Πνιγμένες πόλεις, παιδιά του πολέμου (της Ελένης Σβορώνου)

0
1462

 

Μετά τα Νεκροταφεία καραβιών, ο Πάολο Μπατσιγκαλούπι, προσφέρει στο νεανικό κοινό ένα ακόμη εξαιρετικό μυθιστόρημα που ανήκει στο αγαπητό, πια, είδος της δυστοπίας. Κάποτε στο μέλλον, λοιπόν, σε μια εποχή που η κλιματική αλλαγή έχει αλλάξει δραματικά το τοπίο, οι ΗΠΑ, ή καλύτερα ό,τι έχει απομείνει από αυτές, βυθίζονται στο νερό, στον πόλεμο, στην προσφυγιά και τη φτώχεια. Οι άνθρωποι αγωνίζονται να επιβιώσουν όπως τα άγρια ζώα στη ζούγκλα. Ειδικά όσοι ζούνε στην εμπόλεμη ζώνη.

Οι Κινέζοι, χάρη στο πνεύμα συνεργασίας, εργατικότητας και σύνεσης που p_poleisέχουν επιδείξει, κατάφεραν να προλάβουν τις ολέθριες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και να λάβουν τα μέτρα τους εγκαίρως. Οι προσπάθειές τους όμως να επιφέρουν την ειρήνη στη Αμερική απέτυχαν! Οι ανόητοι Δυτικοί ήταν αδύνατο να αρθούν πάνω από το μίσος, την εκδικητικότητα και την απληστία που τους χαρακτηρίζει. Οι Κινέζοι στρατιώτες της ειρήνης εγκαταλείπουν την Αμερική. Ένας από αυτούς όμως θα αφήσει πίσω του, όχι μόνο την ελπίδα της ειρήνης, αλλά και την κόρη του από το γάμο του με μια δυτική. Τη Μάλια. Που είναι πια μια απόβλητη, μια ξένη που ξεχωρίζει. Με εμφανή την κινεζική καταγωγή της, ξυπνά το μίσος σε στρατιώτες και αμάχους. Από τον βέβαιο θάνατο τη σώζει ένα αγόρι, ο Μάους, ρισκάροντας κι ο ίδιος τη ζωή του.

 

Γιατί ο πόλεμος θα είναι πάντα εδώ, όπως κατέληξαν στην αλληλογραφία τους ο Φρόιντ και ο Αϊνστάιν

 

Τα δυο παιδιά βρίσκουν καταφύγιο στο σπίτι ενός γιατρού που είναι ο μόνος σε όλο το βιβλίο που διασώζει την ανθρωπιά ως αξία και ως πράξη ζωής. Η Μάλια, παρά το ακρωτηριασμένο της χέρι, βοηθάει τον γιατρό. Είναι μια νοσοκόμα. Το γερό της χέρι σώζει ζωές. Υπάρχει μια στάλα ελπίδας σε αυτή την ελάχιστη νησίδα ανθρωπιάς που έχουν φτιάξει οι τρεις τους. Αλλά όλα ανατρέπονται όταν ένας Μισός, ένα υβριδικό πλάσμα φτιαγμένο στο εργαστήριο από γονίδια ανθρώπων και άγριων ζώων για να υπηρετεί πιστά τα αφεντικά του πολέμου, δραπετεύει από την αιχμαλωσία. Ο Μάους και η Μάλια θα πέσουν στα χέρια του. Για να αρχίσει μια καταιγιστική δράση που θα φέρει τα δυο παιδιά στην καρδιά του πολέμου.

Δεν υπάρχει κακή πράξη που δικαιώνει έναν καλό σκοπό. Η Μάλια θα το μάθει αυτό με τον δύσκολο τρόπο. Εξαιτίας μιας τέτοιας πράξης της, ο γιατρός σκοτώνεται και ο φίλος της αναγκάζεται να γίνει στρατιώτης. Η βία φέρνει βία, οφθαλμόν αντί οφθαλμού, στο τέλος όλοι καταλήγουν στραβοί, όπως έλεγε ο γιατρός και ο πατέρας της. Αλλά οι καλοί δεν έχουν ελπίδα σ’ έναν κόσμο που έχει ξεχάσει ποιος πολεμά ποιον και για ποιο λόγο.

Ο κόσμος που συνθέτει ο συγγραφέας είναι ολοζώντανα ανατριχιαστικός! Μόνον οι βυθισμένοι ουρανοξύστες ζωσμένοι από τροπικά φυτά, διατηρούν μια στάλα  ομορφιάς! Οι πόλεις αλλάζουν, και ναι, μπορεί να δημιουργηθεί νέα ζωή στα ερείπια. Αλλά εδώ εννοούμε την άγρια ζωή, τη φύση. Και ο ωκεανός που εισβάλλει στους ερειπιώνες μπορεί καμιά φορά να καθρεφτίζει τον ήλιο παιχνιδιάρικα. Αλλά εδώ εξαντλούνται οι ωραίες εικόνες. Παντού αίμα, πόνος, ουρλιαχτά, ακρωτηριασμένα μέλη, ξεκοιλιασμένα πτώματα, αρρώστια και θάνατος.

«Ο πόνος του κορμιού! Δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο που να κάνει πιο δυστυχισμένη την ψυχή και το πνεύμα. Όλ’ αυτά είναι κορμί. Και σαν πονά το κορμί, όλα παν κατά διαβόλου. Ο κόσμος είναι ωραίος, κι ο άνθρωπος είναι καλόκαρδος, μεγαλόψυχος, ερωτευμένος ή ευτυχισμένος, κι όλα τα καλά πράγματα έχουν αξία μονάχα σαν είναι γερό το κορμί.» γράφει ο Στρατής Μυριβήλης στη Ζωή εν τάφω (εκδ.Εστία, σ.68).

«Το στρατόπεδο ήταν όπως το είχε αφήσει. […] Ένας, ένα ξανθό παιδί με πρόσωπο από καμένο οξΑνάτυπον_1917ύ, που μάλλον το ’λεγαν Σλικ, κλοτσούσε τους χωριάτες κάθε φορά που τολμούσαν να σηκώσουν το κεφάλι και να ρίξουν μια ματιά τριγύρω.» περιγράφει ο Μπατσιγκαλούπι σε μια από τις πάμπολλες σκηνές σκληρότητας του βιβλίου. (σ.261). Ο στρατιώτης – παιδί του Μπατσιγκαλούπι έχει γίνει αυτό που φοβάται ότι θα γίνει ο ενήλικας στρατιώτης του Μυριβήλη. Ποια καλή καρδιά να χτυπήσει μέσα σου όταν έχεις το πρόσωπο παραμορφωμένο από το οξύ (ένα από τα πρωτόγονα όπλα που χρησιμοποιούν οι στρατιώτες στις Πνιγμένες πόλεις.)

Κι αν νομίζουμε ότι από το «τότε» του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου του Μυριβήλη, στο μέλλον του Μπατσιγκαλούπι μας χωρίζουν αιώνες, ο Ισμαήλ Μπεά, με το βιβλίο του Επιστροφή στη ζωή: ένα παιδί στρατιώτης θυμάται γεφυρώνει θλιβερά το χάσμα του χρόνου. Η εξιστόρηση της beaεμπειρίας του, ως στρατιώτη, από τον πόλεμο στη Σιέρα Λεόνε έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την εμπειρία του Μάους από τις Πνιγμένες πόλεις: ορφάνια και περιπλάνηση που οδηγεί στο μόνο ασφαλές καταφύγιο, τον στρατό, εκγύμναση στη φρίκη και τη βία, τυφλή υπακοή σε έναν αρχηγό, υποκατάσταση της οικογένειας από τον στρατό, ναρκωτικά, απώλεια, τελικά, της παιδικής ηλικίας.

Υπάρχουν σήμερα 300.000 παιδιά που εμπλέκονται σε πολέμους, διαβάζουμε στην εισαγωγή του βιβλίου του Μπεά.

 

koybiaΣτον Πόλεμο των κουμπιών, του Λουι Περγκώ, (δημοσιεύτηκε το 1912), ανατέμνεται με χιούμορ και οξυδέρκεια ο πόλεμος στην παιδική ηλικία. Που φυσικά δε διαφέρει, στην ουσία του, από τον πόλεμο των μεγάλων. Τα παιδιά –ήρωες του Περγκώ όμως ξέρουν πού να σταματήσουν. Φανατίζονται εναντίον των παιδιών του γειτονικού χωριού, γίνονται σκληρά, αλλά έχουν ήθος. Στην έξαψή τους και στον φανατισμό τους εναντίον των παιδιών του γειτονικού χωριού μαθαίνουν να υφίστανται τις συνέπειες της σκανταλιάς τους, να συνεργάζονται, να υπερασπίζονται ο ένας τον άλλον στα δύσκολα και να μάχονται, τελικά, για να προσδιοριστούν ως ομάδα. Εκτονώνονται και τελικά καταθέτουν τα όπλα, κάποια στιγμή, για να εισέλθουν στην ενήλικη ζωή.

Σε βαθμό που αναρωτιέται κανείς αν έπαιζαν όλα τα παιδιά πόλεμο στις αλάνες, λυσσασμένα όπως οι ήρωες του Περγκώ, μήπως θα είχαμε λιγότερους αληθινού πολέμους, και άρα λιγότερους στρατολογημένους Μάους και Ισμαήλ;

Διαβάζοντας τις Πνιγμένες πόλεις, απολαμβάνεις γρήγορο ρυθμό, έντονες συγκινήσεις, ολοζώντανες περιγραφές μαχών, αλλά και τον διακριτικό τρόπο με τον οποίο τίθενται ηθικά ζητήματα. Ο θρίαμβος του κακού λειτουργεί και ως προειδοποίηση. Θα άξιζε ίσως και μια συγκριτική ανάγνωση και των άλλων βιβλίων που προέρχονται από άλλες εποχές και ανήκουν σε άλλα είδη γραφής.

Γιατί ο πόλεμος θα είναι πάντα εδώ, όπως κατέληξαν στην αλληλογραφία τους ο Φρόιντ και ο Αϊνστάιν.

INFO

Πάολο Μπατσιγκαλούπι, Πνιγμένες πόλεις, μτφ.Μ.Αγγελίδου. Μεταίχμιο, 2016.

Στρατής Μυριβήλης, Η ζωή εν τάφω, Εστία.

Ισμαήλ Μπεά, Επιστροφή στη ζωή: ένα παιδί στρατιώτης θυμάται, μτφ. Δ. Μιχαήλ, Κέδρος, 2008.

Λουί Περγκώ, Ο πόλεμος των κουμπιών, μτφ. Α. Λαζαράτου, Ερατώ.

Προηγούμενο άρθροΣτις απαρχές του Roberto Bolanio (To Παγοδρόμιο)
Επόμενο άρθροΠέθανε ο Νικήτας Παρίσης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ