Φίλιππος Φιλίππου.
Ο Γκαστόν Λερού, ένας από τους σημαντικότερους γάλλους αστυνομικούς συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας, επίγονος του Έντγκαρ Άλαν Πόε, του Εμίλ Γκαμποριό και του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ, έγινε διάσημος από το μυθιστόρημά του Το φάντασμα της όπερας (1910). Μέχρι τότε είχε γράψει δύο αστυνομικά μυθιστορήματα με ήρωα τον δημοσιογράφο-ντετέκτιβ Ζοζέφ Ρουλεταμπίλ, το Μυστήριο του κίτρινου δωματίου (1907) και το Άρωμα της γυναίκας με τα μαύρα (1908). Στο πρώτο, η δεσποινίς Ματίλντ Στάνγκερσον είχε αποσυρθεί στο υπνοδωμάτιό της. Ξαφνικά, άρχισαν να ακούγονται από μέσα ήχοι πάλης, εκκλήσεις για βοήθεια και πυροβολισμοί. Όταν η κλειδωμένη της πόρτα υποχωρεί στα χτυπήματα του πατέρα της και ενός υπηρέτη, η Ματίλντ βρίσκεται πεσμένη στο πάτωμα, σοβαρά τραυματισμένη. Κανείς άλλος δεν βρίσκεται στο δωμάτιο. Δεν υπάρχει απολύτως καμία άλλη έξοδος, και το μοναδικό παράθυρο του Κίτρινου Δωματίου είναι ασφαλισμένο από μέσα. Πώς είναι δυνατόν να απέδρασε από εκεί ο δράστης; Ο Ρουλεταμπίλ, χάρη στις αναλυτικές του ικανότητες, βρίσκει τη λύση και μετά η Ματίλντ παντρεύεται τον αγαπημένο της Ρομπέρ Νταρζάκ, ενώ ο πρώην σύζυγος της, ο κακοποιός Φρεντερίκ Λαρσάν πνίγηκε σ’ ένα ναυάγιο πλοίου.
Εδώ, στο Άρωμα της γυναίκας με τα μαύρα (τοποθετείται στο 1895), ο 18χρονος Ρουλεταμπίλ, ψάχνει στοιχεία για το παρελθόν του. Ο αφηγητής της ιστορίας (όπως και στο προηγούμενο βιβλίο), ο Σενκλέρ, ένα είδος Γουάτσον του Αρθούρ Κόναν Ντόιλ, μιλάει για τη ζωή του Ρουλεταμπίλ, τη μίζερη και δυστυχισμένη, αφού μεγάλωσε χωρίς οικογένεια, ο οποίος θυμάται αμυδρά μια γυναίκα με άσπρα ρούχα που τον είχε στην αγκαλιά της και φορούσε ένα μεθυστικό άρωμα. Ήταν η μητέρα του. Ενδεχομένως, μητέρα του είναι η Ματίλντ. Έτσι, το παντρεμένο ζεύγος διαισθάνεται πως κινδυνεύει από κάποιον αόρατο εχθρό, τον ήδη νεκρό Λαρσάν, κι ο Ρουλεταμπίλ αποφασίζει να παλέψει μέχρι θανάτου για να αποτρέψει ένα έγκλημα, να τους σώσει. Όταν το ζευγάρι καταφεύγει σ’ ένα κάστρο για να γλιτώσει από τους πιθανούς κινδύνους που το απειλούν, όλοι υποθέτουν πως ο εχθρός, ο Λαρσάν, βρίσκεται κοντά τους μεταμφιεσμένος: είναι άσσος στις μεταμφιέσεις, γι’ αυτό παραμένει επί χρόνια ασύλληπτος. Το χειρότερο είναι το ότι ο Λαρσάν συνεργάζεται με ανθρώπους τους οποίους καθοδηγεί και κατευθύνει, άρα τα πράγματα είναι πιο δύσκολα για τους απειλούμενους.
Πρέπει να τονίσουμε πως η ιστορία που αφηγείται ο Λερού είναι γεμάτη απιθανότητες, όπως συνέβαινε στα παλιά αστυνομικά μυθιστορήματα. Αυτό κυρίως που θαυμάζει ο αναγνώστης είναι η ικανότητα του συγγραφέα να δημιουργεί σασπένς και ανατροπές. Κυρίως, δημιουργεί ένα κλίμα φόβου γύρω από τους ήρωες, μια ζοφερή ατμόσφαιρα μυστηρίου που αποτελείται από εικασίες, βλέμματα, μουσικές, σκιές, βήματα, τη βροχή που πέφτει, τους θορύβους του περιβάλλοντος, όλα εκείνα που φτιάχνουν την επερχόμενη απειλή για τους ήρωες. Στο τέλος βέβαια, ο Ρουλεταμπίλ, ο μόνος από την παρέα που αισθάνεται αυτοπεποίθηση, αφού μόνο αυτός είναι ικανός να λύσει τα μυστήρια και τους γρίφους με την αψεγάδιαστη μαθηματική λογική του, δίνει τις δέουσες απαντήσεις στα ερωτήματα που έχουν αναδυθεί. Τότε, σαν άλλος Ηρακλής Πουαρό (θυμίζουμε πως ο ήρωας της Άγκαθα Κρίστι εμφανίστηκε στο λογοτεχνικό στερέωμα πολύ αργότερα), συγκεντρώνει όλους τους ήρωες και τους κάνει αποκαλύψεις κι εκείνοι πέφτουν από τα σύννεφα, θα λέγαμε σήμερα, δηλαδή μένουν άναυδοι από τις εξηγήσεις του.
info: Gaston Leroux, Το άρωμα της γυναίκας με τα μαύρα, Μετάφραση Βαγγέλης Γιαννίσης, Εκδόσεις Διόπτρα, 2016, σελ. 330, τιμή 15,50 ευρώ