του Λευτέρη Ξανθόπουλου
Ο Καλαμαράς, με τον Ειρηνικό Πολεμικό, (σε πρώτη έκδοση το 2012 και σήμερα με το νεώτερο συμπλήρωμά του, από τις εκδόσεις Αρμός / Παρουσία) επιχειρεί μια ποιητική σύνθεση σε εξέλιξη (poem in progress), επιχειρεί δηλαδή να ιστορήσει -και το κατορθώνει σε μεγάλο βαθμό- τη διάσπαση και τον κερματισμό του κόσμου που μας περιβάλλει σε δύο κομμάτια. Δίπλα στον σύγχρονο κόσμο και τον σύγχρονο άνθρωπο που τον δημιουργεί, τον νέμεται και βάναυσα τον κατοικεί ο Βασίλης Καλαμαράς χτίζει παράλληλα κατ’ εικόνα και ομοίωση του Εαυτού το προβληματικό φάσμα του σε εμπόλεμη κατάσταση, βομβαρδισμένο, καθημαγμένο, σαν να καθρεφτίζεται αυτός ο κόσμος μας επάνω σε ελαττωματικούς ή σε παραμορφωτικούς καθρέφτες. Στη σύνθεση του Καλαμαρά, ο διπλός, ο διχασμένος εαυτός, ο φίλος και ενάντιος, ο δισυπόστατος εαυτός δοξολογείται!
Σώμα ειρηνικό Σώμα πολεμικό
Χωρισμένος στα δυό
Οι δύο πλευρές του Εαυτού σου
Του φωτεινού και του σκοτεινού
Του χωρισμένου στα δυό Εαυτού
Σε προκεχωρημένη θέση πολεμά
Οπισθοχωρεί
Είμαι δεν είμαι
Δεν είσθε είσθε
Υπάρχετε δεν υπάρχετε
Ανύπαρκτοι υπαρκτοί
Νεκροί ζωντανοί
Τεθνεώτες ζώντες
Εδώ εκεί
Ξανά ποτέ
Όχι ναι
Μηδέν όλον
Νερό Φωτιά
Αέρας Γη
Όμως, ο Καλαμαράς, χρησιμοποιώντας χρωστήρες από αλλοτινούς καιρούς με χρώματα ξεχωριστά και χρωματικούς τόνους άγνωστους ή δυσεύρετους σήμερα, δημιουργεί έναν κόσμο ερειπίων κρεμασμένο στο τσιγγέλι του χασάπη, έναν κόσμο σε κομματάκια που στάζει αίμα, κόσμο παράλληλο που μας ατενίζει, μας παρακολουθεί και μας περιμένει. Περιμένει; Τι περιμένει; Μήπως να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους πάλι; Εμείς δηλαδή, να συγκολλήσουμε τα σπασμένα του μέλη και τις αρθρώσεις του και να επιχειρήσουμε την παλινόρθωση του ομοιώματος; Για ποιόν λόγο λοιπόν; Μήπως, άν επανέλθουν στην τάξη θα μπορέσουν να συλλαβίσουν έναν αδιατάραχτο, συνεχόμενο και άρτιο λόγο; Τον θέλουμε αυτόν το λόγο; Τον χρειαζόμαστε; Τον επιδιώκουμε; Αφού όλα αυτά τα ετερόκλητα στοιχεία θα ξανακυλίσουνε πάλι στον διαλυμένο, στον κατακρεουργημένο λόγο και θα ξαπλώσουν φαρδιά πλατειά σαν μεθυσμένοι χύμα κατά μήκος των δρόμων, σαν αλκοολικοί και σαν αθεράπευτα εξαρτημένοι.
Τώρα όμως, ξεπροβάλουν από τα σκοτάδια και χύνονται σαν παλαβοί στη μεγάλη πίστα κάποιοι αστείοι κλόουν, ακολουθούν οι άνθρωποι του τσίρκου από τα παρασκήνια, θηριοδαμαστές ιδίως και αρκουδιάρηδες, δήμαρχοι, και πολιτικοί, σκορπίζονται και τρέχουν σαν νευρόσπαστα ανάμεσα στα ερείπια προσπαθώντας να βάλουν μιά σειρά. Μάταια όμως. Ό,τι σηκώνει από κάτω και στήνει όρθιο ο πρώτος, έρχεται ο επόμενος και το κατακρημνίζει. Αυτός είναι και ο κόσμος μας «ὁ κάλλιστος κόσμος» σύμφωνα με τον θείο Ηράκλειτο, «σάρμα εἰκῇ κεχυμένον», σκουπίδια ριγμένα εδώ κι εκεί ακατάστατα, ο κόσμος μας, που αρνείται πεισματικά να βρει τον εαυτό του.
Για να συνεχίσουμε την πλοήγηση στο έργο του Καλαμαρά, θα χρειαστούμε για συνδρομή μας και άλλα κλειδιά εκτός από τον προσωκρατικό Ηράκλειτο. Ανατρέχουμε τώρα στον Σάμιουελ Μπέκετ και στο Τέλος Παιχνιδιού, έργο του 1957.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο αστείο από τη δυστυχία. Ναι, ναι, είναι το πιο κωμικό πράγμα στον κόσμο. Στην αρχή γελάμε, γελάμε με την καρδιά μας. Αλλά η ιστορία επαναλαμβάνεται. Είναι σαν το ανέκδοτο, που το ακούμε κάθε τόσο και μ’ όλο που μας αρέσει, δεν μπορούμε πια να γελάσουμε.
Ο Μπάστερ Κήτον, ο Χοντρός και ο Λιγνός, ο Χάρολντ Λόϊντ, ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο Μπεν Τάρπιν, ο Φάττυ, ο Μακ Σένετ και όλοι οι τραγικοί κωμικοί της χρυσής εποχής του βωβού, μάς κλείνουν το μάτι, μπαίνουν και αυτοί στο χορό, χύνονται στην πίστα με τα ερείπια για να δώσουν ένα χεράκι. Δεν ξέρουμε αν κλαίνε ή αν γελάνε ή αν και τα δυό μαζί. Ο Καλαμαράς συνεχίζει:
Τραγωδός κωμωδός
Γδούπος κραδασμός
Τράνταγμα τίναγμα
Έλασμα ελατήριον
Καρνάβαλος Κλόουν
Πιερότος ξωτικό.
Σώμα Ειρήνης Σώμα Πολέμου
Τυραννισμένο Αγλαϊσμένο
Καταμαρτυρημένο Κατασημαδεμένο
Πολεμοποιό Ειρηνοποιό
Πνεύμα
Ψυχή
Ειρηνικού Πολεμικού
Καρδιά
Πολεμική Ειρηνική
Εντός μας αγρυπνεί.
Πλησιάζοντας στο φινάλε, επικαλούμαι πάλι τα λόγια του Μπέκετ από το τρίτο μέρος της Τελευταίας Τριλογίας του που φέρει τον τίτλο Ολοταχώς προς το χειρότερο (Worstward Ho, 1983):
Όλα περασμένα. Ποτέ τίποτε άλλο. Όλα δοκιμασμένα. Όλα αποτυχημένα. Χωρίς σημασία. Να προσπαθήσεις ξανά. Να αποτύχεις ξανά. Να αποτύχεις καλύτερα.
Και ο Καλαμαράς, στην ποιητική του σύνθεση Ειρηνικός – Πολεμικός καταλήγει:
Εντός αυτής της νυκτός απεχώρησεν μονολογώντας:
«Ούτε ένας σύμμαχος;
Ούτε ένας εχθρός;
Ούτε ένα ποτήρι κρασί;»
info: Βασίλης Καλαμαράς, Ειρηνικός πολεμικός, εκδ. Αρμός/Παρουσία