Μπορεί η λογοτεχνία να μας κάνει καλύτερους;

1
259

 

Του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου.

Μπορεί η λογοτεχνία να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους; Αυτό είναι το ερώτημα γύρω από το οποίο στράφηκε ένα μεγάλο μέρος της συζήτησης με την οποία ξεκίνησε χθες, Πέμπτη, στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων το συνέδριο «Η νεοελληνική λογοτεχνία σήμερα. Κοινωνία και εκπαίδευση» (το συνέδριο θα ολοκληρωθεί αύριο το μεσημέρι και διοργανώνεται από το Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών ενώ στη συζήτηση έλαβαν μέρος ο Θανάσης Βαλτινός, ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης, ο Σταύρος Ζουμπουλάκης, η Ελισάβετ Κοτζιά και η Λαμπρινή Κουζέλη).  Το ερώτημα για το αν μπορεί η λογοτεχνία να μας κάνει καλύτερους πήγασε από τη θέση του Στ. Ζουμπουλάκη πως μολονότι η ποίηση και το μυθιστόρημα είναι σε θέση να εγείρουν έναν εις βάθος ανθρωπολογικό προβληματισμό, μάλλον δεν έχουν την ικανότητα να εμπνεύσουν περισσότερη αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων ή να επιφέρουν κάποια βελτίωση της ηθικής τους κατάστασης.

Πλήθος οι αντιδράσεις, τόσο από το ακροατήριο, το οποίο αποτελούσαν κατά βάσιν φοιτητές και πανεπιστημιακοί, όσο και από το τραπέζι: η λογοτεχνία έχει ευεργετική επίδραση στην ψυχή μας και στην ηθική μας αγωγή και θεραπεύει την αδυναμία ή την έλλειψη ετοιμότητάς μας να ανταποκριθούμε στο αίτημα για την κατάκτηση μιας αναβαθμισμένης ταυτότητας – ατομικής και συλλογικής . Μια τέτοια ιδέα για τη λογοτεχνία είναι πιθανόν να εκκινεί από τις καλύτερες προθέσεις, αλλά δεν κατορθώνει να ξεφύγει από την παλαιότερη πίστη στην παιδευτική και τη διαπλαστική λειτουργία του έντεχνου λόγου, αντέτεινε στις αντιδράσεις η Ελ. Κοτζιά. Είναι μια πίστη που κατέρρευσε ολοκληρωτικά μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, συμπλήρωσε ο Ζουμπουλάκης.

Θα χειροτέρευα άραγε τις εντυπώσεις αν πήγαινα λίγο πιο πέρα το επιχείρημα του Ζουμπουλάκη και της Κοτζιά, λέγοντας πως η λογοτεχνία όχι μόνο δεν μας βελτιώνει ηθικά, αλλά είναι ικανή να φτάσει (έχει ήδη φτάσει) μέχρι και την αποπροσωποποίηση της ύπαρξης ή την απανθρωποποίηση της ζωής; Αρκεί να σκεφτούμε κάποια παραδείγματα από τη νεώτερη αυστριακή ή ρωσική λογοτεχνία, όπως ο Μπέρνχαρντ και η Γέλινεκ ή ο Πλατόνοφ και ο Σαλάμοφ. Σίγουρα, παραδείγματα σαν κι αυτά οξύνουν (αν δεν την οδηγούν στα όριά της) την κριτική μας  εγρήγορση. Ελάχιστο χώρο, όμως, αφήνουν για την αναζήτηση  και τη συγκρότηση της οποιασδήποτε ηθικής βάσης, έστω κι αν κάτι τέτοιο πρόκειται να γίνει εκ του αντιθέτου. Όπως κατ’ επανάληψη τόνισε ο Ζουμπουλάκης, ας μη ζητάμε από τη λογοτεχνία να αναλάβει σωτηριολογικό ρόλο, διευθετώντας τα πάντα. Για την εποχή μας, είναι υπεραρκετός ο κριτικός της νους και η δύναμή του να διαμορφώνει συνειδήσεις.

 

Προηγούμενο άρθρο20 αριστουργήματα που δεν βρήκαν εκδότη
Επόμενο άρθροΕπιστροφή στον πολιτικό κινηματογράφο

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ