“Σκοτεινό Βερολίνο” (του Γρηγόρη Αζαριάδη)

0
1457

 

του Γρηγόρη Αζαριάδη (*)

To «Σκοτεινό Βερολίνο» είναι το πρώτο μέρος της τριλογίας Germania του νεοεμφανιζόμενου στην ελληνική αγορά Harald Gilbers (εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, σελίδες 520, σε μετάφραση Βασίλη Τσαλή και επιμέλεια Ηρακλή Καρελίδη) Το πρώτο μέρος τιμήθηκε με το βραβείο Friedrich Glauser και το δεύτερο μέρος στην γαλλική έκδοση εξασφάλισε το Prix Historia 2016.

To μυθιστόρημα ξεκινάει τον Μάιο του 1944, όταν έρχεται στο φως μιά σειρά ανεξιχνίαστων δολοφονιών με τα θύματα να είναι γυναίκες με άμεση ή λιγότερη άμεση σχέση με την παροχή σεξουαλικών υπηρεσιών, που συνδέονται με διαφορετικούς τρόπους με μέλη του πανίσχυρου Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Το modus operandi είναι χαρακτηριστικό … Τα θύματα έχουν βασανιστεί και εκτελεστεί με συγκεκριμένο μοτίβο και ανακαλύπτονται πάντοτε τοποθετημένα με τελετουργικό τρόπο κοντά σε μνημεία πεσόντων στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο.

Την υπόθεση αναλαμβάνει να εξιχνιάσει ο λοχαγός των Ες Ες Φόγκελ, ο οποίος αντιλαμβανόμενος τις μεγάλες δυσκολίες αναγκάζεται να καταφύγει στον Εβραίο πρώην επιθεωρητή Ρίχαρντ Οπενχάιμερ. Ο Οπενχάιμερ είναι σε διαθεσιμότητα, εξ αιτίας των αυστηρών φυλετικών νόμων του Τρίτου Ράιχ και ανακαλείται στην υπηρεσία γιά να συνδράμει με την εμπειρία του στην πορεία των ερευνών. Και το έργο του, σκληρό και επίπονο, αναφέρεται σε δύο διαφορετικά επίπεδα. Πρώτον, η επίλυση του γρίφου των διαδοχικών δολοφονιών. Δεύτερον, η επιβίωση, δική του και της συζύγου του, δεδομένου ότι υποπτεύεται σφόδρα πως μετά το πέρας της συγκεκριμένης υπόθεσης θα βρίσκεται στο απόλυτο έλεος των Ες Ες.

Στην διαδικασία της έρευνας, σύντομα το περίεργο, εντελώς ανορθόδοξο δίδυμο του λοχαγού των Ες Ες και του Εβραίου επιθεωρητή θα συνειδητοποιήσει ότι έχει να αντιμετωπίσει ένα ευφυή και διαταραγμένο τυπικό serial killer. Αρκετές φορές,  ο Οπενχάιμερ θα συζητήσει και θα ζητήσει την βοήθεια της φίλης του Χίλντε στην διάρκεια των συνηθισμένων Κυριακάτικων επισκέψεων του. Η Χίλντε αποτελεί μιά αξιόπιστη πηγή ανάλυσης των χαρακτηριστικών του δολοφόνου, ένα παράξενο πρότυπο των περίφημων profilers, που θα ανθίσουν δεκαετίες αργότερα με πρωτοπόρους τους  Ρέσσλερ και Ντάγκλας, θεμελιωτές του profiling δολοφόνων και δη serial killers, στις τάξεις του FBI.

Η πρόοδος των ερευνών είναι αργή. Ο Οπενχάιμερ λειτουργεί ως τυπικό δείγμα ευσυνείδητου αστυνομικού.  Χρησιμοποιεί τις γνώσεις και την εμπειρία του  από την πολυετή θητεία του ως αστυνομικός. Επιμονή, υπομονή, αναλυτικές ικανότητες, συσχετισμοί και διασταυρώσεις γεγονότων …Τα πάντα παίρνουν την θέση που πρέπει κκατά την διάρκεια της αδιάκοπης προσπάθειας να βρεθούν τα πρώτα στοιχεία, που μπορεί να οδηγήσουν στην εξιχνίαση των φόνων. Από την πλευρά του, ο λοχαγός Φόγκελ διευθύνει εποπτικά τις έρευνες, παραχωρεί πρωτοβουλίες και υπευθυνότητες στον Οπενχάιμερ, προσπαθώντας να ισορροπήσει λόγω της καταγωγής του συνεργάτη του και δεχόμενος πιέσεις από υψηλά ισταμένους όσο τα αποτελέσματα καθυστερούν.

Το εγχείρημα του Gilbers  αποτελεί μιά εξαιρετικά δύσκολη αποστολή. Μιά τριλογία με φόντο το Βερολίνο στην διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου πόλεμου, όταν μάλιστα έχει προηγηθεί μιά αντίστοιχη κλασική πλέον τριλογία του προσφάτως αποβιώσαντος Philip Kerr ? Πρέπει τουλάχιστον να έχεις μεγάλη αυτοπεποίθηση γιά να το δοκιμάσεις. Το πρώτο που αναμένεις ως συγγραφέας είναι από πλευράς αναγνωστών και κριτικών να μπεις αναπόφευκτα στην ζυγαριά της σύγκρισης. Προσωπικά, θεωρώ ότι μιλάμε γιά δύο εντελώς διαφορετικά μυθιστορήματα και δύο σαφώς διαφορετικούς συγγραφείς. Το κοινό στοιχείο είναι η χρονική περίοδος, όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα κι εκτυλίσσεται η αστυνομική πλοκή.

Αυτό που διαφέρει είναι το γενικότερο κλίμα, η ατμόσφαιρα και οι ίδιοι οι κεντρικοί χαρακτήρες. Στην τριλογία του Kerr, η ατμόσφαιρα είναι μαύρη, απειλητική. Ζοφερή. Το προσωπικό δράμα των ηρώων συγκλονίζει και σε πολλές περιπτώσεις υπερβαίνει την ευρύτερη ατμόσφαιρα του έργου. (εδώ θα προτιμούσα να μην επεκταθώ περισσότερο, άλλωστε όποιος θέλει μπορεί να διαβάσει το συγκεκριμένο έργο …) Στο «Σκοτεινό Βερολίνο» του Gilbers, παρατηρώ μιά μεγαλύτερη ισορροπία μεταξύ του προσωπικού προβλήματος του Οπενχάιμερ και της σκληρής, ζοφερής πραγματικότητας, που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι του Βερολίνου. Εδώ, ο συγγραφέας καταφέρνει πολύ πειστικά να εντάξει την αδιάκοπη πάλη του κεντρικού ήρωα γιά επιβίωση μέσα σ’ένα αβέβαιο, επικίνδυνο και συνεχώς μεταλλασσόμενο περιβάλλον.

Πολύ σημαντικό ρόλο παίζει και η χρονική συγκυρία του μυθιστορήματος. Καλοκαίρι του 1944, όταν ο μύθος της άτρωτης γερμανικής πολεμικής μηχανής αρχίζει να καταρρέει. Το Βερολίνο δεν είναι πλέον απόρθητο κάστρο, που φαντάζει εφιαλτικό σκιάχτρο όπου οι σύμμαχοι δεν τολμούν καν να αντικρύσουν. Οι ανελέητες αεροπορικές επιδρομές προκαλούν συνεχώς ανεπανόρθωτες ζημιές. Ο πληθυσμός καταφεύγει καθημερινά στα καταφύγια, τα κτίρια συντρίβονται και τα ερείπια καθιστούν δύσκολη ακόμη και την καθημερινή κυκλοφορία …Ο Gilbers έχει το θάρρος να περιγράφει ένα κομματικό μηχανισμό που παραπαίει και κατ’επέκταση μιά γερμανική κοινωνία σε αποσύνθεση …Ένα σαθρό καθεστώς με ημερομηνία λήξης. Κι αυτό είναι ίσως το πιό δυνατό σημείο του μυθιστορήματος.

Το επόμενο δυνατό σημείο είναι η αστυνομική πλοκή καθαυτή. Όπως ανέφερα και προηγουμένως, ο συγγραφέας αντιμετωπίζει σχεδόν ισοβαρώς την «κοινωνική» πλευρά και την αστυνομική πλοκή. Τα εγκλήματα, το modus operandi, η τελετουργία, η διαδικασία της έρευνας, η ψυχολογική πλευρά στην ανάλυση των στοιχείων, όλα δίνονται με εξαιρετικό τρόπο και τολμώ να πω, στα πλαίσια μιάς αποδεκτής μυθοπλασίας, ίσως και λίγο πιό «προχωρημένα» από όσο θα περίμενα γιά την εποχή, όπου διαδραματίζεται η ιστορία. Ειδικά γιά το κομμάτι του profiling.

Ο Gilberts περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο την ατμόσφαιρα του «λίγο πριν το τέλος» Βερολίνου. Εκεί όπου το παντοδύναμο και άτρωτο Τρίτο Ράιχ δέχεται αλλεπάλληλα αποφασιστικά χτυπήματα από τους συμμάχους και η ισχύς, η  αυτοπεποίθηση και η αλλαζονία του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος εισέρχεται ανεπιστρεπτί σε μιά διαδικασία αποσύνθεσης. Η διαφθορά και η διαπλοκή των υψηλών στελεχών του κόμματος αναλύονται με λεπτό και επιδέξιο τρόπο, που φέρνει στο μυαλό χειρουργικό νυστέρι. Η ιδεολογία καταρρέει. Ο καθένας αγωνίζεται γιά την προσωπική του επιβίωση. Τίποτε δεν μένει κρυφό, όλα βγαίνουν στο φως.

Οι χαρακτήρες του μυθιστορήματς αναπτύσσονται με στέρεο, υποδειγματικό τρόπο. Ο αγώνας του Οπενχάιμερ ανάμεσα στην επίλυση της υπόθεσης και την προσωπική του επιβίωση αποδίδεται σε αντίστιξη με την αντίστοιχη πάλη του λοχαγού Φόγκλερ, που μάχεται να ισορροπήσει ανάμεσα στο καθήκον να φέρει σε πέρας την  αποστολή του και την επιθυμία του να «εξαγνιστεί» από την διαφθορά του κομματικού μηχανισμού και να μετατεθεί στο μέτωπο με συνέπεια τον άμεσο κίνδυνο γιά την ίδια του την ζωή.  Η Χίλντε είναι μιά γενναία γυναίκα, που δίνει μεγάλη έμφαση στην επιστημονική αντιμετώπιση των δολοφονιών και συνεπικουρεί τις προσπάθειες του Οπενχάιμερ, αλλά παράλληλα διατηρεί επαφές με την «σκοτεινή» πλευρά των δυνάμεων ασφαλείας με στόχο την προστασία και διαφυγή του επιθεωρητή στο εξωτερικό.

Συμπερασματικά, ένα πολύ ενδιαφέρον εγχείρημα, που κατορθώνει να συνδυάσει μιά πολύ πειστική αναφορά στο ζοφερό περιβάλλον του Βερολίνου λίγο πριν την πτώση με μιά ζωντανή, δυνατή αστυνομική πλοκή, που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι το τέλος.

 

(*) Το τελευταίο βιβλίο του συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων Γρηγόρη Αζαριάδη είναι το “Σκοτεινός λαβύρινθος'”( Μεταίχμιο)

Προηγούμενο άρθροΧρυσός Άγγλος Ασθενής και γκρίνιες για το Booker (της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη)
Επόμενο άρθρο“Βιβλίο της Ανησυχίας” για πάντα (του Γιάννη Ν.Μπασκόζου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ