Συνέντευξη στη Γιούλη Αναστασοπούλου. Ο Σωφρόνης Σωφρονίου τιμήθηκε με το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο Μυθιστορήματος της Κύπρου.
- Tι θα ήθελες να γνωρίζουν οι αναγνώστες σου για τους ήρωές σου;
Ο κάθε ήρωας στους Πρωτόπλαστους, όση έκταση και αν καταλαμβάνει στο κείμενο και σε όποιο σημείο του χρόνου κι αν βρίσκεται, αλληλεπιδρά πολυεπίπεδα με όλους τους υπόλοιπους. Σαν χαρακτήρες του βιβλίου ορίζω ακόμα και τα ζώα που αναφέρονται αλλά και, σε ένα πιο ανοικτό επίπεδο, τα έργα τέχνης και τις λεπτομέρειές τους, τις πολιτικές, δογματικές και προσωπικές απόψεις.
- Τι σε κινητοποίησε να γράψεις τo: Οι πρωτόπλαστοι;
Το κοινότοπο θα ήταν να πω: μια εσωτερική ανάγκη. Τώρα όμως που κοιτώ το βιβλίο από κάποια χρονική απόσταση, καταλαβαίνω ότι δούλεψα κυρίως με υλικό που είχε μαζευτεί όταν την περασμένη δεκαετία ζούσα στο εξωτερικό. Αρκετό από αυτό αφορούσε την Κύπρο. Αντί να γράψω όμως ένα βιβλίο μόνο για την Κύπρο προσπάθησα να προσεγγίσω μια μεγαλοεικόνα της ροής των καταστάσεων μέσα στον χρόνο κι έθεσα σαν κανόνα να αποφύγω τον διδακτισμό και την ανούσια τρυφερότητα. Δεν ξέρω αν τα κατάφερα.
- Με ποιο άλλο βιβλίο συνομιλεί το βιβλίο σου;
Το βιβλίο μου περιλαμβάνει επιρροές από διάφορα κείμενα, για παράδειγμα, από το Μαύρο βιβλίο του Ορχάν Παμούκ, όχι τόσο θεματολογικά αλλά περισσότερο στο επίπεδο της αρχιτεκτονικής του. Σε ένα κομμάτι όπου αναλύεται μια φωτογραφία, την ιδέα την πήρα από τα γραπτά του Ρομπέρτο Μπολάνιο. Με επηρέασαν ο Ρεμπώ και ο Βιγιόν, που είναι και χαρακτήρες στο κείμενο. Και, σίγουρα, αναπόφευκτα, κάπου θα κρύβεται ο Μπόρχες, ειδικά οι Μυθοπλασίες.
- Πώς γράφεις και πού;
Παλιά έγραφα απευθείας στον υπολογιστή. Τώρα συνήθως γράφω μερικές σελίδες στο χαρτί και έπειτα τις μετατρέπω σε ψηφιακή μορφή επιχειρώντας παράλληλα μια αρχική επιμέλεια. Μπορώ να γράψω μόνο σε ήσυχο περιβάλλον, γι’ αυτό επιδιώκω να έχω καθημερινά αρκετές ώρες στη διάθεσή μου, χωρίς επαφή με το ίντερνετ. Αρκετή δουλειά γίνεται στο χωριό μου, αν όμως είχα την ευκαιρία, μια ιδανική συνθήκη θα ήταν ο συνδυασμός κάποιας πόλης στο εξωτερικό και του χωριού μου στην Κύπρο. Όταν επιμελούμαι το τελικό κείμενο η αρχική δουλειά γίνεται στο χαρτί, ιδανικά σε κάποια βιβλιοθήκη, κάπου δηλαδή όπου και άλλοι άνθρωποι δουλεύουν παράλληλα.
- Αν μπορούσες να αλλάξεις κάτι σε ένα αγαπημένο βιβλίο ποια θα ήταν η παρέμβασή σου;
Ίσως να προσπαθούσα να επεκτείνω το Πείραμα της Κύπρου στον Θαυμαστό Καινούριο Κόσμο του Χάξλεϋ. Θα έπρεπε όμως το μυθιστόρημα να ήταν γραμμένο στο σήμερα. Μόνο που ο Χάξλεϋ κατάφερε να μιλήσει για το πείραμα με τους «Τύπου Α» ανθρώπους μέσα σε μια μόνο παράγραφο, ενώ σήμερα εδώ επικρατεί τόσο μπέρδεμα που θα χρειάζονταν ολόκληροι τόμοι.
- Γράφεις κάτι τώρα;
Τους Πρωτόπλαστους τους τέλειωσα το 2013. Εδώ και τρία σχεδόν χρόνια δουλεύω ένα καινούριο μυθιστόρημα. Η πλοκή του εκτυλίσσεται, κυρίως, σε έναν απροσδόκητο περίγυρο, και η μεγάλη πάλη τώρα είναι πώς να βρεθώ όσο το δυνατό περισσότερο κοντά στον ρεαλισμό.
- Τι σου λείπει από το Λογοτεχνικό τοπίο;
Δεν έχω καλή εποπτεία του συγγραφικού τοπίου, αλλά θα έλεγα πως θα μου άρεσε να διαβάσω περισσότερα κείμενα όπως αυτά του Ζέμπαλντ, δηλαδή κείμενα μετρημένα, με ουσιαστικό και συναρπαστικό περιεχόμενο και εξωφρενικά καλή, αλλά όχι επιτηδευμένη, γραφή.
Σύντομο βιογραφικό: Ο Σωφρόνης Σωφρονίου γεννήθηκε το 1976, στο Παλαιχώρι της Κύπρου. Το πρώτο του βιβλίο, το μυθιστόρημα Οι Πρωτόπλαστοι, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Το Ροδακιό. Tο βιβλίο του, δεύτερο στην τελική λίστα των Λογοτεχνικών Βραβείων του Αναγνώστη, τιμήθηκε με το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο Μυθιστορήματος της Κύπρου.