Συνέντευξη στον Γιάννη Ν. Μπασκόζο.
Ο Τάσος Γουδέλης στη συλλογή διηγημάτων «Απόσταση αναπνοής» (Πατάκης) παραμένει πιστός στο δικό του λογοτεχνικό παιχνίδι: αφηγήσεις, ημερολόγια, σημειώσεις τρίτων, μονόλογοι, ψυχολογικά πορτρέτα υπηρετούν τη γλώσσα και την αγάπη του για το ύφος.
Τα κείμενα στην τελευταία σας συλλογή είναι ποικίλα: ημερολόγια, μυθοπλασίες, σημειώσεις τρίτων, μονόλογοι, πορτρέτα. Μήπως κάπου μπερδεύετε τον αναγνώστη (ή και τον κριτικό); Γιατί όχι μια ομοιογενής συλλογή;
Γιατί να «μπερδευτεί» ο αναγνώστης ή ο κριτικός , όπως λέτε; Τα κείμενά μου είναι όλα διηγηματικά, διαθέτουν ένα στόρι, έχουν αρχή , μέση και τέλος (όχι αναγκαστικά με την ίδια σειρά…, κατά το ρηθέν), αναγνωρίσιμους ήρωες… Γιατί μας εμποδίζει το στενά ειδολογικό σχήμα να τα δούμε ως διηγήματα; Έχω μια άποψη περί αυτού που υπερβαίνει τα ειδολογικά στεγανά…Τίποτα το πρωτότυπο, φυσικά.
Επί πλέον: το αποτέλεσμα δεν ήταν εμπρόθετο. Μέσα από τη δική τους λογική ( φυσικά κάτι πολύ συνηθισμένο στη δημιουργική γραφή) τα πεζά της συλλογής μού επέβαλαν τη φόρμα τους..
Τα ρεαλιστικά σας κομμάτια στη συλλογή (μεταξύ των οποίων ένα προδημοσίευσε και ο Αναγνώστης) δεν έρχονται σε αντίθεση με την διακηρυγμένη σας αποστροφή στην mainstream αφήγηση;
Μα δεν δογματίζω εναντίον της αφηγηματικής τέχνης. «Παίζω» με τα λογοτεχνικά είδη και τις τεχνικές της αφήγησης από βιβλίο σε βιβλίο. Απλώς δεν είμαι αναφανδόν υπέρ της αναπαράστασης, διότι ενίοτε αυτή δεν εξυπηρετεί το σχέδιό μου.
Όσον αφορά την κατάχρηση του mainsteam ρεαλιστικού στοιχείου, του οποίου γίνεται κατάχρηση στην αγορά για λόγους εμπορευματικούς και προβολής, επ’ αυτού είμαι όντως πολύ αυστηρός. Γιατί ξέρω, όπως όλοι εξάλλου, ότι οι ευπώλητοι συγγραφείς μόνο την εσωτερική τους ανάγκη για έκφραση δεν ικανοποιούν.
Εάν χρειαστεί όμως υιοθετώ την αφηγηματικότητα, αλλά με τους δικούς μου όρους., πάντα. Θεωρώ μεγάλο έπαινο τη φράση ενός Νέστορα της λογοτεχνικής μας κριτικής που είπε ότι είμαι αναγνωρίσιμος ως συγγραφέας από το εξής γεγονός: εάν αποσπάσει κανείς μια φράση από ένα κείμενό μου καταλαβαίνει ο οιοσδήποτε φιλαναγνώστης ότι αυτή είναι δική μου. Η συγκεκριμένη φράση σημαίνει ότι όποιο τρόπο και αν υιοθετήσω το στιλ μου είναι διακριτό.
Σας κατατάσσουν στους μοντέρνους ή και μεταμοντέρνους. Το αποδέχεστε;
Δεν έχω καμιά αντίρρηση να με κατατάξουν στη μια ή στην άλλη κατηγορία. Θα ήθελα μεγάλη έκταση για να αναπτύξω τους δικαιολογητικούς λόγους αυτής της άποψής μου, περνώντας μέσα από την ανάλυση των σχετικών όρων «μοντέρνος» και «μεταμοντέρνος». Πολύ σχηματικά να πω ότι η άποψή μου για το ατελέσφορο της γλώσσας και την έκφρασης γενικά με καθιστά μοντέρνο, ενώ το παιχνίδι μου με τη διακειμενικότητα, την παράδοση κ.λπ. με εντάσσει στους «μεταμοντέρνους»…αλλά δεν νιώθω τελικά εγκλωβισμένος σε σχήματα…
Είναι γνωστή η ενασχόλησή σας με τον κινηματογράφο. Ποιες είναι οι επιρροές και τα δάνεια;
Θα επαναλάβω τη γνωστή άποψη που μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία της αλληλεπίδρασης κινηματογράφου και λογοτεχνίας: ο συγγραφέας μετά την εφεύρεση του κινηματογράφου δεν είναι ο ίδιος με αυτόν που προηγήθηκε του μέσου…
Τι να κάνουμε; Η εικόνα- και ιδιαίτερα η κινούμενη- κατηύθυνε το βλέμμα σε νέα δεδομένα της πραγματικότητας. Αντιληφθήκαμε τον χρόνο της μέσα από βαθύτερες ορίζουσες, τις οποίες η λογοτεχνική συνείδηση είναι υποχρεωμένη πλέον να τις επεξεργασθεί διαφορετικά.
Εκτός όλων των άλλων ο κινηματογράφος δίδαξε την ε κ- φ ρ α σ τ ι κ ή ο ι κ ο ν ο μ ί α. Οι κινούμενες εικόνες αποτυπώνουν το απερίφραστο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οδηγούν στην αφυδατωμένη έκφραση. Απλώς αυτές είναι εναντίον του μακροπερίοδου και υπέρ του ευσύνοπτου λόγου, αφού δ ε ί χ ν ο ν τ ας εκτοπίζουν το περιττό, το οποίο στη λογοτεχνία εκφράζει η εκτενής περιγραφή.
Μοιάζει να σας ενδιαφέρει το ύφος και η σχέση των λέξεων παρά η ίδια η ιστορία. Δεν αποκόβεστε όμως έτσι από μια πλειονότητα αναγνωστών που προτιμούν τις ιστορίες;
Δεν θα το έθετα έτσι. Με ενδιαφέρει η ιστορία που θα αφηγηθώ πρωτίστως, μόνο που ταυτόχρονα με απασχολεί το ίδιο ο τρόπος, η γλώσσα μέσω της οποίας θα τη διαχειριστώ. Άρα η «ιδέα» και η έκφραση, όπως ακριβώς συμβαίνει στην ποίηση, ταυτίζονται. Με απασχολεί το γνωστό: «πώς» θα εκφράσω το συγκεκριμένο «κάτι».
Εάν δεν συμφωνεί μερίδα των αναγνωστών με αυτή την άποψη, το σέβομαι.
Στη συλλογή έχετε ένα κείμενο για την «Έμπνευση και τα πράγματα» εκεί έξω που περιμένουν τον συγγραφέα να τα δει. Εσείς προσωπικά πώς εμπνέεστε;
Το θέμα της «έμπνευσης» πολυσυζητημένο και από τη θεωρία, παραμένει σήμερα μια ιστορία αμφιλεγόμενη. Ο Έκο, το έχω ξαναπεί, αναφερόμενος στην έμπνευση έφερνε ως παράδειγμα το ψεύδος του Λαμαρτίν. Ο γάλλος ποιητής είχε περιγράψει την έκλαμψή του κατά την, δήθεν, απνευστί σύνθεση της «Λίμνης» του, ενώ ανάμεσα στα χειρόγραφά του που βρέθηκαν μετά τον θάνατό του, το πιο ταλαιπωρημένο ήταν αυτό της «Λίμνης»….
Σε πολλά διηγήματα πρωταγωνιστεί ο εαυτός σας (π.χ. «Ο μικρός ύπνος», «Ερωτική ιστορία» κ.ά) . Είναι θέματα που σχετίζονται με βιωμένη πραγματικότητα και σας απασχολούν ή απλώς μυθοπλασίες;
Το βίωμα είναι πάντα ένα καλό ερέθισμα, μια αφετηρία. Στα συγκεκριμένα διηγήματα, που αναφέρετε, όντως η πρώτη ύλη σχετίζεται με εμπειρίες μου αψιμυθίωτες. Υπάρχει άφθονο βιωματικό υλικό στα βιβλία μου σε διάφορες δόσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις τόσο επεξεργασμένο ώστε να το βλέπω, στην τελική του μορφή, ως κάτι εντελώς ξένο.
Έχετε πει ότι το μυθιστόρημα πλατιάζει γι αυτό γράφετε διηγήματα. Και οι ξένοι μυθιστοριογράφοι; Δεν σας λένε κάτι τα σύγχρονα μεγάλα ονόματα, Πύντσον, Ροθ, Κούντερα, Ουελμπέκ, ΜακΓιούαν, Γκρην,ΜακΚάρθυ κλπ κλπ ;
Πιστεύω στη «μικρή φόρμα», γιατί η ποιητική της κατ’ εμέ έχει σχέση με τη διαδικασία παραγωγής του στίχου. Με ενδιαφέρει η συμπύκνωση που δημιουργεί τη μινιατούρα. Στις μεγάλες φόρμες όπου κυριαρχεί η περίφραση νιώθω ως αναγνώστης κόπωση και ανία από τους αναπόφευκτους πλεονασμούς και τις επαναλήψεις.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν σέβομαι ονόματα όπως αυτά που σημειώνετε, γιατί τους αναγνωρίζω διαπεραστικό βλέμμα, μυθοπλαστική ικανότητα και εύρος συλλήψεων. Αλλά ας μην έχουμε αυταπάτες: οι μεγάλες αφηγήσεις πέρασαν στη δικαιοδοσία της οθόνης. Ο Μπόρχες έλεγε ότι βαριέται τους άχαρους, ατελεύτητους δρόμους του μυθιστορήματος, που όμοιο με μια ήπειρο κουράζεσαι για να το διασχίσεις μέχρι να φτάσεις σε ένα όμορφο μέρος…