Πάθος και ενοχή. Τομές στην ποίηση του Τάκη Καρβέλη (του Αλέξη Ζήρα)

0
770

Πέθανε ο βραβευμένος ποιητής και ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων Τάκης Καρβέλης. Οι  νεότεροι τον έχουν ήδη ξεχάσει (στην εποχή του δεν υπήρχε διαδίκτυο) αλλά οι παλιότεροι τον θυμούνται με αγάπη. Υπήρξε διακεκριμένος φιλόλογος, δοκιμιογράφος, κριτικός και μεταφραστής.

 Ο Αλέξης Ζήρας για τον Τάκη Καρβέλη 

 

“Η ποίηση του Τάκη Καρβέλη είχε στην πορεία της αρκετές διαφοροποιήσεις, θεματικές αλλά και διαφορές γλώσσας. Τα Σήματα του 1956 απηχούν, αν και με έμμεσο τρόπο, τα δραματικά κατοχικά και εμφυλιακά βιώματα της γενιάς του.  Είναι κορυφαία στα ποιήματά του η συναισθηματική ένταση, καθώς και η διπλή αίσθηση (θλίψη και ανάταση) που συναντούμε στους περισσότερους ποιητές του πρώιμου μεταπολέμου. Στις δυο επόμενες συλλογές περνάει μια περίοδο αναπροσανατολισμών, με βασικό χαρακτηριστικό την πύκνωση της γραφής του, τον πολλαπλασιασμό των συμβολισμών της, μα και την βαθμιαία απογύμνωση της έκφρασης από τα παλαιότερα, λυρικά της στοιχεία. Η Γραφή παρανόμων που εκδόθηκε στην περίοδο της δικτατορίας αποτελεί ένα σημείο πολλαπλής πολιτικής αιχμής στο σύνολο του έργου του Καρβέλη, καθώς εδώ συγκλίνουν η οργισμένη άρνηση προς τον εφησυχασμό και η επιθετική αντίδραση προς τις τότε ισχύουσες θεσμικές περιστολές. Ενδιαφέρον όμως έχει επιπλέον ότι σε αυτά τα ποιήματα, η άρνηση και η εναντίωση εκφράζονται με ένα ύφος οξύ και ενίοτε σαρκαστικό που έχει πολλές αναλογίες με τη γλώσσα του Στόχου του Μανόλη Αναγνωστάκη αλλά και με τη γλώσσα που διέκρινε στις απαρχές τους πολλούς από τους ποιητές του’70. Από το σημείο αυτό και έπειτα, με την Αλλαγή σκηνικού, διακρίνεται στο έργο του μια νέα, βαθμιαία μετατόπιση, μια επιστροφή στο ενοχικό συναίσθημα των νεανικών του χρόνων, ιδίως για τους φίλους του που χάθηκαν στον εμφύλιο, και στις δυο πλευρές. Από την οργισμένη άρνηση περνάει στον σκεπτικισμό, στην αλλαγή της εσωτερικής διάθεσης. Ιδίως όμως, όπως είπαμε, στην συσσωρευτική αναμνημόνευση βιωμάτων ερήμωσης και θανάτου από τα χρόνια της Κατοχής, του Εμφυλίου, με μεγάλες καταβυθίσεις στο άχρονο του υποσυνείδητου, σε λησμονημένες εικόνες νεανικής ευφορίας από την οικογένεια και την γενέθλια γη. Η κυριαρχία της μνήμης συνέβαλε ώστε στις μεταγενέστερες συλλογές να αποκτήσει η φωνή του Καρβέλη ένα στοχαστικό βάθος, με άμεσες επιπτώσεις και στη γλώσσα του. Η προηγούμενη άνυδρη  ατμόσφαιρα γίνεται ολοένα και πιο θαλλερή και συγκινημένη, λόγω της νοσταλγικής αναπόλησης, ενώ επιστρέφουν κυριαρχικά ο λυρισμός και ο έντονος ρυθμός στον λόγο του. Ρυθμός και συγκίνηση είναι αλληλένδετα με το ποιητικό τοπίο, υπαίθριο ή εσωτερικό, αφού η διακύμανσή τους ακολουθεί τις εναλλαγές των στοιχείων της φύσεως, των ήχων και των λησμονημένων μελωδιών, όπως ανακαλούνται από τη φαντασία του ποιητή. Με τον ανανεωμένο συμβολισμό των τεσσάρων τελευταίων συλλογών του, ο Καρβέλης κατόρθωσε να αξιοποιήσει στο έπακρο την αγωνιώδη αίσθηση του διχασμού του, κάνοντας ποιητικά γόνιμη την ταλάντευση ανάμεσα στις διάφορες παραλλαγές της πάσχουσας ύπαρξης”.

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Τάκης Καρβέλης, γεννημένος στο Αιτωλικό Αιτωλοακαρνανίας το 1925 υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας Συγγραφέων, της οποίας διετέλεσε Γενικός Γραμματέας επί σειρά ετών (1986-1992). Φοίτησε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο και στη Φιλοσοφική του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάστηκε στην Εκπαίδευση από το 1953 ως το 1984, ως φιλόλογος, γενικός επιθεωρητής και σχολικός σύμβουλος. Ήταν συνεκδότης του γιαννιώτικου περιοδικού Δοκιμασία και μέλος της συντακτικής επιτροπής των Κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, γυμνασίου και λυκείου. Δημοσίευσε τις συλλογές ποιημάτων, Σήματα (1956), Κατάθεση (1966), Μετάφαση (1972), Γραφή παρανόμων (1977), Η μνήμη μισοφέγγαρο (1983), Δεν είναι ο περσινός καιρός (1988), Αλλαγή σκηνικού (1991), Τα ποιήματα της μικρής Ρεζεντά (1995), Στην άβυσσο της λήθης (2002), Κατάθεση 1956-2002 (2004). Επίσης, τις μελέτες Η νεότερη ποίηση. Θεωρία και πράξη (1983), Δεύτερη ανάγνωση (1984), Δεύτερη ανάγνωση 2 (1991), Κωσταντίνος Χατζόπουλος. Ο πρωτοπόρος (1998), Μίνως Ζώτος (2000), Δεύτερη ανάγνωση 3 (2001), Η γενιά του 1880 (2003), Πολύτροπος Αρμονία (2007). Μετάφρασε πραγματείες του Ιωάννου του Χρυσοστόμου (1974) και τον διάλογο του Λουκιανού, Λούκιος ή όνος (1982). Το 1999, τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής για το βιβλίο του Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, Ο Πρωτοπόρος, ενώ το 2016 τιμήθηκε με το Βραβείο Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.

Η κηδεία του θα γίνει στο κοιμητήριο Βύρωνα, το Σάββατο 21 Ιανουαρίου,  στις 12 το μεσημέρι.

Προηγούμενο άρθροΒραβείο Καλλιτεχνικού Σχεδιασμού Βιβλίου από τον Αναγνώστη
Επόμενο άρθροΗ εκδίκηση της Kitschιάς  (του Χρήστου Δανιήλ)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ