Μαρλένα Πολιτοπούλου.
O Σκόμπι και ο Χόλε, ήρωες δυο συγγραφέων που έκαναν τεράστιες εκδοτικές επιτυχίες . Ο πρώτος του Γκράχαμ Γκριν στην Καρδιά των πραγμάτων και ο δεύτερος του Τζο Νέσμπο στη Δίψα και σε άλλα δέκα μυθιστορήματα. Ο Γκρην συγκαταλέγεται σταθερά ανάμεσα στους εκατό σημαντικότερους συγγραφείς της αγγλικής λογοτεχνίας ενώ ο Νέσμπο κάνει το ένα μπεστ σέλερ μετά το άλλο στο χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας. Και οι δύο ήρωες έχουν περάσει στην κινηματογραφική οθόνη.
Ήρθαν και κάθισαν δίπλα δίπλα αυτό το καλοκαίρι στο γραφείο μου και με έκαναν να σκεφτώ πόσα κοινά στοιχεία έχουν και πόσο οι διαφορές τους δεν είναι στην καρδιά των πραγμάτων αλλά στη δίψα να αναμετρηθεί ο συγγραφέας με το γνωστό τρίγωνο που ορίζει το δρόμο του άνδρα- ήρωα-ιππότη από τις απαρχές του μυθιστορήματος> Τη μοίρα, τον έρωτα, το χρέος.
Στην Καρδιά των Πραγμάτων, που εκδόθηκε το 1948 και το έχουμε σε νέα εξαιρετική μετάφραση από την Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, τόπος του δράματος είναι η Σιέρα Λεόνε στη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Ο αστυνόμος Σκόμπι τίμιος, πιστός στη σύζυγο και στο Θεό έχει οδηγό του τη συμπόνια. Βυθισμένος στη μελαγχολία που φέρνει η απόσταση ανάμεσα στην πραγματικότητα και την επιθυμία μετατρέπει τον έρωτα σε ευθύνη και την αγάπη προς το Θεό σε απελπισία. Κοντός, γεροδεμένος, γκριζομάλλης ο Σκόμπι πίνει ουίσκι και τζιν όπως και ο Γκράχαμ Γκριν και αποπνέει την αύρα του τέλους της αποικιοκρατίας. Πρωτάρης στον κόσμο της απάτης μετά από ένα γύρισμα της τύχης θα εγκαταλείψει γυναίκα, ερωμένη και Θεό. Συγχωρεί αλλά δεν ελπίζει στο έλεος κανενός.
Τι κάνει αυτό το μυθιστόρημα μοναδικό; Η γραφή που ρέει σαν κυματισμός ανάμεσα στην επιφάνεια των πραγμάτων και την ψυχική κατάσταση των ηρώων και βυθίζεται αργά όλο και πιο βαθιά εκεί που βρίσκεται η καρδιά. Παρακολουθεί την τραγική πορεία ενός τίμιου και καλού ανθρώπου που οδηγείται μοιραία στην καταστροφή καθώς για να είναι εντάξει με τη συνείδησή του επιλέγει κάθε φορά μια κίνηση που τον οδηγεί ακριβώς στο αντίθετο. Στην προσπάθεια να μην διαψεύσει αυτούς που αγαπάει, τη διανοούμενη της μικρής κοινότητας σύζυγο, την αδύναμη ερωμένη και το Θεό, ο Σκόμπι υποκύπτει στο ένα μετά το άλλο λάθος. Μοιάζει να μην αγαπάει κανέναν.
Στη Δίψα το τελευταίο μυθιστόρημα του Νέσμπο ο αλκοολικός Χόλε δεν βάζει γουλιά στο στόμα του ως τη μέση του βιβλίου. Είναι παντρεμένος πια με την αγαπημένη του, διδάσκει στο Πανεπιστήμιο και παλεύει να τα κάνει όλα σύμφωνα με τους κανόνες της αγάπης και της υπευθυνότητας. Μόνο που η ευθύνη μπροστά σε έναν σίριαλ κίλερ που ξαναχτυπά είναι αυτή που υπερισχύει όλων των άλλων και ο γνωστός Χόλε με την «μελαγχολία και τον απαισιόδοξο μηδενισμό», επανέρχεται δριμύτερος. Την κρίσιμη στιγμή το χρέος που έχει βάλει στον εαυτό του να παλεύει το κακό με κάθε τρόπο νικάει όλα τα άλλα Πρέπει. Ο Θεός του είναι η αλήθεια. Πιστεύει πως πρέπει κανείς να κάνει κάτι χρήσιμο ‘’ακόμα κι αν κάνεις μια δουλειά που σιχαίνεσαι αλλά καλύτερα από όλους τους άλλους’’, Στον αγώνα εναντίον του δολοφόνου ο ίδιος και οι συνεργάτες του είναι αναλώσιμοι στο μέτρο που τα ρίσκα που παίρνει είναι μεγάλα.
Ο Νέσμπο βασίζει την επιτυχία του στην εναλλαγή φρίκης, ανθρωπιάς, κυνηγητού, εσωτερικών συγκρούσεων, κριτικής της κοινωνίας, υπαρξιακών αναζητήσεων. Όλα σε δόσεις καλά ζυγισμένες. Παίρνει τα κλισέ και τα δουλεύει σε μικρές παραλλαγές. Τολμάει να κάνει έναν Κακό που πίνει το αίμα των θυμάτων του και φτάνοντας στα άκρα θα βάλει και τον Χόλε να χώνει την σιδερένια μασέλα στο λαιμό του δολοφόνου. Εκεί γέλασα όπως κάνουμε στα θερινά τα σινεμά με τις ακραίες σκηνές σε ταινίες δράσης.
Και είναι το σημείο που κάνει τη διαφορά ανάμεσα στον Γκρην και τον Νέσμπο. Ανάμεσα σε έναν συγγραφέα που μπορεί να έχει ήρωα έναν αστυνομικό, αλλά δεν κεντάει πάνω σε έναν καμβά, όπως είναι αυτός του αστυνομικού είδους και έναν συγγραφέα που κάνει με μαεστρία σλάλομ ανάμεσα στα σύγχρονα μονοπάτια της αστυνομικής λογοτεχνίας χτίζοντας γύρω από τον ίδιο ήρωα μια ιστορία όπου το σασπένς είναι το μέγα ζητούμενο.
Με τους ήρωες του Γκρην συμπάσχεις, η ανθρώπινη τραγωδία στην κορύφωσή της δεν αφήνει κανένα ήρωα αλώβητο ούτε τον αναγνώστη που νιώθει την ανατομική πένα του συγγραφέα να σκίζει την ανθρώπινη ψυχή. Να ακτινογραφεί το γάμο, την παράνομη σχέση, την κοινωνική σύμβαση, τον συναισθηματικό Σύρο απατεώνα, τον πράκτορα που φλερτάρει τη γυναίκα του, την εκκλησία, τη σχέση με την Τέχνη. Η πίκρα σταλάζει μέσα σου, με το παλιό στιλ της Γουίνι στις «Ευτυχισμένες μέρες».
Κανένας από τους ήρωες του Νέσμπο δεν είναι αδιάφορος. Όμως το νήμα της ανάγνωσης το κρατάει η δράση, η λύση του μυστηρίου. Με τον Χόλε παρακολουθείς από απόσταση συναισθηματικής ασφάλειας τα άγρια βάσανα διώκτη και διωκόμενου, θύτη και θύματος. Αισθάνεσαι φρίκη, περιέργεια, ενδιαφέρον. Υπάρχει όμως δίχτυ ασφαλείας στο συναίσθημα διαφορετικά τόση φρίκη θα αρρώσταινε για τα καλά τον αναγνώστη. Πολλές αναφορές σε όμορφες μουσικές (απελευθέρωση συναισθήματος) και εμβόλιμες συζητήσεις όπως αυτή για τις αμβλώσεις ή περί ευτυχίας.
« Το μόνο που ξέρω είναι ότι, όταν προχωρώ πάνω στον λεπτό σαν τσιγαρόχαρτο πάγο της ευτυχίας, τρομάζω. Τρομάζω τόσο πολύ, που εύχομαι να σπάσει, να βουλιάξουν τα πάντα μέσα στο νερό» λέει ο Χόλε στη φίλη και συνεργάτιδά του.
Και μια φράση του καθολικού Σκόμπι που θα μπορούσαν να συζητούν για ώρες οι δυο αστυνόμοι και οι δυο συγγραφείς: «Ο αστυνομικός θα έπρεπε να συγχωρεί πιο πολύ απ’ όλους στον κόσμο, εφόσον ανακαλύπτει τι έχει συμβεί πραγματικά»
info:
Γκράχαμ Γκρην, Η καρδιά των πραγμάτων, μετάφραση Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, Πόλις .
Τζο Νέσμπο, Η Δίψα, μετ. Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, Μεταίχμιο.