Ο Σάνκια στο χάος της μετασοβιετικής Ρωσίας (της Δήμητρας Ρουμπούλα)

0
395

 

της Δήμητρας Ρουμπούλα

«Τη Ρωσία την τρέφουν οι ψυχές των γιών της, αυτές την κάνουν να ζει. Δεν ζει με τους δίκαιους, αλλά με τους καταραμένους», λέει ένας «καταραμένος» γιός της Ρωσίας,  ο οργισμένος Σάνκια, απευθυνόμενος στον φιλελεύθερο Μπεζλιέτοβ, πλήρως ενταγμένο στο νέο σύστημα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Ο τελευταίος προσπαθεί να νουθετήσει τον νεαρό γιό του πεθαμένου φίλου του στις νέες καταστάσεις. Οι συνομιλίες μεταξύ τους δίνουν τον τόνο στο μυθιστόρημα «Σάνκια» του Ζαχάρ Πριλέπιν  και ενσαρκώνουν το ιδεολογικό κι όχι μόνο χάος της μετασοβιετικής Ρωσίας.

Το «Σάνκια», μετά από την ρωσική έκδοσή του το 2006, κέρδισε μια μεγάλη δημοφιλία και ο 43χρονος Πριλέπιν, μετά και από τις μεταφράσεις του βιβλίου σε πολλές γλώσσες, πρόσφατα και στην ελληνική από τις εκδόσεις «Τόπος», χαιρετίστηκε ως ο συγγραφέας που αν τον διαβάσουμε θα κατανοήσουμε τη σημερινή Ρωσία. Συγχρόνως αναγνωρίζεται ως σημαντική λογοτεχνική φωνή που κρατά από τη στόφα των μεγάλων Ρώσων κλασικών.  Ο διεθνής τύπος τον παρουσιάζει ως τον «Ρώσο Χέμινγουεϊ». Το «Σάνκια», γράφεται, ότι έχει διαβαστεί και από τους Πούτιν και Μεντβέντεφ, με τον συγγραφέα να σχολιάζει δεικτικά: «για να γνωρίζουν τον εχθρό τους».

Ο ίδιος ο Ζαχάρ Πριλέπιν, που κινείται ανάμεσα στη λογοτεχνική γραφή και σε πολιτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες, θεωρείται ένα από τα πρόσωπα με τη μεγαλύτερη επιρροή στη χώρα του, αν και διχάζει συχνά το κοινό του, ενώ έχει προκαλέσει το ζωηρό ενδιαφέρον της Δύσης. Δεκαεπτά βιβλία μέχρι τώρα πάνε παράλληλα με έναν άνθρωπο που, κατά δήλωσή του, προσπαθεί να διαμορφώσει μια καινούργια Αριστερά της εποχής μας, που έχει πολεμήσει στην Τσετσενία και υπήρξε μέλος του (απαγορευμένου από το 2007) Εθνικού Μπολσεβικικού Κόμματος «Η άλλη Ρωσία» του αμφιλεγόμενου συγγραφέα Εντουάρντ Λιμόνοφ, σφοδρού αντιπάλου του Πούτιν. Ο Πριλέπιν, επίσης,  προκαλεί συζητήσεις λόγω της στρατιωτικής συμμετοχής του στο Ντονμπάς της Ανατολικής Ουκρανίας, με το μέρος των αυτονομιστών, και της ίδρυσης εθελοντικού τάγματος στην αυτοανακηρυχθείσα Λ.Δ. του Ντόνετσκ. Τελευταία ανακοίνωσε ότι ξεκινά με τον σκηνοθέτη Εμίρ Κουστουρίτσα διεθνή καμπάνια για την αντιμετώπιση του νεοναζισμού στην Ουκρανία. Δεν είναι όλα αυτά αρκετά για να τον καθιστούν διάσημο, πολυσυζητημένο, πολυδιαβασμένο, αλλά και αμφιλεγόμενο;

Ο Σάνκια (υποκοριστικό του Αλεξάντρ στα ρωσικά) είναι μέλος της «Ένωσης Δημιουργικών» ή «Ενωσιτών», όπως αυτοαποκαλούνται,  μιας ριζοσπαστικής πολιτικής οργάνωσης, γνωστής για τις βίαιες διαμαρτυρίες και δράσεις της. Οι «δυναμικές» μορφές κινητοποιήσεων – καταλήψεις υπουργείων και διοικητικών κτιρίων, επιθέσεις σε επίσημα πρόσωπα κ.λπ. – θυμίζουν ανάλογες δράσεις του Εθνικού Μπολσεβικικού Κόμματος. Όπως και οι μεγαλο-ιδεατικές κι εθνικιστικές θέσεις της. Το σύνθημα του κόμματος του Λιμόνοφ «η Ρωσία στους Ρώσους» φαίνεται να εκφράζει και τους θυμωμένους νέους στο «Σάνκια».  «Είμαι Ρώσος. Αυτό μου αρκεί. Δεν μου χρειάζεται καμιά ιδέα». Το λάβαρό τους είναι κοκκινόμαυρο , ενώ του Εθνικού Μπολσεβικικού Κόμματος, και μετονομασμένου σε «Η Άλλη Ρωσία»,  φέρει ως έμβλημα το μαύρο σφυροδρέπανο σε κόκκινο φόντο. Η φανταστική οργάνωση του Πριλέπιν έχει ως έδρα της ένα υπόγειο στη Μόσχα από τότε που φυλακίστηκε ο ηγέτης της, Κοστένκο, ο οποίος μοιάζει με παραλλαγή του συγγραφέα και ποιητή Εντουάρντ Λιμόνοφ. (Ο αναγνώστης μπορεί πολλά να μάθει για την αντιφατική προσωπικότητα  του Λιμόνοφ στο ομότιτλο βιβλίο του Γάλλου Εμανουέλ Καρρέρ, που κυκλοφόρησε στα ελληνικά λίγους μήνες πριν από το «Σάνκια», από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου). Ο Κοστένκο γράφει κι αυτός μεγαλοπρεπή ποιήματα, τα οποία, μαζί με τις φιλοσοφικές του απόψεις για τους Ευρασιανούς νομάδες, αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο στη δραστηριότητα των «Ενωσιτών». Οι τελευταίοι αποτελούν  μια συνάθροιση δυσαρεστημένων, οργισμένων ανθρώπων, κυρίως νέων, που οδηγείται από μια αίσθηση αδικίας και τραυματισμένης περηφάνιας, σε ένα περιβάλλον εθνικής μελαγχολίας. Η οργή τους κατευθύνεται σε όσους εκπροσωπούν την εξουσία στη χώρα, από τον αστυνομικό στη διασταύρωση μέχρι τον πρόεδρο της χώρας. Διώκονται βάναυσα από τους Σπετσνάζ (ειδικές δυνάμεις της ρωσικής αστυνομίας), αλλά συνεχίζουν.

Το «Σάνκια» τοποθετείται στα πρώτα χρόνια μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, τότε που αναπτύχθηκαν κινήματα εναντίον του καθεστώτος Γέλτσιν και κυνηγήθηκαν άγρια. Τότε που την πατρίδα «την έφαγε η μαρμάγκα», όπως παραδέχεται ο Μπεζλιέτοφ , ο οποίος εκπροσωπεί τη φιλελεύθερη διανόηση που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται . «Γι΄αυτό δεν αξίζει να προκαλείται όλες αυτές τις αηδίες με τα σπασίματα τζαμιών, κεφαλιών ή ό,τι άλλο», λέει στον Σάνκια ο άλλοτε πανεπιστημιακός, κυβερνητικό στέλεχος στην εποχή της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. Για τους «Ενωσίτες» είναι μια εποχή «άδικη, ανέντιμη, ανήθικη», μια εποχή πράγματι που συνθλίβει τον κόσμο.

Οι πόλεις είναι γκρίζες, η πρωτεύουσα κενή, η ύπαιθρος κατεψυγμένη από το χιόνι, η φτώχεια κυρίαρχη και η ζωή στη χώρα εμφανίζεται ως ένας εξευτελισμός. Για τούτο το μυθιστόρημα του Πριλέπιν μπορεί να δώσει μια εικόνα, έστω και υπερβολική, που βοηθά στην κατανόηση της σύγχρονης Ρωσίας. Οι πράξεις των «Ενωσιτών» είναι πολύμορφες, κάποιες φορές καταφεύγουν και στο χουλιγκανισμό ή και στη δολοφονία ακόμη, όπως ενός δικαστή στα πλακόστρωτα δρομάκια της Ρίγας, υπεύθυνου για την καταδίκη βετεράνων του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Ο κεντρικός ήρωας δεν συναντά εμπόδια από την οικογένειά του. Η χήρα μητέρα του είναι πολύ φοβισμένη για να ρωτήσει με τι ασχολείται ο γιός της, γιατί πηγαινοέρχεται στη Μόσχα και ποιοι είναι αυτοί οι φίλοι του. Και πολύ κουρασμένη, καθώς δουλεύει ακατάπαυστα ως νοσοκόμα για ένα κομμάτι ψωμί. Ο Σάνκια, όπως τον φωνάζουν οι παππούδες του, είναι ένας σύνθετος χαρακτήρας, στοχαστικός και αφελής, βίαιος και τρυφερός, σκληρός και ρομαντικός μαζί. Αγαπά τη μητέρα του, δεν της αποκαλύπτει τις επικίνδυνες δραστηριότητές του, επισκέπτεται το χωριό του πατέρα του στην παρηκμασμένη επαρχία, όπου ο παππούς είναι στα τελευταία του και διηγείται τις ιστορίες του, απρόθυμα όμως για την αιχμαλωσία του από τους Γερμανούς με συνέπεια την διαγραφή του από το Κόμμα.

Ο ξαφνικός πλουτισμός των επιτήδειων πυροδοτεί την οργή και το θυμό. «Διάβολε, από πού βγάζουν τόσα χρήματα; Μονάχα ένα τέτοιο αυτοκίνητο κοστίζει τόσα λεφτά. Όσα η μάνα μου δεν πρόκειται να βγάλει ούτε σε εκατόν σαράντα χρόνια. Μήπως δεν δουλεύει αρκετά;» Η συνεκτική πολιτική ιδεολογία των γονιών των νεαρών μελών της οργάνωσης μοιάζει με σκληρό αστείο. Εκεί που ζούσαν στο όνομά της, τώρα την έχουν απεμπολήσει ως ψέμα. «Θυσιάσατε τη Ρωσία για τις απογοητεύσεις σας», λέει ο Σάνκια. Ωστόσο, για τον ίδιο και τους συντρόφους του, αν η Ρωσία πρόκειται να αλλάξει, πρέπει να γίνει με ρωσικούς όρους, χωρίς Τσετσένους κ.ά. Το κράτος, το οποίο δείχνει το αληθινό του πρόσωπο με περισσή καταστολή εναντίον των «βελούδινων τρομοκρατών», είναι γι΄αυτούς «ανέντιμο, βρομερό και ανόητο». Ο φιλελευθερισμός; «Αν κανείς ξύσει ολόκληρο το εξωτερικό περίβλημα, στη Ρωσία εμφανίζεται ως η ιδέα της παραδοπιστίας και της τοκογλυφίας, ανακατεμένη με την περιβόητη ελευθερία της επιλογής». Ο φιλελεύθερος Μπεζλιέτοφ, φορέας της διαφθοράς και της έλλειψης ηθικού σκεπτικού, πιστεύει ότι  «Δεν υπάρχει καμία ιδεολογία εδώ και καιρό… Στην εποχή μας ιδεολογικοποιημένα είναι … τα ένστικτα! Η μηχανική του σώματος!»

Με την άψογη μετάφραση από τα ρωσικά και τις χρήσιμες επεξηγηματικές σημειώσεις του Βασίλη Μακρίδη, το μυθιστόρημα,  χωρίς να διαθέτει μια σύνθετη αρχιτεκτονική αφήγηση, αποτυπώνει το νεύρο της σύγχρονης ρωσικής ζωής. Έτσι, μια άλλη αντιπολιτευόμενη φιγούρα της Ρωσίας, ο Αλεξέι Ναβάλνι παρακινεί τους Ευρωπαίους αναγνώστες να το διαβάσουν, λέγοντάς τους ότι «αυτό που χρειάζεστε δεν είναι η Άννα Καρένινα, αλλά το Σάνκια». Από την άλλη, σύμφωνα με τον ίδιο, ο Πριλέπιν προέβλεψε την ανάπτυξη ριζοσπαστικών πολιτικών ομάδων και τη στρατηγική της κυβέρνησης για την αντιμετώπισή τους.

Ο Ζαχάρ Πριλέπιν ίσως θέλει όμως να περάσει κι ένα άλλο πιο ισχυρό μήνυμα. «Η επανάσταση», όπως λέει μέσω του κεντρικού ήρωά του, δεν έρχεται ούτε από τα πάνω, ούτε από τα κάτω – εμφανίζεται όταν εξασθενούν όλες οι αλήθειες». Επιπλέον, θεωρεί ότι «σήμερα επανάσταση και Ρωσία είναι δύο αξεχώριστες σπουδαίες δυνάμεις. Ρωσία πλέον δεν νοείται πέρα από και χωρίς την επανάσταση». Ενώ, χρησιμοποιώντας τη σοφία ενός ηλικιωμένου χωρικού που τα έχει ζήσει όλα, κλείνει το μάτι σε όσους βάζουν φρένο στην προοδευτική εξέλιξη: «Το λυπηρό δεν βρίσκεται στο ότι είναι ο άνθρωπος ασήμαντος, αλλά στο ότι είναι μοχθηρός μες στην ασημαντότητά του. Όσο περισσότερο παρατηρεί ότι οι άλλοι βλέπουν την ασημαντότητά τους, τόσο πιο μοχθηρός γίνεται…»

 

 

 

 

 

info: «Σάνκια» Ζαχάρ Πριλέπιν, εκδόσεις «Τόπος», μτφρ. Βασίλης Μακρίδης, σελίδες 363

 

 

Προηγούμενο άρθροΈνας ακάματος κυνηγός βιβλίων (του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου)
Επόμενο άρθροΧριστίνα Πλαΐνη: Η αποδοχή της Αθήνας ως μιας πόλης αντιφάσεων (συνέντευξη στην Γιούλη Αναστασοπούλου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ