Ποιος έπνιξε τον μαθητή; (του Φίλιππου Φιλίππου)

0
747

του Φίλιππου Φιλίππου

 

Ακούγεται περίεργο κι όμως η σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία έχει επηρεάσει και αρκετούς συγγραφείς (Έλληνες και μη) που δεν έχουν καμιά σχέση με το συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος, απλώς δανείζονται από αυτήν κάποια στοιχεία, τα οποία χρησιμοποιούν στα έργα τους για να τους προσδώσουν μυστήριο και ένταση. Αυτό είναι εμφανές και στο μυθιστόρημα του Κώστα Ακρίβου Γάλα Μαγνησίας που αρχίζει με τον πνιγμό ενός μαθητή στη θάλασσα τον Ιούνιο του 1975. Το τι ακριβώς έγινε τότε το μαθαίνουμε στη συνέχεια, απλώς στην πρώτη σελίδα του κειμένου ο συγγραφέας μας δίνει την πληροφορία ότι στην υπόθεση ήταν μπλεγμένοι τέσσερις μαθητές (έχουν αλλαγμένα ονόματα), ο Μικ, ο Αχιλλάκος, ο Μπράσκας και ο Ζερβής (Θανάσης το πραγματικό του όνομα), ο αφηγητής της ιστορίας, τους οποίους κατηγόρησαν «ότι έπνιξαν το συμμαθητή τους».

Οι τέσσερις ήρωες, οι οποίοι μεγαλώνουν εσώκλειστοι σ’ ένα εκκλησιαστικό οικοτροφείο του Βόλου τη δεκαετία του 1970 πρωταγωνιστούν σε μια ιστορία που συνδέεται με το θάνατο του Σώτου –πνίγηκε κολυμπώντας ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Την αλήθεια τη γνωρίζουν μόνο οι προαναφερθέντες φίλοι, τους οποίους ανακρίνει η Χωροφυλακή και η αρμόδια εισαγγελέας, ενώ βρίσκονται υπό την απειλή των συγγενών του πνιγμένου εφήβου. Και μόνο στο τέλος ο αναγνώστης πληροφορείται το τι έγινε εκείνο τον Ιούνιο, όταν η χώρα έβγαινε από τη μαυρίλα της επτάχρονης δικτατορίας και προσπαθούσε να επουλώσει τις πληγές της. Ωστόσο, η αλήθεια είναι το ζητούμενο, καθώς, όπως διαβάζουμε, οι άνθρωποι επιστρέφουν στο παρελθόν τους για να θυμηθούν κάποια σημαντικά περιστατικά, μα «η νοσταλγία δεν τους αφήνει να θυμηθούν τα πράγματα όπως έγιναν», αλλά τα πασπαλίζει με την άχνη της αθωότητας και τα ωραιοποιεί.

«Ήταν τα χρόνια που είχαμε όλη τη ζωή μπροστά μας, τα χρόνια που νομίζαμε πως ο κόσμος όλος μπορούσε να γίνει δικός μας», αρχίζει την εξιστόρησή του ο Ζερβής, ήτοι ο Θανάσης, που ήθελε να σπουδάσει νομικά αλλά το έριξε στο γράψιμο και τη λογοτεχνία. Άραγε ο Ζερβής είναι το alter ego του Κώστα Ακρίβου; Μπορεί. Άλλωστε, το μυθιστόρημα είναι σαφώς αυτοβιογραφικό, καθώς διαδραματίζεται  σ’ ένα σχολείο του Βόλου (ο συγγραφέας γεννήθηκε στις Γλαφυρές το 1958) και αναφέρεται στα βιώματα των αγοριών στη συγκεκριμένη πόλη κατά τη συγκεκριμένη εποχή. Δεν είναι πολλά τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην ιστορία. Μαθαίνουμε αρκετά για το γυμνασιάρχη, ορισμένους καθηγητές στο γυμνάσιο, τον διευθυντή και τον διάκο στο οικοτροφείο, ένα αγροτόπαιδο που ο οποίος εκτελεί χρέη γενικού κουμανταδόρου κι αποτελεί τον μπαμπούλα των παιδιών. Το κλίμα εκεί είναι άκρως συντηρητικό, τα παιδιά καταπιέζονται, υποχρεώνονται να πηγαίνουν στο κατηχητικό και μόνο οι τέσσερις φίλοι διαφέρουν, καθώς είναι απείθαρχοι, άτακτοι και ζαβολιάρηδες.

Από ένα τέτοιο μυθιστόρημα δεν θα μπορούσαν να λείψουν τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, οι πρώτες σεξουαλικές φαντασιώσεις και οι πράξεις αυτοερωτισμού που  συνδέονται με την εφηβική λίμπιντο. Κι ο μεν Ζερβής, ο αφηγητής, ο οξυδερκέστερος όλων, ο πιο τολμηρός κι ο πιο δραστήριος, βιώνει μια ερωτική σχέση με ένα τολμηρό κορίτσι, την Αμαλία, την κόρη του  διευθυντή, οι υπόλοιποι  όμως υποφέρουν εξαιτίας των ορμών τους και επισκέπτονται κρυφά το πορνείο της πόλης. Ως απόρροια της σεξουαλικής στέρησης των εφήβων μπορεί να εκληφθεί η απαράδεκτη συμπεριφορά του Σώτου, ο οποίος ρίχνεται στο πιο αδύναμο και δειλό παιδί, τον Βαγγελάκη, με ανήθικους σκοπούς –και γι’ αυτό τιμωρείται.

Ασφαλώς, ο συγγραφέας δεν παραλείπει να μιλήσει και για τα πολιτικά γεγονότα της εποχής που είναι η εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, η άφιξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή που έλειπε στο Παρίσι, οι διαδηλώσεις, ο «Ρήγας Φεραίος» και η ΚΝΕ, το δημοψήφισμα για τη βασιλεία, η κατάληψη της Σαϊγκόν από τους αντάρτες Βιετκόγκ, ενώ στο μυθιστόρημα εμφανίζονται ως γκεστ σταρ ο μητροπολίτης και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Μίκης Θεοδωράκης.

Να σημειώσουμε πως  το Γάλα Μαγνησίας δεν μπορεί να καταταγεί στην αστυνομική λογοτεχνία (ο αφηγητής διαβάζει το αστυνομικό περιοδικό Μάσκα), είναι ένα μυθιστόρημα για την εφηβεία και τους καημούς της σε μια επαρχιακή πόλη της Ελλάδας και θυμίζει, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, το αριστούργημα του Ρόμπερτ Μούζιλ Ο νεαρός Ταίρλες. Εκεί τέσσερις έφηβοι σ’ ένα οικοτροφείο πρωταγωνιστούν σε μια ιστορία, όπου πολλά πράγματα μένουν ανεξήγητα, ενώ όλα τα πρόσωπα, κατά φαινόμενα, ήταν υπαρκτά, καθώς και η μοναδική κοπέλα που σε αυτό ασκεί το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου. Επομένως, το μυθιστόρημα του Κώστα Ακρίβου είναι μυθιστόρημα ενηλικίωσης. Ο συγγραφέας μέσα από αυτό επιχειρεί να μιλήσει για τα χρόνια της νεότητάς του, για τα οράματα, επαγγελματικά και άλλα, των παιδιών της γενιάς του, για τις μνήμες που τον έχουν στοιχειώσει.

 

info: Κώστας Ακρίβος, Γάλα Μαγνησίας, Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2018, σελ. 312

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΤο σημάδι (διήγημα του Κώστα Λυμπουρή)
Επόμενο άρθροΓιώργος Συμπάρδης: το ιδιότυπο παιχνίδι κρυμμένου θησαυρού (της Άννας Αφεντουλίδου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ