Παναγιώτης Κεχαγιάς:«Το κύριο καύσιμο της δικής μου μεθόδου είναι η βαθιά απελπισία».

0
1583

 

(επιμέλεια: Γιούλη Αναστασοπούλου).

 

Tι θα ήθελες να γνωρίζουν οι αναγνώστες σου για τους ήρωές σου;

Ότι μπορούν να μείνουν ήσυχοι: η οργή μου κατευθύνεται μόνο στους ήρωες αυτών των πέντε ιστοριών, τουλάχιστον για όσο ο αναγνώστης δεν ανοίγει την πρώτη σελίδα του βιβλίου, δηλαδή αρνείται την ιδιότητά του, αφού είναι γνωστό πως η ανάγνωση μετατρέπει τον άνθρωπο σε έναν από τους ήρωες του βιβλίου που διαβάζει, ή σχεδόν, σαν δύο πανομοιότυπες διαφάνειες που τείνουν να ευθυγραμμιστούν πάνω σε φωτοτράπεζα.

Τι σε κινητοποίησε να γράψεις την Τελευταία Προειδοποίηση;

Πολύ θα ήθελα να απαριθμήσω εδώ μια ιεραρχημένη σειρά από κίνητρα άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους με μια εσωτερική συνάφεια θεμελιωμένη από χρόνια, αλλά στην πραγματικότητα οι κινήσεις που οδηγούν στο ξεκίνημα ενός διηγήματος είναι το ίδιο ανεξήγητες με τις κινήσεις που κάνει ένας άντρας όταν ξεκινάει την προσέγγιση σε μια γυναίκα – υποπτεύομαι δηλαδή ότι η πράξη έχει βιολογική βάση, ότι η συγγραφή έχει να κάνει με την ισορροπία (ή μάλλον την ανισορροπία) μερικών ορμονών, και ότι ο νους συμμετέχει μόνο ελλείψει καλύτερης εναλλακτικής. Αυτό νομίζω είναι το κίνητρό μου, μαζί με μια κάποια συμπάθεια για ορισμένες αποχρώσεις του κίτρινου.

Με ποιο άλλο βιβλίο συνομιλεί το βιβλίο σου;

Η Τελευταία Προειδοποίηση προσπάθησε πολλές φορές να συνομιλήσει με διάφορα βιβλία. Για παράδειγμα, πήγε μέχρι την είσοδο του λαβυρίνθου της Γενεύης στο κέντρο του οποίου κατοικούν οι Μυθοπλασίες του Μπόρχες, αλλά το έδιωξαν κακήν-κακώς. Έφτασε μέχρι το χωριό στη βάση του λόφου που στην κορυφή του οποίου στέκει η Μεταμόρφωση του Κάφκα, αλλά υπήρχαν προβλήματα με το διαμονητήριο και αναγκάστηκε να αναχωρήσει. Πήρε από πίσω διάφορα μεγάλα βιβλία των Αμερικανών μεταμοντέρνων, κλαίγοντας, παρακαλώντας και βρίζοντάς τα, αλλά το μόνο που εισέπραξε ήταν η χλεύη. Μετά ξεκίνησε τις τηλεφωνικές φάρσες αργά τη νύχτα μέχρι που ήρθε ο λογαριασμός και τα έκοψε κι αυτά. Τώρα βράζει μόνο του στο ζουμί του, νομίζω, και ονειρεύεται μεγαλεία που δεν του αναλογούν.

Πώς γράφεις και πού;

Το κύριο καύσιμο της δικής μου μεθόδου είναι η βαθιά απελπισία, που αυξάνεται όσο αυξάνεται και ο καιρός που έχει περάσει από τότε που τελείωσα το προηγούμενο διήγημα. Γράφω σε ακριβά σημειωματάρια που μου κάνουν δώρο οι φίλοι μου, έχοντας τις καλύτερες προθέσεις. Εδώ και δώδεκα χρόνια χρησιμοποιώ έναν συγκεκριμένο τύπο μαύρου μαρκαδόρου (πάχους 0.4). Περίπου μια φορά την εβδομάδα ανησυχώ για το τι θα συμβεί όταν η εταιρεία σταματήσει την παραγωγή του. Γράφω συνήθως σε ήσυχα καφέ, αλλά ενίοτε σε πλοία και τρένα (ποτέ όμως σε αεροπλάνα, κάτι τέτοιο θα συνιστούσε βαρβαρότητα εις βάρος του γραπτού λόγου). Γράφω καλύτερα σε τρένα που είναι σχεδόν άδεια ή σε πλοία που δεν κουνάνε, οπότε καταλαβαίνετε ότι γράφω καλά μάλλον σπάνια.

Αισθάνεσαι ότι ανήκεις σε μια συγκεκριμένη γενιά δημιουργών;

Εξαρτάται από το πώς ορίζει κανείς τη «γενιά». Αν εννοείται ότι έχει αρχίσει να σχηματίζεται μια ομάδα συγγραφέων και ποιητών με συμπαγή χαρακτηριστικά, τότε μάλλον όχι. Οι συγγραφείς που τώρα έχουν ξεκινήσει να εκδίδουν ήταν οι πρώτοι που είχαν μια όσο το δυνατόν πιο ελεύθερη πρόσβαση στην ξένη λογοτεχνία της επιλογής τους. Ως εκ τούτου, οι επιρροές και οι φιλοδοξίες τους έχουν τεράστιες αποκλίσεις. Από την άλλη, σίγουρα διακρίνω ήδη τους ανθρώπους που θα γράφουν και θα διαβάζονται τα επόμενα τριάντα χρόνια, και είναι μεγάλη χαρά και ταυτόχρονα τιμή που είμαι εδώ και τη βλέπω να σχηματίζεται και να αυξάνει την ορμή της με κάθε χρόνο που περνάει.

Αν μπορούσες να προσθέσεις κάτι σε ένα αγαπημένο βιβλίο ποια θα ήταν η παρέμβασή σου;

Τα καλά βιβλία είναι όλα τους ιδιαίτερα εύθραυστες κατασκευές. Μια μικρή, έστω, αλλαγή στη δομή τους είναι βέβαιο ότι θα προκαλούσε την κατάρρευσή τους. Από αυτήν την άποψη δεν θα πρόσθετα τίποτε και πουθενά. Αυτό που πάντως θα ήθελα, τώρα που με ρωτάτε, θα ήταν μια κομψή έκδοση με μονόχρωμο εξώφυλλο και λιτή τυπογραφία, που θα περιείχε τις περίπου πεντακόσιες σελίδες που αφαιρέθηκαν από την αρχική εκδοχή του Infinite Jest  έτσι ώστε να φτάσει σε εκδόσιμο μέγεθος.

Γράφεις κάτι τώρα;

Αυτή τη στιγμή γράφω μια συνέντευξη, αν και όταν διαβαστούν οι λέξεις «αυτή τη στιγμή», ο αναγνώστης της συνέντευξης θα πρέπει να κάνει μερικά νοητικά ακροβατικά, μιας και δεν θα την γράφω πλέον, ούτε ο αναγνώστης θα περιβάλλεται από τα όρια εκείνης της στιγμής, που θα έχει παρέλθει από καιρό, αλλά μιας άλλης, δικής του. Αυτή, όμως, είναι και μια από τις ψευδαισθήσεις της διαδικασίας: ότι η ανάγνωση συμβαίνει κατά κάποιο τρόπο την ώρα που γράφεται το κείμενο ή αμέσως μετά. Όμως για να απαντήσω στην ερώτησή σας χωρίς υπεκφυγές: πάντα γράφω κάτι, ή για την ακρίβεια πάντα αποφεύγω να γράψω κάτι μέχρι που δεν μπορώ να το αποφύγω άλλο.

Τι σου λείπει από το λογοτεχνικό τοπίο;

Πολύ μου αρέσουν αυτές οι ερωτήσεις. Με κάνουν να αισθάνομαι ότι φοράω τουήντ σακάκι, ότι έχω έδρα στην Οξφόρδη, και ότι η μοναδική μου υποχρέωση στη ζωή είναι η παροχή ακατάληπτων διαλέξεων σε φοιτητές που εξασκούνται στη ναρκοληψία. Ευτυχώς που ποτέ δεν θα απαντήσω, μιας και θα ήταν μοιραίο λάθος η λογοτεχνία να ακολουθεί τους συγγραφείς, αντί για το αντίστροφο, γιατί οι ήδη λιγοστοί αναγνώστες θα μειώνονταν κι άλλο. Ίσως δε να έμενε μόνο ένας, που θα διάβαζε βιβλία με περίτεχνη δομή και επαναλαμβανόμενα, λεπτοδουλεμένα μοτίβα, στα οποία η κάθε πρόταση θα είχε πάμπολλες συνδέσεις με τις προηγούμενες, καθώς και με όλα τα προηγούμενα βιβλία. Η λογοτεχνία, δηλαδή, σαν διάδημα πυριτίου.

 

Ποιον νέο δημιουργό θα μας πρότεινες να φιλοξενήσουμε στις Συστατικές Επιστολές;

Τον Κωστή Μαλούτα.

Bιογραφικό

Ο Παναγιώτης Κεχαγιάς γεννήθηκε το 1978 στην Αθήνα. Το πρώτο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων με τίτλο Τελευταία Προειδοποίηση, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αντίποδες.

 

 (*)H φωτογραφία είναι της Chloe Kritharas-Devienne

Προηγούμενο άρθροΚλείνει ο Ελευθερουδάκης για να υποδεχτεί την Αθήνα, Παγκόσμια Πόλη Βιβλίου (Γ.Ν.Μπασκόζος)
Επόμενο άρθροΟι γυναίκες του Γιάννη Μαρή

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ