλία που έρχεται σε αντιδιαστολή με την συντηρητική εικόνα της όπως την βλέπουμε και διαβάζουμε σήμερα.

Όλα είχαν την αρχή τους στο ρεύμα του υπαρξισμού και της φαινομενολογίας.  Εισηγητής της φαινομενολογίας ήταν ο φιλόσοφος Χούσερλ με την προτροπή του να επιστρέψουν οι άνθρωποι «στα πράγματα καθ εαυτά». Έλεγε ότι σημασία είχαν τα πράγματα όπως φαίνονται, τα «φαινόμενα» ή όπως θα το διατύπωνε ο Σαρτρ «η ύπαρξη προηγείται της ουσίας».  Σε αυτό συμφωνούσε και ο άλλος μεγάλος φιλόσοφος ο Μάρτιν Χάιντεγκερ τονίζοντας ότι το πιο σημαντικό ερώτημα για την φιλοσοφία του ανθρώπου είναι γύρω από «το είναι».  Το ίδιο περίπου πρέσβευε και ο φιλόσοφος Σαίρεν Κίρκεγκωρ κατά τον οποίον η βάση της φιλοσοφίας δεν είναι το γενικό και το αφηρημένο αλλά η προσωπικά προσδιορισμένη ύπαρξη του ανθρώπου.

Υπήρξε κάποτε μια άλλη Γαλλία που απείχε πολύ από το συντηρητικό μοντέλο που σήμερα κυριαρχεί και που κινδυνεύει να φέρει την Λεπέν στην προεδρική εξουσία. Η Sarah Bakewell με το βιβλίο της μας μεταφέρει στη Γαλλία των υπαρξιστών , του Σαρτρ και της Μπωβουάρ, των φιλοσόφων της ζωής και της δράσης.

 

Ο Σαρτρ ενθουσιάστηκε, ασπάστηκε τη φιλοσοφία της ύπαρξής , την οποία άρχισε να εκλαϊκεύει με σειρά διαλέξεων κερδίζοντας τη φήμη τού αυθεντικού υπαρξιστή. Έφτιαξε μια νέα φιλοσοφία ζωής που περιλάμβανε ανησυχία, πάθος, ίλιγγο ζωής, σαδισμό, επανάσταση, μουσική τζαζ και ελευθεριότητα στο σεξ.  Η ελευθερία γι αυτόν βρίσκεται στην καρδιά κάθε ανθρώπινης εμπειρίας , είναι αυτό που διακρίνει τον άνθρωπο από τον υπόλοιπο έμβιο και υλικό κόσμο.  Οι υπαρξιστές ήταν αντίθετοι σε κάθε συμβατικότητα, τις επιταγές της καθολικής εκκλησίας, τον καθωσπρεπισμό, τις επίσημες τιμές. Τα βιβλία του Σαρτρ εντάχθηκαν στον «Κατάλογο απαγορευμένων βιβλίων» της εκκλησίας όπως και  το «Δεύτερο φύλο» της Σιμόν ντε Μπωβουάρ, η πιο προκλητική φεμινιστική πραγματεία της εποχής.   Και οι δύο αρνήθηκαν οποιεσδήποτε τιμές τους απέδωσαν οι επίσημοι θεσμοί, ο Σαρτρ μάλιστα και το Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Ζαν Πωλ Σαρτρ, Μπορίς Βιαν, Ζυλιέτ Γκρεκό και Μάιλς Ντεβις

Ο υπαρξισμός έγινε μόδα. Από τα μέσα της δεκαετίας του ΄40 «υπαρξιστής» ήταν αυτός που ξενυχτούσε, έκανε ελεύθερα έρωτα, σύχναζε στα περίφημα τζαζ μπαρ Lorientais και Tabou, όπου μουσική έπαιζε συχνά ο συγγραφέας Μπορίς Βιαν ενώ εκεί σύχναζαν ο Ρειμόν Κενώ, ο φιλόσοφος Μωρίς Μερλώ Ποντύ, το ζευγάρι Σαρτρ- Μπωβουάρ και η μούσα της εποχής Ζυλιέτ Γκρεκό.  Οι υπαρξιστές φορούσαν πουκαμίσες και καμπαρντίνες αλλά το σήμα κατατεθέν ήταν το μαύρο μάλλινο ζιβάγκο, που επέβαλλε η Γκρεκό.

Η περίπτωση του Σαρτρ δεν είναι αντιγράψιμη. Υπήρξε ένας μαχητής των απόψεων του, στρατεύτηκε στην υπόθεση της ανθρώπινης ελευθερίας, πήρε μέρος σε διαδηλώσεις και δραστηριότητες ενάντια στον πόλεμο της Αλγερίας, για την Κίνα, για να υπερασπίσει διωκόμενους διανοούμενους όπου γης. Αναθεώρησε πολλές φορές τις απόψεις του, υπέρμαχος των κομμουνιστών της Σοβιετικής Ένωσης κατήγγειλε τις θηριωδίες της στο ανατολικό μπλοκ και αλλού. Αν και τα φιλοσοφικά του κείμενα είναι αφηγηματικά/ λογοτεχνικά  εντούτοις ο ίδιος χαρακτήρισε τη λογοτεχνία μια αστική πολυτέλεια διακηρύσσοντας  ότι οι συγγραφείς πρέπει να ασχολούνται ενεργά με τον κόσμο.

Ο υπαρξισμός συνέχισε να ζει έως και τον Μάη του ΄68 όπου μια σειρά συνθημάτων αντλούσαν την έμπνευσή τους από την φιλοσοφία του. Τα συνθήματα «απαγορεύεται το απαγορεύεται» ή το «οι άνθρωποι δεν είναι έξυπνοι ή χαζοί, αλλά ελεύθεροι ή όχι» και το περίφημο «να είμαστε ρεαλιστές, να ζητάμε το αδύνατο» είχαν ζυμωθεί προηγουμένως στην υπαρξιστική «τρέλα».

Η ελευθεριότητα στη ζωή και την τέχνη εξέλιπε με τα χρόνια. Ήρθαν άλλοι φιλόσοφοι, άλλοι διανοούμενοι, ο κόσμος πήρε πολλές στροφές , κάποιες φορές ιλιγγιώδεις. Το ελεύθερο πνεύμα του υπαρξισμού μεταλαμπαδεύτηκε κατά καιρούς στον κινηματογράφο του Γκοντάρ, στην ποίηση των beat, στις σύγχρονες εικαστικές τέχνες. Άφησε πίσω του μια νοσταλγία γιατί η παγκοσμιοποίηση, οι επιταγές της άυλης οικονομίας και τα πάσης φύσεως διευθυντήρια υποδούλωσαν την προσωπικότητα του ανθρώπου, και χάθηκε μέσα σε αυτά η γλυκιά τρέλα της προσωπικής ύπαρξης.

…και στην Ελλάδα Σίμος, ο υπαρξιστής

Εξόρμηση των ελλήνων υπαρξιστών του Σίμου

Στην Ελλάδα υπήρξε η ομάδα του Σίμου (Τσαπνίδη), του υπαρξιστή και της περίφημης «Παράγκας» του. Επρόκειτο για  ένα ξύλινο διώροφο στην οδό Σαρρή στου Ψυρρή , όπου ελάμβαναν χώρα τρελά πάρτυ, συνεστιάσεις με ανθρώπους που αγαπούσαν τη μουσική, τα εικαστικά και τις εκκεντρικότητες . Οι «ακόλουθοι» του Σίμου διασκέδαζαν περιφρονώντας τις αστικές συμβατικότητες, έκαναν τρέλες και ίσως τα πρώτα ομαδικά χάπενινγκ. Παρέμειναν όμως μια περιθωριακή ομάδα στην ελληνική κοινωνία, η οποία μόλις είχε βγει από έναν εμφύλιο και δύσκολα θα ταυτιζόταν με μια τόσο προσωπική επανάσταση. Αντίθετα ανάμεσα σε μυημένους κύκλους ελλήνων διανοουμένων ο Σαρτρ, η Μπωβουάρ, η τζαζ , το αντιθρησκευτικό όσο και φιλοκομμουνιστικό τους πνεύμα διέθεταν μια ορισμένη επιρροή.

 

info: Sarah Bakewell,« Στο καφέ των υπαρξιστών, ελευθερία, ύπαρξη και κοκτέιλ βερύκοκο» μτφρ: Ανδρέας Παππάς, εκδόσεις Αλεξάνδρεια.

 

Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφ. Επένδυση, 6/Μαΐου 2017

Προηγούμενο άρθροΓια την αγάπη της γεωγραφίας και της λογοτεχνίας (του Δ. Κωστόπουλου)
Επόμενο άρθροΜία διαφορετική ιστορία; (της Χρυσούλας Γούναρη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ