Μεθεόρτιο ή Lyrica

0
915

Της Άννας  Κατσιγιάννη. 
Μεθεόρτιο ή Lyrica

Συγγραφέας: Ευριπίδης Γαραντούδης,

Μεθεόρτιο ή Lyrica.

Ποίημα σε 33 μέρη

Εκδόσεις: Καστανιώτης 2009, σσ. 66.

Με τον μίτο του μύθου ή το παιχνίδι με την κλεψύδρα

 

Η καλαίσθητη ποιητική συλλογή, Μεθεόρτιο ή Lyrica, είναι το δεύτερο ποιητικό βιβλίο του -θεωρητικού, κριτικού, πανεπιστημιακού δασκάλου- Ευριπίδη Γαραντούδη. Πρόκειται για αυτοβιογραφικό λυρικό αφήγημα, το οποίο διαπερνά η ιδέα της καλλιτεχνικής μνημείωσης της θνητής ομορφιάς στην αθάνατη εκδοχή της, τον ποιητικό λόγο. Ο τίτλος παραπέμπει στον λυρισμό, αλλά και στη διυλιστική διεργασία της μνήμης, στην εκ των υστέρων συλλογή και καταγραφή στοιχείων της ποιητικής φαντασίας, η οποία δύναται να τροποποιεί επιλεκτικά όψεις της μνήμης. Ήδη από την πρώτη νεανική ποιητική του συλλογή (Ανεδαφικός ορειβάτης, 1983) επανέρχεται εμμονικά το θέμα της μνήμης, της γραφής και της ποιητικής. Το βιβλίο συνιστά ένα παλίμψηστο λυρικό ποίημα, χωρισμένο σε 33 μέρη, τα οποία συνομιλούν ποικιλότροπα με την ποιητική παράδοση. Στη συλλογή ενσωματώνονται συνειρμικά γνώριμοι ήχοι, στίχοι, εικόνες και μέτρα από την ποιητική μας παρακαταθήκη. Είναι ευδιάκριτες οι διακειμενικές αναφορές σε ποιητές του κανόνα (λ.χ. Δάντη, Μπωντλαίρ -το άρωμα της μνήμης, το ταξίδι στα Κύθηρα, η άρρωστη μούσα-, Σολωμό, Καρυωτάκη, Σεφέρη, Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου), αλλά και σε παλαιότερους και συγχρόνους μας μοντερνιστές και μεταμοντερνιστές (Νικόλα Κάλα, Γιώργο Χειμωνά, Χάρη Βλαβιανό, κ.ά.). Τα διακείμενα αναδύονται είτε μέσα από γνώριμες μορφές και ήχους είτε μέσα από εμβληματικά θεματικά μοτίβα που βρίσκονται στο κέντρο της θεματικής αναζήτησης του Γαραντούδη: η λειτουργία της μνήμης, η κόρη (η ερωτική, αλλά και η κόρη του ποιητή), η παιδική ηλικία, το όνειρο, η έλλαμψη, το θαύμα, ο μύθος και η τροπή του, η ελληνική τοπογεωγραφία, η ερωτική πτήση και πτώση, ο ανέφικτος έρως, έρως και θάνατος, κ.ο.κ. Τα θεματικά τούτα μοτίβα ανασημασιοδοτούνται και αναβαπτίζονται μέσα από την προοπτική της συνομιλίας τους με κείμενα ομοτέχνων. Ενδιαφέρον στοιχείο της συλλογής συνιστούν, επίσης, οι αυτοδιακειμενικές αναφορές του συγγραφέα στα μότο αλλά και στο ποιητικό σώμα των κειμένων.

Η γλώσσα, ο στίχος, ιδιαίτερα επιμελημένα: δεκαπεντασύλλαβος, σονέτο ομοιοκατάληκτο και μη, εσωτερική ακροστιχίδα, πεζόμορφο αφήγημα, πεζός στίχος (verset)∙ συχνά μάλιστα ο προσανατολισμός ορισμένων τίτλων είναι γλωσσοκεντρικός: «(ανα)στάσιμη ωδή(νη)», ο ποιητής συνθέτει μιαν «ωδή στην οδύνη»∙ χάι – κάι ανασύρονται μέσα από τα «χάι λάιτς». «(Τα) minima(τα)» (αποσπάσματα)∙ παραπέμπουν στη μικρή φόρμα και στην ομόηχη λέξη «μηνύματα» που εμπεριέχει σημασιολογικά την έννοια της ελλειπτικής, αποσπασματικής γραφής και επικοινωνίας. Πρόκειται για ώριμο ποιητικό βιβλίο που μας αποκαλύπτει πτυχές του ποιητικού εργαστηρίου ενσωματώνοντας δημιουργικά τις αναζητήσεις του Γαραντούδη ως θεωρητικού και μετρικολόγου.

Οι καλές τέχνες συνδέονται και συλλειτουργούν σε επίπεδο ποιητικής∙ στο πρώτο ποίημα, με τίτλο «Αναγέννηση», αναδύεται εικαστικά η μποτιτσελική Αφροδίτη, μεταμορφωνόμενη σταδιακά σε σύγχρονη κόρη. Οι  τίτλοι κάποιων ποιημάτων (λ.χ. «Το νησί την άνοιξη – Σκόρπια νότα») παραπέμπουν στη σχέση της ποίησης με τη μουσική. Στα μότο των ποιημάτων του ο Γαραντούδης ως επί το πλείστον συνομιλεί με τα τραγούδια των Leonard Cohen, Nick Cave, Paolo Conte, Σωκράτη Μάλαμα, κ.ά., συνδέοντας την ποίησή του με την τέχνη της μουσικής και μάλιστα με σύγχρονα μουσικά ακούσματα. Οι στίχοι των τραγουδιών στα μότο παρατίθενται ως επί το πλείστον στα αγγλικά προσφέροντας ποικίλη τονικότητα. Τα ποιήματα συνομιλούν μεταξύ τους (λ.χ. το ποίημα «Σε απόσταση αναπνοής» με το ποίημα «Αναγέννηση») και κατ’ αυτό τον τρόπο επιτονίζεται περισσότερο η ενδοδιακειμενική διαστρωμάτωση καθώς και τα παράλληλα χρονικά και γλωσσικά επίπεδα.

Πέρα από τη μουσική, το μάτι της κάμερας διευρύνει τις εικόνες δίνοντας μια κινηματογραφική προοπτική στις περισσότερες από αυτές. Η εικαστική εικονοποιΐα εγκιβωτίζει συχνά σκηνές και τεχνικές του κινηματογράφου∙ παράδειγμα το ποίημα «Στον κινηματογράφο», με μότο «Ο άνεμος σ’ αγγίζει. Παίξε μουσική», ή το ποίημα «E-mail ή με το κορίτσι της παραλίας», όπου ο αφηγητής ταυτίζεται με τον «απελπισμένο ήρωα» της ταινίας Μπάρτον Φινκ των Τζόελ και Ίθαν Κοέν, ο οποίος δραπετεύει και σώζεται/ χάρη σ’ ένα καδράκι που κρέμεται στον τοίχο./Δείχνει μια παραλία και μια κοπέλα μόνη/που ατενίζει το πέλαγος καθισμένη στην άμμο.

Ο αφηγητής συμπλέκει την ποίηση με τον κινηματογράφο και τη μουσική προσφέροντας -στο σημείο αυτό- τρεις μουσικές παραλλαγές ενός από τους στίχους του ποιήματος: Μονάχη της απέμεινε η κόρη στ’ ακρογιάλι./ Απέμεινε ολομόναχη η κορασιά στην άμμο./Μόνη έμεινε και μόνη της η διψασμένη αγάπη. Οι παραλλαγές των στίχων που λειτουργούν ως μουσικά μοτίβα παρατίθενται από επιμελητή σε σημείωση κάτω από το ποίημα∙ πρόκειται για εκδοχές του στίχου σε χειρόγραφο, που έχει συντεθεί κατά το πρότυπο των σχεδιασμάτων του Σολωμού. Ήδη από την πρώτη σελίδα της συλλογής πληροφορούμεθα από τον επιμελητή ότι η συλλογή είναι χειρόγραφη. Ο ίδιος σε σημειώσεις, με αστερίσκο, μας παρέχει ποικίλες πληροφορίες για το μελάνι που χρησιμοποιεί ο ποιητής, για τις διαγραφές χωρίων του χειρογράφου, τα οποία περιλαμβάνει, ενίοτε, στο σώμα της έκδοσης, κατά τη συνήθη πρακτική της φιλολογικής έκδοσης χειρογράφου, μας δίνει ακόμη πληροφορίες για τους τόπους ή για την πατρότητα κάποιων στίχων. Ο ποιητής αφηγητής αυτοσκηνοθετείται ως επιμελητής, κλείνοντας ειρωνικά το μάτι στον αναγνώστη. Τα τρία πρόσωπα, ο συγγραφέας, ο αφηγητής και ο επιμελητής, συγκλίνουν σε ένα και το αυτό πρόσωπο. Η αυτοσκηνοθεσία του Γαραντούδη ως ποιητή – επιμελητή αποτελεί βέβαια μιαν ειρωνική νύξη στη φιλολογική του ιδιότητα, εντάσσει, όμως, αυτόματα τη συλλογή του και στην παράδοση παλαιότερων έργων της ρομαντικής κυρίως περιόδου, όπου χρησιμοποιούνται ανάλογα τεχνάσματα και ο συγγραφέας κρύβεται κάτω από τον εκδότη (λ.χ., Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου του Γκαίτε).

Δύο δομικοί πόλοι επανέρχονται στη ρητορική εκφορά των ποιημάτων, το λυρικό και (εν μέρει) το ειρωνικό στοιχείο. Δραστική ειρωνεία και αυτοειρωνεία ανιχνεύεται στο ποίημα «Στην τροπή του μύθου», το οποίο υφαίνεται, στο μεγαλύτερο μέρος του, με στίχους σε εισαγωγικά. Μια δραστική, επίσης, ειρωνική ανατροπή περιέχει το τελευταίο και ρεαλιστικότερο ποίημα της συλλογής, το οποίο πάλι με το μάτι της κάμερας ενσωματώνει την κινηματογραφική τεχνική προβολής γυναικείου προσώπου πάνω σε άλλο πρόσωπο. Ο αφηγητής μας αποκαλύπτει μιαν άλλη σημασιολογική διάσταση της λέξης Lyrica. Σύμφωνα με πληροφορία του επιμελητή (σ. 61) το Lyrica «είναι φάρμακο για την καταπολέμηση πόνων νευρολογικής αιτιολογίας» (παρατίθεται μάλιστα και η διεύθυνση στο διαδίκτυο). Φάρμακο, φαρμακεία, φαρμάκι, 33 ποιήματα (αριθμός που παραπέμπει στα χρόνια του Χριστού έως τη σταύρωση)∙ κινούμαστε στον χώρο μιας ποιητικής, όπου συμπλέκονται αβίαστα ο λυρικός ιδεαλισμός με την ειρωνεία, η μελαγχολική άρρωστη μούσα με την πάλλουσα φύση, ο πόνος, το ερωτικό αδιέξοδο της ψυχής με το φως του  ελληνικού τοπίου. Στη συλλογή κυριαρχεί το κλίμα του μετανεοτερικού λυρικού άλγους με κάποια στοιχεία ειρωνείας στη σκηνοθεσία του ενιαίου λυρικού ποιήματος. Αν θεωρήσουμε ότι η συλλογή συντίθεται ως επί το πλείστον στην ατμόσφαιρα της στωικής μελαγχολίας και του λυρισμού, θα λέγαμε ότι συνδέεται με τη λυρική ειρωνική ποιητική του ρομαντισμού ενσωματώνοντας, παράλληλα, στοιχεία των ποιητικών ανατροπών του μοντερνισμού και του μεταμοντερνισμού.

Προηγούμενο άρθροΜια λαμπρή βραδιά
Επόμενο άρθροΟ Ρουβάς στην Επίδαυρο

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ