Του Σπύρου Κακουριώτη.
Τα τύμπανα ενός νέου «πολέμου για την ιστορία» ηχούν από τις σελίδες του κίτρινου τύπου. Αφορμή, για μία ακόμη φορά, οι προτεινόμενες αλλαγές στα προγράμματα σπουδών για το μάθημα της ιστορίας στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Στο στόχαστρό τους οι ιστορικοί που συμμετέχουν στην επιτροπή που συνέταξε το σχετικό πόρισμα, οι οποίοι χαρακτηρίζονται συλλήβδην «παραχαράκτες», «γενίτσαροι», «αγράμματοι» και «ιδεολογικά εθελόδουλοι». Στόχος τους, να μην αλλάξει τίποτε στο σχολείο.
Οπλισμένοι με όση λάσπη μπορούν να σηκώσουν οι σελίδες τους, αλλά και με την διάδοση της «μετα-αλήθειας» τους με ταχύτητες μολυσματικής επιδημίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κατασκευάζουν ένα διόλου ευφυές μοντάζ αποσπασμάτων, και αποσπασμάτων αποσπασμάτων, που υποτίθεται ότι «μιλά από μόνο του»: ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει.
Σχεδόν κάθε παράγραφος από αυτές που δημοσιεύονται σχετικά στην κυριακάτικη εκδοχή του αυριανισμού συνιστά αντικείμενο ενδεχόμενης μήνυσης, καθώς είναι φορτωμένη με όγκο ψευδών, όπως, για παράδειγμα, ότι «στα σχολικά βιβλία “βαφτίζουν” τα Σκόπια ”Μακεδονία”», με αφορμή την αναγνώριση του διπλωματικού αδιεξόδου στο οποίο έχει βρεθεί η χώρα μας στη «διαμάχη για το όνομα», αλλά και τα αντιδραστικά εθνικιστικά αντανακλαστικά που αναζωπυρώνει, στην οποία αναφέρθηκε (σε συνέντευξη που έδωσε πριν αναλάβει αυτή τη θέση) ο πρόεδρος της επιτροπής, αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Πολυμέρης Βόγλης.
«Θύελλα έχει ξεσπάσει στους κόλπους της επιστημονικής κοινότητας» διαμηνύουν οι ρυπαρογράφοι του κιτρινισμού, παρουσιάζοντας την Κυριακή που μας πέρασε το «σίκουελ» με το οποίο επιχειρούν να κατασκευάσουν τον νέο πόλεμο για την ιστορία. Μόνο που η «επιστημονική κοινότητα» που επικαλούνται, οι «εν βρασμώ ιστορικοί», δεν διαθέτουν ίχνος ιστορικής σκευής: ένας μόνο εξ αυτών είναι ιστορικός, ενώ από τους άλλους τρεις, οι δύο δεν έχουν σχέση με κανενός είδους «επιστημονική κοινότητα» –εκτός κι αν η μακρόχρονη σχέση με την παραπαιδεία και η συγγραφή 100 (sic!) βιβλίων συγκροτεί κάποια ιδιοσυγκρασιακή «επιστημονική» κοινότητα.
Γι’ αυτήν την κοινότητα, η ιστορία υπάρχει, ως αυτόνομη οντολογική κατηγορία, κάπου εκτός του κόσμου τούτου. Η ιστοριογραφία δεν αποτελεί παρά μια πράξη «αποκάλυψης», που πραγματοποιείται μέσω της «θεοπνευστίας» των φετιχοποιημένων «τεκμηρίων», τα οποία, εν τέλει, μιλούν από μόνα τους με το στόμα (ή τη γραφίδα) του ιστορικού…
Σε αυτόν τον θεολογικό λόγο, ύψιστης σημασίας είναι η διάκριση του ορθόδοξου από τον αιρετικό –δηλαδή το ποιος κατέχει την εξουσία της επιβολής ενός λόγου ως ορθόδοξου κι ενός άλλου ως αιρετικού.
Δεν ελαύνονται λοιπόν οι «εν βρασμώ» από το ταπεινό κίνητρο της άσκησης εύκολης αντιπολίτευσης ενεργοποιώντας τα εθνικιστικά αντανακλαστικά που οι ίδιοι επί δεκαετίες καλλιέργησαν. Το επίδικο είναι «υψηλότερο»: το ποιος έχει το δικαίωμα να γράφει την ιστορία και να αποφαίνεται επ’ αυτής, να θέτει τους όρους για τη χρήση της στη δημόσια σφαίρα.
Γι’ αυτό άλλωστε και καταφεύγουν στα «υψηλά»: δική τους αναφορά είναι ο Παπαρηγόπουλος, παρεμπιπτόντως ο κατεξοχήν «αναθεωρητής» ιστορικός, που κατασκεύασε το ανθεκτικό μέχρι σήμερα σχήμα της εθνικής συνέχειας ενάντια στην αντίληψη περί εθνικής ιστορίας των ημερών του.
Γι’ αυτούς, αποστολή της σχολικής ιστορίας αποτελεί η κατασκευή εθνικής ταυτότητας και αυτό είναι το αντικείμενο της διαμάχης: πώς η εκπαίδευση, ο τύπος, τα ΜΜΕ, αλλά και ο στρατός, η Εκκλησία και όλοι οι υπόλοιποι ιδεολογικοί μηχανισμοί θα συνεχίζουν να κατασκευάζουν μια ταυτότητα κλειστή, μισαλλόδοξη, αυτοαναφορική.
Το είδος της ταυτότητας που ηττήθηκε στις εκλογές της Κυριακής που μας πέρασε στη Γαλλία…