Προσωπογραφία και κατάλοιπα ενός ήρωα

0
287

 

Του Λευτέρη Παπαλεοντίου.

 Έγκλειστος ως πολιτικός υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές της αποικιοκρατίας, ο ήρωας του κυπριακού αντιβρετανικού και ενωτικού Αγώνα Μιχαλάκης Παρίδης (1933-1958) εξηγούσε σε επιστολή του (από Λευκωσία, 18.5.1955) προς τη Λουκία Ιωαννίδου-Παναγιώτου τον λόγο για τον οποίο δεν μπορούσε να γράψει ποιήματα: «Πάντως τώρα δεν γράφω ποιήματα, γιατί, για να κάνει ένας κάτι τέτοιο, πρέπει να έχει ψυχική και πνευματική γαλήνη – αν θέλει το ποίημά του να ’ναι ποίημα».

Ο Μ. Παρίδης δεν πρόλαβε να γράψει πολλά ποιήματα και να εξελιχθεί ως ποιητής, αφού θυσίασε τη ζωή του στον Αγώνα για την ελευθερία. Ο ευαίσθητος νεαρός από την Αναφωτία της Λάρνακας είχε εμφανιστεί στα γράμματα από τα 18 του χρόνια. Το 1951 και το 1952 δημοσίευσε τρία ποιήματά του στο περιοδικό Κυπριακά Γράμματα, που έβγαινε τότε με υπεύθυνο τον Νίκο Κρανιδιώτη.  Αργότερα, δημοσίευσε με την υπογραφή Μιχαήλ Γεωργίου την «Ωδή στον Γρηγόρη Αυξεντίου» στο περιοδικό Times of Cyprus (30.6.1958).

Ο γιατρός και λόγιος Σωκράτης Αντωνιάδης (γενν. 1951) έχει δώσει μια αξιόλογη μονογραφία για τον Μ. Παρίδη. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου του σκιαγραφεί με ενάργεια την προσωπικότητα του ήρωα, καταθέτοντας πολλές μαρτυρίες για τη ζωή και τη δράση του, από τα παιδικά του χρόνια στην Αναφωτία της Λάρνακας ώς τη στιγμή της θυσίας του. Απόφοιτος του Εμπορικού Λυκείου Λάρνακας, ο Μ. Παρίδης εργάστηκε στην Τράπεζα Κύπρου στα 1951-1954 και ακολούθως δίδαξε για μερικούς μήνες στο λατινικό σχολείο Terra Santa.

Το 1954 μυήθηκε στην Ε.Ο.Κ.Α. Όμως από την πρώτη μέρα της έναρξης του Αγώνα συλλαμβάνεται ως ύποπτος για συμμετοχή σε δολιοφθορές εναντίον των Βρετανών και καταδικάζεται σε φυλάκιση για εφτά χρόνια. Κατορθώνει να δραπετεύσει από το Γενικό Νοσοκομείο, ύστερα από μια μικρή χειρουργική επέμβαση, και αναλαμβάνει δράση ως τομεάρχης στην επαρχία Λάρνακας. Από τον Ιούλιο του 1958 κρύβεται σε κρησφύγετο στο χωριό Βάβλα, όπου πέφτει νεκρός από πυρά βρετανού στρατιώτη στις 27 Αυγούστου 1958. Ανάμεσα στα χαρτιά του που πυρπολήθηκαν είτε από τον ίδιον είτε από Βρετανούς, βρίσκονταν και οι πρώτες σελίδες μιας ανολοκλήρωτης, μάλλον βιωματικής ή αυτοβιογραφικής νουβέλας.

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου ενσωματώνονται και 24 επιστολές του ήρωα, οι περισσότερες από τις οποίες δημοσιεύονται εδώ για πρώτη φορά. Οι επιστολές αυτές απευθύνονται σε συγγενικά ή φιλικά του πρόσωπα. Από την αλληλογραφία αυτή προκύπτουν ενδιαφέροντα στοιχεία για τη φυσιογνωμία, το ήθος, τα ενδιαφέροντα και τις ανησυχίες του νεαρού επιστολογράφου. Ανάμεσα σ’ άλλα, παρακολουθούμε την προσπάθεια του να εμψυχώσει την οικογένειά του, όσο αυτός παραμένει φυλακισμένος. Έτσι, σε επιστολές του προς τους γονείς του σημειώνει: «η καρδιά σας θα πονέσει, μα πρέπει να σταθείτε ψηλότερα από τον πόνο» (27.5.1955)· «κι ούτε θέλω κλάματα και συγκίνηση για όσα χρόνια καταδικαστώ» (16.6.1955)· «Υπάρχει όμως σοβαρός λόγος να σας παρηγορεί, γιατί δεν καταδικάστηκα για κανένα ηθικό παράπτωμα, μα για ό,τι φέρνει τιμή στον καθένα, κι έτσι θα έχετε μια εκτίμηση κι αγάπη από τον κόσμο» (25.6.1955). Σε άλλες επιστολές του πληροφορεί τους γονείς του για την προσπάθειά του να πάρει μαθήματα λογιστικής με αλληλογραφία.

Σε επιστολές του προς τη Λουκία Ιωαννίδου, αδερφή της νύφης του, αναφέρεται στα λογοτεχνικά του διαβάσματα. Για παράδειγμα, εκφράζει τον ενθουσιασμό του για το μυθιστόρημα του Ν. Καζαντζάκη Ο καπετάν Μιχάλης (22.5.1955) αλλά και γιατί μπορεί να διαβάζει αγαπημένους του συγγραφείς: «Τη χαρά που ένιωθα όταν ήμουν έξω διαβάζοντας, δεν τη στερήθηκα. Με συντροφεύουν κι εδώ οι Παλαμάς, Όμηρος, Μυριβήλης, Καζαντζάκης, Τσάτσος, Κανελλόπουλος, Μαλακάσης, Δροσίνης, Αντρέ Μωρουά κι όλοι σχεδόν οι πνευματικοί μου πατέρες και φίλοι» (19.10.1955).

Στον τόμο περιλαμβάνονται 22 ποιήματα του Μ. Παρίδη, συν μερικοί στίχοι ενσωματωμένοι σε επιστολές. Πρόκειται για νεανικά ποιήματα της δεκαετίας 1948-1958, όταν δηλαδή ο ποιητής ήταν από 15 ώς 25 ετών. Ανάμεσα σ’ αυτά περιλαμβάνονται τρία σονέτα και ένα τριολέτο. Στις πιο καλές στιγμές του είναι φανερό ότι ξέρει να δουλέψει τον στίχο ή ότι είναι σε θέση να χειριστεί ποιητικά το θεματικό υλικό του. Τα περισσότερα είναι γραμμένα σε παραδοσιακό, έμμετρο και ομοιοκατάληκτο στίχο. Μόνο από το 1955 κ.ε. δοκιμάζει να ελευθερώσει τον στίχο του. Συνήθως αντλεί τα θέματά του από το τρίπτυχο πατρίδα, θρησκεία και οικογένεια ή έρωτας. Σε γενικές γραμμές, φαίνεται προσηλωμένος στην ποιητική της αθηναϊκής Γενιάς του 1880.

Το βιβλίο του Σωκράτη Αντωνιάδη για τον Μιχαλάκη Παρίδη γράφτηκε με αγάπη και ερευνητικό μεράκι. Δεν έχει σημασία αν υπάρχουν επιμέρους φιλολογικές ατέλειες· πάνω απ’ όλα μετρά το συνολικό αποτέλεσμα. Η αξιανάγνωστη αυτή μονογραφία είναι εμπλουτισμένη με αρκετό φωτογραφικό υλικό και διασώζει πολύτιμες μαρτυρίες για τον ήρωα και το έργο του. Τόσο οι σωζόμενες επιστολές όσο και τα ποιήματα που έχουν εντοπιστεί αναπαράγονται φωτογραφικά και σε χειρόγραφη μορφή. Βέβαια, είναι πιθανό να λανθάνουν σε αρχεία ή και στον Τύπο της εποχής και άλλα ποιήματα ή και επιστολές του «αγωνιστή – ποιητή της ελευθερίας».

 

INFO:   Σωκράτης Τ. Αντωνιάδης, Μιχαλάκης Παρίδης, ο αγωνιστής – ποιητής της Ελευθερίας, Λάρνακα, Βιβλιοεκδοτική, 2013, σελ. 339.

 

Προηγούμενο άρθροΝεοελληνικές σπουδές σε κρίση
Επόμενο άρθροΤο καλοκαίρι των νεκρών παιχνιδιών

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ