του Σπύρου Κακουριώτη.
Μια μέρα πριν τη γιορτή του αγίου Σπυρίδωνα, μορφής που σημαδεύει τη λαϊκή πίστη όχι μονάχα στην Κέρκυρα μα και σ’ όλα τα Επτάνησα, γύρισε η τελευταία σελίδα στο βιβλίο της ζωής του Σπύρου Ασδραχά, που πέθανε χθες, σε ηλικία 84 ετών.
Άθεος από πεποίθηση –άλλωστε η κηδεία του, στη Λευκάδα, τον τόπο καταγωγής του, θα είναι πολιτική, όπως ο ίδιος θέλησε– δεν περιφρονούσε τις πρακτικές της λαϊκής λατρείας, τις νοοτροπίες που δημιουργούσε, τους οικονομικούς μηχανισμούς που πυροδοτούσε.
Όσο κι αν το όνομα του Σπύρου Ασδραχά συνδέθηκε με την οικονομική ιστορία, και μάλιστα με την ηγεμονική παρουσία της στην ελληνική ιστοριογραφία στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, ποτέ δεν υπήρξε γι’ αυτόν αυτοσκοπός. «Η οικονομική ιστορία είναι μια κλειδαρότρυπα που μας επιτρέπει να βλέπουμε έναν απέραντο κόσμο» έλεγε, πριν από μερικά χρόνια, μιλώντας στους νεότερους συναδέλφους του Βαγγέλη Καραμανωλάκη και Άννα Ματθαίου. «Δεν γίνεται να κάνεις οικονομική ιστορία χωρίς να εξετάζεις τις οικονομικές νοοτροπίες και, εξετάζοντας τις οικονομικές νοοτροπίες, να μην ανάγεσαι στο γενικότερο πρόβλημα των νοοτροπιών που δεν είναι μόνο οικονομικές, αλλά έχουν καίρια αναφορά σε ένα οικονομικό που απλώνεται σε όλη τη ζωή», συνέχιζε («Η Ιστορία είναι από τη φύση της ανατρεπτική», Ενθέματα, Αυγή, 23/11/2014).
Μέσα από αυτήν την «κλειδαρότρυπα», ο Σπύρος Ασδραχάς έβλεπε την ελληνική ιστορία σε όλο της το εύρος, χρονικό και χωρικό –σαν τον φερώνυμο άγιο που από επίσκοπος ενός χωριού της Κύπρου γίνηκε πολιούχος της Κέρκυρας, στο άλλο άκρο του ελληνικού χώρου– έχοντας πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός του «τα άφωνα πρόσωπα της Ιστορίας», τους ταπεινούς και καταφρονεμένους.
Γεννημένος στο Αργοστόλι το 1933, αλλά με καταγωγή από τη Λευκάδα, το Ιόνιο και η ιστορία του, οι αγώνες των νησιωτών του, απασχόλησαν διαρκώς το έργο του, όπως, αντίστοιχα, και τα νησιά του Αιγαίου –άλλωστε σε αυτόν χρωστάμε την έννοια της «νησιωτικότητας» που επεξεργάστηκαν επάξια οι μαθητές του.
Μετά την αποφοίτησή του από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1960) συνέχισε μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές στην Οικονομική και Κοινωνική Ιστορία στο Παρίσι, όπου αργότερα δίδαξε –ειδικά από τα περίφημα σεμινάριά του στην École Pratique des Hautes Études (1974-1984) και την École des Hautes Études en Sciences Sociales (1986-1988) πέρασαν και μαθήτευσαν δεκάδες γνωστοί σήμερα ιστορικοί.
Ένας από τους τελευταίους ιστορικούς του κύκλου του Κ. Θ. Δημαρά –ήταν άλλωστε ομότιμος διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, εμπνευστής και διευθύνων σύμβουλος του οποίου ήταν ο Δημαράς– υπήρξε, μεταξύ πολλών άλλων, εκδότης του περιοδικού Τα Ιστορικά, μαζί με τον Φίλιππο Ηλιού και τον Βασίλη Παναγιωτόπουλο, ενώ μετά τον θάνατο του Ηλιού ανέλαβε τη θέση του προέδρου των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, των οποίων ήταν επίτιμος πρόεδρος μέχρι τον θάνατό του.
Με τον θάνατο του Σπύρου Ασδραχά αποχωρεί από τη σκηνή μια ολόκληρη γενιά ιστορικών· μια γενιά στην οποία η σύγχρονη ιστοριογραφία χρωστάει πολλά, γιατί ακόμη και μέσα από τις διαφωνίες ή την πολεμική τους μπορούσαν να ανοίγουν δρόμους για τους νεότερους συναδέλφους τους. Ίσως αυτή να ήταν μια από τις μεγαλύτερες προσφορές του Σπύρου Ασδραχά.