της Ιασονίδου Φωστήρα
Ο μύθος της καθόδου στον Άδη, είναι ένα θέμα που εμφανίζεται συχνά στη λογοτεχνία: ο Όμηρος, ο Βιργίλιος, ο Δάντης είναι μόνο κάποιοι από τους μεγάλους συγγραφείς που ασχολήθηκαν με το θέμα αυτό και μας παρουσίασαν τις περιπέτειες των ηρώων τους κατά την κατάβασή τους στο βασίλειο των νεκρών. Το ταξίδι αυτό είναι για τον οποιοδήποτε ήρωα μια δοκιμασία σκληρή και αποφασιστική, μια τελετή μύησης στην οποία πρέπει να ανταπεξέλθει είτε για να πάρει τις απαντήσεις που αναζητά, είτε για να επιτύχει τους στόχους του και να ανταποκριθεί στο ρόλο του επικού ήρωα που του αποδίδεται.
Η μελέτη αυτή προτίθεται να διερευνήσει ομοιότητες και διαφορές, συγκλίσεις και αποκλίσεις της Ομηρικής Νέκυιας με το έκτο βιβλίο της Αινειάδας του Βιργιλίου. Αρχικά θα περιγράψουμε το ρόλο που διαδραματίζουν και τη θέση που κατέχουν στη δομή του έπους στο οποίο εντάσσονται, θα συνεχίσουμε εξετάζοντας τους λόγους οι οποίοι ωθούν τους ήρωες να επιχειρήσουν την κάθοδο στον Άδη, τις συναντήσεις που πραγματοποίησαν εκεί, αν εκπληρώνονται οι προσδοκίες τους και θα προχωρήσουμε έπειτα στην παραβολή των φιλοσοφικών-εσχατολογικών αντιλήψεων που εκφράζονται μέσα από τα δύο αυτά αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Θα τελειώσουμε την σύγκριση της Νέκυιας με το έκτο βιβλίο της Αινειάδας, μελετώντας τη λειτουργία της καθόδου στον Άδη Οδυσσέα και Αινεία στο πλαίσιο της αφηγηματικής οικονομίας των δύο επών.
Ο ρόλος και η θέση της Νέκυιας και του έκτου βιβλίου της Αινειάδας στη δομή του έπους.
Η Νέκυια (ραψωδία λ της Οδύσσειας) αποτελεί το τρίτο κατά σειρά βιβλίο των Απολόγων του Οδυσσέα (ραψωδίες ι-μ). Στις ραψωδίες αυτές ο Οδυσσέας, απευθυνόμενος στους Φαίακες απολαμβάνοντας τη φιλοξενία του βασιλιά Αλκίνοου, περιγράφει τις περιπλανήσεις του στον κόσμο του παραμυθιού, περιπλανήσεις στις οποίες εισήλθε ως βασιλιάς και ήρωας, επικεφαλής του Ιθακήσιου στόλου που παλιννοστεί από την Τροία (στης οποίας την κατάκτηση συνέβαλε τα μέγιστα) και κατέληξε μόνος, παραδαρμένος και εξουθενωμένος ναυαγός στις ακτές της Σχερίας[1] αντιμετωπίζοντας την οργή του Ποσειδώνα.
Στη Νέκυια ο Οδυσσέας έρχεται αντιμέτωπος με την πιο προκλητική από όλες τις περιπέτειές του: ακολουθώντας τις οδηγίες της μάγισσας Κίρκης ταξιδεύει στην είσοδο του Άδη, προκειμένου να συμβουλευθεί τη σκιά του νεκρού μάντη Τειρεσία σχετικά με το πώς θα επιτύχει το ταξίδι του γυρισμού του στην Ιθάκη. Από την είσοδο του Άδη, στο δυτικότερο μέρος του Ωκεανού, στη χώρα των Κιμμερίων που δεν την έβλεπε ποτέ το φως (λ 13-16), ο Οδυσσέας «θα επιστρέψει πίσω στην Αιαία, τη χώρα της διηνεκούς φωταψίας: η πορεία από την Αιαία στον Άδη και τανάπαλιν συνιστά πλήρη περίπλου της γης, τον οποίο ο Οδυσσέας ολοκληρώνει σε 24 μόνο ώρες!» (Πετρίδης, 2011, 79). Με την επιστροφή του, ο ήρωας λαμβάνει από την Κίρκη πολύ πιο αναλυτικές πληροφορίες (μ 1-141) από αυτές του Τειρεσία (λ 100-133)[2]. Παρά τις προειδοποιήσεις του Τειρεσία, ο Οδυσσέας δεν θα κατορθώσει να αποφύγει την καταστροφή στη Θρινακία.
Όσο αφορά το έκτο βιβλίο της Αινειάδας, που θεωρείται το καλύτερο και «θαυμάζεται από την αρχαιότητα» (Τσουρέας, 2016, 11) μέχρι σήμερα, εξιστορεί την κάθοδο του ήρωα των Τρώων Αινεία στον Άδη μετά από τη συμβουλή της Κυμαίας Σίβυλλας. Σκοπός του Αινεία είναι να συναντήσει τη σκιά του πατέρα του Αγχίση, για να πληροφορηθεί το μέλλον, όχι μόνο το δικό του αλλά και της ξεριζωμένης γενιάς των Τρώων για να προγραμματίσει τις ενέργειές του. Με τη συνοδεία και καθοδήγηση της ιέρειας Σίβυλλας ο Αινείας αφού περιπλανηθεί στον Άδη θα συναντήσει τον πατέρα του στα Ηλύσια πεδία. Εκεί θα γίνει κοινωνός του μυστηρίου της μετεμψύχωσης (6, στ. 685-751) και θα του αποκαλυφθεί ποια θα είναι η συνέχεια της γενιάς και της δυναστείας του: θα γνωρίσει όλους τους απογόνους του, δηλαδή τους βασιλιάδες της Άλβας και της Ρώμης, καθώς και τους ήρωες που θα θεμελιώσουν το ρωμαϊκό μεγαλείο, τον Ιούλιο Καίσαρα και τον Αύγουστο (6, στ.756-892). Όταν ο Αινείας βγαίνει από τον Άδη, συναντά τους συντρόφους του και αποπλέει στη Γαέτη. Με το έκτο βιβλίο της Αινειάδας, τελειώνει η «Βιργιλιανή Οδύσσεια» και αρχίζει (από το έβδομο βιβλίο) η «Βιργιλιανή Ιλιάδα», όπου ο ήρωας έρχεται αντιμέτωπος όχι μόνο με τον βασιλιά των Λατίνων, προσπαθώντας να εξασφαλίσει νέα πατρίδα, αλλά και με την οργή της θεάς Ήρας που συνεχίζει να τον καταδιώκει.[3].
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι και η Νέκυια και το έκτο βιβλίο της Αινειάδας τοποθετούνται στο μέσο περίπου του έπους στο οποίο ανήκουν, καθώς κλείνουν ένα κύκλο για τους ήρωες. Στην Αινειάδα ο κύκλος αυτός είναι σαφέστερος αφού όπως ήδη αναφέραμε με το έκτο βιβλίο ο Βιργίλιος κλείνει τον κύκλο των περιπλανήσεων για τον ήρωά του σύμφωνα με το πρότυπο της Οδύσσειας που ακολούθησε και ανοίγει αυτόν των μακροχρόνιων πολέμων που διεξάγει ο Αινείας στην προσπάθειά του να εγκατασταθεί στην Ιταλία, μιμούμενος αυτή τη φορά την Ομηρική Ιλιάδα. Η Νέκυια από την πλευρά της κλείνει τον κύκλο της αγωνίας του Οδυσσέα για το αν θα καταφέρει να επιτύχει το στόχο του, δηλαδή να επιστρέψει στην Ιθάκη, εφόσον λαμβάνει αυτή τη διαβεβαίωση από τον Τειρεσία του οποίου οι προφητείες δεν αμφισβητούνται. Η Νέκυια συνδέει το παρόν του Οδυσσέα με το παρελθόν και το μέλλον του.
Οι λόγοι που ωθούν Αινεία και Οδυσσέα να επιχειρήσουν την κατάβαση στον Άδη
Στο σημείο αυτό πρέπει να εξετάσουμε τους λόγους που ώθησαν Όμηρο και Βιργίλιο να επιχειρήσουν την κάθοδο του ήρωά τους στη χώρα των νεκρών, και το κέρδος που αποκομίζεται από το εγχείρημα αυτό. Θεωρώντας ότι ο Όμηρος ήταν ο πρώτος ποιητής που μετέθεσε τις περιπλανήσεις ενός νικητή του τρωικού πολέμου από τον ηρωικό κόσμο στον χώρο του παραμυθιού και εμπνεύστηκε τις περιπέτειες του πρωταγωνιστή από τους άθλους άλλων μυθικών θαλασσοπόρων[4], τότε καταλαβαίνουμε ότι η απόφασή του να στείλει τον ήρωά του στον Άδη έχει σαν στόχο την εξύψωσή του στο επίπεδο του μεγέθους του Ηρακλή και του Θησέα, ηρώων που ανταπεξήλθαν στην φοβερή αυτή δοκιμασία. Άλλωστε, «η Νέκυια», γράφει ο Reinhardt (1996), «είναι η μοναδική από όλες τις περιπέτειες που έχει διαμορφωθεί ως ένα είδος άθλου […] Η κατάβαση στον Άδη ταυτίζεται με την επίτευξη του αδύνατου».
Ο Οδυσσέας βέβαια δεν θα ήταν δυνατό να αναλάβει το ταξίδι στον Άδη με δική του πρωτοβουλία και με απώτερο σκοπό κάποιον σπουδαίο άθλο. «Η κατάβασή του όφειλε να υπακούει σε μια διαταγή που δεν επιδεχόταν άρνηση, και έτσι ο ποιητής ανήγαγε την προσφυγή στον Τειρεσία σε απαραίτητη προϋπόθεση της ασφαλούς επιστροφής του ήρωα στην Ιθάκη». Heubeck & Hoekstra (2005, 130-31)
Ωστόσο, αυτό δεν αποτελεί ίσως επαρκή και απόλυτα πειστική εξήγηση της απόφασής του να στείλει τον Οδυσσέα στον Άδη. Προσπαθώντας λοιπόν να δώσουμε περαιτέρω εξηγήσεις προσφεύγουμε στη γοητεία της συνάντησης του Οδυσσέα με τα σκιώδη είδωλα όλων εκείνων που αποτέλεσαν κατά τη διάρκεια της ηρωικής του ύπαρξης τον πιο οικείο του κύκλο σε ένα τόσο ανοίκειο[5], περιβάλλον. Ακόμη και στο ύστατο σημείο του κόσμου των ψυχών, στο όριο μεταξύ ύπαρξης και ανυπαρξίας, ο Οδυσσέας παραμένει ο ίδιος, ο βασιλιάς της Ιθάκης, ο ήρωας του τρωικού πολέμου. Πάνω από όλα, όμως, «στον κόσμο των νεκρών ο Οδυσσέας προβάλλεται στο φόντο ενός ολόκληρου επικού σύμπαντος, κορωνίδα του οποίου αποτελούν οι τρεις μεγάλοι ήρωες της Ιλιάδας. Με τους ιλιαδικούς αυτούς ήρωες ο Οδυσσέας «αναμετριέται», καθώς δίνει σταδιακά σάρκα και οστά σε ένα αλλιώτικο ηρωικό ιδανικό» (Πετρίδης, 2011, 83), πιο εξελιγμένο από αυτό της Ιλιάδας.
Ένα αδιάκοπο ταξίδι και η ζωή του Αινεία για το δημιουργό του Βιργίλιο, σύμφωνα με τα ομηρικά πρότυπα τα οποία και ακολούθησε : διασωθείς, άπατρις, μέτοικος, κυνηγημένος από την Ήρα[6] περιπλανιέται για να βρει τη δικιά του γη της επαγγελίας, μια γη που θα ανανεώσει της ελπίδες μιας πολύπαθης γενιάς, αυτής των κατακτημένων Τρώων, που θα δώσει γέννηση σε ένα καινούριο έθνος μέσα από τις στάχτες ενός παλιού. Το ταξίδι στα Τάρταρα είναι ένα πρόσχημα από τη μεριά του Βιργιλίου που στόχο έχει να προικίσει το ρωμαϊκό πολιτισμό με σημαντικούς άνδρες, με ήρωες. Ουσιαστικά η κάθοδος στον Άδη δεν εξυπηρετεί μόνο την επιθυμία του Αινεία να δει τον πατέρα του για ακόμη μια φορά, προκειμένου να τον συμβουλευτεί για τις μελλοντικές του κινήσεις, αλλά κυρίως τον ποιητή και το μεγαλείο της προσωπικότητας που σκιαγραφεί. Η κατάβαση στα Τάρταρα είναι αυτή που νομιμοποιεί τον ήρωα να θεωρεί τον εαυτό του, αλλά και τους αναγνώστες να τον θεωρούν, σαν τον ιδρυτή ενός νέου ένδοξου έθνους που θα αναδυθεί μετά την πτώση του ελληνικού πολιτισμού. Το δύσκολο και τρομακτικό υπερβατικό αυτό ταξίδι του επιτρέπει την αναγνώριση, εξισώνοντας τον ήρωα της Αινειάδας με το επικό πρότυπό του, τον Οδυσσέα. Για τον Βιργίλιο προέχει η επιθυμία να θωρακίσει τον ήρωά του, δικαιολογώντας την εξουσία που του δίνεται: η δύναμη αυτού του επεισοδίου είναι μια μεταφορά της δύναμης της επικής ποίησης στη Ρώμη του Αυγούστου. Ο ποιητής επιθυμεί να εξυψώσει το μεγαλείο της Ρώμης θέλοντας να διεγείρει την εθνική υπερηφάνεια των συγχρόνων του όπως το έκανε ο Όμηρος για την αρχαία Ελλάδα. Διασταυρώνοντας τον κόσμο του μύθου και του ονείρου με τον ιστορικό-πραγματικό κόσμο, ο Βιργίλιος ενισχύει την αυγούστεια προπαγάνδα και παγιώνει τη δυναστική πολιτική του προστάτη του Αυγούστου, «διακηρύσσοντας ταυτόχρονα το καθήκον της Ρώμης προς τον κόσμο του μέλλοντος που φαντάζεται ο ποιητής, την Pax Romana στο πλαίσιο της οποίας με τη σύζευξη ελληνικού και ρωμαϊκού πολιτισμού οι αντιθέσεις αμβλύνονται και η ανθρωπότητα ωφελείται από την εκπολιτιστική δύναμη των δύο αλληλοσυμπληρούμενων πολιτισμών» (Γκαστή, 2012) όπου κυρίαρχες αρετές είναι οι ανδρεία και η ευσέβεια (έκτο βιβλίο στ. 847-853)
Οι συναντήσεις των ηρώων στον Κάτω Κόσμο
Ο κύκλος των συναντήσεων στον Άδη για τον Οδυσσέα ανοίγει με το φάντασμα του Ελπήνορα, ενός από τους συντρόφους του που βρήκε άδοξο θάνατο στο νησί της Κίρκης. Η συνάντηση αυτή (λ 51-83) προτάσσεται των άλλων διότι σχετίζεται πιο άμεσα με ό,τι προηγήθηκε και ό,τι θα ακολουθήσει στην εξέλιξη της πλοκής (λ 1-223): ο Ελπήνορας δένει τις ραψωδίες κ, λ και μ (αναχώρηση και επιστροφή στο νησί της Κίρκης). Οι συναντήσεις στον Άδη ξεκινούν με ένα ταπεινό και ασήμαντο αντι-ήρωα, που όμως «αποτελεί μέρος του στενού κύκλου των συντρόφων του Οδυσσέα» (Heubeck and Hoekstra, 1990, 80) για να κορυφωθούν με τους γίγαντες του ιλιαδικού παρελθόντος. Η αιμοποσία δεν είναι απαραίτητη για τον Ελπήνορα εφόσον είναι ακόμα άταφος και για το λόγο αυτό αναγνωρίζει και μιλάει στον Οδυσσέα παρακαλώντας τον να του αποδώσει τις πρέπουσες τιμές προοικονομώντας έτσι την επιστροφή του στο νησί της Κίρκης.
Η επόμενη συνάντηση του Οδυσσέα είναι αυτή για την οποία πραγματοποιήθηκε η κάθοδος στον Άδη και από την οποία ήρωας και αναγνώστης περιμένουν πολλά, η συνάντηση με τον Τειρεσία (λ 90-149). Ο μάντης πλησιάζει τον Οδυσσέα στον στ. 90, αφού πρώτα αυτός, ακολουθώντας την εντολή της Κίρκης, εμπόδισε τη σκιά της μητέρας του να προσεγγίσει (84-89). «Η αιμοποσία είναι προϋπόθεση για τη χρησμοδοσία, για την επαυξημένη εκείνη ενόραση που απαιτεί η ακριβής διερμήνευση του μέλλοντος (Πετρίδης, 2011, 96). Ο Τειρεσίας δεν περιττολογεί: παραλείπει τις λεπτομέρειες του ταξιδιού, τις οποίες θα συμπληρώσει λίγο αργότερα η Κίρκη, και επιμένει στις εσωτερικές, στις ηθικές προϋποθέσεις του νόστου: ο Οδυσσέας θα επιζήσει, αν αποδείξει ότι είναι πολύμητις (θυμὸν ἐρυκακέειν, 105), πολύτλας (κακά περ πάσχοντες, 104, 111· δήεις δ’ ἐν πήματα οἴκῳ, 115), πολύτροπος (λ 120), αλλά και αν πείσει εμπράκτως ότι διακρίνεται από ευσέβεια και μετάνοια ώστε, παρά την εξάντληση, παρά τη γλύκα του νόστου (νόστον δίζηαι μελιηδέα, 100), να μην παραλείψει την τελευταία του υποχρέωση και να εξευμενίσει την οργή του Ποσειδώνα, πράγμα που δημιουργεί υποχρεώσεις απέναντί του εκ μέρους των θεών. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι ο νόστος δεν χαρίζεται στον Οδυσσέα. Είναι άθλος, αγώνισμα του σώματος, του μυαλού και της ψυχής, αλλά και πράξη αποκατάστασης της δικαιοσύνης. Ο Οδυσσέας θα επιζήσει αν αποδείξει ότι είναι αυτός που η Αθηνά (και ο ποιητής) μας είπαν ότι είναι.
Συμπερασματικά, η συνάντηση με τον τυφλό μάντη ανταποκρίνεται στις προσδοκίες ήρωα και αναγνώστη αφού ο Τειρεσίας απαντά στα δύο βασικά ερωτήματα του έπους: το πρώτο αν και πώς ο Οδυσσέας θα επιστρέψει στον οίκο του και το δεύτερο, ποιος είναι ο Οδυσσέας.
Η επόμενη συνάντηση του Οδυσσέα αποτελεί την πρώτη «αναγνώριση» του Οδυσσέα με μέλη της οικογένειάς του, αναγνώριση όμως που αποδεικνύεται τραγική, εφόσον ο Οδυσσέας με την εμφάνιση του ειδώλου της μητέρας του πληροφορείται και το θάνατό της. Είναι συγκλονιστική η στιγμή που ο ήρωας λυγίζει από το θάνατο της μητέρας του, που νιώθει ότι ο ίδιος προκάλεσε και την εικόνα του πατέρα του που σφαδάζει από το πένθος και επιχειρεί να αγκαλιάσει τον ίσκιο της (λ 205-210) παίρνοντας την απάντηση ότι ο κόσμος των ζωντανών δεν εφάπτεται ποτέ και πουθενά με τον κόσμο των νεκρών. Ο Οδυσσέας υποβάλλει στην Αντίκλεια τρεις ερωτήσεις θέλοντας να μάθει τα του οίκου του: πώς πέθανε η ίδια, ποια είναι η μοίρα του πατέρα και του γιου του. Η πιο σημαντική ερώτηση διατυπώνεται τελευταία: η Πηνελόπη παραμένει ακόμη πιστή στον Οδυσσέα ή έχει παντρευτεί κάποιον άλλον; Η Αντίκλεια απαντά στις ερωτήσεις του γιου της με αντίστροφη σειρά: ξεκινά με την Πηνελόπη, στη συνέχεια αναφέρεται στον Τηλέμαχο και τον Λαέρτη, για να κλείσει πάλι με την Πηνελόπη. Οι ενδιάμεσες πιο εκτεταμένες αναφορές στον Τηλέμαχο και τον Λαέρτη καθιστούν σαφές το διακύβευμα του νόστου: η ανθρώπινη διάσταση του -η επανασύνδεση δηλαδή του Οδυσσέα με την οικογένειά του- συνδέεται άρρηκτα με την πολιτική αναγκαιότητα που επιβάλλει την επιστροφή αυτή το ταχύτερο δυνατόν. Ο οίκος του Οδυσσέα, ένας βασιλικός οίκος, ως πολιτισμική έννοια και ως πολιτικός θεσμός, δεν έχει να κάνει μόνο με την «οικογένεια» αλλά και με την εξουσία στην Ιθάκη. Είναι η πρώτη φορά που ο ήρωας αντιλαμβάνεται πόσο επείγουσα υπόθεση είναι ο νόστος από όλες τις απόψεις. Η αγωνία αυτή μπορεί να είναι σκληρή, χρησιμεύει όμως στο να παραμείνει αμετακίνητος στην αποστολή του και να αρνηθεί την προσφορά της αθανασίας που θα του γίνει αργότερα από την Καλυψώ.
Οι συναντήσεις του Οδυσσέα με τον Αγαμέμνονα και τον Αχιλλέα που ακολουθούν είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες, καθεμιά για διαφορετικούς λόγους. Η συνάντηση με τον Αγαμέμνονα και η διήγηση της τραγικής μοίρας του άλλοτε περήφανου αρχιστράτηγου λειτουργεί «ως αντιθετικό φόντο για τον νόστο του Οδυσσέα αλλά και ως μέσο χειραγώγησης των προσδοκιών του κοινού σχετικά με τον νόστο αυτό» (Πετρίδης, 2011, 91). Καταδεικνύεται λοιπόν κάτι πολύ σημαντικό: ότι ο ποιητής χρησιμοποιεί την αφήγηση του Αγαμέμνονα, για να υπαινιχθεί στο ακροατήριό του ότι η δική του ιστορία, θα μπορούσε να είχε κατάληξη διαφορετική, αν οι πρωταγωνιστές του έπους του έκαναν διαφορετικές επιλογές (Olson 1990, 57). Τη στιγμή της συνάντησής τους στον Κάτω Κόσμο, ο Οδυσσέας βρίσκεται κι αυτός σε μια κρίσιμη καμπή της πορείας του. Αλλά, ενώ για τον Αγαμέμνονα η μοίρα έχει ήδη καθοριστεί, ο Οδυσσέας θα επαναπροσδιορίσει τη δικιά του επειδή ακριβώς είναι πολύμητις, πολύτλας και πολύτροπος αλλά και χάρη στη βούληση των θεών να επιβάλουν στον κόσμο τη δικαιοσύνη. Επιβεβαιώνεται λοιπόν για ακόμα μια φορά (α 7, λ 104-5) ότι οι άνθρωποι ζουν ή πεθαίνουν, καταστρέφονται ή θριαμβεύουν ως αποτέλεσμα ελεύθερων, προσωπικών τους επιλογών μέσα από τα αντίθετα παραδείγματα του οίκου των Ατρειδών και του οίκου του Οδυσσέα.
H συνομιλία του Οδυσσέα με τον Αχιλλέα στον Άδη είναι μια λαμπρή ποιητική κατάφαση της ζωής. Η στάση του Αχιλλέα απέναντι στη ζωή και τον θάνατο στην Οδύσσεια μας εκπλήσσει: είναι εκ διαμέτρου αντίθετη με τη στάση που τήρησε στην Ιλιάδα (Σ 79-93). «Το θάνατο μη μου ζητάς με λόγια να γλυκάνεις. Κάλλιο στη γης να βρισκόμουν, κι ας δούλευα σε ανθρώπου μικρού, με δίχως βιός πολύ, παρά στον Άδη να είμαι, και βασιλέας να λέγομαι των πεθαμένων όλων» (λ 488-91)[7] απαντά στο θαυμασμό του συνομιλητή του για τις τιμές που απολαμβάνει στον Άδη. Στην Οδύσσεια, «το πνεύμα του νεκρού Αχιλλέα λαχταρά τη ζωή με το ίδιο πάθος με το οποίο κάποτε ασπάστηκε τον θάνατο» (Heubeck & Hoekstra 2005, 106). Με τον Αχιλλέα κλείνει ο κύκλος των συναντήσεων του Οδυσσέα με πρόσωπα του ιλιαδικού παρελθόντος του εφόσον η ψυχή του Αίαντα αρνείται να συνομιλήσει με τον Οδυσσέα παρά το γεγονός ότι αυτός του απευθύνει το λόγο, ίσως γιατί τον θεωρεί υπεύθυνο για το θάνατό του (λ 543-65).
Μπορούμε τώρα να περάσουμε στις συναντήσεις του Αινεία στον Άδη συγκρίνοντας τες με αυτές που έλαβαν χώρα στη Νέκυια. Η πρώτη συνάντηση του Αινεία στη χώρα των Νεκρών με την ψυχή του Παλινούρου (κυβερνήτη του πλοίου του Αινεία που πνίγηκε μόλις τέσσερις μέρες πριν) λαμβάνει χώρα στην όχθη της Στύγας, στο χώρο δηλαδή που στοιβάζονται οι άταφοι νεκροί στους οποίους δεν έχουν αποδοθεί τιμές και κατά συνέπεια δεν έχουν να πληρώσουν το ναύλο του πορθμέα Χάροντα. Είναι προφανές ότι ο Βιργίλιος στο επεισόδιο αυτό απομιμείται τη συνάντηση ανάμεσα στον Οδυσσέα και τον Ελπήνορα με παρόμοιες διαστάσεις[8] .
Αφού πέρασαν τη Στύγα, ο Αινείας και η οδηγός του Σίβυλλα αποκοίμισαν τον Κέρβερο και συνέχισαν την πορεία τους στον Άδη, διέσχισαν την «ουδέτερη» περιοχή του Κάτω Κόσμου («ουδέτερη» γιατί δεν είναι ούτε τόπος τιμωρίας ούτε τόπος μακαριότητας) όπου μεταξύ άλλων κατοικούν θύματα του έρωτα (440-476), ανάμεσά τους και η Διδώ, η βασίλισσα της Λιβύης που αυτοκτόνησε μετά τη φυγή του Αινεία και όσοι υπήρξαν bello clari (477- 547), ανάμεσά τους και ο Δηίφοβος[9]. Κοινό χαρακτηριστικό των δύο αυτών δραματικών συναντήσεων είναι ο πρόωρος θάνατος των πρωταγωνιστών τους.
Ο Αινείας ικετεύει τη Διδώ να τον πιστέψει ότι την εγκατέλειψε παρά τη θέλησή του και υπακούοντας στις εντολές των θεών. Ωστόσο εκείνη τηρεί παγερή σιωπή και στη συνέχεια απομακρύνεται από αυτόν, τρέχοντας προς το Συχαίο (πρώτο της σύζυγο) για παρηγοριά. Τυπικό «πρότυπο» αυτής της αντιπαράθεσης στον Κάτω Κόσμο, είναι η προσπάθεια του Οδυσσέα να εξευμενίσει το οργισμένο φάσμα του Αίαντα (λ 541-567). Αναμφίβολα στη σιωπή της Διδώς αντικατοπτρίζεται η οργισμένη αντίδραση του Αίαντα στην παρουσία του Οδυσσέα. Τελικά η Διδώ απορρίπτει τον Αινεία, που ήταν η αιτία να προδώσει την πίστη της στη μνήμη του συζύγου της. Όμως η συνάντηση των δύο εραστών έχει και μια άλλη διάσταση. Η αδυναμία διαλόγου ανάμεσα στη Διδώ και τον Αινεία υποβάλλει στον αναγνώστη την ιδέα πως η συμφιλίωση ανάμεσα στη Ρώμη και την Καρχηδόνα είναι αδύνατη. Υπό αυτή την έννοια η σκηνή υπερβαίνει το ιδιωτικό/προσωπικό επίπεδο και συμβάλλει στον ευρύτερο πολιτικό/ιστορικό συμβολισμό.
Από την άλλη πλευρά η συνάντηση με τον Δηίφοβο, είναι καταρχήν μια αφορμή για αναδρομή στην φριχτή (για τους Τρώες) επική ιστορία του Δούρειου ίππου, μια απόπειρα δηλαδή σύνδεσης του παρόντος με το τραγικό παρελθόν της πτώσης της Τροίας. Εκτός όμως από τη λειτουργία αυτή, η συνάντηση με τον Δηίφοβο παραπέμπει στη συνάντηση Οδυσσέα- Αγαμέμνονα εφόσον η ίδια τραγική μοίρα περίμενε και τους δύο πολεμιστές. Βρήκαν το θάνατο από τις δόλιες συζύγους τους. Τραγική ειρωνεία: ο ρόλος του Οδυσσέα που συνεργάζεται με την Ελένη για το φόνο του Δηίφοβου, ενώ στη συνάντησή του με τον Αγαμέμνονα είναι παρηγορητικός και αποδοκιμαστικός προς την Κλυταιμνήστρα.
Θα εστιάσουμε τέλος στη σημαντικότερη συνάντηση του Αινεία στον Κάτω Κόσμο, το λόγο της Κατάβασης, τη συνάντηση με το νεκρό πατέρα του. Ο Αγχίσης, που αποτελεί το συνδετικό κρίκο του Αινεία με το παρελθόν του και την κατεστραμμένη Τροία, αποκαλύπτει στο γιο του το μέλλον της φυλής του υπό τη μορφή παρέλασης των ψυχών των Ρωμαίων αγέννητων ηρώων. Ο επίλογος (847-853) διακηρύσσει το ειδικό καθήκον και τις ευθύνες της Ρώμης προς τον υπόλοιπο κόσμο εστιάζοντας στο ιδανικό της ρωμαϊκής αποστολής και του ρωμαϊκού ήθους.
H μετάβαση στο επόμενο τμήμα του λόγου σηματοδοτείται με το στίχο 854: ο Αγχίσης προσθέτει στον – μακρύ είναι η αλήθεια – κατάλογό του δύο ξεχωριστές μορφές, τον M. Claudius Marcellus, ύπατο του έτους 222 π.Χ. και τον νεαρό Μάρκελλο (C. Claudius Marcellus), γιο της Οκταβίας, αδελφής του Αυγούστου, που πέθανε σε ηλικία 20 ετών το 23 π.Χ. (854-886). Ιδιαίτερα δραματικός είναι ο τρόπος με τον οποίο εισάγεται η αναφορά στο νεαρό Μάρκελλο[10]. Στον αναγνώστη δίνεται η δυνατότητα να αντικρίσει τη μορφή του νεαρού μέσα από τα μάτια του Αινεία (863-866). Ο Μάρκελλος ενσαρκώνει το ρωμαϊκό ιδανικό της pietas και fides (878), όπως ο Αινείας, αλλά ο πρόωρος θάνατός του θα στερήσει από τη Ρώμη αυτόν το σπουδαίο άνδρα. Το επεισόδιο αυτό είναι «ένα συμπόσιο μεταξύ του λυρικού και του επικού στοιχείου» (Harrison, 2007, 214 ) και αποτελεί πρωτοτυπία του Βιργιλίου.
Η συνάντηση με τον Αγχίση μπορεί να μιμείται τη συνάντηση του Οδυσσέα με τη μητέρα του όσο αφορά το συγκινησιακό της μέρος (τρεις φορές προσπαθεί μάταια και ο Αινείας να αγκαλιάσει τον πατέρα του στ. 700), παρουσιάζει όμως ομοιότητες και με τη συνάντησή του ομηρικού ήρωα με τον Τειρεσία, εφόσον από τον πατέρα του ο Αινείας παίρνει τη διαβεβαίωση για τη συνέχιση και τη μελλοντική δόξα της γενιάς του. Θα ήταν όμως άδικο για το Βιργιλιανό έπος να μην επικεντρώσουμε στα πρωτότυπα στοιχεία της συνάντησης αυτής: πρώτιστα ο Αγχίσης αποκαλύπτει στον γιό του τα μυστικά της ζωής. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Solmsen (1990, 221), βρίσκοντας τον πατέρα του ο Αινείας μαθαίνει και για το μέλλον της γενιάς του αλλά και για το μέλλον των ψυχών, άρα θίγονται φιλοσοφικά και ιστορικά θέματα. Όταν ο ήρωας έκπληκτος με τη συνάθροιση των ψυχών στον ποταμό ζητάει μια εξήγηση, η απάντηση του Αγχίση συνδυάζει τη θρησκευτική και φιλοσοφική άποψη της μετενσάρκωσης (713-15, 716-18). Αφού σκοπός του ποιητή είναι να τελειώσει το έκτο βιβλίο με το πανόραμα της Ρωμαϊκής ιστορίας το θρησκευτικό θέμα πρέπει να προσεγγιστεί πρώτο.
Τέλος πρέπει να επισημάνουμε ότι μέσα από τη συνάντηση πατέρα-γιου αναδύεται και μια βαθιά απαισιοδοξία που διακατέχει το έπος και η οποία έχει δύο διαστάσεις: η πρώτη, φιλοσοφική, αναφέρεται στα βάσανα της ανθρώπινης ύπαρξης και την οπτική της ζωής γενικότερα, αλλά και του Αινεία ειδικότερα σαν μια «μια ανθρώπινη σωματική κόλαση, μια μαύρη φυλακή» (Putnam, 1995, 287 ) και η δεύτερη πνευματική αφορά την κυκλικότητα της ιστορίας. Μπορεί ο Αγχίσης να προφητεύει το μεγαλείο της Ρώμης (στ.792-94), όμως ταυτόχρονα μας αποκαλύπτει ότι αυτό δεν θα είναι αιώνιο[11], εξαιτίας της ανθρώπινης επιθυμίας για πόλεμο και κατακτήσεις.
Οι συναντήσεις λοιπόν Οδυσσέα και Αινεία στον Άδη τους προσφέρουν όσα οι δημιουργοί τους εμπνεύστηκαν για το ηρωικό πρότυπο που ο καθένας ενσαρκώνει, αλλά και τη διαβεβαίωση ότι όσο δύσκολος κι αν είναι ο δρόμος που ανοίγεται μπροστά τους θα καταφέρουν να φτάσουν στο στόχο τους αν δεν απογοητευτούν και συνεχίσουν να αγωνίζονται.
Οι φιλοσοφικές-εσχατολογικές αντιλήψεις της Νέκυιας και της Αινειάδας
Στη Νέκυια, είναι αλήθεια ότι η εικόνα της εισόδου στον Άδη, όπως και του ίδιου του Άδη, παραμένει ασαφής, «πράγμα αναμενόμενο αφού πρόκειται για σύλληψη φανταστική κατ’ αναλογία προς τον Επάνω Κόσμο, από τον οποίο όμως θέλει να παρουσιαστεί διαφορετική.» (Σαμαρά και Τοπούζης, 2008). Ό,τι σχετίζεται με τον θάνατο και τον Άδη ταυτίζεται με το σκοτάδι (λ 155). Μπορεί βέβαια τη χώρα των Κιμμερίων (είσοδος στον Άδη) ήλιος να μην τη βλέπει, (λ 12-19) οι εικόνες του Οδυσσέα και των νεκρών είναι πάρα ταύτα ευδιάκριτες[12].
Ας περάσουμε τώρα στις αντιλήψεις των ομηρικών ανθρώπων για τον Άδη και τους νεκρούς, όπως προκύπτουν από τους στίχους 168-75. O Άδης βρίσκεται στο σκοτεινό βασίλειο του Πλούτωνα κάτω από τη Γη, που την εννοούσαν επίπεδη και περιβαλλόμενη από τον Ωκεανό. Εκεί βρισκόταν όλοι μαζί οι νεκροί, χωρίς διάκριση δικαίων και αδίκων, σημαντικών και ασήμαντων. Όλοι εκτός από αυτούς που παραμένουν άταφοι και χωρίς να τους αποδοθούν τιμές όπως ο Ελπήνορας (λ 72). Η απάντηση της Αντίκλειας μας δίνει τα κύρια χαρακτηριστικά της Ομηρικής θεωρίας περί ψυχής. Εν ζωή, η ψυχή που εμπεριέχεται στο σώμα είναι η απαραίτητη προϋπόθεση της σωματικής, συναισθηματικής και πνευματικής δραστηριότητας. Με τον θάνατο και την καύση του νεκρού, η ψυχή δραπετεύει από το σώμα, που απομένει νεκρή ύλη. Η ψυχή, χάρη στην οποία το σώμα διατηρούνταν ζωντανό, επιβιώνει στον Άδη ως είδωλο, με την εξωτερική μορφή του ανθρώπινου σώματος, το οποίο την κάνει και αναγνωρίσιμη (λ 220-22). Οι ψυχές μένουν ανενεργές, όταν όμως πιουν αίμα (λ 147-7), το οποίο παραπέμπει στην πηγή της ανθρώπινης ζωής, μπορούν και αυτές να αναγνωρίσουν, να θυμηθούν τον Επάνω Kόσμο και να μιλήσουν. H εικόνα του συνωστισμού των νεκρών γύρω από το αίμα υποβάλλει έντονα τη φρίκη του Άδη αλλά και τη λαχτάρα για ζωή, για την οποία τόσο γλαφυρά μας μιλάει η ψυχή του Αχιλλέα (λ 488).
Η εντύπωση όμως της ισότητας απέναντι στο θάνατο και της ίσης μεταχείρισης των ψυχών στον Άδη χαλάει[13] άμα τη εμφανίσει του Μίνωα, κριτή του Κάτω Κόσμου για τους αρχαίους Έλληνες, ο οποίος και αποφασίζει για την τιμωρία αυτών που δεν σεβάστηκαν τους θεούς όσο ζούσαν.
Σαφώς πιο περιγραφικός όσο αφορά τον Κάτω Κόσμο είναι ο Βιργίλιος. Δίνονται με λεπτομέρειες οι προϋποθέσεις που έπρεπε να πληροί ο ήρωας για να επιχειρήσει επιτυχώς ένα τέτοιο ταξίδι (χρυσό κλωνάρι, ταφή Μισηνού, θυσίες στους θεούς του Κάτω Κόσμου), περιγράφεται λεπτομερώς το ίδιο το ταξίδι, τα μέρη από τα οποία διέρχονται και οι φιγούρες που συναντάνε ο Αινείας και η οδηγός του Σίβυλλα. Ο Βιργίλιος δομεί με τάξη την εικόνα του Άδη, την ίδια τάξη που επιθυμεί για τον επίγειο κόσμο να φέρει η ρωμαϊκή imperium sine fine. Στις πύλες του βρίσκονται τρομερά θηρία (Πόλεμος, Πείνα, Διχόνοια στ. 278-280) και πιο πέρα στη Στύγα, συναντούν το Χάροντα, το βαρκάρη του Κάτω Κόσμου και τον Κέρβερο τον τρομερό φύλακα της «ουδέτερης περιοχής» η οποία περιλαμβάνει πέντε ομάδες ψυχών: τα νήπια (426-429), τους καταδικασθέντες άδικα σε θάνατο (430), τους αυτόχειρες (434-439), τα θύματα του έρωτα (440-476) και τα θύματα πολέμου (477- 547)[14]. Βρίσκονται τώρα στο σημείο όπου ο δεξιός δρόμος οδηγεί στα Ηλύσια πεδία, ενώ ο αριστερός στα Τάρταρα όπου τιμωρούνται αιώνια οι ανόσιοι. Τα Τάρταρα είναι ένας τόπος χωρίς γυρισμό (Solmsen, 1990, 219).
Κοινό χαρακτηριστικό με την ομηρική διήγηση είναι το σκοτάδι που κυριαρχεί στις περιοχές που μέχρι τώρα περιγράφει ο ποιητής. Όλα αλλάζουν όμως στα Ηλύσια πεδία : υπάρχει μια απότομη μετάβαση (στ. 637) από θλιβερούς τόπους μαρτυρίου σε υπέροχους λαμπερούς κόσμους με δικό τους ήλιο και αστέρια (Solmsen, 1990, 215). Δυστυχώς όμως στην Αινειάδα δεν υπάρχει παράδεισος[15] (Putnam, 1995, 287). Ελάχιστες είναι οι ψυχές που θα παραμείνουν για πάντα εκεί. Οι περισσότερες αφού περάσουν τη φάση της κάθαρσης επιθυμούν και πάλι να επιστρέψουν (ανεξήγητο γιατί για τον Αινεία) στο θλιβερό καβούκι του σώματος. Το σώμα είναι για το Βιργίλιο η φυλακή της ψυχής, από την οποία απελευθερώνεται μόνο προσωρινά με το θάνατο, εφόσον ακολουθεί η μετενσάρκωση μετά την κάθαρση. Βαθιά πεσιμιστική λοιπόν η εικόνα της μεταθανάτιας τύχης του ανθρώπου που μας παρουσιάζει ο ποιητής μέσα από την κυκλική του αντίληψη για τη μετενσάρκωση.
Κοινό χαρακτηριστικό με την ομηρική Νέκυια, η άυλη κατάσταση των ψυχών, εντελώς διαφορετική η αντίληψη όμως περί τιμωρίας. Ενώ ο Όμηρος κατατάσσει στα Τάρταρα όσους δεν σεβάστηκαν τους θεούς, ο Βιργίλιος αναθέτει στο Ραδάμανθυ (και όχι στο Μίνωα), να τιμωρήσει τις ψυχές ανάλογα με τις εγκληματικές εν ζωή πράξεις τους, οι οποίες μάλιστα περιγράφονται με σαφήνεια.
Η λειτουργία της καθόδου στον Άδη Οδυσσέα και Αινεία στο πλαίσιο της αφηγηματικής οικονομίας των δύο επών
Ας δούμε από πιο κοντά το ρόλο που παίζει η Νέκυια στο πλαίσιο της αφηγηματικής οικονομίας της Οδύσσειας για να τον παραβάλουμε στη συνέχεια με αυτόν του έκτου βιβλίου της Αινειάδας. Όπως έχουμε ήδη επισημάνει η ραψωδία λάμδα αποτελεί το τρίτο κατά σειρά βιβλίο των λεγομένων Απολόγων του Οδυσσέα (ραψωδίες ι-μ).[16] Τα κέρδη από την κατάβαση είναι τόσο πολυδιάστατα, που εύκολα παραγνωρίζεται ότι τελικά η πρακτική σκοπιμότητα όλης αυτής της ταλαιπωρίας ίσως και να ήταν μικρή. Βλέποντας τώρα ξεχωριστά το τι εξυπηρετούν οι συναντήσεις του στον Άδη την αφηγηματική οικονομία του έπους, θα λέγαμε ότι η συνάντηση με τον Ελπήνορα (στίχοι 51-83) αποτελεί σύνδεση με τα προηγούμενα, αλλά και προοικονομεί το γυρισμό του Οδυσσέα στην Αιαία από όπου θα πάρει λεπτομερείς πληροφορίες για το γυρισμό του στην Ιθάκη, ενώ η συνάντηση με τον Τειρεσία (στίχοι 90-149) εστιάζει σε τρεις προειδοποιήσεις που προοικονομούν πολλές από τις εξελίξεις του έπους: (α) ότι ο νόστος εξαρτάται από το κατά πόσον ο Οδυσσέας και οι Σύντροφοι θα επιδείξουν αυτοσυγκράτηση στο νησί της Θρινακίας (β) ότι στην Ιθάκη θα συναντήσει τους μνηστήρες, που λυμαίνονται την περιουσία του και διεκδικούν τη γυναίκα του και (γ) ότι η οργή του Ποσειδώνα, η αρχή του κακού, δεν θα καταλαγιάσει, παρά μόνο όταν ο Οδυσσέας, αφού περιπλανηθεί και πάλι, ανακαλύψει ένα λαό που δεν γνωρίζει τι εστί θάλασσα. Η συνάντηση με την Αντίκλεια (στίχοι 150-224) κάνει κοινωνό τον Οδυσσέα με τα του οίκου του στην Ιθάκη, προοικονομεί τη συνάντησή του με το γερο-Λαέρτη και καθιστά την επιστροφή του συναισθηματικά και πολιτικά επείγουσα. Το μεσαίο τμήμα της ραψωδίας καταλαμβάνεται από ένα εκτεταμένο Κατάλογο Γυναικών (224-332), ο οποίος διακόπτεται από ένα «ιντερμέτζο», που μας επαναφέρει στο παλάτι του Αλκινόου (333-384). Η σκηνή αυτή λειτουργεί ως επιβράδυνση, άρα ως εμφατικός μηχανισμός. Η αφήγηση διακόπτεται για λίγο μετά τον μακροσκελή Κατάλογο Γυναικών (ή μετά τη συναισθηματικά φορτισμένη συνάντηση με την Αντίκλεια), για να επανέλθει δριμύτερη με τις συναντήσεις εκείνες που συναποτελούν τα κύρια σημεία της ραψωδίας. Οι ακροατές/ αναγνώστες πρέπει να προσέξουν καλά τι διαμείβεται (και έχουμε περιγράψει παραπάνω) μεταξύ του Οδυσσέα και των νεκρών συντρόφων του στα τρωικά πεδία. Μέσω της σκηνής αυτής δίνεται το κίνητρο για την αναφορά στους τρεις μείζονες ήρωες της Ιλιάδας (λ 385-567), αλλά και έναν ακόμη Κατάλογο (568-635) πνευμάτων, που υπό το βλέμμα του μεγάλου κριτή του Κάτω Κόσμου, του Μίνωα, είτε διάγουν σε κατάσταση μακαριότητας, προϊόν προφανώς μεταθανάτιας ανταμοιβής (Ωρίων-Ηρακλής) είτε υφίστανται σκληρές τιμωρίες για τα εγκλήματα που διέπραξαν εν ζωή (Τιτυός, Τάνταλος, Σίσυφος). Η ραψωδία τελειώνει με φευγαλέα αναφορά στον Θησέα και τον Πειρίθου, τους οποίους όμως ο Οδυσσέας δεν μπορεί να προσεγγίσει, καθώς το πλήθος των νεκρών που πλησιάζουν τον αναγκάζει να υποχωρήσει.
Περνώντας τώρα στο έκτο βιβλίο της Αινειάδας, έχουμε ήδη επισημάνει ότι με αυτό τελειώνει ο κύκλος της «Βιργιλιανής Οδύσσειας». Παίζει λοιπόν το ρόλο της προετοιμασίας του αναγνώστη για τις περιπέτειες του ήρωα που θα ακολουθήσουν, δηλαδή τη «Βιργιλιανή Ιλιάδα». Συγκρίνοντας τώρα τη λειτουργία των συναντήσεων του Οδυσσέα στον Κάτω Κόσμο με αυτές του Αινεία από πλευράς αφηγηματικής οικονομίας, θα λέγαμε ότι η συνάντηση με τον Παλίνουρο παραπέμπει σε αυτή του Ελπήνορα, η συνάντηση με τη Διδώ προοικονομεί σε ένα ευρύτερο ιστορικό (και όχι στενά επικό πλαίσιο) τις μη αγαστές σχέσεις Ρώμης-Καρχηδόνας, ενώ η συνάντηση με το Δηίφοβο παίζει το ρόλο της σύνδεσης του παρόντος με το τραγικό παρελθόν της πτώσης της Τροίας που έγινε αιτία για τον ξεριζωμό και τις περιπέτειες του ήρωα. Θυμίζει λοιπόν και πάλι ο ποιητής στον αναγνώστη ότι ο πόλεμος είναι πηγή κακών.
Τέλος η συνάντηση του Αινεία με τον πατέρα του σαφέστατα προοικονομεί όχι μόνο το λαμπρό μέλλον της Ρώμης, αφού μπροστά μας παρελαύνουν οι ήρωες που θα διαμορφώσουν τη ρωμαϊκή ιστορία μέχρι φυσικά τον Οκταβιανό Αύγουστο (με τον οποίο άλλωστε ο Βιργίλιος παρομοιάζει τον Αινεία εξυπηρετώντας με αυτό τον τρόπο την Αυγούστεια προπαγάνδα του), αλλά και τη συνέχεια του έπους εφόσον η προφητεία του Αγχίση (στίχοι 872-882) για το μέλλον του γιου του αλλά και της γενιάς των Τρώων δεν είναι απόλυτα θετική περιέχοντας πολέμους, πόνο, βάσανα και θάνατο μέχρι την τελική (;) επικράτηση[17].
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Εξετάσαμε λοιπόν στα πλαίσια της μελέτης μας αυτής συγκριτικά, τη Νέκυια και το έκτο βιβλίο της Αινειάδας μέσα από το ρόλο που διαδραματίζουν και τη θέση που κατέχουν στη δομή του έπους στο οποίο εντάσσονται, μέσα από τους λόγους οι οποίοι ωθούν τους ήρωες να επιχειρήσουν την κάθοδο στον Άδη, τις συναντήσεις που πραγματοποίησαν εκεί, το κατά πόσο ικανοποιούνται οι προσδοκίες τους και προχωρήσαμε έπειτα στην παραβολή των φιλοσοφικών-εσχατολογικών αντιλήψεων που εκφράζονται μέσα από τα δύο έπη τελειώνοντας με τη λειτουργία της καθόδου στον Άδη (Οδυσσέα και Αινεία) στο πλαίσιο της αφηγηματικής οικονομίας των δύο επών.
Οι δύο ήρωες, μπορεί εκ πρώτης όψεως να έχουν πολλά κοινά σημεία (πολεμιστές, περιπλανώμενοι, διωκόμενοι από θεό, υπεύθυνοι όχι μόνο για τη δική τους μοίρα αλλά και των συντρόφων τους), παρουσιάζουν όμως και σημαντικές διαφορές. Ο Οδυσσέας προσπαθεί να επιστρέψει εκεί από όπου ξεκίνησε, κάτι που για τον Αινεία είναι αδύνατο, αφού βρίσκεται σε αναζήτηση νέας πατρίδας. Ο Οδυσσέας αγωνιζόμενος καταφέρνει να ελέγξει τη μοίρα του ακολουθώντας τις συμβουλές του Τειρεσία. Ο Αινείας δεν κατορθώνει ούτε να «ελέγξει τη μοίρα του» (Martindale, 1993, 88) ούτε πάντα να «ανταποκριθεί στις υψηλές προδιαγραφές (πολιτικές και ηθικές) του fatum και μ’ αυτόν τον τρόπο υπονομεύεται η εικόνα του pius Aeneas». (Γκαστή, 2005) Το τέλος της Αινειάδας[18], όχι μόνο απομυθοποιεί την pietas και την clementia του Αινεία, αλλά σηματοδοτεί σε προσωπικό επίπεδο την ανεξαρτητοποίησή του από το πατρικό πρότυπο και σε πολιτικό την κατάρρευση της αυτοκρατορικής ιδεολογίας αντικατοπτρίζοντας την ιστορική και πολιτική πραγματικότητα που βασίζεται κυρίως στη βία (Putnam, 1995, 304). Η επίσκεψη στον Άδη για τον Αινεία δεν είχε κανένα ουσιαστικό όφελος. Την κόλαση την κουβαλάει μέσα του.
(*) Η Ιασωνίδου Φωστήρα είναι εκπαιδευτικός γαλλικών στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο (Διδακτική της Γαλλικής σαν διεθνούς γλώσσας) και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό και Λογοτεχνία. Είναιι επίσης διδακτορική φοιτήτρια του Πανεπιστημίου Κύπρου στο τμήμα Γαλλικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γκαστή, Ελ., 2005, Βιργιλίου Αινειάδα, Επιλογές, Ανακτήθηκε στις 22 Ιανουαρίου από:
Πετρίδης, Α., 2011, Ομήρου Οδύσσεια, Λευκωσία, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου / Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων, Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου από: http://www.schooltime.gr/wp-content/uploads/2012/11/odysseia_vivlio_kathigiti_voithima.pdf
Σαμαρά, Μ., Τοπούζης, Κ., 2008, Ομηρικά έπη Οδύσσεια, Αθήνα, Οργανισμός Εκδόσεως διδακτικών βιβλίων, Ανακτήθηκε στις 20 Ιανουαρίου από: http://www.schooltime.gr/wp-content/uploads/2011/12/omirika_ep.pdf
Τσουρέας, Ε., Τσουρέας, Γ., 2016, Βιργιλίου Αινειάδα βιβλίο 6ο, Αθήνα, Εκδόσεις Τσουρέα
ΞΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Harrison, S. J., 2007, Generic Enrichment in Vergil and Horace, Oxford University Press,
Ανακτήθηκε στις 20 Ιανουαρίου από ηλεκτρονική βιβλιοθήκη bookzz στο:
http://el.bookzz.org/s/?q=Heubeck%2C+A.+%26+Hoekstra%2C+A.+2005.&t=0
Heubeck, A. & Hoekstra A., 2005, A Commentary on Homer‘s Odyssey: Volume II: Books IX–XVI, Clarendon press · Oxford, Ανακτήθηκε στις 20 Ιανουαρίου από ηλεκτρονική βιβλιοθήκη bookzz στο: http://el.bookzz.org/s/?q=Heubeck%2C+A.+%26+Hoekstra%2C+A.+2005.&t=0
Martindale, C., 1992, Redeeming the Text: Latin Poetry and the Hermeneutics of Reception, Cambridge University Press, Ανακτήθηκε στις 20 Ιανουαρίου από ηλεκτρονική πλατφόρμα ΑΠΘ
Olson, S.D., 1990, The stories of Agamemnon in Homer’s Odyssey, Transactions of the American Philological Association
Putnam, M.,1995, Virgil’s Aeneid, The University of North Carolina Press Chapel Hill and London, Ανακτήθηκε στις 20 Ιανουαρίου από ηλεκτρονική πλατφόρμα ΑΠΘ
Reinhadrt C., 1996, The adventures in the Odyssey, in Reading the Odyssey: Selected Interpretive Essays, Princeton University Press Ανακτήθηκε στις 20 Ιανουαρίου από: https://books.google.gr/books?id=LtK5WwR5HVwC&pg=PA5&lpg=PA5&dq=Olson,+S.D.,+1990,+The+stories+of+Agamemnon+in+Homer%E2%80%99s+Odyssey&source=bl&ots=wdQΓ
Solmsen, F., 1990, The world of the dead in Book 6 of the Aeneid, Oxford University Press, Ανακτήθηκε στις 20 Ιανουαρίου από ηλεκτρονική πλατφόρμα ΑΠΘ
[1] Υπάρχει χάρτης του ταξιδιού του Οδυσσέα στο Παράρτημα
[2] Θα του πει για τις Σειρήνες, τις Συμπληγάδες Πέτρες, τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, καταλήγοντας στον μοιραίο και καθοριστικό σταθμό της νήσου Θρινακίας όπου και συναντούν τα βόδια του Ήλιου.
[3] Υπάρχει χάρτης των ταξιδιών του Αινεία στο Παράρτημα
[4] Όπως οι Αργοναύτες
[5] Για έναν άνθρωπο ακόμα ζωντανό.
[6] Ενώ ο Οδυσσέας υποφέρει και αυτός από την οργή του Ποσειδώνα.
[7] Η μετάφραση που χρησιμοποιήθηκε είναι του Αργύρη Εφταλιώτη και είναι διαθέσιμη στο: http://www.mikrosapoplous.gr/homer/odm11m.htm
[8] Σύνδεση παρελθόντος με παρόν, προοικονομία της ταφής του, προβολή εσχατολογικών αντιλήψεων της ρωμαϊκής εποχής.
[9] Γιος του Πριάμου και της Εκάβης, συμπολεμιστής του Αινεία, ο οποίος μετά το θάνατο του Πάρη πήρε την Ελένη για σύζυγό του και βρήκε δόλιο θάνατο από αυτή με τη σύμπραξη του Μενελάου και του Οδυσσέα.
[10] Πιθανότατα διότι η μητέρα του, αδερφή του Οκταβιανού Αύγουστου υπήρξε ακροάτρια της ανάγνωσης του έπους από τον ίδιο τον ποιητή.
[11] Όπως άλλωστε και το προγενέστερο βασίλειο του Κρόνου.
[12] Ο ποιητής θυμίζει κινηματογραφικό σκηνοθέτη : όταν χρειάζεται να σβήσει το φως, ο φωτισμός της σκηνής απλώς χαμηλώνει, αλλιώς δεν θα υπήρχε εικόνα.
[13] Θεωρούμε ότι δεν ανήκει σε εμάς να ασχοληθούμε με τις λογικές ανακολουθίες που επεσήμαναν οι Αναλυτικοί όπως για παράδειγμα στο σημείο αυτό που η αντίληψη περί μεταθανάτιας ζωής στους στίχους αυτούς είναι εντελώς διαφορετική από εκείνην που είδαμε στους προηγουμένους: εδώ βλέπουμε νεκρούς να τιμωρούνται και άλλους να ανταμείβονται, προηγουμένως, οι νεκροί αδιακρίτως υποβαθμίζονταν σε είδωλα καμόντων, χωρίς συνείδηση, χωρίς μνήμη και χωρίς προσωπικότητα.
[14] Κοινό χαρακτηριστικό των ομάδων αυτών είναι ο πρόωρος θάνατος.
[15] Που να είναι αιώνιος.
[16] Θυμίζουμε ότι στο λάμδα ο Οδυσσέας κατόπιν οδηγιών της Κίρκης ταξιδεύει στην είσοδο του Άδη, προκειμένου να συμβουλευθεί τη σκιά του μάντη Τειρεσία σχετικά με το πώς θα επιτύχει το ταξίδι του γυρισμού. Αν βέβαια συγκρίνουμε τις πληροφορίες που θα λάβει από τον μάντη με αυτές της Κίρκης στο μ φαίνονται αρχικά περιορισμένες και ατελέσφορες σε πρακτικό αντίκρισμα, αφού οι Σύντροφοι θα αγνοήσουν την προειδοποίηση του μάντη για τα βόδια του Ήλιου στη Θρινακία. Έχουμε βέβαια ήδη εξηγήσει ότι η πρώτη αυτή εντύπωση είναι απατηλή και ότι ο ήρωας, αλλά και οι ακροατές/αναγνώστες του έπους, κερδίζουν πολλά από τον Τειρεσία. Εξαιρώντας όμως τα λεγόμενα του μάντη, σημαντικό είναι ότι ο Οδυσσέας θα λάβει γνώση από τη μητέρα του της κατάστασης στην Ιθάκη, πράγμα που θα τον κάνει ακόμα πιο αποφασισμένο να επιστρέψει στην πατρίδα του και αποκαταστήσει την τάξη στην διακυβέρνηση και στον οίκο του, συναντώντας τέλος πολλές σπουδαίες, ανδρικές και γυναικείες, μορφές του μύθου, με αποκορύφωμα τους εμβληματικούς ήρωες της Ιλιάδας, τον Αγαμέμνονα, τον Αχιλλέα και τον Αίαντα.
[17] Το ερωτηματικό αναφέρεται στη Βιργιλιανή κυκλική θεώρηση της ιστορίας.
[18] Ο Αινείας σκοτώνει τον ικέτη βασιλιά των Λατίνων.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Τα ταξίδια του Οδυσσέα
Τα ταξίδια του Αινεία
Φοβερό άρθρο. Πρόκειται για μία τεκμηριωμένη μελέτη.
Πολλά μπράβο!!!