Το γαϊτανάκι της μνήμης (του Γιάννη Ν. Μπασκόζου)

0
720

 

 

του Γιάννη Ν. Μπασκόζου

Η μνήμη κάθε ανθρώπου είναι η ιδιωτική του λογοτεχνία

Χάξλεϋ  Άλντους 

 

Το δεύτερο βιβλίο της Γεωργίας Συλλαίου (Εκεί κάτω στον ουρανό, Πόλις) είναι ένα ημερολόγιο μιας ενήλικης που αρνείται να αποχωριστεί την παιδική της ηλικία, ή μιας μικρής κοπέλας που αρνείται να μεγαλώσει. Και οι δύο εκδοχές είναι νόμιμες αφού οι καταγραφές – αφηγήσεις γίνονται από την ηρωίδα  αμφίπλευρα.

Πιο ώριμη, πιο βαθειά, με ελεγχόμενο λόγο η συγγραφέας καταπιανεται με τον οδυνηρό λόγο της μνήμης που καθορίζει την ζωή της ηρωίδας της, Αντιγόνης.  «Η μνήμη που όπου να την αγγίξεις πονεί (Γ.Σεφέρης), παίζει τον ρόλο του κεντρικού στύλου στο γαϊτανάκι όπου οι αναμνήσεις ζωής τυλίγονται σαν κορδέλες με περίπλοκες περιστροφές γύρω του, μέχρι να σφίξουν και να ενσωματωθούν, να αποτελέσουν ένα πράγμα:  ζωή ίσον μνήμη.

Η Αντιγόνη εξ αρχής θέτει το ερώτημα στον εαυτό της: τι πήγε στραβά; Η αναδίφηση στο παρελθόν της είναι μια προσπάθεια να διερευνηθεί η σκοτεινή πλευρά της ζωής. Δεν πρόκειται για νοσταλγία αλλά για οδυνηρή καταβύθιση στα μαύρα νερά του ασυνείδητου.

Το πρώτο κεφάλαιο είναι η ανάκληση της παιδικής ηλικίας. Η Αντιγόνη «επέστρεφε. Διαρκώς επέστρεφε σε αυτήν». Νοιώθει ότι εκεί βρίσκεται η απάντηση σε όλα τα ερωτήματά της.  Η Αντιγόνη είναι ένα μοναχικό κορίτσι, φοβόταν ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να βρει φίλες.  Πριν ανακαλύψει φίλες εκπαιδεύτηκε μόνη της  στην μοναχικότητα. Τα παιχνίδια της και η άμεση επαφή με τη φύση ήταν η πραγματική ζωή της. Στο σχολείο δεν ήθελε να είναι υπόδειγμα μαθήτριας κι ας είχε δασκάλα μαμά. Όσον αφορά τους κατά καιρούς φίλους της παρέμενε «μια εφήμερη ύπαρξη δίχως ίχνος εγωισμού, που δεν αντιστοιχούσε σε καμιά ηλικία και σε κανέναν αιώνα». Ο θάνατος θα έρχεται και επανέρχεται στη μνήμη της. Μια ξανθιά κοπέλα σα νεράιδα, που όλοι την θέλουν, και  που η ομορφιά της καταυγάζει τον ουρανό της Αντιγόνης, θα έχει κακό τέλος και για την Αντιγόνη θα αποτελέσει ένα σχόλιο πάνω στην εφήμερη ομορφιά και την άδολη παιδικότητα. Η Έλλη, η μόνη μαθήτρια που θα σπάσει το ψυχολογικό εμπάργκο και θα σταθεί δίπλα της σε μια δύσκολη στιγμή θα έχει επίσης άδικο θάνατο, σαν αυτό της ξανθούλας. Η Αντιγόνη φοβάται πια πώς ότι  ωραίο την πλησιάζει πεθαίνει.

Ενήλικη πια η Αντιγόνη θα συνδεθεί φιλικά με την Γιολάντα, μια γυναίκα τυραννισμένη, πληθωρική, έξω καρδιά, αλέγρα και ντόμπρα. Μια φιγούρα της γειτονιάς  κάτι μεταξύ Λωξάντρας και Σαπφούς Νοταρα, η οποία θα αποτελέσει τη λυδία λίθο για να βρει η Αντιγόνη την ηρεμία και να  επαναπροσδιορίσει την σχέση της με την πραγματική ζωή. Είναι το μικρό διάλειμμα της ζωής της.

Όμως το παρελθόν δεν την αφήνει αλλά ούτε και η Αντιγόνη αφήνεται να το ξεχάσει.  Στο κεφάλαιο με τίτλο «Τα της οικογενείας» η Αντιγόνη αναθυμάται τα ταραγμένα χρόνια με τους συγγενείς της. Ο πατέρας οξύθυμος, μοναχικός λύκος, απρόβλεπτος στις αντιδράσεις του, ξεσπάει συχνά στη μητέρα της. Η μαμά υποταγμένη. Οι συγγενείς σε μια αιώνια εμφύλια διαμάχη, οι άντρες με τις γυναίκες τους, τα ξαδέλφια μεταξύ τους. Οι οικογενειακές στιγμές, οι συγκεντρώσεις γύρω από γιορτινά τραπέζια γίνονται ανεξήγητες θηλειές για την μικρή Αντιγόνη. Μόνη σταθερά η αγάπη της για τη μαμά, χρόνια μετά τον θάνατο της θα αδυνατεί να την ξεπεράσει, να πάψει να είναι το βάρος που την καθορίζει.

Υπάρχει έναν ενδιάμεσο κεφάλαιο όπου η εξιστόρηση φεύγει από τον αφηγητή και αναλαμβάνει πια η Αντιγόνη να μιλήσει σε πρώτο πρόσωπο με τα ημερολόγια της. Είναι η  εποχή της κατάθλιψης. Αισθάνεται ότι κάπου έγινε ένα λάθος κι αυτό διαμορφώθηκε τελικά σε μια ζωή, τη δική της. Ανασκαλεύει ότι έζησε: Κάθε εμπειρία είχε ένα πικρό τέρμα, ανυπομονούσε να επιστρέψει στην ασφάλεια της μοναχικής φαντασίωσης. Αναρωτιέται τι ήταν η ζωή της: Ψεύδος ή αφόρητη αλήθεια; Προσπαθεί να επανεκτιμήσει τις σχέσεις της για να δει ότι σε όλες απέτυχε. Είναι απόλυτη : εξυμνούσε πάντα τις ήττες της, ποτέ μια μικρή νίκη. Δεν θέλει να χαρεί ούτε την πιο μικρή «άνοιξη» στη ζωή της. «Αλλοίωνε το παρελθόν και προκαλούσε το μέλλον της, το παρόν επιβραδυνόταν σαν ταινία σε αργή κίνηση, έτσι όπως το ζούσε και το επόπτευε ταυτόχρονα μετατρέποντας το σε ημερολογιακή καταγραφή της μνήμης». Η καθοριστική σχέση με την μάνα επανέρχεται στις εμμονές της, στα όνειρα της αφήνοντας το κατακάθι της πίκρας και κυρίως την αίσθηση ότι υπήρχε μια ζωή που δεν έζησε (ούτε η μαμά ούτε η Αντιγόνη).

Η Αντιγόνη καταβυθίζεται στην μνήμη για να ξορκίσει το παρόν αλλά αδυνατεί να φέρει σε πέρας αυτόν τον στόχο, θα ηττηθεί κατά κράτος από το παρελθόν που από ένα σημείο και μετά αυτό θα μεταμορφωθεί/ ταυτιστεί με το παρόν και το μέλλον. Η μικρή κοπέλα θα παραμείνει μικρή στο διάβα του χρόνου.

 

 

info: Γεωργία Συλλαίου, “Εκεί κάτω στον ουρανό”. Πόλις

 

Προηγούμενο άρθροΕίμαι πρόσφυγας από την Κερύνεια  (της Αγγελικής Γιαννικοπούλου)
Επόμενο άρθροΠοιήματα εποχής: Η Λιάνα Σακελλίου συναντά τον Κοσμά Πολίτη και την Ρέα Γαλανάκη (της Σταυρούλας Τσούπρου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ