Απάντηση στην «ανοικτή επιστολή» του κ. Γαραντούδη, για τη δημοσίευση κειμένου του Γ. Χειμωνά
του Γιάννη Η. Χάρη
Σε δύο επιφυλλίδες μου (Εφημερίδα των συντακτών, 29/9 και 6/10/18) σχολίαζα το αδιανόητο, εντέλει, να δημοσιεύει κάποιος (και μάλιστα σε εφημερίδα) ένα ξένο κείμενο, παραβλέποντας την τελική μορφή που θέλησε να του δώσει ο συγγραφέας του, με τις όποιες (ουσιαστικές, εν προκειμένω) διορθώσεις-βελτιώσεις επέφερε κάποια στιγμή: «Μην τον κοιτάτε καλοντυμένο· φορούσε τρύπιες κάλτσες» μοιάζει να λέει ο φιλολογικός εκδότης. Που μάλιστα δεν αγνόησε γενικά τις βελτιώσεις, αλλά τις έκρινε ο ίδιος και αποφάσισε ο ίδιος ποιες θα «κάνει δεκτές» και ποιες θα «απορρίψει»! Παραδίδοντας, ξαναλέω, το κείμενο σε ουσιωδώς διαφορετική μορφή από αυτή που θέλησε ο συγγραφέας.
Δεν ξέρω αν πρέπει να χαρώ που ο φιλολογικός εκδότης, έπειτα από μια ιστορία η οποία δεν αφορά κανέναν, πως σε άλλη εφημερίδα το είχε δώσει με τις πρέπουσες επισημάνσεις κτλ., αλλά… κτλ., επιβεβαιώνει απολύτως αυτό που θεωρούσα αδιανόητο. Ότι δηλαδή επιφύλαξε στον εαυτό του το δικαίωμα να διαμορφώσει κατά το δοκούν το τελικό κείμενο που έδωσε στη δημοσιότητα –«παρά πάσα λογική, δεοντολογία, ηθική», ξαναγράφω τώρα, και σταματώ, χωρίς να ξέρω τι να υπογραμμίσω, τη λογική ή την ηθική –όχι πια μόνο την επαγγελματική.
ΥΓ. Τα όσα άλλα βρίσκει (με αφελείς μικρολαθροχειρίες) να σημειώσει, από τον “ψεύτη” Ελύτη, που έλεγε πως σκίζει μα δεν έσκιζε, αφού άφησε κατάλοιπα (για ημιτελή ποιήματα όμως ο λόγος, κύριε Γαραντούδη!), έως αυτά που (θεωρεί πως) αφορούν την ταπεινότητά μου, εύκολα τα καταλαβαίνει και τα αξιολογεί ο αναγνώστης.
Ευριπίδης Γαραντούδης
(Οριστική) ανταπάντηση στην «απάντηση» του κ. Χάρη, εκ νέου στη μορφή ανοικτής επιστολής
Κύριε Χάρη,
στην «απάντησή» σας εξακολουθείτε να επιμένετε στον αρχικό σας ισχυρισμό, που αυτός είναι –για να χρησιμοποιήσω τα δικά σας λόγια– «παρά πάσα λογική, δεοντολογία, ηθική», ότι παρέδωσα «το [ανέκδοτο] κείμενο [του Χειμωνά] σε ουσιωδώς διαφορετική μορφή από αυτή που θέλησε ο συγγραφέας». Είναι περιττό να επαναλάβω τις πληροφορίες της αρχικής μου απάντησης-ανοικτής επιστολής – όποιος αναγνώστης θέλει, ας ανατρέξει για τις πραγματολογικές λεπτομέρειες στο κείμενό μου. Αυτή τη φορά, συντομότερα, θα επικαλεστώ πλέον την κοινή λογική: Η φωτογραφία του χειρογράφου του Χειμωνά που εγώ ο ίδιος δημοσίευσα είναι αδιάψευστος μάρτυρας τού τι «θέλησε ο συγγραφέας» να γράψει· δημοσιεύοντας τη φωτογραφία, έδωσα λοιπόν στον κάθε αναγνώστη τη δυνατότητα να κάνει την αντιβολή με το τυπογραφικά μεταγραμμένο κείμενο. Κι ας περάσω στο περί ηθικής και δεοντολογίας επιχείρημἀ σας. Όντως, είναι οφθαλμοφανές –ας πλεονάσω: βγάζει μάτι!– ότι στο δημοσίευμά μου το τυπογραφικά μεταγραμμένο κείμενο του χειρογράφου διαφέρει από τη φωτογραφία του. Τους λόγους τους εξήγησα λεπτομερώς στο απαντητικό κείμενό μου. Είχα πλήρη επίγνωση αυτών των διαφορών ανάμεσα στο φωτογραφημένο χειρόγραφο και την τυπογραφικά μεταγραμμένη μορφή του και αποφάσισα να προβώ στη δημοσίευση των δύο αυτών διαφορετικών κειμενικών μαρτύρων, λογοδοτώντας προηγουμένως στην επιστημονική συνείδησή μου, όπως κάνω με κάθε φιλολογικό γραπτό μου, επειδή έκρινα ότι αυτή η επιλογή μου δεν είναι «αδιανόητη», από οποιαδήποτε άποψη, στο πλαίσιο της δημοσίευσης σε μια εφημερίδα. Αν εσείς εξακολουθείτε να την θεωρείτε αδιανόητη «παρά πάσα λογική, δεοντολογία, ηθική», δεν μπορώ και δεν επιθυμώ να σας εμποδίσω να με ρίξετε στην πυρά της επιφυλλιδογραφίας σας.
Αλλά τότε θα βρείτε μόνο τα ξύλα και τα σπίρτα. Κι αυτό το γράφω, επειδή η χρήση του επιθέτου «επαγγελματική» στην απάντησή σας είναι από αυτές τις λέξεις που με ερεθίζουν, πολύ δυσάρεστα, όταν αναφέρονται στη δική μου «ταπεινότητα» και χρησιμοποιούνται από ανθρώπους που δεν έχουν, το επαναλαμβάνω, καμία ουσιώδη σχέση με το «επαγγελματικό», δηλαδή το επιστημονικό, πεδίο μου. Ως προς αυτό τουλάχιστον, κύριε Χάρη, ελπίζω να μπορώ να σας πείσω να δεχθείτε ότι δεν είστε φιλόλογος νεοελληνιστής και φιλολογικός εκδότης κειμένων. Αν, λοιπόν, σκοπεύετε σοβαρά να “μονομαχήσετε” μαζί μου στον «επαγγελματικό» μου στίβο, τότε σας συνιστώ να ξεκινήσετε αμέσως τη συστηματική προπόνηση. Υποθέτω ότι θα σας χρειαστεί αρκετός χρόνος, ίσως εκείνος του υπόλοιπου βίου σας, αν αναλογιστείτε ότι στον δικό μου «επαγγελματικό» στίβο, τη (νεοελληνική και τη συγκριτική) φιλολογία και τον κλάδο της εκδοτικής κειμένων, εργάζομαι ήδη 30 χρόνια.
Τέλος, λίγα λόγια για το ΥΓ της απάντησής σας, χάριν ενός διδακτικού παραδείγματος. Εκεί γράψατε ότι βρήκα «(με αφελείς μικρολαθροχειρίες) να σημειώσ[ω], [για] τον “ψεύτη” Ελύτη, που έλεγε πως σκίζει μα δεν έσκιζε, αφού άφησε κατάλοιπα (για ημιτελή ποιήματα όμως ο λόγος, κύριε Γαραντούδη!)». Αυτό το θαυμαστικό σας, κύριε Χάρη, μου φαίνεται σαν να μου κουνά επιδεικτικά το δάκτυλο της μαθήσεως. (Παρεμπιπτόντως, διακρίνω έναν βαθμιαίο εξευγενισμό του ύφους σας στους χαρακτηρισμούς για το πρόσωπό μου: από το αρχικό «τυμβωρυχία και βάναυση κακοποίηση» [των καταλοίπων του Χειμωνά] φτάσατε στο «μικρολαθροχειρίες» [επί του κειμένου σας]). Επί της ουσίας, όμως, επιμένετε να ισχυρίζεστε ότι γνωρίζετε περισσότερα από εμένα για το τι έκανε και πώς ο Ελύτης με τα χειρόγραφα και τα κατάλοιπά του. Κύριε Χάρη, δεν είστε μόνο ανεπίδεκτος μαθήσεως και προχειρογράφος, κατά το κοινώς λεγόμενο τσαπατσούλης, είστε και οκνηρός, γνωρίσματα που, αν τα συνδυάσουμε, οδηγούν, δυστυχώς, στην αβελτηρία. Και το γράφω αυτό μετά λόγου γνώσεως, επειδή δεν επισκεφτήκατε την ιστοσελίδα του Αρχείου Ελύτη στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, όπου σας παρέπεμψα. Για ακόμα μια φορά, λοιπόν: http://www.ascsa.edu.gr/index.php/archives/odysseus-elytis-scope-and-content (η επανάληψη είναι πηγή μαθήσεως, για όποιον θέλει να μάθει). Παραθέτω, συγκεκριμένα, από την εν λόγω ιστοσελίδα: «Ιδιαίτερο βάρος [στο αρχείο Ελύτη] έχει η ενότητα Χειρόγραφα, η οποία περιλαμβάνει τα σημαντικότερα από τα έργα του ποιητή σε χειρόγραφη μορφή με σχόλια και διορθώσεις από τον ίδιο κι αυτό [το ότι η ενότητα έχει ιδιαίτερο βάρος] εξαιτίας του γεγονότος ότι ο Ελύτης συνήθιζε να μην διατηρεί τις πρώτες μορφές των έργων του και τα χειρόγραφά του». Με άλλα λόγια, σώζονται χειρόγραφα του Ελύτη και ημιτελών και σημαντικών ολοκληρωμένων ποιημάτων του. Ορισμένα από αυτά έχουν παρουσιαστεί δειγματοληπτικά σε εκθέσεις για το συγγραφικό και εικαστικό έργο του τις οποίες επιμελήθηκε η Ιουλίτα Ηλιοπούλου και έχουν περιληφθεί δειγματοληπτικά σε βιβλία που επίσης επιμελήθηκε η ίδια, όπως το Οδυσσέας Ελύτης. Ο ναυτίλος του αιώνα, Αθήνα, Εκδόσεις Ίκαρος 2011 (βλ. σ. 132, 152, 156, 158, 235, 272, 294, 334, 354, 365, 369 και 370). Το ένα μάλιστα από τα ποιητικά έργα του Ελύτη, το περίφημο Μονόγραμμα, το πρωτοδημοσίευσε ο ίδιος στη χειρόγραφη μορφή του: Οδυσσέα Ελύτη, Το Μονόγραμμα, FAMAGOUSTE, CHYPRE, LES ÉDITIONS L’OISEAU 1971. Η πρώτη έκδοση στην Ελλάδα: Το Μονόγραμμα, Αθήνα, Ίκαρος 1972. Στο «Βιβλιογραφικό σημείωμα», σ. 27, αυτής της έκδοσης δίνονται οι εξής πληροφορίες για την πρώτη έκδοση: «Η πρώτη έκδοση του βιβλίου αυτού έγινε την άνοιξη του 1971 στις Βρυξέλλες, από φωτοτυπημένο χειρόγραφο του ποιητή και με την επιμέλεια του Jos. Adam, για λογαριασμό του εκδοτικού οίκου “L’ oiseau”, Fanagousta, Chypre, σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων». Εδώ θα σας δώσω, κύριε Χάρη, και μια επιπρόσθετη πληροφορία, για περαιτέρω μελέτη. Στο Αρχείο Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, που λειτουργεί υπό τη δικαιοδοσία του Τομέα Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών του Τμήματος Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (βλ. https://www.auth.gr/museums_archives/logotexnia), υπάρχουν, μεταξύ άλλων τεκμηρίων που έχουν σχέση με τον Ελύτη, 14 τετράδια με προσχέδια του Άξιον Εστί, από δωρεά του Γ. Π. Σαββίδη, εκείνου του φιλόλογου για τον οποίο εσείς μας μαρτυρείτε ότι ο Ελύτης έλεγε: «Σκίζετε! Σκίζετε! Κυκλοφορούνε -ίδηδες!». Χειρόγραφα ή δακτυλόγραφα κείμενα του Ελύτη σώζονται και σε άλλα αρχεία, όπως οι επιστολές του προς τον Tériade που δημοσίευσε, φωτογραφημένες και σε τυπογραφική μεταγραφή τους, ο Δημήτρης Νικορέτζος, Αγαπητέ μου Tériade . Ανέκδοτα γράμματα του Οδυσσέα Ελύτη στον Ε. Tériade, Εκδόσεις Εντός, Έκδοση Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Λέσβου, Λέσβος 2006. Τέλος, δύο χειρόγραφες επιστολές του Ελύτη προς τον Γιώργο Χειμωνά εντοπίστηκαν στα αρχειακά κατάλοιπα του τελευταίου. Κύριε Χάρη, παρέθεσα τις παραπάνω πληροφορίες, ως ένα ελάχιστο δείγμα εκείνης της σταθερής στάσης μου απέναντι στα κείμενα (και τους ανθρώπους) που αναπόφευκτα μού υπαγορεύει να τερματίσω την οποιαδήποτε στο εξής συζήτηση μαζί σας. Με άλλα λόγια: Η (κάθε) επιστήμη είναι η εις βάθος έρευνα (ενός μέρους) του πραγματικού, που χρειάζεται πολύ χρόνο, ασκείται με μεγάλο μόχθο και γίνεται με αφιέρωση (ζωής). Όσοι πάνε να αγγίξουν ζητήματα που άπτονται της επιστήμης με τους δικούς σας πραγματολογικούς όρους (τα ψυχοσυναισθηματικά κίνητρά σας δεν με ενδιαφέρουν στο ελάχιστο), δεν κάνουν τίποτε περισσότερο από το να εκθέτουν δημόσια τον εαυτό τους. Καλή σας συνέχεια στις επιφυλλίδες και στο blog σας περί παντός του επιστητού.
info: το αρχικό κείμενο του Γιάννη Η. Χάρη εδώ
Ο Τσαλαβούτας
Ο κ. Γιάννης Η. Χἀρης με ξαναθυμήθηκε στη χθεσινή επιφυλλίδα του στην “Εφημερίδα των Συντακτών” (“Στόλισμα και ξαράχνιασμα”, 15.12.2018), γράφοντας τα εξής: “Ο κανιβαλίσας τον Χειμωνά κ. Γαραντούδης απάντησε σε δύο σχετικές επιφυλλίδες μου όχι, ως είθισται, στην εφημερίδα που τις δημοσίευσε, στο ίδιο δηλαδή αναγνωστικό κοινό, αλλά στην ασφάλεια δικού του χώρου, στο ηλεκτρονικό περιοδικό «Ο αναγνώστης». Αφήνοντας κατά μέρος τα διάφορα παρελκυστικά του, έστειλα στο περιοδικό (5/11) μια απάντηση στην «ανοικτή επιστολή» του. Κοντά ενάμιση μήνα τώρα δεν δημοσιεύτηκε· ας μπει εδώ, για την ιστορία”. Κι ακολουθεί το κείμενό του, που δημοσιεύτηκε, εδώ, στον Αναγνώστη, μαζί με τη δική μου ανταπάντηση, λίγες ημέρες ύστερα από τις 5/11.
Τι θλίψη! Ούτε το όνομά του στο διαδίκτυο δεν μπορεί να αναζητήσει ο άνθρωπος… Και τι να σκεφτεί κανείς για κάποιον που ξεχωρίζει “χώρους” εντύπων και “αναγνωστικά κοινά” στο μικρό του χωριό; Ή για το ότι δίπλα στον παλαιότερο χαρακτηρισμό μου ως τυμβωρύχου, πρόσθεσε τώρα κι εκείνον του κανιβαλίσαντα; Τυμβωρύχος και κανιβαλίσας! Μήπως να πάω στον δικηγόρο του Νίκου Κοτζιά για να καταθέσω αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση; Δεν τον γνωρίζω, αλλά μπορώ να ρωτήσω τον κ. Χάρη αν τον γνωρίζει, γιατί μου φαίνεται ότι βρίσκονται στον ίδιο “χώρο”. Αλλά, σιγά να μην του κάνω τέτοια χάρη του Χάρη! Θα του απαντήσω, σεφερικώ τω τρόπω, αυτού του δυσπερίγραπτου: Γιάννης Χάρης ή Γιάννης Τσαλαβούτας;
Ευριπίδης Γαραντούδης