Οριενταλισμός, Η κατασκευή της δυτικής πολιτισμικής ανωτερότητας (του Θανάση Μήνα)

0
3988

του Θανάση Μήνα

Λίγα θεωρητικά έργα σημάδεψαν τόσο βαθιά τις τελευταίες δεκαετίες του εικοστού αιώνα όσο ο Οριενταλισμός του αμερικανοπαλαιστίνιου διανοητή Έντουαρντ Σαΐντ (1935-2003). Από το 1978 που εκδόθηκε για πρώτη φορά, το βιβλίο έχει μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες κι έχει γίνει έργο-ορόσημο για τους μελετητές της συγκριτικής λογοτεχνίας, των Επιστημών του Ανθρώπου γενικά, και για τους ιστορικούς της αποικιοκρατίας.

Σύμφωνα με τον Σαΐντ, στη Μέση Ανατολή, οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές πρακτικές των κυρίαρχων αραβικών ελίτ υποδεικνύουν ότι είναι αυτοκρατορικοί σατράπες που έχουν εσωτερικεύσει μια ρομαντικοποιημένη εκδοχή του αραβικού πολιτισμού που δημιουργήθηκε από Γάλλους και Βρετανούς (και αργότερα, Αμερικανούς) Οριενταλιστές.

Μέσω της κριτικής εφαρμογής του μεταδομισμού στην ακαδημαϊκή του δραστηριότητα, ο Οριενταλισμός επηρέασε την ανάπτυξη της λογοτεχνικής θεωρίας, της πολιτισμικής κριτικής και του πεδίου των σπουδών της Μέσης Ανατολής, ειδικά όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι ακαδημαϊκοί ασκούν τις πνευματικές τους αναζητήσεις κατά την εξέταση, την περιγραφή και την εξήγηση της Μέσης Ανατολής. Επιπλέον, το εύρος της ακαδημαϊκής δραστηριότητας του Σαΐντ καθιέρωσε τον Οριενταλισμό ως θεμελιώδες κείμενο στον τομέα των μετααποικιακών σπουδών , υποδηλώνοντας και εξετάζοντας τις συνδηλώσεις του Οριενταλισμού και την ιστορία της μετααποικιακής περιόδου μιας δεδομένης χώρας.

Πολιτισμικός ιμπεριαλισμός

Ο Οριενταλισμός παραμένει μια βαθιά επιδραστική μελέτη του τρόπου με τον οποίο, για τουλάχιστον 2.000 χρόνια, από τους πολέμους μεταξύ των αρχαίων Ελλήνων και των Περσών, η Δύση πολέμησε και κυριαρχούσε σε μεγάλο βαθμό στην Ανατολή μέσω μιας πειστικής αποικιακής εκδοχής του πολιτισμού και της πολιτικής της. Στην εποχή μας, ενώ λαμβάνει χώρα η γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού στη Γάζα, ενώ έχουν προηγηθεί οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, το αριστούργημα του Σαΐντ είναι ακόμη πιο επίκαιρο από την εποχή που εκδόθηκε για πρώτη φορά, λίγο πριν από την Ιρανική επανάσταση του 1979. Σήμερα, σε έναν ακόμη πιο ασταθή κόσμο, πρέπει να κατατάσσεται υψηλά σε κάθε λίστα βασικών κειμένων που σχετίζονται με τις σύγχρονες κοινωνικοπολιτικές κρίσεις του 21ου αιώνα.

Ο Σαΐντ, ένας εξαιρετικά εκλεπτυσμένος και λαμπρός δημόσιος διανοούμενος, βασίστηκε στην εμπειρία του ως Αραβοπαλαιστίνιος που ζούσε στη Δύση για να εξετάσει τον τρόπο με τον οποίον η Δύση ιμπεριαλοποίησε τις αρχαίες και πολύπλοκες κοινωνίες της Βόρειας Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Ασίας, από τον πολιτισμό έως τη θρησκεία. Θα μπορούσε να υποστηριχτεί ότι οι πόλεμοι του Κόλπου και η καταστροφή του Ιράκ είναι άμεση συνέπεια μιας μοιραίας και ακατέργαστης ιδεολογίας βαθιά ριζωμένης στο δυτικό μυαλό.

Με απλούς όρους, ο Οριενταλισμός εξετάζει την ιστορία του πώς η Δύση, και ιδιαίτερα οι αυτοκρατορίες της Βρετανίας και της Γαλλίας, δημιούργησαν μια διαδικασία σκέψης για να αντιμετωπίσουν την «ετερότητα» της ανατολικής κοινωνίας, των εθίμων και των πεποιθήσεων. Όπως το θέτει ο ίδιος ο Σαΐντ, «Μελετώ τον Οριενταλισμό ως μια δυναμική ανταλλαγή μεταξύ μεμονωμένων συγγραφέων και των μεγάλων πολιτικών ανησυχιών που διαμορφώθηκαν από τις τρεις μεγάλες αυτοκρατορίες (βρετανική, γαλλική, αμερικανική), στο πνευματικό και φανταστικό έδαφος των οποίων παρήχθη το κείμενο».

Στους εν λόγω συγγραφείς περιλαμβάνονται ο Όμηρος και οι Έλληνες θεατρικοί συγγραφείς όπως ο Αισχύλος, οι οποίοι πρώτοι χαρακτήρισαν τους Πέρσες της «ανατολής» στα δράματά τους ως εξωτικούς και ανεξιχνίαστους, στερεότυπα που ο Σαΐντ δείχνει στη συνέχεια να διαποτίζουν τα έργα συγγραφέων όπως ο Φλωμπέρ, ο νεαρός Ντισραέλι και ο Κίπλινγκ, των οποίων οι αφηγήσεις για την «ανατολή» τροφοδότησαν τη γοητεία της Δύσης με την Ανατολή. Ο Σαΐντ όξυνε περαιτέρω την πολιτική χροιά αυτής της αφήγησης, δείχνοντας πώς τέτοιες ιδέες θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως άμεση αντανάκλαση του ευρωπαϊκού ρατσισμού και ιμπεριαλισμού.

Τι είναι η «Ανατολή»;

Σύμφωνα με τον Σαΐντ, η Ανατολή είναι μια «ημι-μυθική κατασκευή» που επιβάλλεται σε ένα σύνολο χωρών ανατολικά της Ευρώπης. Ενώ ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει χώρες στην Ανατολική και Νότια Ασία, ο Σαΐντ εστιάζει κυρίως στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται σε σχέση με τη Νοτιοδυτική Ασία και τη Βόρεια Αφρική ή τη Μέση Ανατολή. Πράγματι, η Ανατολή δεν έχει ένα σταθερό σύνολο γεωγραφικών ορίων. Οι ανατολιστές μπορεί να γράφουν για χώρες τόσο διαφορετικές όσο ο Λίβανος, η Τουρκία και το Ιράκ, κάνοντας ελάχιστες διακρίσεις. Κατά συνέπεια, η γεωγραφική ασάφεια της «Ανατολής» λειτουργεί για να συγχωνεύσει ένα τεράστιο και ποικίλο φάσμα τοπίων, λαών και πολιτισμών σε μια ενιαία, αμετάβλητη ενότητα.

Οι ανατολιστές συχνά περιγράφουν μέρη της Νοτιοδυτικής Ασίας και της Βόρειας Αφρικής με σκοπό να αναπαραστήσουν ολόκληρη την Ανατολή, και ένα ευρύ φάσμα ηθικών στάσεων, θρησκειών, γλωσσών, πολιτισμών και πολιτικών δομών συνδυάζονται σε ένα.

Ως εκ τούτου, η ιδέα της Ανατολής λειτουργεί περισσότερο ως μια αφηρημένη αντίθεση έναντι της οποίας η Δύση αυτοπροσδιορίζεται παρά ως μια ακριβής περιγραφή μιας περιοχής.

Οι λαοί της Μέσης Ανατολής συχνά απεικονίζονται ως αδύναμοι, βάρβαροι και παράλογοι. Οι Δυτικοί, σε σύγκριση, παρουσιάζονται ως ισχυροί, προοδευτικοί και λογικοί. Αυτό το στυλ σκέψης, στο οποίο η Ανατολή και η Δύση, ή η Ανατολή και η Δύση, τοποθετούνται σε ένα αμοιβαία αποκλειόμενο δυαδικό σύστημα, είναι κεντρικό στην οριενταλιστική σκέψη.

Πολιτισμικές αναπαραστάσεις και φανταστικές ουσίες

Το κύριο χαρακτηριστικό του Οριενταλισμού είναι μια επίμονη ευρωκεντρική προκατάληψη εναντίον των αραβοϊσλαμικών λαών και του πολιτισμού τους, η οποία προέρχεται από δυτικές εικόνες για το τι είναι ανατολίτικο (δηλαδή, πολιτισμικές αναπαραστάσεις που ανάγουν την Ανατολή στις φανταστικές ουσίες των «ανατολικών λαών» και «των τόπων της Ανατολής». Τέτοιες αναπαραστάσεις κυριαρχούν στον λόγο των δυτικών λαών σχετικά με τους μη δυτικούς λαούς. Αυτές οι πολιτισμικές αναπαραστάσεις συνήθως απεικονίζουν την «Ανατολή» ως πρωτόγονη, παράλογη, βίαιη, δεσποτική, φανατική και ουσιαστικά κατώτερη από τον δυτικό ή ιθαγενή πληροφοριοδότη, και ως εκ τούτου, ο «φωτισμός» μπορεί να συμβεί μόνο όταν οι «παραδοσιακές» και «αντιδραστικές» αξίες αντικαθίστανται από «σύγχρονες» και «προοδευτικές» ιδέες που είναι είτε δυτικές είτε επηρεασμένες από τη Δύση.

Στην πράξη, οι αυτοκρατορικές και αποικιακές επιχειρήσεις της Δύσης διευκολύνονται από συνεργαζόμενα καθεστώτα εξευρωπαϊσμένων αραβικών ελίτ που έχουν εσωτερικεύσει τις φανταστικές και ρομαντικοποιημένες αναπαραστάσεις του αραβικού πολιτισμού. Η ιδέα της «Ανατολής» διαμορφώθηκε από Γάλλους και Άγγλους Οριενταλιστές κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα και τελικά υιοθετήθηκε τον 20ό αιώνα από Αμερικανούς Οριενταλιστές. Ως εκ τούτου, τα οριενταλιστικά στερεότυπα για τους πολιτισμούς του ανατολικού κόσμου έχουν χρησιμεύσει και συνεχίζουν να χρησιμεύουν ως έμμεσες δικαιολογίες για τις αποικιακές φιλοδοξίες και τις αυτοκρατορικές προσπάθειες των ΗΠΑ και των ευρωπαϊκών δυνάμεων.

Ο Οριενταλισμός υποστηρίζει ότι μεγάλο μέρος της δυτικής μελέτης του ισλαμικού πολιτισμού ήταν μια άσκηση πολιτικού διανοουμενισμού· μια ψυχολογική άσκηση στην αυτοεπιβεβαίωση της «ευρωπαϊκής ταυτότητας»· όχι μια αντικειμενική άσκηση πνευματικής έρευνας και ακαδημαϊκής μελέτης των ανατολικών πολιτισμών. Επομένως, ο Οριενταλισμός ήταν μια μέθοδος πρακτικής και πολιτισμικής διάκρισης που εφαρμόστηκε σε μη ευρωπαϊκές κοινωνίες και λαούς με σκοπό την εγκαθίδρυση της ευρωπαϊκής αυτοκρατορικής κυριαρχίας. Δικαιολογώντας την αυτοκρατορία, ο Οριενταλιστής ισχυρίζεται ότι γνωρίζει περισσότερα -ουσιαστική και οριστική γνώση- για την Ανατολή από ότι οι Ανατολίτες.

Ο Σαΐντ υποστήριξε ότι σε όλη τη Δυτική ιστορία, οι συγγραφείς που ασχολήθηκαν με τη Μέση Ανατολή, ανεξάρτητα από τις κάπως διαφορετικές στάσεις της εποχής τους, ενίσχυσαν την εικόνα των Αράβων και των Μουσουλμάνων ως ομοιόμορφων, ανίκανων και αδιάφορων. Αλλά για τον Σαΐντ, «η Ανατολή» ήταν δημιούργημα της δυτικής φαντασίας. Ο Οριενταλισμός ήταν «ένα είδος δυτικής προβολής και θέλησης για διακυβέρνηση της Ανατολής». Το όραμα που διατύπωσαν οι Οριενταλιστές έδινε κύρος σε στάσεις και ενέργειες που υποστήριζαν εκούσια ή άθελά τους. Ακολουθώντας τον Φουκώ, ο Σαΐντ είδε τους Οριενταλιστές κάθε εποχής να αποδίδουν τα ίδια χαρακτηριστικά στους Άραβες – φυλετική κατωτερότητα, ισλαμικό φανατισμό, αχαλίνωτη σεξουαλικότητα, άξεστη συναίνεση στην εξουσία – κάτι που απέδωσε μια καρικατούρα Ανατολής από την οποία η Δύση δεν έχει απελευθερωθεί ποτέ. Σύμφωνα με τη γενική φιλελεύθερη συναίνεση, ο Οριενταλισμός ιστορικά υπήρξε ένα τμήμα του φιλελεύθερου ουμανισμού και ευρύτερα ότι η «αληθινή» γνώση είναι θεμελιωδώς μη πολιτική. Ο Σαΐντ αντέκρουσε αυτή τη θέση με το σκεπτικό ότι «συσκοτίζει τις εξαιρετικά, αν και ασαφώς οργανωμένες, πολιτικές συνθήκες που επικρατούν όταν παράγεται η γνώση». «Οι αναπαραστάσεις», κατέληξε, «έχουν σκοπούς… [είναι] σχηματισμοί […] παραμορφώσεις».

Στα σχεδόν 40 χρόνια από τότε που εμφανίστηκε για πρώτη φορά ο Οριενταλισμός , στη Μέση Ανατολή έχουν συντελεστεί κοσμοϊστοιρικές αλλαγές, ενώ ποτέ δεν σταμάτησαν να μαίνονται οι αντιπαραθέσεις και οι πόλεμοι. Ο Σαΐντ, ένθερμος υποστηρικτής ενός ανεξάρτητου κράτους της Παλαιστίνης, αναμείχθηκε σε κάποιες έντονες δημόσιες διαφωνίες και με τον τρόπο αυτό συνέβαλε εκών άκων στην πολιτικοποίηση ενός βιβλίου του οποίου η επιστημονική πρόθεση ήταν να χρησιμοποιήσει μια «ανθρωπιστική κριτική για να εισαγάγει μια μεγαλύτερη ακολουθία σκέψης και ανάλυσης που θα αντικαταστήσει τις σύντομες εκρήξεις οργής που δυναμιτίζουν μια ήδη έκρυθμη κατάσταση».

Δημόσιος διανοούμενος

Η βιωματική εμπειρία του Σαΐντ του προσέφερε μια μοναδική προοπτική στη συγγραφή του Οριενταλισμού. Η οικογένειά του εξορίστηκε από την Παλαιστίνη υπό Εντολή κατά τη διάρκεια της Νάκμπα του 1948 και εκείνος συνέχισε να ζει στον Λίβανο, την Αίγυπτο και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σπουδασμένος σε βρετανικά αποικιακά σχολεία και σε ελίτ αμερικανικά πανεπιστήμια, ο Σαΐντ συνέδεσε την εμπειρία τού να είναι ταυτόχρονα εσωτερικός και εξωτερικός με την ανισότητα που ένιωθε μεταξύ της δικής του ταυτότητας ως Παλαιστίνιος Άραβας και του τρόπου με τον οποίο οι Άραβες εκπροσωπούνται από τη Δύση.

Ο ίδιος ο Σαΐντ ήταν πάντα ένας σφοδρός εχθρός των θεωριών σχετικά με τη «σύγκρουση των πολιτισμών». Υποστήριζε με μεγάλη σαφήνεια την πνευματική πρόοδο. «Μία από τις μεγάλες προόδους», έγραψε καθώς μαινόταν η διαμάχη για τον Οριενταλισμό, «είναι η συνειδητοποίηση ότι οι πολιτισμοί είναι υβριδικοί και ετερογενείς, και ότι οι πολιτισμοί και οι κουλτούρες είναι τόσο αλληλένδετοι και αλληλεξαρτώμενοι που δεν μπορούν να περιγράψουν με απλό τρόπο την ατομικότητά τους». Πώς, συνέχισε, «μπορεί κανείς να μιλήσει για τον «δυτικό πολιτισμό» παρά μόνο ως μια ιδεολογική μυθοπλασία που έδωσε στα δυτικά έθνη τις σημερινές μικτές ταυτότητές τους; Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες σήμερα μπορούν να περιγραφούν μόνο ως ένα τεράστιο παλίμψηστο διαφορετικών φυλών και πολιτισμών που μοιράζονται μια προβληματική ιστορία κατακτήσεων, εξοντώσεων και, φυσικά, σημαντικών πολιτιστικών και πολιτικών επιτευγμάτων».

Μελέτες μετα-αποικιακού πολιτισμού

Αυτό που διατηρεί τον Οριενταλισμό σε ακμή και επίκαιρο είναι η συνεπής και ενεργή επικοινωνία του μεταξύ μιας ποικιλίας πεδίων. Τα ευρήματα στον ακαδημαϊκό χώρο διαμορφώνουν τις εξωτερικές και εσωτερικές πολιτικές. Οι απεικονίσεις στην ποπ κουλτούρα επηρεάζουν τη διαμόρφωση των ειδήσεων σχετικά με τη Μέση Ανατολή, τη Νοτιοδυτική Ασία και τη Βόρεια Αφρική, και αντίστροφα. Η κατανόηση των δεσμών μεταξύ πολιτισμού, γνώσης και εξουσίας είναι θεμελιώδης για την κατανόηση της εμβέλειας του Οριενταλισμού. Ο τελευταίος χρησίμευσε μεν πρωταρχικά ως ιδεολογική βάση για τη γαλλική και βρετανική αποικιακή κυριαρχία, αλλά οι οριενταλιστικές αντιλήψεις δεν εξαφανίστηκαν απλώς μετά την αποικιακή περίοδο. Στην πραγματικότητα, συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται ως δικαιολογία για τις σύγχρονες εξωτερικές και εσωτερικές πολιτικές. Και αυτός είναι, τονίζει ο Σαΐντ, ο τρόπος με τον οποίο ο Οριενταλισμός διατηρεί τη δύναμή του: μέσω της επανάληψης. Οι οριενταλιστικές ιδέες, τα στερεότυπα και οι προσεγγίσεις έχουν ανανεωθεί και επαναληφθεί τους τελευταίους δύο αιώνες και μπορούμε να τα δούμε ακόμα και σήμερα σε κυκλοφορία.

info

O Edward W. Said (1935-2003) διετέλεσε επίτιμος καθηγητής ανθρωπιστικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Columbia, όπου και δίδαξε αγγλική και συγκριτική λογοτεχνία μετά το 1963. Γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ το 1935 και σπούδασε στο Κάιρο, τη Μασσαχουσέτη και τα Πανεπιστήμια του Princeton και του Harvard. Επισκέπτης καθηγητής συγκριτικής λογοτεχνίας στο Harvard, συνεργάτης του Κέντρου Ανώτατων Σπουδών και επισκέπτης καθηγητής Ανθρωπιστικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, o Said ήταν επισης διευθυντής του περιοδικού Arab Studies Quarterly, μέλος του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων της Νέας Υόρκης, της Ακαδημίας Φιλολογικών Σπουδών και του Pen Club.Τιμήθηκε με τα βραβεία Bowdoin και Lionel Trilling. Κορυφαία έργα του θεωρούνται οι πολιτισμικές μελέτες Οριενταλισμός και Κουλτούρα και ιμπεριαλισμός (Νεφέλη, 1996). Άλλα έργα του είναι τα Joseph Conrad and the Fiction of Autobiography, Beginnings, The Question of Palestine, Literature and Society, Representations of the Intellectual (Διανοούμενοι και εξουσία, Scripta, 1999), The World, the Text, the Critic (Ο κόσμος, το κείμενο και ο κριτικός, Scripta, 2004), After the Last Sky, Blaming the Victims, Musical Elaborations, η αυτοβιογραφία του Χωρίς πατρίδα (Παρατηρητής, 2003) και τα δοκίμιά του με τον γενικό τίτλο Αναστοχασμοί για την εξορία και άλλα δοκίμια λογοτεχνικής και πολιτισμικής θεωρίας (Scripta, 2006).

 

Edward Said, Οριενταλισμός, μτφρ: Φώτης Τερζάκης, Εκδ. Σάλτο, 2024

 

 

Προηγούμενο άρθροΈκθεση Βιβλίου στην Φρανκφούρτη: πραγματιστική, συμπεριληπτική, πολιτική (του Γιάννη Ν.Μπασκόζου)
Επόμενο άρθροΛεωφόρος Πατησίων – μη τόπος (γράφει ο Αλέξανδρος Πλατανιώτης)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ