Ο Κ.Π. Καβάφης, οι ΗΠΑ, η Χρυσή Αυγή

0
380

Της Κατερίνας Σχινά.

O Ντάνιελ Μέντελσον, μελετητής και μεταφραστής του Καβάφη στα αγγλικά, συγγραφέας της συλλογής δοκιμίων “Περιμένοντας τους βαρβάρους: Από τους κλασικούς στην ποπ κουλτούρα” γνωστός στη χώρα μας από το θαυμάσιο χρονικό της αναζήτησης των ιχνών της εβραϊκής του οικογένειας  “Xαμένοι: Αναζητώντας έξι από τα έξι εκατομμύρια” (μετάφραση Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, εκδόσεις ‘Πόλις’) επέλεξε να συσχετίσει την δημοσιονομική κρίση στις ΗΠΑ με το ποίημα του Αλεξανδρινού “Περιμένοντας τους βαρβάρους”. Παραθέτοντας ως μότο του άρθρου του τους στίχους:

“- Γιατί μέσα στην Σύγκλητο μια τέτοια απραξία;

Τι κάθοντ’ οι Συγκλητικοί και δεν νομοθετούνε;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα

Τι νόμους πια θα κάμουν οι Συγκλητικοί;

Οι βάρβαροι σαν έλθουν θα νομοθετήσουν”,

ο Μέντελσον γράφει χαρακτηριστικά στο περιοδικό New Yorker: “Μας αρέσει να σκεφτόμαστε ότι η μεγάλη ποίηση έχει διαρκή σημασία, ότι είναι διαιώνια. Όμως αυτοί οι στίχοι, γραμμένοι στα ελληνικά το 1898 και πρωτοδημοσιευμένοι στην Αλεξάνδρεια το 1904, φαίνονται ιδιαίτερα προφητικοί σήμερα. To οξυδερκές, ευφυές και ψυχρό αυτό ποίημα, με τη βιτριολική του σύλληψη της πολιτισμικής νωθρότητας και της πολιτικής στασιμότητας, είναι πολύ χαρακτηριστικό του Καβάφη που αυτοχαρακτηριζόταν ως “ποιητής-ιστορικός”. Καταβυθιζόμενος  στην ελληνική ιστορία, από την πτώση της Τροίας ως την πτώση του Βυζαντίου, ο Αέξανδρινός έπαψε να τρέφει και τις ελάχιστες έστω ψευδαισθήσεις για τις δυνατότητες πολιτικής προόδου και ταυτόχρονα έγινε ο ποιητής που μπορεί να διαβάζεται μέχρι σήμερα σαν να έγραψε μόλις χθες”.

Το παράδοξο είναι ότι ο Μέντελσον, αναλύοντας το καβαφικό ποίημα και συναρμόζοντάς το με την οδυνηρή πραγματικότητα των ΗΠΑ, είναι σαν να μιλάει και για τα καθ’ ημάς, σαν να σχολιάζει την δική μας κρίση, τις δικές μας αγκυλώσεις, τις δικές μας αδράνειες: “Η πολιτισμική εξουθένωση, η πολιτική αδράνεια, η παράλογη λαχτάρα για κάποια βίαιη κρίση που θα ακύρωνε το αδιέξοδο και θα αναζωογονούσε το κράτος μάς είναι πολύ γνώριμη”, γράφει. “Όμως ο Καβάφης, σαν Αλεξανδρινός που ήταν, είχε δει το κουβάρι της ιστορίας να ξετυλίγεται, να μεταπίπτει από τη μεγάλη δόξα στη μεγάλη παρακμή, κι έτσι μικρές προσδοκίες είχε από την ιστορία – δηλαδή από την ανθρώπινη φύση και από την πολιτική βούληση. Από την ομπώδη υπόσχεση, στην πικρή πραγματικότητα: αυτός, για τον Καβάφη, ήταν ο αναπόδραστος κύκλος των ανθρώπινων.

”Τα θανάσιμα αμαρτήματα στην ιστορία και την πολιτική, κατά τον Καβάφη, ήταν η αυταρέσκεια, η αυτοαναφορικότητα, η σολιψιστική ανικανότητα να δει κανείς ολοκληρωμένη την εικόνα. Κι έτσι θαύμαζε μόνο τις πολιτικές εκείνες φυσιογνωμίες που κάνουν το σωστό αν και γνωρίζουν ότι μικρές μόνο πιθανότητες έχουν να επικρατήσουν: τους μεγάλους “χαμένους” της ιστορίας, αξιοθαύμαστους μέσα στην άκαρπη αφοσίωσή τους στην ηθική στάση – ή απλώς αρκετά λογικούς ώστε να κατανοούν πότε το παιχνίδι έχει χαθεί. (…) Η σιωπηρή αποδοχή και ο ρεαλισμός ήταν, γι’ αυτόν τον “ποιητή-ιστορικό”, οι μεγαλύτερες αρετές στον πολιτικό βίο, ιδίως σε περίπτωση ήττας”.

Μπαίνει, κανείς, στον πειρασμό, στα βήματα του Μέντελσον, να αναζητήσει κι άλλες αναλογίες με το σήμερα στον Καβάφη. Και τις βρίσκει. Και στέκεται περισσότερο, “μια κι ο καιρός το απαιτεί” στην ψυχολογική συνθήκη που επικράτησε μετά την αποφυλάκιση των τριών αρχιπαλήκαρων της ΧΑ, σ’ εκείνο το μείγμα της αποθάρρυνσης και της απογοήτευσης που κυριάρχησε στη θέα των θριαμβικών βλεμμάτων τους και της βωμολοχικής τους θρασύτητας:

“Είν’ η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων·

Είν’ η προσπάθειές μας, σαν των Τρώων,

Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι

παίρνουμ’ επάνω μας· κι αρχίζουμε

νάχουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

 

Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά”.

 

Πρέπει λοιπόν να δεχτούμε, όπως φαίνεται να υπαινίσσεται ο Αλεξανδρινός, πως “όταν η μεγάλη κρίσις έλθει/ η τόλμη κ’ η απόφασίς μας χάνονται”; Όχι βέβαια. Ο Ντάνιελ Μέντελσον καταλήγει αισιόδοξα. Στην κρίση δεν υπάρχουν περιθώρια για ηττοπάθεια, αρνητισμό, παλινδρομήσεις: “Η απραξία, ασφαλώς, μπορεί να είναι εξίσου καταστροφική με την ασύνετη δράση”, γράφει. “Το ζήτημα είναι πως όταν οι βάρβαροι (όποιοι κι αν είναι) βρίσκονται προ των πυλών, όταν η κρίση είναι επικείμενη ή παρούσα, η δράση είναι η μόνη δυνατότητα, είτε είναι πιθανό να επιτύχει, είτε όχι”.

Προηγούμενο άρθρονερό, παντού νερό / και ούτε σταγόνα για να πιεις
Επόμενο άρθρο«Συναγωνίστριες»: Οι γυναίκες στην Κατοχή και στην Αντίσταση

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ