Του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου.
Διαβάζω το μυθιστόρημα του Αλμπέρτο Μοράβια «Οι δύο φίλοι» (μετάφραση Φωτεινή Ζερβού, εισαγωγή και επιμέλεια Σιμόνε Καζίνι, Εκδόσεις Πατάκη) γραμμένο το 1952 σε τρεις διαφορετικές εκδοχές: ένα ανοιχτό καλλιτεχνικό εργαστήριο, που μας βοηθάει να δούμε τον τρόπο με τον οποίο ο δουλεύει ξανά και ξανά ο συγγραφέας τα θέματά του, φωτίζοντας από το ένα στάδιο της γραφής στο άλλο όλο και υποβλητικότερα τα πρόσωπά του ή δίνοντας κάθε τόσο ένα καινούργιο βάθος στις αναμεταξύ τους σχέσεις. Το μυθιστόρημα του Μοράβια, ωστόσο, δεν είναι μόνο η περιπέτεια του γραψίματος και οι ωδίνες του τοκετού του. Αποτελεί πάνω απ’ όλα ένα στοχαστικό σχόλιο για μιαν άλλη περιπέτεια: την περιπέτεια στην οποία μπορεί να ρίξουν τους ανθρώπους η πολιτική σωτηριολογία και η αγελαία κομματική ένταξη. Ο Μαουρίτσιο και ο Σέρτζιο, οι δύο πρωταγωνιστές του Μοράβια, θα καταστρέψουν λίγο μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου την ύπαρξή τους εξαιτίας της πίστης τους σε ένα ιδεολογικό σύστημα το οποίο είναι πεπεισμένο πως κρατάει στα χέρια του τα κλειδιά για τη θεραπεία όλων των δεινών που μαστίζουν την ανθρωπότητα. Στη περίπτωση του Σέρτζιο το λένε κομμουνισμό. Στην περίπτωση του Μαουρίτσιο το λένε φασισμό – ενίοτε, παρακολουθώντας τη εξέλιξη των διαδοχικών γραφών του Μοράβια, και φιλελευθερισμό.
Ο Μαουρίτσιο και ο Σέρτζιο θα χάσουν κάτω από τις φτερούγες αυτών των συστημάτων την ικανότητά τους να ζουν και να κρίνουν. Κι αν ο Μαουρίτσιο θα πολιτικολογήσει χάριν παιδιάς, πέφτοντας θύμα του κυνισμού και της παρακμιακής αδιαφορίας του, ο Σέρτζιο θα παγιδευτεί σε μια διαδικασία συνεχούς σκλήρυνσης των ιδεών του, που θα οδηγήσει γρήγορα σε ολοκληρωτικό αδιέξοδο. Η λογοτεχνία δεν προσφέρεται ποτέ για να βγάλουμε άμεσα πολιτικά συμπεράσματα, αλλά αυτή δεν είναι η παθολογία της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία χρόνια; Ο Σέρτζιο και ο Μαουρίτσιο κυκλοφορούν ανάμεσά μας και το χειρότερο όλων είναι πως έχουν ήδη αρχίσει να μην εκπλήσσουν κανέναν.