Στην κοιλιά του “Κήτους” της Ούρσουλας Φωσκόλου (συνέντευξη στην Γιούλη Αναστασοπούλου)

0
2664

 

Συζήτηση με τη Γιούλη Αναστασοπούλου

 

To κήτος της Ούρσουλας Φωσκόλου με συνάντησε ένα μεσημέρι, νωχελικό και βαρύθυμο στο Μοναστηράκι. Έκανε πολύ κόπο για να φτάσει ως εκεί, γιατί έπρεπε να γίνει στεριανό για να κάτσει μαζί μας να πιει ένα καφέ και νομίζω ότι ντρεπόταν λίγο που μιλούσαμε για εκείνο. Όταν όμως μας συνήθισε τίναξε την πελώρια ουρά του και μας κατάβρεξε. Έτσι βρεγμένοι μπορέσαμε να μιλήσουμε ως το κόκκαλο.

-Ούρσουλα, γιατί ονόμασες το βιβλίο σου Το κήτος;

-Πρώτα απ’ όλα, «Το Κήτος» είναι ένα από τα μικρά πεζά που περιλαμβάνονται στη συλλογή. Πέρα από αυτό, πρόκειται αφενός για ένα παιχνίδι με την ίδια τη λέξη «κήτος», που παραπέμπει σε ένα πλάσμα θεόρατο και τρομακτικό και στην αντίθεσή του με τα μικρής έκτασης κείμενα που απαρτίζουν το βιβλίο. Αφετέρου —και μιας και το νήμα που συνδέει λίγο-πολύ όλες τις ιστορίες είναι η παιδική ηλικία— πρόκειται για μια μεταφορά: αφού έζησα ένα διάστημα μέσα στην κοιλιά του κήτους, όσο δηλαδή διαρκούν αυτά τα παιδικά χρόνια, βγήκα εντέλει, σαν τον Ιωνά, ενηλικιώθηκα και καταθέτω τη μαρτυρία αυτού του ταξιδιού στο πρώτο μου βιβλίο. Ή, για να είμαι πιο ακριβής, μιλώ για το χθες και για το σήμερα από την οπτική ενός παράξενου παιδιού, με ουρά σαν του κήτους. Σέρνει πίσω του αισθήσεις, μυρωδιές, αγγίγματα, ερωτικά σκιρτήματα και πληγές, που άλλοτε του κρατούν συντροφιά κι άλλοτε σηκώνουν τέτοιο κύμα, ώστε αποβαίνουν καταστροφικά.

-Διαβάζοντας το ομώνυμο διήγημα είπα: Τhings we do for love. Θέλουμε να εξαφανιστεί το αντικείμενο του πόθου γιατί προκαλεί πόνο αλλά ταυτόχρονα το συγκρατούμε να μη φύγει, να μείνει εκεί.

-Ναι, το μικρό αυτό πεζό μιλάει για τον έρωτα και δη τον ανεκπλήρωτο. Ο αφηγητής κάθεται σε μια παραλία και βλέπει από μακριά ένα πλοίο, μέσα στο οποίο γνωρίζει πως ταξιδεύει το αντικείμενο του πόθου του: απρόσιτο, απόμακρο, στα χέρια κάποιου άλλου. Εύχεται να έρθει ένα κήτος, να σηκώσει κύμα και να αφανίσει τη γυναίκα που αγαπά. Και πράγματι, αυτό έρχεται. Ο αφηγητής μπαίνει και κάθεται στο στόμα του. Ξέρει πως είναι σε θέση να το ελέγξει, να το κατευθύνει επάνω στο διερχόμενο πλοίο, όμως τότε ο έρωτας αποδεικνύεται πιο δυνατός. Βασανιστικά και υπομονετικά, προτιμά ν’ ακολουθεί αιωνίως το αγαπώμενο πρόσωπο, δίνοντας μάχη με τον εαυτό του. Πρόκειται γι’ αυτή την πάλη που γίνεται στο μυαλό και το κορμί του ερωτευμένου και μοιάζει πολλές φορές με ασίγαστη πείνα. Επιθυμώ να καταπιώ το αντικείμενο του πόθου μου. Για να γίνω ένα μαζί του ή για να το αφανίσω.

-Η καθαριότητα μοιάζει να ενδιαφέρει τους ήρωες ακόμα και αν είναι νεκροί. Στη «Σκόνη» και στους «Νεκρούς», τα πρώτα δυο σου διηγήματα, υπάρχει μια αγωνία για την τάξη, τη διατήρηση των πραγμάτων όπως ήταν εν ζωή.

-Η καθαριότητα και κυρίως οι μυρωδιές απασχολούν πολύ τον αφηγητή στα διηγήματα. Άλλωστε και στη δική μου ζωή παίζουν καθοριστικό ρόλο. Οι μυρωδιές με κάνουν να ερωτευτώ, με κάνουν να νιώσω θαλπωρή, επαναφέρουν μνήμες και ακριβώς γι’ αυτό, πολλές φορές βασανίζουν. Όσο για την «τάξη», περισσότερο είναι μια επιθυμία αποκατάστασής της αυτή που προβάλλεται κι αυτή που —κατ’ επέκταση— με ωθεί να γράψω. Βάζοντας τη μια λέξη πίσω απ’ την άλλη, μ’ ένα ρυθμό που τις κάνει να μη σκαλώνουν πουθενά, τοποθετώ τα πράγματα σε μια σειρά. Γράφοντας επιχειρώ να διορθώσω ή και να εξηγήσω ό,τι με πονά. Αυτό δεν σημαίνει πως βρίσκω απαραίτητα μια λύση, αλλά μια προσωρινή, παρήγορη γαλήνη. Οι λέξεις δεν είναι παρά «νάρκης του άλγους δοκιμές», για να θυμηθούμε τον στίχο του Καβάφη.

-Αναγνωρίσιμα ακόμα νομίζω είναι ο θάνατος και ο έρωτας ως δίπολο. Η ερώτηση που δεν κάνουμε όταν έρχεται εκείνη η ώρα. Στο ίδιο διήγημα, ενώ η ηρωίδα μπορεί να ρωτήσει τους νεκρούς τι έρχεται μετά, εκείνη κάθεται και μιλάει για το αντικείμενο του έρωτά της.

-Στο μικρό πεζό «Οι νεκροί», η αφηγήτρια βρίσκεται μπροστά σε μια ευκαιρία, για την οποία πολλοί θα σκότωναν. Ένας νεκρός, ο αγαπημένος της θείος, εμφανίζεται για λίγο στον κόσμο των ζωντανών. Μολονότι θα μπορούσε να τον ρωτήσει τι είναι αυτό που μας περιμένει —τελικά— μετά τον θάνατο, εκείνη δεν έχει μυαλό παρά μόνο για τον έρωτά της ·έναν έρωτα χωρίς ανταπόκριση. Κάθεται λοιπόν και του μιλά για κυματιστά μαλλιά, για λοβούς που μοιάζουν με σταγόνες καθαρού νερού, για μυρωδιές της σάρκας που δεν την αφήνουν να ησυχάσει. Το μόνο που του ζητά, εντέλει, είναι να την πάρει μαζί του, όπως θα φεύγει, μαζί με τους νεκρούς, με την ελπίδα πως ο πόνος του ανεκπλήρωτου θ’ αφανιστεί. Το σιωπηρό νεύμα του νεκρού είναι συνταρακτικό όσο και παρήγορο για τη δύναμη του έρωτα, που ξεπερνά ακόμη και τον θάνατο.

-Το γήρας που ως κατάσταση ζωής ανιχνεύεται και περιγράφεται με ιδιαίτερες εικόνες, φαίνεται να σε ενδιαφέρει ως θέμα. Μου έμεινε χαραγμένη αυτή η φοβερή εικόνα με τη γιαγιά, το νερό και τις κότες. Γιατί σε νοιάζουν τα γηρατειά;

-Με απασχολούν τα γηρατειά. Ίσως γιατί νιώθω πως το πνεύμα —πάντοτε νεαρό— εγκλωβίζεται σ’ ένα σώμα φθαρτό. Παρότι, επίσης, η φθαρτότητα του κορμιού πολλές φορές είναι γοητευτική, κι ο θάνατος απαραίτητο τέλος ώστε να αγαπήσουμε τη ζωή με εγκατάλειψη, δεν παύουν να εμπνέουν ανείπωτο τρόμο. Κάποιοι, μάλιστα, εκμεταλλεύονται για ίδιο όφελος τον θάνατο των ανθρώπων, όπως οι συγγενείς της γιαγιάς που, σαν τον πάγο σιγολιώνει επάνω στο κρεββάτι στο μικρό πεζό «Οι Κότες». Χύνεται ολόκληρη σε μια λεκάνη κι εκείνοι σπεύδουν να ξεδιψάσουν απ’ το νερό της, να την αφανίσουν.

-Το έργο σου είναι γεμάτο εικόνες που αποτυπώνονται και παραμένουν στη μνήμη σαν ζωγραφικοί πίνακες. Τι προηγείται; Η εικόνα, η ιστορία;

-Αυτό που έρχεται πρώτο, συνήθως, είναι η εικόνα. Γύρω από την εικόνα προσπαθώ, στη συνέχεια, να χτίσω μια ιστορία. Η έμπνευσή μου πηγάζει τις περισσότερες φορές από κάτι πολύ μικρό, το οποίο όμως κρύβει ένα δυνατό συναίσθημα, μια δυνατή εικόνα. Τοποθετώντας την στον πυρήνα, οικοδομώ πετραδάκι πετραδάκι το σύμπαν που θα τη φιλοξενεί.

-Το σπίτι που μας βαραίνει ως τόπος που ξεπηδούν οι έγνοιες και οι μάνες που βασανίζονται με τα καθημερινά. Υπάρχει στο κείμενο έμφαση στην καθημερινότητα και με ποιο τρόπο;

-Το «Σπίτι» είναι μια μαρτυρία ενηλικίωσης, με μια διαφορετική έννοια: εκείνη της συνειδητοποίησης ότι οι γονείς είναι άνθρωποι. Και μάλιστα κρύβουν μέσα τους έναν ολόκληρο κόσμο, τον οποίο κρατούν για χάρη των παιδιών επιμελώς κρυμμένο. Η μάνα του διηγήματος νιώθει το σπίτι και την καθημερινότητα να τη βαραίνουν σαν γρανίτης στους ώμους της. Η ερώτηση «Τι να μαγειρέψω αύριο;» μπορεί να γίνει πραγματική, σπαρακτική έγνοια για τον γονιό. Πρέπει να φτάσεις στην ενηλικίωση για να το αντιληφθείς. Κι η ενηλικίωση, κατά τη γνώμη μου, έρχεται από τη στιγμή που θα ερωτευτείς.

-Ο έρωτας θέλει αίμα για να τραφεί; Αναφέρομαι στο «Κρέας».

-Δεν ξέρω αν θα χρησιμοποιούσα αυτή την έκφραση. Ο έρωτας είναι μια διαρκής άσκηση υπομονής. Είναι μια εσωτερική πάλη, μια πείνα που με νύχια και με δόντια προσπαθεί κανείς να τιθασεύσει. Θυμίζει λιγάκι σκηνές από εκπαίδευση σκύλων. Έχεις δει, φαντάζομαι, πώς τοποθετούν φαγητό μπροστά από ένα πεινασμένο σκυλί. Εκείνο δεν πρέπει επ’ ουδενί να το αγγίξει, παρά μόνο μετά από το σύνθημα του εκπαιδευτή. Αυτό ακριβώς δεν νιώθουμε να συμβαίνει όταν περιμένουμε ένα σημάδι ανταπόκρισης από το πρόσωπο που ερωτευτήκαμε; Η πικρή αλήθεια είναι πως είμαστε διατεθειμένοι «να φάμε το κομμάτι» έστω κι αργά, ακόμη κι όταν το κρέας θα ‘χει σαπίσει.

-Στο βιβλίο σου απόλαυσα πολύ τις ανατροπές στη διήγηση. Αυτό που μου άρεσε είναι πως οποιαδήποτε ανατροπή στο κείμενο, από τα εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιείς μέχρι την την ίδια την ιστορία που πρέπει να ειπωθεί, φαίνεται να πηγάζει από κάτι πραγματικά εσωτερικό και ειλικρινές, δεν πρόκειται δηλαδή για κανένα παιχνίδι εντυπωσιασμού αλλά εξυπηρετεί αυστηρά το έργο.

-Η προσπάθεια εντυπωσιασμού με τεχνικές οδηγεί σε ανειλικρινή και δίχως συναίσθημα κείμενα. Πράγματι, οι ανατροπές είναι συνήθως βαθιά εσωτερικές και δεν στοχεύουν απλώς σε ξάφνιασμα. Η ανοικείωση που προκαλείται —κυρίως στα μικρά πεζά— από τη χρήση υπερρεαλιστικών στοιχείων είναι δικαιολογημένη κι έχει στον πυρήνα της ένα δυνατό συναίσθημα, μια δυνατή εικόνα, την οποία θεώρησα πως δεν ήταν δυνατό να εκφράσω διαφορετικά.

-Η πείνα, το τραπέζι των συγγενών, ο αιφνίδιος θάνατος, τα πρώτα ερωτικά βάναυσα ανοίγματα. Θίγεις πολύ ουσιαστικά κομμάτια της ύπαρξης. Πολλές φορές με σωματικό τρόπο. Και υπάρχει και αυτή η βαθιά μοναξιά καθώς όλα αυτά συντελούνται μυστικά μέσα μας και μόνο μόνοι μας θα τα περάσουμε. Μιλάω για τα μεγάλα πεζά σου.

-Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχουν κορυφώσεις δράσης στα μεγάλα διηγήματα. Οι αλλαγές συντελούνται κυρίως στον εσωτερικό κόσμο του αφηγητή ή της αφηγήτριας, που κοιτάζει τον κόσμο όχι μόνο με τα μάτια ενός παιδιού, αλλά και με την ευαισθησία του.Θέλω να πω, με το τρυφερό του κορμί γυμνό απέναντι στα βέλη. Και πράγματι, οι ψυχικές διακυμάνσεις εκδηλώνονται πολλές φορές με σωματικό τρόπο. Προσωπικά δεν είμαι —καλώς ή κακώς— άνθρωπος με ξεσπάσματα, ούτε αντιδρώ με τρόπο εκρηκτικό. Αν όμως έχεις μέσα σου ένα μεγάλο καζάνι που κοχλάζει, επόμενο είναι, όποτε ξεχειλίζει, τα εγκαύματα να γίνονται ορατά και στο κορμί.

-Εντέλει τα μικρά, τα διηγήματα της αρχής, μου φάνηκε πως προοικονόμησαν τα μεγαλύτερα διηγήματα. Σαν να συμπλήρωσαν με ένα τρόπο ό,τι είχε μείνει ανοιχτό. Είχες τέτοια πρόθεση;

-Δεν υπήρξε κάποια τέτοια πρόθεση, όχι. Μάλιστα τα μεγάλα διηγήματα γράφτηκαν πριν από τα μικρά, παρόλο που με την εκδότριά μου επιλέξαμε να τα βάλουμε στο δεύτερο μέρος της συλλογής.

-Τι περιμένει το κήτος από τους αναγνώστες εκτός από το να τους καταβροχθίσει;

-Μια ευκαιρία. Να τους δείξει ίσως ότι η κοιλιά του, εντέλει, μπορεί να μην είναι και τόσο τρομακτική.

– Εσύ τι θα περίμενες από το λογοτεχνικό τοπίο, υπάρχει κάτι που θα ήθελες να δεις;

-Θα μου άρεσε να δω κείμενα ειλικρινή στον πυρήνα τους. Κείμενα ζωντανά, που συγκινούν με την αλήθεια τους.

-Για ποιον νέο δημιουργό θα έδινες συστατική επιστολή;

-Θα έδινα χειρόγραφη συστατική επιστολή στην, επίσης πρωτοεμφανιζόμενη το 2016, Ευθυμία Γιώσα.

Σ’ευχαριστώ πολύ.

 

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Η Ούρσουλα Φωσκόλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1986 και εργάζεται ως γραφίστρια. Είναι μόνιμη συνεργάτις του λογοτεχνικού περιοδικού Φρέαρ και επιμελείται τη σελίδα του στο διαδίκτυο. Μεταφράσεις και διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί στα λογοτεχνικά περιοδικά Νέα Ευθύνη, Νέο Επίπεδο, Το Δέντρο, (δέ)κατα, Ένεκεν, manifesto, Ακτή, Θράκα, Πλανόδιον, Φρέαρ.

info: Ούρσουλα Φωσκόλου, Το κήτος, Εκδόσεις Κίχλη

Προηγούμενο άρθροΤι είναι το Αμπερλουδαχαμίν (του Κίμωνα Θεοδώρου)
Επόμενο άρθροΤο σκοτεινό σύμπαν του Κρασναχορκάι (της Δήμητρας Ρουμπούλα)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ