Σύγχρονη αμερικανική αντιπολεμική λογοτεχνία

0
1052

 

 

Της Κατερίνας Σχινά.

 

Όταν, το 2003, ξέσπασε ο πόλεμος στο Ιράκ, ο 80χρονος, τότε, Νόρμαν Μαίηλερ, παρακινούσε τους νέους, ανάστατους από τη νέα πολεμική εμπλοκή της Αμερικής, συγγραφείς: «Πηγαίνετε στο μέτωπο. Κι ύστερα γράψτε στο σπίτι σας. Γράψτε μακροσκελείς, περιγραφικές επιστολές, αγνοώντας το ενδεχόμενο να αντιμετωπίσετε προβλήματα με τη στρατιωτική λογοκρισία». Η παραίνεση του Μαίηλερ δεν ήταν παρά μια ανάκληση της νεότητάς του: το ίδιο έκανε κι εκείνος, όταν βρέθηκε στις Φιλιππίνες, στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εξ ου και όταν επέστρεψε από το μέτωπο σε ηλικία 23 ετών, στο σπίτι τον περίμεναν 50 περίπου επιστολές, οι οποίες χρησίμευσαν ως πρώτη ύλη για το βιβλίο που τον καθιέρωσε ως συγγραφέα: Ήταν οι «Γυμνοί και οι Νεκροί».

Παράξενη συμβουλή. Ο τόνος της υπαινίσσεται μια σχεδόν προγραμματική δυνατότητα λογοτεχνικής ανάπλασης της πολεμικής εμπειρίας· όσο για την προτεινόμενη τεχνική, αυτή αναμφίβολα θυμίζει συμβουλές σεμιναρίων creative writing. Η ιδέα στρατιωτών που καταγράφουν με ψυχρή ακρίβεια σκηνές, χαρακτήρες, συναισθήματα προσβλέποντας στη μεταγενέστερη «αξιοποίησή» τους φαντάζει μάλλον αδύνατη. «Είναι μάλλον ένδειξη κακού γούστου να κάνεις μυθιστόρημα το νωπό ακόμη πένθος για το θάνατο των συστρατιωτών σου», σχολίαζε τότε ο Αντι Μακ Ναμπ, πρώην μέλος των ειδικών δυνάμεων του βρετανικού στρατού και συγγραφέας της μαρτυρίας «Bravo two Zero» από τον πρώτο πόλεμο στον Κόλπο. Και ο Τιμ Ο’ Μπράιαν, που υπηρέτησε στο Βιετνάμ μεταξύ 1969 και 1970 και αποτύπωσε σε δύο βιβλία («Αν πεθάνω στη μάχη» και «Κυνηγώντας τον Κατσιάτο») την εμπειρία του, συμφωνούσε: «Πρέπει ν’ αφήσεις το θυμό, την ενοχή και τη θλίψη να ξεθωριάσουν», είχε δηλώσει τότε. «Αλλιώς δεν μπορείς ν’ αποφύγεις τη μεγαλοστομία. Ο πόλεμος είναι τόσο χαοτικός, τόσο εξωπραγματικός, ώστε χρειάζεσαι χρόνο για να κατανοήσεις σε ποιον ακριβώς εφιάλτη βρέθηκες να πρωταγωνιστείς, άθελά σου. Και το πιθανότερο είναι να μην τα καταφέρεις ποτέ».

FinalCover-330Είναι αλήθεια: ένα λογοτεχνικό έργο μπορεί και να λυγίσει κάτω από το βάρος του ιστορικού γεγονότος. Γι’ αυτό και από τη μακρά, μακρότατη σειρά των αντιπολεμικών έργων, λίγα κατόρθωσαν να υπερβούν την εποχή τους και να γίνουν κλασικά. Βεβαίως, από τον «Καλό στρατιώτη Σβέικ» του Γιάροσλαβ Χάσεκ ως το «Ουδέν νεώτερον από το δυτικό μέτωπο» του Εριχ Μαρία Ρεμάρκ, από τον «Αποχαιρετισμό στα Οπλα» του Χεμινγκγουέι ως το «Σφαγείο 5» του Κουρτ Βόνεγκατ,  από τα ποιήματα του Γουίλφρεντ Οουεν και του Σίγκφριντ Σασούν ως τα «Κρίνα και τα Ρόδα» του Λουί Αραγκόν, από το «Χιου Σέλγουιν Μόμπερλι» του Εζρα Πάουντ ως την «Ισπανία» του Γ. Χ. Ώντεν, από το «Ουρλιαχτό» του Άλαν  Γκίνσμπεργκ ως τον “Ατέρμονα πόλεμο” του Τζο Χάλντεμαν (ο οποίος κατέφυγε στην επιστημονική φαντασία για να αποτυπώσει το «αδιανόητο» των πολεμικών του εμπειριών στο Βιετνάμ), το αντιπολεμικό αίσθημα σφραγίζει τη σύγχρονη λογοτεχνία. Κανείς μεγάλος συγγραφέας δεν έμεινε απαθής μπροστά στον πόλεμο -ίσως γιατί ο «σύντομος 20ός αιώνας» αποδείχτηκε το μεγαλύτερο και πιο απάνθρωπο σφαγείο της ιστορίας. Και μολονότι, όπως είχε γράψει ο Γουόλτ Γουίτμαν μετά τον αμερικανικό εμφύλιο, «ο αληθινός πόλεμος ποτέ δεν θα μπορέσει να περάσει στα βιβλία», ο απόηχός του εγκαταστάθηκε για τα καλά στη μεταπολεμική ποίηση και πεζογραφία, είτε ως κραυγή διαμαρτυρίας είτε ως ειρωνική χλεύη ενάντια στον παραλογισμό του.

Reign_of_Phil_coverΘα ήταν λοιπόν αδύνατον να μην παρατηρηθεί μια νέα έξαρση της αντιπολεμικής λογοτεχνίας, καθώς ο 21ος αιώνας, αν κρίνουμε από την ραγδαία εξάπλωση της πολεμικής βαρβαρότητας,  ενδέχεται να αποδειχθεί ακόμη πιο αιμοσταγής από τον προηγούμενο. Στα ελληνικά διαβάσαμε ήδη ένα ποιητικό αριστούργημα, που αποτυπώνει την βάναυση και βαθιά αλλοτριωτική εμπειρία του πολέμου στο Ιράκ, χωρίς ούτε μια στιγμή να αισθητικοποιεί τη βία: είναι το μυθιστόρημα του βετεράνου Κέβιν Πάουερς «Κίτρινη κορδέλα» (μετάφραση Μυρσίνη Γκανά, εκδ. Μεταίχμιο), όπου, ήδη από τις πρώτες αράδες, ο πόλεμος προσωποποιείται με τους όρους του απεχθούς: ένα πλάσμα υποχθόνιο, που, όταν οι μαχητές κοιμούνται, εκείνο «σέρνει τα χιλιάδες πλευρά του στο έδαφος και προσεύχεται γονατιστό», που όταν τρώνε, «νηστεύει, τρεφόμενο από την ίδια του τη στέρηση», που «κάνει έρωτα, γονιμοποιείται και πολλαπλασιάζεται μέσα απ’ τη φωτιά». Και, ασφαλώς, δεν χαρίζεται σε κανέναν.

Αλλά ο Πάουερς δεν είναι μόνος. Εκκινώντας από την αλληγορία της Φάρμας των ζώων του Τζωρτζ Όργουελ, ο μεγάλος αμερικανός συγγραφέας Τζωρτζ Σώντερς (τα διηγήματα του οποίου περιμένουμε να εκδοθούν σύντομα από τον «΄Ικαρο» σε μετάφραση Γ.Ι.Μπαμπασάκη), στο βιβλίο του  The Brief and Frightening Reign of Phil (Η σύντομη και τρομακτική ηγεμονία του Φιλ) παρακολουθεί τι συμβαίνει σε μια μικρή και αδύναμη ομάδα ανθρώπων όταν μια ευρύτερη, πιο ομοιογενής και καλύτερα οργανωμένη ομάδα αποφασίζει να της επιβληθεί με κάθε τρόπο. Όπως σημειώνει στο Publisher’s Weekly o βετεράνος του Αφγανιστάν και συγγραφέας της μαρτυρίας Afghan Post, Adrian Bonenberger, «είναι πολύ δύσκολο για τον αναγνώστη να μην ακούει τον απόηχο ‘Μπους, Μπους, Μπους’, όταν διαβάζει για τον Φιλ».

Ο Bonenberger κάνει μια σύντομη επισκόπηση στα μυθιστορήματα που εστιάζουν στον πόλεμο του Ιράκ και του Αφγανιστάν, ξεχωρίζοντας, μεταξύ άλλων, τα βιβλία The kite runner του Khaled Hosseini, «συγκλονιστική περιγραφή του τόπου, γραμμένη από την προνομιούχο προοπτική ενός ξένου, ενός εκπατρισμένου», Billy Lynns Long Halftime Walk του Ben Fountain, «εξαιρετικά ζωντανό πορτρέτο της προσωρινής επαφής ενός στρατιώτη με την πολιτική ζωή κατά τη διάρκεια της άδειας του», Sand Queen της Helen Benedict, μια γυναικεία ματιά στον πόλεμο του Ιράκ, Fobbit του David Abrams, «δραματική αποτύπωση της έντασης ανάμεσα στους ένοπλους στρατιώτες και εκείνους που ποτέ δεν συμμετέχουν σε μάχες αλλά μένουν στη βάση επιφορτισμένοι με διαφορετικά καθήκοντα», Sparta της Roxana Robinson, μυθιστόρημα για τις ψυχολογικές επιπτώσεις του πολέμου με ήρωα έναν 26χρονο που επιστρέφει στο σπίτι του μετά από τέσσερα χρόνια στο Ιράκ και αδυνατεί να προσαρμοστεί, One Hundred and One Nights του Benjamin Bucholz, γραμμένο από την οπτική γωνία των ντόπιων, «που μας είδαν να καταλαμβάνουμε την χώρα τους, χωρίς να κατανοούμε ούτε που βρισκόμαστε ούτε τι επιδιώκουμε ακριβώς», και, τέλος, The Watch του Joydeep Roy-Bhattacharya, αφήγηση εμπνευσμένη από την σοφόκλεια Αντιγόνη: μια Αφγανή προσεγγίζει μια μικρή αμερικανική στρατιωτική μονάδα, σε μια προσπάθεια να περισυλλέξει τη σορό του νεκρού αδελφού της.

9780989312523Θα περάσει, βέβαια, καιρός ώσπου να φανεί αν τα μυθιστορήματα αυτά θα αντέξουν στον χρόνο,  αν η λογοτεχνική αντίδραση «ενάντια στη λαίλαπα που όρμησε ανεξέλεγκτη πάνω στον κόσμο» – για να χρησιμοποιήσω μια παλιότερη διατύπωση του Φίλιπ Λάρκιν – θα έχει διάρκεια και καλλιτεχνική βαρύτητα. Ωστόσο, ο αντιπολεμικός συναγερμός που σήμανε ήδη από τις αρχές του αιώνα μας, φαίνεται να κατασταλάζει σε μια λογοτεχνία διαμαρτυρίας, που δεν εκπίπτει στην εύκολη καταγγελία· μια λογοτεχνία που  εκφράζεται είτε σαν σκοτεινή παραβολή, είτε σαν αηδιασμένη σάτιρα, είτε σαν οργισμένη μαρτυρία, είτε σαν θρήνος για όσα χάνονται όταν ηχούν τα κανόνια.

 

 

Προηγούμενο άρθρο“Ο καρκίνος της amazon”
Επόμενο άρθροΣυνομήλικοι με αυτισμό

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ