Ντ. Μέντελσον : Στη ζωή βρίσκεις τους ποιητές που χρειάζεσαι!

1
281

 

 

Του Σπύρου Κακουριώτη.

 

Θεωρείται ένας από τους εγκυρότερους Αμερικανούς κριτικούς και, μολονότι σπούδασε κλασική φιλολογία, το ερευνητικό του βλέμμα δεν περιφρονεί το σινεμά ή την αμερικάνικη ποπ κουλτούρα, στην οποία άλλωστε αφιερώνει το τελευταίο του βιβλίο, με τον καβαφικό τίτλο Περιμένοντας τους βαρβάρους

 Ο Ντάνιελ Μέντελσον έγινε γνωστός στη χώρα μας κυρίως χάρις στο πολυβραβευμένο Χαμένοι. Αναζητώντας έξι από τα έξι εκατομμύρια (εκδ. Πόλις), μια μαρτυρία για την έρευνα που πραγματοποίησε ιχνηλατώντας τη μοίρα των συγγενών του που χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα και, παράλληλα, έναν γοητευτικό ιστοριογραφικό αναστοχασμό πάνω στην ίδια την έρευνα.

Όμως ο συγγραφέας και κριτικός, που βρέθηκε στην Αθήνα την προηγούμενη εβδομάδα προκειμένου να μιλήσει, μαζί με τον καθηγητή Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Δημήτρη Παπανικολάου, σε εκδήλωση της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, έχει προσφέρει στο αγγλόφωνο κοινό τη μοναδική μετάφραση του συνόλου του ποιητικού έργου του Καβάφη, με εκτεταμένη ιστορική εισαγωγή και λεπτομερή υπομνηματισμό. Πρόκειται για μια εργώδη προσπάθεια, που τον απασχόλησε περισσότερο από μια δεκαετία. Όπως είπε χαριτολογώντας, όταν την ξεκίνησε, στην αμερικάνικη αγορά δεν υπήρχε παρά μόνο μία μετάφραση, αυτή των Ε. Κήλυ – Φ. Σέραρντ. Όταν όμως τελείωσε ο εκδότης του διαπίστωσε με φρίκη ότι είχαν κυκλοφορήσει άλλες πέντε…

Με αφορμή την επίσκεψή του, ο Ντ. Μέντελσον είχε μια φιλική συζήτηση με δημοσιογράφους. Επιστρέφοντας στην Αθήνα έπειτα από δέκα χρόνια, παρατήρησε πως, αν και ασφαλώς αναζητά τα σημάδια της κρίσης, η πόλη διατηρεί τη δυναμική της και οι κάτοικοί της παραμένουν το ίδιο ανοιχτοί. “Ίσως απλώς υπάρχουν πιο πολλά γκράφιτι στους τοίχους”, είπε χαριτολογώντας.

«Ο Καβάφης είναι ένας δύσκολος τρόπος για να καταλάβει κανείς τη σύγχρονη Ελλάδα», είπε μιλώντας για τη σχέση της ποίησής του με το σήμερα. «Τώρα που βρίσκομαι εδώ καταλαβαίνω καλύτερα γιατί υπάρχει τέτοια διχογνωμία για το πώς τον διαβάζουμε… Για μένα είναι ένας ποιητής για τον οποίο η ελληνικότητα βρίσκεται πέρα από εθνικά όρια, είναι διεθνικός. Δεν μπορείς να τον χρησιμοποιήσεις σαν σημαία, γιατί ο Καβάφης μάς θυμίζει πάντα πόσο περίπλοκα είναι τα ζητήματα της ταυτότητας. Όμως εγώ, ακριβώς γι’ αυτό, θα ήμουν περήφανος να τον έχω για “εθνικό” μου ποιητή».

Και θύμισε στους συνομιλητές του πως, όταν έκανε τη διδακτορική διατριβή του πάνω στις τραγωδίες του Ευριπίδη, «είχα δημιουργήσει ένα φοβερό, όπως πίστευα, σχήμα, όμως υπήρχε ένα σημείο της τραγωδίας που ανέλυα που δεν ταίριαζε με τη θεωρία που ανέπτυξα. Τότε η καθηγήτριά μου μού είπε: «Νομίζεις πως η πολυπλοκότητα είναι πρόβλημα, όμως είναι η λύση». Αυτό πιστεύω πως ισχύει και για τον Καβάφη: χρειαζόμαστε μια πιο πολύπλοκη θεωρία…

 

«Μάθαινα ένα ποίημα τη μέρα»

 

Η σχέση του με την Ελλάδα είναι μακρά, αν και όχι συχνή. «Έχω ολόκληρη οικογένεια εδώ», λέει γελώντας, καθώς η σύζυγος του αδελφού του είναι Ελληνίδα. Άλλωστε και η γνωριμία του με τον Καβάφη οφείλεται στις επισκέψεις του στην Ελλάδα. «Παρακολούθησα ένα θερινό σχολείο, όπου κάθε πρωί έπρεπε να σηκωνόμαστε αξημέρωτα για να επισκεφτούμε κάποιον μυκηναϊκό τάφο, ταξιδεύοντας ώρες ατέλειωτες. Στο λεωφορείο δεν είχα τίποτε να διαβάσω, κόντευα να τρελαθώ! Σε κάποια στάση, σ’ ένα μπακάλικο, μπήκα και ρώτησα με τα φτωχά μου ελληνικά: ‘Μήπως έχετε κανένα βιβλίο;’ Λοιπόν, είχε ένα και μοναδικό! Την πρώτη έκδοση των Ποιημάτων του Καβάφη, που προφανώς κάποιος είχε ξεχάσει εκεί. Μου το χάρισε και το ένιωσα σαν σανίδα σωτηρίας. Άρχισα να το διαβάζω και μάθαινα απέξω ένα ποίημα την ημέρα».

Αυτή η απομνημόνευση τον παρακίνησε να αρχίσει να μεταφράζει, αρχικά κάποια ποιήματα για να συνοδεύσουν μια έκθεση φωτογραφίας. «Η μετάφραση του Κήλυ δίνει στον αναγνώστη να καταλάβει πως έχει να κάνει με έναν σύγχρονο ποιητή, όμως εμένα με ενδιέφεραν κυρίως τα μορφολογικά στοιχεία, ήταν σημαντικό να αναδημιουργήσω τον ρυθμό, την ομοιοκαταληξία που βρίσκεται παντού, τον ήχο που είχα στο μυαλό μου. Στη συνέχεια συνειδητοποίησα ότι χρειαζόταν μία πλήρης εισαγωγή και όσο το δυνατόν αναλυτικότερος σχολιασμός, καθώς οι λεπτομέρειες και οι περίοδοι που αναφέρονται δεν είναι γνωστές ούτε σε φοιτητές Κλασικής Φιλολογίας».

Λέγοντάς το αυτό, ο Ντ. Μέντελσον σημειώνει πως έτσι επανερχόμαστε στην ενδιαφέρουσα συζήτηση για την ελληνικότητα: «Για να δουλέψεις πάνω στον Καβάφη, πρέπει να γνωρίζεις π.χ. κάθε Πτολεμαίο, από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο. Οι Πτολεμαίοι, οι Σελευκίδες, όλοι θεωρούσαν πως είναι Έλληνες. Τι σημαίνει λοιπόν να είσαι Έλληνας; Εγώ θα ήμουν ιδιαίτερα ευχαριστημένος για τη μεγάλη εικόνα που δημιουργείται για την ελληνικότητα, ευρύτερη από τα όρια της Ελλάδας. Κι αυτό δεν είναι πρόβλημα, είναι η λύση».

Στο σημείο αυτό, ο Ντ. Μέντελσον θυμήθηκε πως όταν κυκλοφόρησε η μετάφρασή του, κάποιος φίλος του ζήτησε να κάνει παρουσίαση  στην εκκλησία της ελληνοαμερικανικής κοινότητας της περιοχής του. «Όταν λοιπόν είδα όλους τους ιερείς καθισμένους στην πρώτη σειρά, τους είπα: “Μάλλον θα αναρωτιέστε τι κάνει ένα εβραιόπουλο σαν κι εμένα μπροστά σας αυτή τη στιγμή”’. Από μια άποψη, η εβραϊκή μου ταυτότητα μου επιτρέπει να καταλαβαίνω καλύτερα αυτό που για τον Καβάφη είναι ο ελληνισμός, με την έννοια ότι πρόκειται για μια ευρύτερη παράδοση που υπερβαίνει τα μιας χώρας ή ενός κράτους».

 

«Το έργο του Καβάφη είναι αδιαίρετο»

 

Σε ερώτηση για το αν μπορεί να υπάρξει πολιτική ανάγνωση του Καβάφη, τόνισε ότι τον ποιητή ενδιαφέρει η ανθρώπινη κατάσταση και η πολιτική είναι ένα «διαρκές εργαστήρι γι’ αυτό»: Ένα πολιτικό μάθημα που μπορούμε να πάρουμε από την ποίησή του είναι πως, αν δεν κατανοείς τον εαυτό σου, είτε ως άνθρωπος είτε ως έθνος, είσαι χαμένος…

Το έργο του Καβάφη είναι ένα αδιαίρετο όλον, τόνισε εμφατικά ο Ντ. Μέντελσον. Δεν μπορείς να διδάσκεις χωριστά, π.χ., τα ερωτικά από τα ιστορικά ποιήματα. Στα ερωτικά ποιήματα ο Καβάφης εκφράζει συνειδητά τη διάσταση του ατόμου με την κοινωνική συνθήκη που το ορίζει, ενώ η προσωπική εμπειρία τού επιτρέπει την κατανόηση των ιστορικών στιγμών στις οποίες το άτομο ηττάται υπό το βάρος της ιστορίας.

Τέλος, σε ερώτηση για το αν υπάρχει ένας ομοφυλόφιλος τρόπος να μεταφράζεις Καβάφη, ο Ντ. Μέντελσον απάντησε: «Δεν ξέρω τι μπορεί να είναι ένας ομοφυλόφιλος τρόπος να μεταφράσει κανείς οτιδήποτε. Εντούτοις, προφανώς όταν μεταφράζεις έναν ομοφυλόφιλο ποιητή ίσως υπάρχουν τρόποι να υπογραμμίσεις για τον αναγνώστη στοιχεία που βρίσκονται στα ποιήματα και που καλό θα είναι να επισημανθούν. Υπάρχουν λέξεις που έχουν συναισθηματικό βάρος, όπως για παράδειγμα η λέξη έφηβος. Πώς  μπορείς να μεταφράσεις ακριβώς την ερωτική επιθυμία που εμπεριέχει  η φράση “εφηβική ομορφιά” σε ένα καβαφικό ποίημα; Χρησιμοποιώ τις περισσότερες φορές τη λέξη boy, αλλά σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα».

«Ένα άλλο παράδειγμα είναι η περίφημη “ηδονή”. Εγώ τη μεταφράζω pleasure, ο Κήλυ, από την άλλη, μιλά για “αισθησιακή ηδονή”, κάτι που, κατά μια έννοια, το καθιστά κλινική περιγραφή. Προσωπικά, ως γκέι άνδρας, ποτέ δεν αναρωτήθηκα τι είδους ηδονή ήταν αυτή, δεν χρειάστηκε ποτέ να την πω sensual pleasure».

 

Καβαφική μεθοδολογία

 

Αν η μετάφραση του καβαφικού έργου είναι κοπιώδης αναζήτηση στη γλώσσα και την ιστορία, υπάρχουν παραλληλισμοί ανάμεσα σε αυτήν και την έρευνά του για τους Χαμένους; «Ουσιαστικά πρόκειται για δύο παράλληλες έρευνες, που έγιναν ταυτόχρονα. Τώρα που πέρασαν τα χρόνια, μπορώ να πω ότι μια καβαφική ανάγνωση της ιστορίας διαπερνούσε τους Χαμένους. Είναι κι αυτό ένα βιβλίο για τους ηττημένους. Ο Καβάφης συχνά αναφέρεται στους ανθρώπους που χάνονται στο ρου της ιστορίας, όπως ο ήρωας του ‘Το 31 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια’. Τον ενδιαφέρει να ανασύρει όσα έχουν χαθεί, σαν να προσπαθεί να καταλάβει την Ιστορία μέσα από την ιστορία των καθημερινών ανθρώπων. Μέσα από την μικρή εικόνα να καταλάβει τα μεγαλύτερα ιστορικά διακυβεύματα, όπως κι εγώ στους Χαμένους. Ο Καβάφης, όπως είναι γνωστό, ενδιαφέρεται για την ιστοριογραφία. Κάθε ιστορικός γράφει ιστορία διαφορετικά, αυτό με ενδιέφερε ιδιαίτερα στους Χαμένους: Να δω την ιστορία αυτή μέσα στο πλέγμα των διαφορετικών καταγραφών, αλλά και όσων δεν είχαν αποτυπωθεί στην ιστορία».

Μιλώντας για τα επόμενα σχέδιά του, ο Ντ. Μέντελσον αποκάλυψε πως γράφει ένα βιβλίο για την Οδύσσεια: «Πρόκειται για ένα βιβλίο για την τελευταία χρονιά της ζωής του πατέρα μου, που ενώ ήταν θετικός επιστήμονας ξαφνικά ένιωσε την ανάγκη να διαβάσει την Οδύσσεια: Επί ένα χρόνο διαβάζαμε μαζί, ερχόταν στα σεμινάρια που δίδασκα, και στο τέλος κάναμε ένα μεγάλο ταξίδι σα βήματα του Οδυσσέα. Είναι ένα βιβλίο για τη σχέση πατέρα – γιου, για την ανάγνωση, για το ταξίδι…»

Κλείνοντας την κουβέντα, ο Δ. Παπανικολάου θύμισε πως σε κάποιο από τα πρώιμα έργα του ο Μέντελσον έγραφε πως αν κάτι του έμαθε η κλασική Ελλάδα είναι η διαλεκτική του «μεν … δε», κάτι που ισχύει φυσικά και για τον Καβάφη. Κι όπως γράφει, συνειδητοποίησε τότε πως και το δικό του όνομα ξεκινά με ένα πολύ ελληνικό «μεν – δε»: Mende-lshon… Γελώντας, ο Ντάνιελ Μέντελσον παρατηρεί: «Στη ζωή βρίσκεις πάντα τους ποιητές που χρειάζεσαι!»

 

* Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε σε συνοπτικότερη μορφή στην Αυγή της 26/1/2014.

Προηγούμενο άρθροO François Cavanna δεν υπάρχει πια
Επόμενο άρθροΜια άτολμη κλέφτρα

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ