Της Έλενας Χουζούρη.
To έργο της Αυστριακής νομπελίστα Ελφρίντε Γέλινεκ «Τα Συμβόλαια του Εμπόρου» που ανέβηκαν στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, στις 27, 28 και 29 Μαρτίου, μπορεί να είχε ψεγάδια. Το ίδιο και η παράσταση που σκηνοθέτησε ο Γερμανός σκηνοθέτης Νίκολας Στέμαν. Λόγου χάριν, υπερβολική διάρκεια [τέσσερις ώρες], επαναλαμβανόμενα μοτίβα, φαινομενικά απλοικά σκηνοθετικά ευρήματα. Ωστόσο ήταν σαφώς ένα πολιτικό θέατρο, ή ορθότερα μια πρόταση ενός νέου πολιτικού θεάτρου, το οποίο φαίνεται ότι αρχίζει να κάνει την εμφάνισή του στα τέλη της πρώτης δεκαετίας και στην αρχή της δεύτερης του 21ου αιώνα, με άμεσες αναφορές στην παγκόσμια οικονομική κρίση, τους νέους μηχανισμούς της αγοράς, την ανάδυση των νέων ακροδεξιών, νεοναζιστικών και ρατσιστικών μορφωμάτων. Ένα θέατρο που έρχεται σαν συνέχεια εκείνου των Μπρεχτ, Βάις, Μυσκίν και άλλων παλαιότερων.
Όπως φαίνεται πρόκειται για ένα πολιτικό θέατρο ασεβές, προκλητικό, ειρωνικό, στα όρια ίσως του κυνισμού που υπονομεύει τις καθεστηκυίες θεατρικές συμβάσεις. Τουλάχιστον αυτό ήταν το έργο της Ελφρίντε Γιέλινεκ, μιας συγγραφέως εξαιρετικά δηκτικής και ενοχλητικής, με έντονη πολιτική δραστηριότητα στη χώρα της, στον αριστερό χώρο, τόσο ώστε να κάνει δυσάρεστη εντύπωση και να προκαλέσει αντιδράσεις όταν της απονεμήθηκε το Νομπέλ λογοτεχνίας, το 2004. Για ένα πουκάμισο αδειανό, χωρίς καν την δυνατότητα της διεκδίκησης μιας οποιασδήποτε Ελένης, θέλει –κατά τη γνώμη μου- να μιλήσει έστω και με κραυγαλέο, με άναρχο τρόπο στο έργο της η Γιέλινεκ εφόσον αξίες που κάποτε είχαν περιεχόμενο, όπως Ελευθερία, Δικαιοσύνη, Ευμάρεια, Ευρωπαική Ιδέα, έχουν μείνει άδειες, χωρίς περιεχόμενο.
Η Γιέλινεκ έγραψε «Τα Συμβόλαια του Εμπόρου» το 2008, με αφορμή τα σκάνδαλα δύο αυστριακών τραπεζών, ένα μόλις χρόνο πριν την εκκωφαντική κατάρρευση της Lehman Brothers που σηματοδότησε την ραγδαία και αλυσιδωτή διάλυση των έως τότε γνωστών οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων του δυτικού κόσμου και προπαντός του ευρωπαικού. Η ευαισθησία της συγγραφέως Γιέλινεκ συν η πολιτική της εγρήγορση την ώθησαν να συλλάβει εν τω άμα τους υπόγειους κραδασμούς, λίγο πριν την μεγάλη έκρηξη. Όταν η χρηματοπιστωτική κρίση ήταν πια γεγονός και οι συνέπειές της έπιπταν ως μαινόμενες ακρίδες στους πιο αδύναμους κρίκους του ευρωπαικού νότου, όταν η ακροστιχίδα P.I.G.S δεν παρέπεμπε στα συμπαθητικά Pigs των Pink Floyd αλλά σε κάτι βαθύτερα προσβλητικό, αλαζονικό, ρατσιστικό και αναμφισβήτητα αντιευρωπαικό, τότε η Γιέλινεκ έκανε προσθήκες στα «Συμβόλαια του Εμπόρου», ανάλογα με το σε ποια χώρα θα παιζόταν το έργο. Με την προσθήκη που έφερε τον τίτλο «Προειδοποίηση στην Ελλάδα σχετικά με την ελευθερία» είδαμε κι εμείς το έργο της Γιέλινεκ.
«Τα Συμβόλαια του Εμπόρου» δεν διαθέτουν ήρωες-σύμβολα όπως λόγου χάριν η μπρεχτική «Αγία Ιωάννα των Σφαγείων», φυσική πρόγονος του έργου της Γιέλινεκ. Δεν διαθέτουν ήρωες γιατί- σύμφωνα με την αυστριακή συγγραφέα- στον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό του 21ου αιώνα, ο μοναδικός ήρωας-θεός είναι το Χρήμα. Ο μοναδικός δίαυλος μεταξύ μικροεπενδυτών και τραπεζών είναι το Χρήμα. Οι πρώτοι, μέσω των ευφυιώς οργανωμένων μηχανισμών εξαπάτησης και παραπλάνησης, πείθονται να το λατρέψουν, άρα να επιδιώξουν πάσει θυσία να το αποκτήσουν, υποθηκεύοντας την ίδια τους τη ζωή. Οι δεύτεροι, υιοθετώντας το ρόλο του Μεσσία, τους το προσφέρουν [δανείζουν] μέσα στο χρυσό περιτύλιγμα του ονείρου, ερχόμενοι στη συνέχεια να απαιτήσουν από τους πρώτους τα χρωστούμενα, εντέλει την ίδια τη ζωή τους. Αν ο Αλτουσέρ μιλούσε για αλλοτρίωση πριν από μισό περίπου αιώνα, η Γιέλινεκ απερίφραστα και ακραία κυνικά, μιλάει για τον πλήρη αποανθρωπισμό. Για την μετατροπή των ανθρώπων σε απλά στατιστικά νούμερα, σε μετρήσιμες, χρηματικά και μόνον, αξίες. Ουσιαστικά μια νέα μορφή κυριαρχίας. Η, για αρκετή ώρα, προβολή στο Video Wall, της εικόνας των δύο ηθοποιών να καταβροχθίζουν με βουλιμία το ένα μετά το άλλο τα δεκάδες ευρώ ήταν μια από τις πιο έντονα δραστικές στιγμές της παράστασης.
Σε μια συνέντευξη που έδωσε ο Νίκολας Στέμαν, με αφορμή την παράσταση του έργου στην Αβινιόν, τόνισε ότι «το ζήτημα που τίθεται πλέον είναι να κατανοήσουμε την τραγική διάσταση της κρίσης.[….]. Η τραγωδία είναι πως καταλαβαίνουμε ότι το χρήμα είναι το παν μονάχα όταν το χάσουμε». Η Γιέλινεκ στο έργο της δεν θέλει να χαιδέψει τα αυτιά κανενός, ούτε να χαριστεί σε κανέναν, γι αυτό και δεν διστάζει να γίνει σκληρή και με τους μικροεπενδυτές που τόσο αφελώς πίστεψαν και έχασαν. Θέτει δηλαδή και θέμα ατομικής ευθύνης. Με αυτήν την λεκτική σκληρότητα η Γιέλινεκ μοιάζει σαν να προσπαθεί να ενεργοποιήσει ανακλαστικά αντίδρασης στους ανθρώπους που δεν ανήκουν πια στον εαυτό τους αλλά σ ένα αδηφάγο σύστημα που τους χειραγωγεί και τους οδηγεί στην καταστροφή τους. Μέσα από την ίδια οπτική-πιστεύω- ότι έγραψε και την προσθήκη για την περίπτωση της Ελλάδας. Διάβασα σε μια κριτική ότι το κείμενο που μας αφορούσε ήταν προσβλητικό και ειρωνικό προς τους Έλληνες και ομολογώ έμεινα έκπληκτη, διότι ήταν το εντελώς αντίθετο! Η Γέλινεκ χρησιμοποιώντας με τον πιο ωμό τρόπο τη γερμανική-ευρωπαική- ρητορική την παρωδούσε και την γελοιοποιούσε, αποκαλύπτοντας τον κυνισμό που κρύβεται πίσω από αυτήν. Παραθέτω ένα εύγλωτο απόσπασμα : «Δεν έχουμε την πρόθεση να ρημάξουμε τη χώρα σας. Θα ήμασταν ανόητοι αν ερχόμασταν με τέτοιον σκοπό. Ούτε και έχουμε καμία όρεξη να τσακωθούμε με τους συγγενείς σας- έτσι κι αλλιώς το κάνετε μόνοι σας! Όχι δεν διεξάγουμε πόλεμο.Άν θέλετε να το αποκαλέσετε πόλεμο, αυτό είναι δικός σας λογαριασμός. Πιο εύστοχο είναι να πείτε ότι διαφωνείτε μαζί μας. Εμείς από την άλλη πλευρά, είμαστε ένα, είμαστε σύμφωνοι μεταξύ μας. Αργά η γρήγορα θα σας φέρουμε στα σύγκαλά σας-άλλωστε τώρα έχετε χρόνο, έχετε χρόνο να συνέλθετε.[….]Το μόνο που θέλουμε είναι να γίνουμε οι δαμαστές σας, όχι οι εχθροί σας-κάθε πράγμα στον καιρό του. […] Θα μας παραδώσετε ό,τι έχουμε συμφωνήσει να μας παραδώσετε-για το δικό σας καλό. Θα φροντίσουμε μάλιστα να σας γνωστοποιήσουμε εγκαίρως ποιο είναι το καλό σας. […] Καλά θα κάνετε να συμφιλιωθείτε με την ιδέα ότι θα έρθουμε πρόσωπο με πρόσωπο, στα νησιά σας, στις αρχαιότητες, στις παραλίες και στις ταβέρνες σας. Καλά θα κάνετε να συνηθίσετε στην ιδέα ότι θα μας συναντήσετε. Και είτε θα κάνετε στην μπάντα είτε θα μας εξυπηρετήσετε- αυτός είναι και ο λόγος της ύπαρξής σας»..Επί σκηνής ο Στέμαν έβαλε τον κακό λύκο να κυνηγάει μ ένα τσεκούρι το αρνί-θύμα – μάλλον απλοικό σκηνοθετικά εύρημα είναι αλήθεια- ενώ εν είδει χορού καλοντυμένοι οι ηθοποιοί διάβαζαν με έμφαση και πολύ δυνατά το παραπάνω κείμενο. Ακόμα και η παρωδία των κακών Ελλήνων στην Τροία ευθέως σάρκαζε τα γνωστά εξώφυλλα του Focus με την Αφροδίτη της Μήλου ή την Ακρόπολη. Άλλωστε και ο ίδιος τίτλος της προσθήκης είναι ουσιαστικά ένα σαρκαστικό σχόλιο σχετικά με την προσφερόμενη και πολυδιαφημιζόμενη, δήθεν ελευθερία.
Ανεξάρτητα όμως από τα ψεγάδια της παράστασης που είδαμε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, η αρχική μου υπόθεση εργασίας θεωρώ ότι παραμένει: ότι δηλαδή ένα νέο πολιτικό θέατρο βρίσκεται σε εξέλιξη. Το είδαμε πέρσι στις παραστάσεις του Ζοέλ Πομερά, με το έργο «Η θαυμαστή ιστορία του εμπορίου», το είδαμε και σε παραστάσεις νέων ρηξικέλευθων ελληνικών σχημάτων με ήδη παρουσία εκτός ελληνικών συνόρων, το είδαμε και στην εντελώς πρόσφατη, εξαιρετική και σφιχτοδεμένη παράσταση της αυστραλέζικης ομάδας Back to Back theatre, με το, συλλογικά, γραμμένο έργο Ganesh Versus the Third Reich, μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση του ρατσισμού και του ολοκαυτώματος. Μένει να δούμε τη συνέχεια…