Το ολοκαύτωμα

1
304

Της Ζέφης Δαράκη.

 

 

Το βιβλίο της Χριστίνας Ντουνιά που κρατώ στα χέρια μου «Μαρία Πολυδούρη Τα ΠΟΙΗΜΑΤΑ», είναι μια βαθιά υπόκλιση προς την ποιήτρια που υπήρξε στον καιρό της ένα μυθικό πρόσωπο και που εφεξής δικαιώνεται και ως ένα ποιητικό σημαινόμενο. Έτσι, αποκαθίσταται σε πείσμα μιας αντιποιητικής δυσπιστίας του παρελθόντος και βάζοντας τα πράγματα στη θέση τους, το δικαίωμα του ερωτήματος, αν, γράφοντας ποίηση δηλαδή, συνομιλούμε με τον εαυτό μας και με τον απέναντι μοναδικό παραλήπτη ή αν συνομιλούμε αορίστως με τη δόξα αφενός και αφετέρου, με ένα ευρύ καταναλωτικό κοινό. Η συστηματική μελέτη της Χριστίνας Ντουνιά που συμπληρώνει την επιμέλεια των ποιημάτων, δικαιώνει την άποψη ότι ποίηση παλιά και ποίηση νέα όταν έχουν έναν κοινό παρανομαστή, το εκ βαθέων ποιητικό ρίγος, περιθωριοποιούν το ερώτημα περί ποιήσεως παλιάς και ποιήσεως νέας.

Αυτό το ποιητικό ρίγος, διερευνάται στις σελίδες αυτού του βιβλίου και πάει τόσο γοητευτικά παράλληλα, με την καθημερινότητα της ποιήτριας. Με τις επιστολές, με τις καθημερινές χειρονομίες, με τη θλίψη της, με τις πράξεις της. Και αυτό συγκλονίζει τον αναγνώστη γιατί επιτέλους κατανοεί το παράλληλο βάθος που εκλύεται και από την ποίηση και από τη ζωή…

 

… Κι ύστερα τα νησιά της θα χιμήσουν

Κι η Αθήνα ξέρω, δε θ’ αργοπορήσει.

Θε να στηθούνε να μου πολεμήσουν

της αμαρτίας τον έρωτα, Παρίσι

Και θα θελήσουν να ξεχάσω, πόση

καινούρια νιότη συ μου ‘χες χαρίσει,

πως τη μοίρα μου ακόμα έχω ανταμώσει

γυρίζοντας στους δρόμους σου Παρίσι…

 

Η Ντουνιά υπογραμμίζει την «έξω από κάθε γεωμετρία ποίηση» της Πολυδούρη που όμως δεν αρκείται στην αυθόρμητη μεταφορά του βιώματος στους στίχους της, αλλά διεκδικεί τον έλεγχο της μοίρας της και των εκφραστικών της μέσων.

Άλλωστε, το στοιχείο του «στοχασμού» είναι αυτό που έκπληκτοι διακρίνουν, όπως γράφει η μελετήτρια του έργου της, και ορισμένοι κριτικοί του καιρού της αν και σταθερά η ποιήτρια μένει στραμμένη -όπως υποδηλώνεται- με μιαν επίμονη ενδοσκόπηση στο ερωτικό της δράμα.

 

Αλλά ας αποτιμήσουμε ιδιαίτερο φόρο τιμής στον Κοσμά Πολίτη που την τίμησε τόσο ιδιαίτερα «ως φάσμα ουράνιας λύρας», από αφορμή το τελευταίο ποίημα της ποιήτριας, στο βιβλίο της «Ηχώ στο χάος»…

… Και τώρα κλείστε ερμητικά τις θύρες: Τελείωσαν όλα…

Να φύγουν κι οι στερνοί – να μείνω μοναχή μου…

Όλα δικά μου ήταν εδώ μέσα κι όλα μου λείψαν

κι  έμεινε τόσο απίστευτα μοναχική η ψυχή μου:

Να φύγουν όλοι:… Ακάλεστοι – κι αν ήρθανε με δώρα:

 

Δε θα σταθώ στην τόσο πλούσια αναφορά βιογραφικών στοιχείων, γοητευτικών και μελαγχολικών ημερών της ζωής της ποιήτριας· ας διασχίζουμε εκ βαθέων τους στίχους της – όλο και περισσότερο ας διασχίζουμε αυτή την ποίηση…

Ωστόσο θα ξεχώριζα την παρηγορητική κριτική παρουσία για την ποιήτρια του Τέλλου Άγρα, του Αντρέα Καραντώνη… Αλλά και την μελαγχολική διαπίστωση του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου, σχετικά με «την έλλειψη φιλολογικών κριτικών, μελετών αλλά ακόμα και εκτενών αναφορών στο έργο της…».

Οπωσδήποτε, το βιβλίο αυτό της Χριστίνας Ντουνιά για τη Μαρία Πολυδούρη, καρπός ενός τεράστιου και πολύχρονου μόχθου θα αποκαταστήσει με καθαρή, απαστράπτουσα γραφή, όχι μόνο τον μύθο, αλλά την ίδια την Ποίηση.

Ας μου επιτραπούν εν συνεχεία κάποιες δικές μου σκέψεις, παράλληλες θα έλεγα με αυτές που εκτίθενται στο βιβλίο, θέλοντας να τονίσω ιδιαίτερα τη στάση της Μ. Πολυδούρη, όχι απέναντι στο ποιητικό κοινό, αυτό που φαίνεται να περνούσε σαν μέσα από έναν πολύ ομιχλώδη, πολύ μακρινό ορίζοντα, σχεδόν αόρατο… Αλλά να πω για τη στάση της απέναντι στην ίδια την ποίηση. Στην ποίηση που απευθύνεται στον εαυτό της, φέροντας ανεπούλωτο τραύμα. Σε αντίθεση δηλαδή με την ποίηση που απευθύνεται στο ευρύ κοινό, με το τραύμα επουλωμένο. Με το τραύμα, θα έλεγα καλύτερα, μ ε τ α λ λ α γ μ έ ν ο… Διότι με επίμονη τραγικότητα, στραμμένη η ψυχή της προς τα μέσα, έφτασε ως το ακραίο σύνορο του έρωτα που την περίμενε στον τοίχο του Σανατορίου σταυρωμένος, όλο το τελευταίο λιγοστό και μακρύ καιρό…

Γιατί πεθαίνω

γίνομαι ωραία, γίνομαι αγάπη

που την ποθούν…

Η ποιήτρια, ολομόναχη απέναντι στον έρωτα ως τον θάνατό της, με την ερημική ποίηση μιας βαθιάς περηφάνιας, εκ βαθέων μίλησε:

… Τίποτε δεν εταίριασε στην εξαίσια γυμνότη

που με τριγύρναγε λαμπρή… Μεγαλειώδεις πλάνες

που εμπρός τους με ταπείνωναν – ικέτη και δεσμώτη

Αν και η ποιήτρια εξέπεμψε αλησμόνητο και μέγα φως προς τον άλλο ως ερωτικό σημαινόμενο, θα μπορούσαμε εντούτοις με δέος να παρακολουθήσουμε αυτό το απόλυτο ποιητικό της ολοκαύτωμα, επισημαίνοντας την τελική απόσχισή της από τον ίδιο τον εαυτό της. Τη μεταστροφή της σε μιαν «άλλη»… Ένα κενό ύπαρξης…

Με τις σκιές μαζί γυρίζω

Τους τόπους πια δεν τους γνωρίζω

[…]

Πως ήμουν έτσι ανάρμοστα

βαλμένη εγώ στην πλάση σα ριγμένη…

Είναι από τους λίγους ποιητές όπου η ίδια η έμφλογη ζωή μέσα της, μεταστρέφεται σε μαύρο καπνό. Χάνεται ο σφυγμός των εικόνων.

Χαίρε ρυθμέ και ρίμα σας χαιρετίζω

πια δεν ορίζω τη φωνή μου…

Η Μαρία Πολυδούρη δεν αισθηματολογούσε. Ο χρόνος της ποίησής της την διέτρεχε σαν ισχυρό ρίγος και όχι σαν μια παιγνιώδης συναισθηματική αύρα. Όλες της οι πράξεις ακροβατούσαν σε μιαν επικίνδυνη παλίμψηστη πορεία. Πλήρωσε το αντίτιμο αυτής της συνειδητής επιλογής. Επιχειρήθηκε να «απλουστευτεί» το έργο της «Παρανοήθηκε» σαν μια κατάθεση λυρικοσυναισθηματικής γραφής. Αποσιωπήθηκε. Παρακάμφθηκε.

Γιατί παρακάμφθηκε; Γιατί αρνήθηκε να «σημαίνει» κάτι. Άρθρωσε τον σωματικό λόγο. Η ποίησή της έχει την περήφανη εμπάθεια ενός άκρως προσωπικού, απόρρητου λόγου. Και φορώντας τα φτερά του δαιμονιακού, συγκλόνισε με την τραγικότητα των στίχων της. Γιατί η ίδια ήταν η Ποίηση.

Η  Μ. Πολυδούρη, εκτίθεται αυτοβιογραφούμενη σχεδόν με μιαν αρρενωπή δυναμική του στίχου. Μοιραία στο δρόμο της, ο αυτοκτόνος ποιητής, διακίνησε ως τις βαθύτερες ρίζες της ερωτικής εμπάθειας, την παραφορά της ψυχής της, ο Κώστας Καρυωτάκης, ο εκ βαθέων «αδιάθετος της ζωής».

Έτσι, διαρκώς επαυξάνει τις κινήσεις της ψυχής προς τα μέσα. Όσο το σώμα αραιώνει, τόσο πυκνώνει το πάθος της εσωτερικής ζωής.

Η Μαρία Πολυδούρη, με τη δυναμική ενός μοναδικού, συχνά, ανατρεπτικού βηματισμού, ξαναχάρισε με την ποίησή της, για μιαν αιώνια στιγμή στον κόσμο, το θάρρος των δακρύων.

 

15/ 6 / 2014

* Ομιλία της ποιήτριας Ζέφης Δαράκη στην εκδήλωση για το βιβλίο Μαρία Πολυδούρη, Τα ποιήματα. Φιλολογική επιμέλεια-επίμετρο: Χριστίνα Ντουνιά, εκδόσεις Εστία, 2014, που πραγματοποιήθηκε στο βιβλιοπωλείο Πλειάδες.

Προηγούμενο άρθρο3+1 αστυνομικά του Μάρκαρη για την κρίση
Επόμενο άρθροΠοίηση και λογοκλοπή: Διαλόγου συνέχεια….

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Άστοχος τίτλος ο τίτλος του άρθρου!
    Το ολοκαύτωμα έχει άλλη έννοια,τουλάχιστον όπως καθιερώθηκε στην ιστορία. Αν μάλιστα μιλήσουμε για τραύμα, αυτό το τραύμα του ολοκαυτώματος παρέμεινε ανεπούλωτο για όσους πέθαναν κουβαλώντας το και για όσους, ελάχιστους επιζώντας, το βιώνουν μέχρι σήμερα . Η ποιήτρια, σύμφωνα με την αρθρογράφο, έφτασε στα άκρα, έγινε ‘άλλη’, βγήκε από τον εαυτό της, όμως μετάλλαξε τα τραύματά της μέσω της ποίησης.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ