της Μαρίζας Ντεκάστρο.
Είκοσι έξι βιβλία σε δέκα τόσα χρόνια και με κυκλοφορία 8.000.000 αντίτυπα μόνο στη χώρα του! Ο Γερμανός συγγραφέας Ίνγκο Ζίγκνερ (1965) είναι εξαιρετικά επιτυχημένος! Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορα επαγγέλματα, κατέληξε εμψυχωτής οικογενειακών τουριστικών πακέτων. Για να διασκεδάσει τα παιδιά των γκρουπ του ξεκίνησε να τους αφηγείται ιστορίες, και οπ! αποκαλύφθηκε το ταλέντο του ως παραμυθά. Και έτσι γεννήθηκαν οι χαριτωμένες περιπέτειες του Μικρού δράκου Καρύδα τις οποίες διαβάζουμε και στα ελληνικά.
Ο Ζίγκνερ, πλέοντας σε πελάγη αστείρευτης φαντασίας, γράφει και εικονογραφεί τις ιστορίες του μικρού δράκου και των φίλων του που σκαρφίζονται και πραγματοποιούν φανταστικά ταξίδια εδώ κι εκεί στη χώρα των δράκων. Στις ιστορίες του οι δράκοι είναι οι γνωστές και αγαπητές παραμυθικές φιγούρες και δεν χρησιμοποιούνται για να ανατραπεί παιδαγωγικά η εικόνα του ‘κακού’, όπως βλέπουμε συχνά στα παιδικά βιβλία. (Παρεμπιπτόντως το έκανε πολύ καλά ο Ευγένιος Τριβιζάς στα Τρία μικρά λυκάκια του: πρωτοτύπησε και δημιούργησε μια τάση που παγιώθηκε και μελετήθηκε από πολλούς στα χρόνια που ακολούθησαν την έκδοση αυτού του βιβλίου).
Η επιτυχία δεν είναι τυχαία και σίγουρα δεν οφείλεται ούτε στη συγγραφική ευκολία του Ζίγκνερ –δεν την αρνείται άλλωστε αφού εκδίδει και άλλες δυο σειρές- ούτε στον κομφορμισμό των αναγνωστών του που χαίρονται να κινούνται σε ένα γνωστό λογοτεχνικό περιβάλλον.
Τυχαία δεν είναι η επιτυχία και άλλων βραβευμένων και πολυμεταφρασμένων συγγραφέων σειρών πάνω στις οποίες κολλούν οι μικροί αναγνώστες.
Ρίχνοντας μια ματιά στις λίστες των ευπώλητων έγκυρων εφημερίδων θα βρούμε τα βιβλία των γνωστών μας Γίργκεν Μπράνσερους- Ντετέκτιβ Κλουζ (εκδ. Μεταίχμιο), Τζερόνιμο Στίλτον (εκδ. Κέδρος), Ούτε Κράουζε- Ο Σαυρής, Ρ. Ρ. Ράσελ- Το ημερολόγιο μιας ξενέρωτης, Τζεφ Κίνι- Το ημερολόγιο ενός σπασίκλα (εκδ. Ψυχογιός) κ.ά.
Τι είναι λοιπόν αυτό που τους ξεχωρίζει;
Έχοντας διαβάσει πολλά από τα βιβλία τους, διαπίστωσα ότι όλα συνοψίζονται σε μία σοφή, πλην δύσκολη κατά τα φαινόμενα και στην ουσία της, πρόταση: πρώτα η ψυχαγωγία, κι έπειτα όλα τα άλλα. Μένουν αυτοί οι συγγραφείς στις απλές χαριτωμένες ιστορίες, τους ενδιαφέρει να περάσουν γνώσεις ή να θίξουν θέματα, όπως για παράδειγμα οι ατομικές ιδιομορφίες, οι μονογονεϊκές οικογένειες, η παραβατικότητα, οι σχέσεις, η εκπαίδευση; Στα βιβλία τους υπάρχουν όλα αυτά, μόνο που φτάνουν στους αναγνώστες με φυσιολογικό τρόπο, χαλαρά, όπως συχνά το κάνουν οι μεγάλοι φίλοι των παιδιών, χωρίς δηλαδή δηλωμένη, ή το χειρότερο, κρυμμένη πρόθεση.
Αν διαβάσουμε προσεχτικά τις ιστορίες του Καρύδα, θα δούμε πως οι γνώσεις είναι τόσο λίγες, επιλεγμένες και βασικές που δεν μετατρέπουν το βιβλίο σε εγχειρίδιο υπόγειας διδασκαλίας. Αν το παιδί θέλει να μάθει, όλο και κάτι θα βρει σε κάθε ιστορία που θα του ανοίξει την όρεξη για παραπάνω. Αυτό το παραπάνω υπάρχει και στις υποσημειώσεις του Ζίγκνερ για τους μεγάλους ή και για τους μικρούς, αν θέλουν να μάθουν κι άλλα.
Για παράδειγμα, στο πρόσφατο Ο μικρός δράκος Καρύδας στην εποχή των δεινοσαύρων, εννοείται πως μαθαίνουμε για τους δεινόσαυρους, τους σαρκοφάγους και τους φυτοφάγους. Όμως ο τυραννόσαυρος της ιστορίας είναι χορτοφάγος- να μια ωραία ιδέα για να μιλήσεις για τη διαφορετικότητα. Μας σπρώχνει λοιπόν με απόλυτη φυσικότητα να σκεφτούμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο διαφορετικός. Χώρια όσα περνούν ανάμεσα στις γραμμές σχετικά με την υγιεινή διατροφή, τη συνεργασία, τη φιλία, το αίσθημα δικαίου, τα συνήθη δηλαδή θέματα στα βιβλία για παιδιά… Τόσο τρομερά απλό και καθόλου περισπούδαστο!
«Μαθαίνω σημαίνει ανοίγω τα μάτια μου στον κόσμο και αποκτώ εμπειρίες, και καλές και κακές», δηλώνει ο έτερος μεγάλος Γερμανός, ο Γίργκεν Μπράνσερους. Αν οι αναγνώστες παθιάζονται με αυτούς τους ήρωες είναι γιατί στις περιπέτειές τους βγαίνουν από το σπίτι τους και μπερδεύονται με την κοινωνία, που είναι πάντα παρούσα με τα συν και τα πλην της. Τις εμπειρίες και τις γνώσεις τις αποκτούν στα παιχνίδια τους. Δεν τους τις δίνουν, των ηρώων, υποχρεωτικά τα βιβλία. Περνούν την ώρα τους σχεδιάζοντας δράσεις και στύβουν το μυαλό τους για να πετύχουν.
Όλα συνοψίζονται σε μία σοφή, πλην δύσκολη κατά τα φαινόμενα και στην ουσία της, πρόταση: πρώτα η ψυχαγωγία.
Για να επανέλθουμε λοιπόν στο διδακτισμό που καθηλώνει τα ελληνικά παιδικά αναγνώσματα, θα λέγαμε πως στα βιβλία των συγγραφέων που αναφέραμε, ό,τι νοείται ως διδακτικό δεν επιβάλλεται από καμιά ηθική περί καλού βιβλίου και σοβαρότητας του εγχειρήματος, αλλά από μία φιλελεύθερη αντίληψη που αφήνει επιλογές στον αναγνώστη.
Αυτή την αντίληψη τη διακρίνουμε καθαρά στα βιβλία με θέμα τη θρησκεία. Ως παράδειγμα, δυο μεταφρασμένα γερμανικά βιβλία.
Το πρώτο, το μικρό μυθιστόρημα του Ούρλιχ Ουμπ, Στην κιβωτό στις οχτώ! πραγματεύεται την ύπαρξη του Θεού. Είναι ένα βιβλίο με παιδικές απορίες για θεμελιώδη ερωτήματα που απασχολούν όλους διατυπωμένες με μια μάλλον ιδιαίτερη/αφελή παιδική λογική. Η φιλελεύθερη αντίληψη που αναφέραμε παραπάνω έγκειται στο ότι το βιβλίο δεν δίνει απαντήσεις τέτοιες που να στρέφουν τους αναγνώστες προς κάποιο συγκεκριμένο δογματικό κανόνα. Διδάσκει, αλλά από την ανάποδη: από την πλευρά των κοσμικών που υποστηρίζουν, τολμώ να πω, τις αξίες του Διαφωτισμού.
Ένα βιβλίο σαν του Ούλριχ Ουμπ δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει γραφτεί από Έλληνα συγγραφέα για τους εξής δύο λόγους: πρώτα απ’ όλα, όπως μας το μαθαίνει το σχολείο και η εκκλησία, δεν επιτρέπεται να παίζουμε με τον Θεό και τα θεία. Και αν θέλουμε απαντήσεις, αυτές θα μας δοθούν μόνον από τους αρμοδίους- τον παπά, τον δάσκαλο και όσους άλλους αναλαμβάνουν αυτό τον ρόλο στη ζωή των παιδιών και στα βιβλία τους! Και δεύτερο, πολλοί είναι τόσο καθηλωμένοι σε ό,τι συνάδει με την έννοια ‘θρησκευτική παράδοση’, που δεν μπορούν να αντισταθούν και να μην γράψουν για ξωκλήσια, εορτές και πανηγύρεις, λαμπάδες, βαπτίσεις, επιταφίους, κ. ά. Σε μεγάλο αριθμό βιβλίων αυτές οι αναφορές παρεισφρέουν ως επεισόδια στην ιστορία επί τούτου και διδακτικά με σκοπό δήθεν να περιγράψουν/ζωντανέψουν(;) κάποιες καθημερινές σκηνές, χωρίς όμως να έχουν και ειδικό βάρος στην πλοκή. Αν εξαιρέσουμε τα αμιγώς θρησκευτικά βιβλία, τα οποία ούτως ή άλλως απευθύνονται σε συγκεκριμένο κοινό, σε πολλά παιδικά μυθιστορήματα και μικρές ιστορίες, η ορθόδοξη θρησκευτική παράδοση θεωρείται απαραίτητο συστατικό του εθνικού χαρακτήρα – της ελληνικότητας (μαζί με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, εννοείται) και ως εκ τούτου υπερτονίζεται. Μόνο, που έτσι γραμμένα τα βιβλία καταλήγουν εξαιρετικά συντηρητικά ως προς τις ιδέες που διακινούν.
Το δεύτερο, είναι το βιβλίο γνώσεων των Γιαν φον Χόλμπεν/ Τζέιν Μπερ-Κράουζε, με τίτλο Πώς τον λένε τον θεό σου;- Απορίες παιδιών για πέντε θρησκείες. Η γερμανική κοινωνία στην οποία απευθύνεται το έργο είναι πολυεθνοτική και πολυθρησκευτική, και τα μέλη της συμβιώνουν με ομάδες διαφορετικών πολιτιστικών καταβολών και αντιλήψεων. Είναι μια κοινωνία που επιμένει να είναι ανοικτή στη διαφορετικότητα, όσο και αν στους κόλπους της συμβαίνουν πολλά παρατράγουδα. Ίσως γι’ αυτό να γράφτηκε το βιβλίο (α’ έκδ. στη Γερμανία 2015). Οι συγγραφείς αντιμετωπίζουν τις θρησκευτικές αντιλήψεις ως αναφαίρετο ατομικό δικαίωμα και δεν αρνούνται ότι αποτελούν συστατικό των διαφορετικών πολιτισμών που ενυπάρχουν στις σύγχρονες κοινωνίες. Κατά συνέπεια, για να γίνουν αποδεκτές και σεβαστές πρέπει να γνωρίσουμε τις αρχές τους, φιλοσοφικές και ιστορικές. Με εγκυρότητα και καθόλου αξιολογικά! επτά ειδικοί επί πέντε μεγάλων θρησκειών – ισλαμισμός, ιουδαϊσμός, χριστιανισμός (καθολικισμός, προτεσταντισμός και με αναφορές στην ελληνορθόδοξη πίστη), βουδισμός και ινδουισμός- ενημερώνουν και απαντούν σε κάθε πιθανή ερώτηση, από τις διατροφικές συνήθειες μέχρι τα ταφικά έθιμα, την αμαρτία, την προσευχή, τη μεταθανάτιο ζωή. Να λοιπόν ένα εγχειρίδιο εξαιρετικά χρήσιμο σε όσους επιθυμούν να διδάξουν τον σεβασμό προς τον άλλο.
INFO
Ίνγκο Ζίγκνερ, (σειρά), Ο μικρός δράκος Καρύδας, μτφρ. Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Μεταίχμιο.
Γιαν φον Χόλμπεν/ Τζέιν Μπερ-Κράουζε, Πώς τον λένε τον θεό σου;- Απορίες παιδιών για πέντε θρησκείες, μτφρ. Νίκος Χαλιώτης, εκδ. Μεταίχμιο, 2017.
Ούρλιχ Ουμπ, Στην κιβωτό στις οχτώ!, Πατάκης