Νίκος Κυριαζής (*)
Το Αζερμπαϊτζάν είναι μια χώρα που γνώρισε γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης μετά την ανεξαρτησία του από τη Σοβιετική Ένωση κυρίως χάρη στα πλούσια αποθέματα πετρελαίου και αερίου στην Κασπία. Αυτά τα αποθέματα έπαιξαν σημαντικό ρόλο και στην πολιτική του ιστορία. Στον Β΄ Παγκόσμιο, η κατεύθυνση της γερμανικής επίθεσης το καλοκαίρι του 1942 είχε ως στόχο αυτά τα πετρέλαια. Στην διάρκεια του ίδιου πολέμου ο σοβιετικός στρατός κινούνταν με καύσιμα από τα αποθέματα αυτά.
Το Αζερμπαϊτζάν έχει πληθυσμό 9,4 εκ., ΑΕΠ (σε σταθερές τιμές PPP) 165 δις το 2014, ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης 2,8%., ΑΕΠ κατά κεφαλή 17.618 δολάρια, και ανεργία 5,2% δημόσιο χρέος 16,4 και άμεσες ξένες επενδύσεις (FDI) 4,4 δις. Υπερτερεί δηλαδή σε όλα τα οικονομικά μεγέθη της Ελλάδας, με το χρέος 185,5,%, ανεργία 25%, ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης (το 2014 +0,7%) που έγινε ξανά αρνητικός το 2015 και 2016) και άμεσες ξένες επενδύσεις 2,2 δις. Ο συνολικός Δείκτης Οικονομικής Ελευθερίας ήταν 60,2 έναντι 50,5 της Ελλάδας.
Οι προοπτικές οικονομικής συνεργασίας των δυο χωρών μπορούν να ενισχυθούν σημαντικά εφόσον υλοποιηθούν δυο μεγάλες συμφωνίες συνεργασίας: η αγορά του 49% της ΔΕΣΦΑ από την SOCAR και ακόμα πιο ο αγωγός ΤΑΡ (Trans Adriatic Pipeline) που θα φέρει αζέρικο μέσω της Τουρκίας, Ελλάδας και Αδριατικής στη Δυτικής Ευρώπη.
Και γι’ αυτούς τους λόγους είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε και το βιβλίο του πρέσβη του Αζερμπαϊτζάν στην Ελλάδα (που μεταξύ άλλων μιλάει και θαυμάσια ελληνικά) και ιστορικού Ραχμάν Μουσταφάγιεφ, καλύπτει ένα κενό.
Ο συγγραφέας αναλύει με βάση τα αρχεία και άλλες ιστορικές πηγές πολύ αντικειμενικά την περίοδο 1918-1920, μια γενικά πολυτάραχη περίοδο για τον κόσμο και τη χώρα του. Η Λαοκρατική Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν (ΛΔΑ) δημιουργήθηκε το 1918, με την κατάρρευση της ρωσικής αυτοκρατορίας και την υπογραφή της ειρήνης Μπρέστ-Λιτόφσκ με τη Γερμανία και αμέσως μετά, με το ρωσικό εμφύλιο 1918-1920. Ήταν η πρώτη παγκόσμια μουσουλμανική δημοκρατία.
Από την αρχή αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες, που εν μέρει χαράζουν και τη σημερινή εποχή, όπως η διαμάχη με την Αρμενία, που και εκείνη διακήρυξε την ίδια εποχή την ανεξαρτησία της. Οι πληθυσμοί ήταν μεικτοί σε πολλές περιοχές του Καυκάσου, της πρώην ρωσικής αυτοκρατορίας και ήδη το 1918 οι Αρμένιοι με επικεφαλής τον Αμριάν Τετεβός, προέβησαν σε σφαγές Αζέρων, με τα θύματα αμάχους σύμφωνα με εκτιμήσεις ξένων ιστορικών να υπερβαίνουν τις 12.000. Φαίνεται πως όταν το επιτρέπουν οι συνθήκες, τα θύματα (οι Αρμένιοι που υπέστησαν της γενοκτονία των Τούρκων), γίνονται θήτες.
Ενώ ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος συνεχίζονταν ακόμα, η ΛΔΑ αναγκάστηκε έτσι να ζητήσει την ενίσχυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που έστειλε στρατό να βοηθήσει τη ΛΔΑ εναντίον της Αρμενίας, μαζί με Γερμανούς αξιωματικούς. Αυτό, όπως ήταν επόμενο, προκάλεσε την αντίδραση της Αντάντ, κυρίως της Μ. Βρετανίας, που είχε τα μεγαλύτερα συμφέροντα στην Κασπία, όντα και επικυρίαρχος του Ιράν.
Με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου, οι οθωμανικές δυνάμεις αποσύρθηκαν και βρετανικές έφτασαν στο Μπακού. Η ΛΔΑ βρέθηκε έτσι σε ένα πολύ δύσκολο διπλωματικό και στρατιωτικό περιβάλλον, μεταξύ της εχθρικής Αρμενίας, την ημι-κατοχή των Βρετανών και του στρατού των Λευκορώσων του Ντενίκιν στον Βορρά, που μάχονταν τους κομμουνιστές και υποστηρίζονταν από την Αντάντ και κυρίως τους Βρετανούς.
Η κυβέρνηση της ΛΔΑ προσπάθησε να παραμείνει ουδέτερη στο ρωσικό εμφύλιο (άλλωστε και ο Ντενίκιν δεν ήταν πρόθυμος να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία του Αζερμπαϊτζάν) και να πετύχει την de jure και de facto αναγνώριση της ανεξαρτησίας της με διπλωματική αποστολή στη διάσκεψη των Παρισίων. Και ενώ πολλές χώρες (ΗΠΑ, Γαλλία, Μ. Βρετανία, Ιταλία κλπ.) την αναγνώρισαν de facto, ουσιαστικά δεν της δόθηκε καμία βοήθειά. Έτσι, μετά τη συντριβή του Ντενίκιν από τους κομμουνιστές, η ΛΔΑ βρέθηκε μόνη της και με τον μικρό στρατό της να είναι συγκεντρωμένος στα σύνορα με την Αρμενία. Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανάλυση της σοβιετικής πολιτικής (Λένιν, Στάλιν, Τρότσκι, Τσιτσέριν) ως προς την ΛΔΑ.
Τελικά, επικράτησε η άποψη των “σκληρών” (Στάλιν, Τρότσκι) και τον Απρίλιο του 1920 ο σοβιετικός στρατός εισέβαλε σχεδόν χωρίς αντίσταση στην ΛΔΑ την κατάργησε και την προσάρτησε ως σοβιετική δημοκρατία. Αλλά και τότε, τα προβλήματα με την ακόμα ανεξάρτητη Αρμενία (που καταλήφθηκε από τους Σοβιετικούς μετά από κομμουνιστικό πραξικόπημα τον Νοέμβριο του 1920) δεν τελείωσαν. Οι Αρμένιοι συνέχισαν να σφάζουν Αζέρους αμάχους στις περιοχές που κατείχαν, όπως παραδέχονταν και οι σοβιετικοί. Ο επικεφαλής του σοβιετικού Αζερμπαϊτζάν, Ναριμάν Ναριμάνοβ, έγραψε στον Λένιν κάνοντας έκκληση για βοήθεια: “Το κέντρο, έχοντας δέσει τα χέρια μας, επέστρεφε στους οπαδούς του “Ντασνακτσουτιούν” (Αρμένιοι) να παραβιάσουν τα σύνορά του Αζερμπαϊτζάν και να σφάζουν την επαναστατικά προδιατεθειμένη αγροτιά (σελ. 359)”.
Το θέμα των αμφισβητούμενων περιοχών, όπως το Ναγκόρνο-Καραμπάχ δεν λύθηκε ούτε τότε, με την επικράτηση των κομμουνιστών και στην Αρμενία, πρόβλημα που υφίσταται και σήμερα. Ας μην λησμονούμε, πως η Αρμενία κατέχει το Καραμπάχ, έδαφος που ο ΟΗΕ έχει αναγνωρίσει επίσημα ως αζερικό, ένας παραλληλισμός με την κατοχή της Βόρειας Κύπρου από την Τουρκία.
Στην Ελλάδα επικρατεί εν μέρει η άποψη πως το Αζερμπαϊτζάν, ως μουσουλμανική χώρα, έχει στενές σχέσεις με την Τουρκία. Ο κ. Μουσταφάγιεφ ωστόσο αναλύει τη μεταστροφή της Τουρκίας του Κεμάλ και της προδοσίας από την Τουρκία της ΛΔΑ στους Σοβιετικούς. Ο Μουσταφά Κεμάλ συμμάχησε με τους μπολσεβίκους εναντίον των Ελλήνων και της Αντάντ, για να τον ενισχύσουν με όπλα και χρήματα, προφέροντας τους ουσιαστικά ως αντάλλαγμα το Αζερμπαϊτζάν.
Αυτό είχε ως αντίκτυπο στον ελληνοτουρκικό πόλεμο και είναι εν μέρει εξήγηση της ελληνικής ήττας: από τον Απρίλιο του 1921 ως το Μάιο του 1922 ή Τουρκία έλαβε από τους Σοβιετικούς περίπου 9 εκατομμύρια χρυσά ρούβλια, πάνω από 33.000 τυφέκια, 50 βαριά πυροβόλα, 300 πολυβόλα. Αυτά ήταν σε μεγάλο βαθμό τα όπλα που εξόπλισαν τους Τούρκους στην μεγάλη τους επίθεση στο Αφιόν Καραχισάρ τον Αύγουστο του 1922 που οδήγησε στη συντριβή του ελληνικού στρατού και τη μικρασιατική καταστροφή.
Αυτή είναι η περίοδος που αναλύει πολύ διεξοδικά και εμπεριστατωμένα ο συγγραφέας σε ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί.
info: Ραχμάν Μουσταφάγιεβ: «Το Αζερμπαϊτζάν ανάμεσα στις Μεγάλες Δυνάμεις, 1918-1920», εκδόσεις Ενάλιος, 2016.
(*)O Δρ. Νικόλαος Κυριαζής είναι Καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών στο Πανεπιστημίου Θεσσαλίας