Τις μικρές ώρες του Μουρακάμι

0
1379

 

 

Της Βίκυς Βασιλάτου-Σαρρή.

 

Κοντεύουν μεσάνυχτα. Σ’ ένα τραπέζι, η Μάρι κάθεται και διαβάζει ένα βιβλίο. Λίγα μόλις λεπτά αργότερα, εμφανίζεται κι ο Τακαχάσι. Η τυχαία συνάντηση και η συζήτησή τους θα τους/μας οδηγήσει σε διάφορα μέρη και θα μας συστήσει διάφορα πρόσωπα της νυχτερινής ζωής μιας ιαπωνικής πόλης.

 

Κοντεύουν μεσάνυχτα. Σ’ ένα υπνοδωμάτιο, η Έρι έχει πέσει σε ύπνο βαθύ -εδώ και δυο μήνες- χωρίς να δείχνει να ενοχλείται ούτε από την τηλεόραση, ούτε από τον Άντρα Χωρίς Πρόσωπο που την παρατηρεί μέσα από αυτή.

 

Η διπολικότητα που συναντήσαμε στο opus magnum τού Haruki Murakami, 1Q84 (εκδ. Ψυχογιός, 2012-2013), επανέρχεται με τη διαφορετικότητα δύο αδελφών, της Μάρι και της Έρι, και δυο κόσμων εντός και εκτός οθόνης, εντός και εκτός υποσυνειδήτου. Μια διπολικότητα που ξετυλίγεται μέσα σε μια νύχτα, μέσα σε εφτά ώρες· αυτές άλλωστε και οι Μικρές ώρες του Ιάπωνα συγγραφέα.

 

Η πρωταγωνίστρια νύχτα περιβάλλει την αλλόκοτη ιστορία των δευτεραγωνιστών της με μουσική επένδυση τζαζ κομμάτια. Το κάθε κεφάλαιο του μυθιστορήματος, ένας τίτλος θαρρείς σκηνής από ταινία, δεν είναι παρά ένα ρολόι που μετρά τις ώρες να περνούν. Η ιστορία εξελίσσεται ψυχρά. Ο αφηγητής περιγράφει αποστασιοποιημένα και λεπτομερειακά. Οι Μικρές ώρες θυμίζουν σενάριο ταινίας κι όχι μυθιστόρημα με την κλασική έννοια της λέξης. Σ’ αυτή τη διαπίστωση συμβάλλει και η τριτοπρόσωπη ενεστωτική αφήγηση που ενδύεται τον ρόλο μιας κάμερας, οργουελικής.

 

Ώρα την ώρα, ο αναγνώστης καλείται να αιωρηθεί πάνω από μια πόλη μέσω ενός κινηματογραφικού φακού και μιας στακάτης, στα όρια του ρομποτικού, πένας, σε συνδυασμό με κάποια διάσπαρτα στοιχεία λυρισμού και ειρωνείας. Η λίγο -θα λέγαμε- παιδαριώδης γραφή τού Murakami -σε σύγκριση πάντα με εκείνα που μας είχε συνηθίσει έως τώρα, σε βάζει σε σκέψεις: να γράφτηκε από κάποιον που προσπαθεί να τον μιμηθεί, αποτολμώντας το πρώτο του μυθιστόρημα ή, μήπως, ο Ιάπωνας συγγραφέας ορέγεται το παιχνίδι με την πένα του;

 

Ένα μυστήριο πλανάται πάνω από αυτή τη σκέψη όμοιο με αυτό που πλανάται τις μικρές ώρες πάνω από αυτήν τη πόλη. Με πρωταγωνίστρια μια νύχτα, λαμπερή, σκοτεινή, υπερβατική, παρακολουθούμε, με μάτι αχόρταγο, την πορεία ή τη στασιμότητα των ηρώων  της, που δεν μας αφήνουν να τους αφήσουμε. Μετέχουμε σε ένα σύμπαν ανησυχητικό, στα όρια μάλιστα του εξωπραγματικού. Ένα σύμπαν που θυμίζει κάτι από μια συνηθισμένη νύχτα, χωρίς να είναι. Κάτι από μια συνηθισμένη νύχτα, που κρύβει πολλά στις σκοτεινές πτυχώσεις της.

 

Κρύβει μια συνηθισμένη δράση χωρίς ένταση, μια δράση όμως που λειτουργεί ως πανοπλία των ηρώων που έχουν να διηγηθούν ιστορίες και τις διηγούνται χωρίς -στην ουσία-  να τις διηγούνται. Οι ήρωες του Murakami είναι περίπλοκοι, ενδιαφέροντες. Άλλοι μπορεί ίσως να θεωρηθούν καρικατούρες άλλοι πάλι φιγούρες έξω-πραγματικές. Όλοι όμως έχουν αυτό το je ne sais quoi που σε κεντρίζει και σε καλεί ν’ ανακαλύψεις τι δεν θέλουν να αποκαλύψουν και γιατί όχι.

 

Με τις Μικρές ώρες ναι μεν αιωρούμαστε μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου, εντός και εκτός οθόνης, το βαρύ όμως βλέμμα και η εξουσία τής παρακολούθησης του αφηγητή, προσδίδουν στο κείμενο ταυτόχρονα και μια διάσταση υπαρξιακής αναζήτησης. Μια αναζήτηση των απροσδόκητων και τελεσίδικων ανατροπών που άλλοτε καλούμαστε να υποστούμε και άλλοτε προκαλούμε από μόνοι μας -κι αυτό, όχι μόνο τις μικρές ώρες.

 

Στοιχεία βιβλίου:

Τις μικρές ώρες

Haruki Murakami

Σε μετάφραση Μαρίας Αργυράκη

Εκδόσεις Ψυχογιός, 2013

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθρο«Το Βερολίνο στην κόψη του ξυραφιού»
Επόμενο άρθροΜακάρι να ήσουν εδώ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ