Γιάννης Ν. Μπασκόζος.
Ο Μικρός Ήρωας Γιώργος Θαλάσσης ζει σε ένα δυαράκι κοντά στην πλατεία Συντάγματος από όπου παρακολουθεί τις συγκεντρώσεις των αγανακτισμένων. Δεν έχει χρήματα να πληρώσει για θέρμανση. Η άλλοτε αγαπημένη του Κατερίνα ζει στη Γερμανία παντρεμένη με γερμανό και έχει τις απόψεις των λαϊκιστών γερμανών για την Ελλάδα ενώ ο χοντρός Σπίθας έχει γίνει λαμόγιο- εργολάβος. Σε ένα βιβλιοπωλείο στο Παρίσι ένας βιβλιόφιλος ξεφυλλίζει παλιά βιβλία όταν ξαφνικά επιτίθενται ινδιάνοι για να διαδηλώσουν την αγανάκτησή τους για το πώς ο συγγραφέας Τζέιμς Φένιμορ Κούπερ παρουσίασε στο μυθιστόρημα του «Ο τελευταίος των Μοϊκανών» τους ινδιάνους. Όλα αυτά δεν είναι φαντασία αλλά η πραγματικότητα στο νέο μυθιστόρημα του Βασίλη Αλεξάκη «Ο μικρός Έλληνας».
Ο Βασίλης Αλεξάκης σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής του, μετά από μια επέμβαση χρειάστηκε να μείνει σε ένα ξενοδοχείο στο Παρίσι. Να γίνει και πάλι ξένος στην πόλη που αγάπησε. Τις ώρες της μοναξιάς έγραψε το νέο του βιβλίο «Ο μικρός Έλληνας», μια νοσταλγική βουτιά στο παρελθόν από τη σκοπιά του σήμερα. Οι ήρωες του μυθιστορήματος είναι οι ήρωες των παιδικών του χρόνων. «Και γιατί, όχι θα πει ο Βασίλης Αλεξάκης, είχα πάντα μεγαλύτερη σχέση με τον Δον Κιχώτη από τη θεία μου». Ο Ροβινσόν Κρούσος, ο Ντ΄Αρτανιάν, ο Γιώργος Θαλάσσης και οι άλλοι ήρωες των μυθιστορημάτων που διάβαζε μικρός στα τεύχη των Κλασικών Εικονογραφημένων και του Μικρού Ήρωα. «Οι ήρωες μου αυτοί έχουν πολλά προτερήματα» θα πει ο Βασίλης Αλεξάκης, «δεν γερνάνε και με περιμένουν». Στη αναβίωση των ηρώων της παιδικής του ηλικίας ως μυθιστορηματικών ηρώων πια έπαιξε ρόλο και ο Κήπος του Λουξεμβούργου, ένας από τους πιο ατμοσφαιρικούς κήπους του Παρισιού. Επειδή ήταν κοντά στο ξενοδοχείο που έμενε ο συγγραφέας πήγαινε συχνά και καθόταν εκεί. Συνειδητοποίησε ότι στον Κήπο του Λουξεμβούργου έζησαν πολλοί ήρωες μυθιστορημάτων. Εκεί συναντήθηκαν ο Μάριος και η Τιτίκα από τους «Αθλίους» του Βίκτορος Ουγκό, όπως και δύο ήρωες από τις «Χαμένες Ψευδαισθήσεις» του Μπαλζάκ. Εκεί υπάρχει το Παλάτι των Μεδίκων, όπου έχουν μείνει ο Ναπολέων, η Ζοζεφίνα, αλλά και ο Ουγκό στα γεράματά του, ο Ανατόλ Φρανς, ο πατέρας του Μποντλέρ κ.ά. Αυτό όμως που τον κατέπληξε τον Αλεξάκη είναι η ανακάλυψη της ύπαρξης ενός γαλλικού κουκλοθέατρου με τις κούκλες- ήρωες μυθιστορημάτων να βρίσκονται κρεμασμένες σε έναν τοίχο.
«Είναι ένα νοσταλγικό μυθιστόρημα;», τον ρωτάμε. «Όχι», απαντάει, «είναι ένα μυθιστόρημα και για το σήμερα. Για παράδειγμα ο αφηγητής συναντάει έναν τύπο σαν τον Ροβινσόνα που είναι άστεγος. Τον παρακολουθεί να συναντάει κι άλλους άστεγους και να συζητάνε όλο το βράδυ για λογοτεχνία και ιδέες. Το γεγονός αυτό το έζησα στην πραγματικότητα και μάλιστα σε αυτούς τους άστεγους κάποια στιγμή έκανα κι ένα ατελιέ δημιουργικής γραφής». Η φαντασία του συγγραφέα βάζει τους ήρωες του να συναντάνε τους συγγραφείς τους να μπλέκονται μεταξύ τους και να σχολιάζουν την πραγματικότητα. Ακόμα και τον Ζορμπά ο Αλεξάκης τον φαντάζεται να μπαίνει στο γερμανικό κοινοβούλιο να βγάζει το παντελόνι του και να χορεύει με το σώβρακο τον χορό του.
Υπάρχει και η πικρή στιγμή όταν ο συγγραφέας συναντά μια άσπρη κούκλα που είναι ο θάνατος και η οποία καταδιώκει τον Σαρκοζί και τη γυναίκα του. Οι ήρωες του θα καταλήξουν σε ένα πάρτι στις υπόγειες στοές του Παρισιού. Ο αφηγητής, έχοντας πια μπερδέψει την πραγματική ζωή με τη μυθιστορηματική, ρωτάει τον φίλο που τον συνοδεύει αν υπάρχει, κατά τη γνώμη του, σύνορο ανάμεσα στους δύο κόσμους, τον πραγματικό και τον φανταστικό. «Αυτό εδώ είναι το σύνορο» λέει ο φίλος του δείχνοντας την καταπακτή. «Εννοείς ότι ο πραγματικός κόσμος είναι έξω και ο φανταστικός μέσα στον υπόνομο;» ζητεί διευκρινίσεις ο Μικρός Ελληνας. «Όχι» του απαντά ο άλλος, «ο πραγματικός είναι στον υπόνομο, αυτά που ζούμε έξω είναι όλα ψέματα». Τα σύνορα μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας επινόησης και ρεαλισμού, παρελθόντος και παρόντος ο Αλεξάκης τα έχει καταργήσει και όπως χαρακτηριστικά λέει: «Δεν ξέρω αν υπάρχει ζωή έξω από το μυθιστόρημα, μέσα είμαι βέβαιος ότι υπάρχει».