Σάκης Παπαδημητρίου.
Μέσα από φακέλους με δεκάδες φυλλάδια, προγράμματα και διάφορα χαρτιά ξεφύτρωσε ένα παλιό μπλε τετράδιο με σημειώσεις γραμμένες τόσο βιαστικά που ακόμη και σε μένα ήταν δύσκολο να καταλάβω ορισμένες λέξεις και προτάσεις. Από τα θέματα φαίνεται ότι τοποθετείται χρονολογικά στα μέσα προς τέλη της δεκαετίας του ‘80. Έτσι λέω. Αντιγράφοντας ένα μέρος των σημειώσεων, φυσικά χωρίς αδικαιολόγητες επεμβάσεις, μεταφέρω εδώ τις συζητήσεις και τους προβληματισμούς μιας εποχής. Ίσως να έχουν ξεπεραστεί πλέον οι προβληματισμοί και να μοιάζει πολύ μακρινή εκείνη η εποχή. Μπορεί και όχι.
- Η αναζήτηση μιας ελληνικής ταυτότητας – όχι μόνο σε σχήμα τσέπης – η επιμονή μας να την αποκτήσουμε και να την επιδεικνύουμε χωρίς καν να μας την ζητούν – σαν συμπύκνωση του χώρου και του τόπου – δύο κυρίαρχες περιπτώσεις – πατριδολατρία ή λαϊκή παράδοση και ορθοδοξία ή ορθοδομαρξιστολατρεία ή εθνικοφροσύνη ή ελληνικότητα ή ρωμιοσύνη ή … – είτε πάλι ξενομανία ή χαμαιλεοντισμός ή αντιγραφή προτύπων διεθνούς κατανάλωσης ή … – το θέμα της ταυτότητας και της προσωπικής ιδιομορφίας – η εθνική ταυτότητα και η ατομική ταυτότητα – πώς συμβιβάζονται χωρίς να ταυτίζονται με το έτσι θέλω; – η κοινωνική μας ασυνέχεια και ασυνέπεια και η προσωπική πορεία και ευθύνη – πώς ξεκαθαρίζουμε το παρελθόν από τα «ξένα» στοιχεία; – τώρα, εκ των υστέρων, πάμε να επιβάλλουμε το «πόθεν έσχες» στην ιστορία; – ποιο είναι το «καθαρό»; – πώς επιβάλλεται η κάθαρση; – και πώς η προσωπική ιδιορρυθμία; – πώς το ατομικό μπορεί να γίνει εθνικό; – πώς να ξεχωρίσουμε τους εισαγωγείς ιδεών από τους αυθεντικούς πρωτοπόρους; – πώς να ξεχωρίσουμε τους χαμαιλέοντας της μόδας από τους δημιουργούς;
- Raga– τι θα πει μια σειρά από νότες; – πέντε-έξι νότες σε ανιούσα ή κατιούσα μορφή; – είναι κάτι που έχει γίνει αποδεκτό με το πέρασμα του χρόνου σε ένα έθνος, μια φυλή, μια περιοχή – ναι, αλλά τι μπορεί να σημαίνει για μας σήμερα που ίσως ζούμε πολύ μακριά από την περιοχή αυτή και φυσικά δεν ανήκουμε στο ίδιο έθνος – σίγουρα είναι μια σειρά από νότες που έχει δοκιμαστεί και έχει επιζήσει – έχει λειτουργήσει και εξακολουθεί να λειτουργεί για κάποιους – βέβαια, όταν την πάρω στα χέρια μου ξέρω ότι δεν μπορώ να αποκτήσω διαμιάς όλη την ιστορία της – δεν παραχωρείται τόσο ανώδυνα και ολοκληρωτικά – μου αρκεί η ιδέα ότι για ορισμένους ανθρώπους σημαίνει κάτι το ιδιαίτερο, το ξεχωριστό, το οποίο δεν κινδυνεύει να μπερδευτεί με άλλα ακούσματα – ότι υπάρχει κάπου στην καρδιά της raga η αυθεντικότητα, η συνέπεια, η καθαρή πορεία – ακόμη, ότι ζουν και σήμερα μουσικοί-ενδιάμεσοι οι οποίοι έχουν την ικανότητα να συνδέσουν αυτή την raga, κι αυτά που εκπροσωπεί, με τους μυημένους ακροατές – μπορεί όμως να μυήσει τους νεότερους και ιδίως τους ξένους; – ένας τέτοιος ρόλος είναι πολύ βαρύς για τον μουσικό – ενδεχομένως να θέλει να αναλάβει αυτόν τον ρόλο αλλά με τους δικούς του πια προσωπικούς κανόνες – ενώ με τη συγκεκριμένη raga πρέπει προηγουμένως να έχει εξοικειωθεί με την μουσική και φιλοσοφική πλευρά της, με την μεταφυσική, θρησκευτική και ό,τι άλλο της προσδίδει αυτό το μοναδικό πρόσωπο, αυτή την υπόσταση μέσα στο χρόνο και τον τόπο – το σύνολο των χαρακτηριστικών που από μια σειρά φθόγγων διαμορφώνονται σε προσευχή, τραγούδι, ατμόσφαιρα, ιδέα, συναίσθημα, πράξη, ανάμνηση, εμπειρία – ο σημερινός μουσικός ανιχνεύει, αν θέλει φυσικά, να βρει τους δικούς του δρόμους, τη δική του raga – ούτε η σειρά του φτάνει, ούτε οι γνώσεις, ούτε οι ακροάσεις, ούτε τα ταξίδια, ούτε πολύ περισσότερο οι σπουδές – να βρει το πρόσωπό του να καθρεπτίζεται σε κάποιους ήχους και να τους δεχτεί ως απελευθέρωση και όχι ως δέσμευση – ως υλικό διαδικασίας και όχι ως παραγωγή και άλλων καταναλωτικών ειδών –
- Standards– υπήρξαν κριτήριο για πολλούς ακροατές αλλά και στους κύκλους των μουσικών που τους απασχολεί η μελέτη και η τελειοποίηση του υλικού που ονομάζεται standards – από ένα σημερινό ζωγράφο δεν έχουμε την απαίτηση να ζωγραφίζει προσωπογραφίες, βουκολικά τοπία, νεκρές φύσεις με μπουκάλια, μήλα, κιθάρες, καρπούζια και αντσούγες – από ένα λογοτέχνη δεν ζητούμε να γράψει ένα έπος με ομοιοκαταληξία, ένα ηθογραφικό διήγημα, ένα ιστορικό μυθιστόρημα, ένα σονέτο, μια λαϊκή ιστορία – γιατί από τον μουσικό θέλουμε να μπορεί να παίζει όλη τη μουσική που προϋπήρχε της εποχής του; – είτε λέγεται κλασική, είτε λέγεται ελαφρά, είτε παραδοσιακή, είτε λέγεται ακόμη πρωτοποριακή – γιατί τον συνδέουμε αποκλειστικά με την μουσικολογία, τη διασκέδαση ή την δεξιοτεχνία; – το βάρος βέβαια πέφτει κυρίως στο τρίτο – έτσι και στα standards της τζαζ – πολλοί σύγχρονοι μουσικοί έχουν δοκιμάσει κατά διαστήματα, και συνήθως νεότεροι, να παίξουν το ρεπερτόριο των standards αλλά αυτό δεν μπορούμε να το θεωρούμε ακαταμάχητο κριτήριο αξιολόγησης της ικανότητας των μουσικών – γιατί να πρέπει να παίζει standards ο Derek Bailey, o Cecil Taylor, o Evan Parker, o Fred Van Hove, o Daunik Lazro; – γιατί έχουμε την απαίτηση να ασχολούνται με κομμάτια προπολεμικά με τραγούδια της δεκαετίας του ’30 και ’40 ή ακόμη και της δεκαετίας του ’50 και ’60; – το να κατακτήσεις, και κυρίως να αποδίδεις, το ύφος κάθε δεκαετίας τι εγγυάται; – ότι θα εξελιχθούν οι μουσικοί σαν άτομα; – ότι θα ανανεωθούν; – ότι θα τολμήσουν να διευρύνουν τις δομές και τις σειρές των συγχορδιών; – ότι θα αποπειραθούν να αναποδογυρίσουν τα δεδομένα; – πώς μπορείς να θεωρήσεις προκαταβολικά σαν φυσιολογική συνέπεια την εξέλιξη; – δεν υπάρχει ένας δρόμος δημιουργίας – άλλο θέμα να αφομοιώσεις την παράδοση και άλλο να ασκείσαι σκληρά για να την επαναλαμβάνεις αυτούσια στο κοινό θέλοντας να πείσεις τους ακροατές ότι τα καταφέρνεις και ότι μπαίνεις και εσύ στον κατάλογο των πιστών – αναπαλαίωση κτιρίου για ποιο λόγο να ισχύει στη μουσική όταν υπάρχουν οι δίσκοι, οι ηχογραφήσεις, με τις ιστορικές ερμηνείες, τις αυθεντικές καταγραφές – οι σχολές επέβαλλαν την άποψη ότι από τα standards ξεκινά ο μουσικός, αλλά δυστυχώς το σύστημα τους οδήγησε πολλούς στο να καταλήγουν εκεί, στο σημείο δηλαδή που κανονικά αρχίζει η έρευνα, η αμφισβήτηση, η εσωτερική ανησυχία – φυσικά, μπορεί σε όλο το φάσμα των ενδιαφερόντων ενός δημιουργού να περιλαμβάνεται και αυτό το υλικό – γιατί όχι; – και μάλιστα έχει γίνει ουκ ολίγες φορές από πολύ γνωστά ονόματα – αλλά ούτε είναι καθοριστικό, ούτε περιοριστικό, ούτε λαμβάνεται τοις μετρητοίς για την αξιολόγηση του δημιουργικού έργου –
- Umberto Eco: Η σημειολογία στην καθημερινή ζωή, εκδόσεις Μαλλιάρης-Παιδεία απόδοση – ανθολόγηση από τον Αντώνη Τσοπάνογλου, στη σελίδα 56. «Είναι σίγουρο ότι η φωτογραφία είναι σαν το χνάρι και το έλεγε ήδη ένας από τους πατέρες της σημειωτικής, ο Τσαρλς Σάντερς Πηρς. Παράγεται από τα ίχνη που αφήνουνε πάνω στην πλάκα ή το φιλμ οι αχτίνες φωτός που προέρχονται από κάποιο αντικείμενο. Όπως ακριβώς τα ίχνη ενός ζώου βγαίνουν από την αποτύπωση των γραμμών ποδαριού του πάνω σε κάποια μαλακιά επιφάνεια. Κι επομένως φαίνεται ότι τα χνάρια δεν μπορούν να μας ξεγελάσουν, γιατί έχουν φυσική σχέση με το αντικείμενο που υπάρχει ή υπήρχε κάποτε. Αντίθετα, οι λέξεις παραπέμπουν σε αντικείμενα, αλλά δεν παράγονται αναγκαστικά από αυτά τα αντικείμενα». Και ο ήχος είναι σαν το χνάρι – είναι πράγματι; – παραπέμπει; – όχι σαν την φωτογραφία σε κάποιο αντικείμενο, πρόσωπο ή λεπτομέρεια που υπάρχει στον κόσμο γύρω μας, σ’ αυτό το οποίο ονομάζουμε πραγματικότητα, όσο κι αν δεν έχουμε δει το συγκεκριμένο αντικείμενο, το πρόσωπο κλπ – πού παραπέμπει ο ήχος; – φυσικά στο μουσικό όργανο ή στο συνδυασμό οργάνων ή στη φωνή που τον παράγουν, αν βέβαια είμαστε σε θέση να καταλάβουμε ποιο ή ποια είναι – πώς αποκρυπτογραφείται; – τι μας λέει σαν ίχνος; – ο ακροατής του ήχου, ο παραλήπτης του ίχνους ποιους κώδικες χρησιμοποιεί; – πάλι ο Eco – κώδικες που πηγάζουν από την κοινωνική κατάσταση στην οποία ζει, από τη μόρφωση και την καλλιέργεια που απέκτησε, από την ψυχική διάθεση της στιγμής, από ανάλογες εμπειρίες, από …– δεν μπορούν να προβλεφτούν, δεν μπορούν να ισοπεδωθούν οι αντιδράσεις των ακροατών – δεν αρκεί η έρευνα αγοράς και οι νόμοι της μαζικής επικοινωνίας – το δείγμα δεν γενικεύει – και ποιο είναι το δείγμα που εκπροσωπεί τόσα διαφορετικά άτομα; – οι αντιδράσεις των ακροατών – δεν μπορούν να υπολογιστούν – δεν μπορούν να προκατασκευαστούν οι ήχοι ώστε να προκαλέσουν συγκεκριμένα συναισθήματα ή να ταυτιστούν με σκέψεις και ιδεολογίες – το αιώνιο πρόβλημα Φράνκενσταϊν – και τι γίνεται με την αυτοσχεδιαζόμενη μουσική; – υπάρχει βέβαια η κλασική διάκριση σε ιδιωματικό και σε μη-ιδιωματικό ή ελεύθερο αυτοσχεδιασμό, τώρα όμως η κατάσταση δεν είναι τόσο απλή – δημιουργήθηκαν τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια τόσα πολλά ιδιώματα προσωπικά – ιδιαιτερότητες που γίνονται αντιληπτές, χαρακτηριστικά που επαναλαμβάνονται και έχουν επιβληθεί ως σήμα κατατεθέν ενός μουσικού ή μιας ομάδας – αποδυναμώθηκε η σημασία της διάκρισης – και φυσικά δεν μπορεί να βασιστεί πάνω σ’ αυτή η αξιολόγηση του αυτοσχεδιαστή – ήδη ο Don Cherry συγχώνεψε τις δύο μορφές, τον ιδιωματικό και τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό, και ακολούθως τόσοι και τόσοι άλλοι, από όλα τα μέρη του κόσμου, συνδέουν κατ’ επιλογήν στοιχεία εθνικών μουσικών με ιδιώματα τα οποία κουβαλούν την ιστορία τους και συνδέονται με μουσικά όργανα, με ηχοχρώματα, πρακτικές, τελετουργίες – κάποτε με προσωπικές απόψεις συνδυασμών που δεν μπορούν καν να καταγραφούν όλες – σεβασμός, αμφισβήτηση, αγάπη, συναισθηματισμοί της στιγμής, εκπλήξεις και αυτοεκπλήξεις, ένταση, αντιθέσεις, θεατρικότητα, καταστροφή, συν και πλην με άλλες τέχνες – η αυτοσχεδιαζόμενη μουσική, όχι του ιδιωματικού δρόμου, έτσι κι αλλιώς απευθύνεται στο κάθε άτομο χωριστά – σαν μονάδα και δεν περιμένει απαραιτήτως ανταπόκριση – επομένως πώς να προκαλέσει φαινόμενα μαζικού ενθουσιασμού ή ακόμα και αποδοκιμασίας – δεν μπορεί να λειτουργήσει με την μαζικότητα της παραδοσιακής μουσικής – δεν μπορεί να λειτουργήσει σε επίπεδο κοινότητας – δεν μπορεί – πώς να το κάνουμε; –δεν είναι ντροπή να το παραδεχτούμε – είναι ίσως έμφυτη αδυναμία.